Πολιτικη & Οικονομια

Η αντι-πελατειακή Ελλάδα ως όραμα και τοπόσημο

Η αντίδραση ενός συστήματος που λειτουργεί με βάση μια πελατειακή λογική

Παναγιώτης Καρκατσούλης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Gemba της ιαπωνικής παράδοσης και η σχέση της με την Ελλάδα

H Gemba, σύμφωνα με την ανατολική/ιαπωνική παράδοση, είναι ο (μοναδικός) εκείνος τόπος στον οποίο αξίζει να βρεθείς, αφού εκεί δημιουργείται αξία, δίδεται νόημα σε μια προσπάθεια, σε μια διαδρομή.

Τις προηγούμενες δεκαετίες μεταξύ των μάνατζερς κυρίαρχη ήταν η ερώτηση «πως θα φθάσω στην Gemba;». Αυτή παρέπεμπε σ’ έναν τρόπο σκέψης που δεν εξαντλείται σ’ ένα σετ προκαθορισμένων βημάτων και οδηγιών αλλά προϋποθέτει την ύπαρξη ενός μοναδικού οράματος, μιας στρατηγικής που θα δώσει νόημα σε διάσπαρτες ή μενονωμένες δράσεις των εργαζομένων, των πολιτών, εν τέλει, μιας χώρας.

Η Gemba και η Ελλάδα

Στην περίπτωση της ελληνικής διακυβέρνησης, η Gemba ήταν δυσδιάκριτη. Υπήρξαν στιγμές, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, μετά την μεταπολίτευση, που φάνηκε να υιοθετείται ένα εκσυγχρονιστικό όραμα στο οποίο βασικές αξίες της Δύσης, όπως είναι το κράτος δικαίου, το κοινωνικό κράτος και η δημοκρατία, πρυτανεύουν. Αυτές έπρεπε, όμως, να μπολιαστούν με τα μοναδικά πολιτισμικά, ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα της χώρας μας ώστε να αποκτήσουν εκείνη την ιδοτυπία που απαιτείται για την απόδοση ταυτότητας στην ελληνική διακυβέρνηση.

Εδώ, όμως, αντί του τυπικού γραφειοκρατικού συστήματος υποστήριξης των πολιτικών αποφάσεων, αναδείχτηκε η δύναμη του ελλοχεύοντος πελατειακού συστήματος η όσμωση με το οποίο οδηγεί σε λύσεις μη-λύσεις. Οι αντιφάσεις και οι ιδιαιτερότητες που παρατηρούνται όπως, για παράδειγμα, να έχουμε κατοχυρώσει επαρκώς τη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου σε επίπεδο συνταγματικών και ρυθμιστικών κανόνων αλλά να υπολειπόμαστε αισθητά στην ποιότητα οργάνωσης και λειτουργίας των θεσμών, είναι ένα τυπικό εξαγόμενο της όσμωσης αυτής.

Έτσι, το ελληνικό κράτος είναι-και-δεν-είναι δυτικό, αιωρείται μεταξύ δύο κοσμοαντιλήψεων και διασφαλίζει με τον τρόπο αυτόν την βιωσιμότητα και την αναπαραγωγή του.

Αυτές οι ανορθογραφίες και παραμορφώσεις παρατηρούνται σ’ όλες τις δημόσιες πολιτικές και εστιάζονται, ιδίως, στην πτωχή ποιότητα των προγραμμάτων και μέτρων πρόληψης και της εφαρμογής. Όλος ο κύκλος λήψης απόφασης επηρεάζεται από την ιδιόμορφη αυτή μείξη ετερόκλητων και αλληλο-εξουδετερούμενων στοιχείων.

Αυτές οι αντιφάσεις, για πολλούς συνέλληνες, δεν αποδεικνύουν τίποτα λιγότερο από μια διαρκή καθυστέρηση σε σχέση με άλλες χώρες της Δύσης με τις οποίες, παγίως, συγκρινόμαστε. Μάλιστα, συχνά, οι οιμωγές αυτές συνοδεύονται από μια, διαμετρικά αντίθετη των λόγων του εγκαλούντος, πράξη- κι όλη αυτή η παραδοξότητα συναντά την κοινωνική επιδοκιμασία. 

Αυτό που συμβαίνει, όμως, δεν είναι καποια αναπόδραστη ντετερμινιστική συνθήκη. Είναι η αντίδραση ενός συστήματος που λειτουργεί με βάση μια πελατειακή λογική και αντιλαμβάνεται ως όχληση ο,τιδήποτε εκφεύγει από το δίπολο «δικός μας-άλλος». Επειδή, όμως, η χώρα είναι τοποθετημένη στην Δύση, το πελατειακό της σύστημα υποχρεώνεται σε μάχες εκ του συστάδην, άλλες εκ των οποίων κερδίζει κι άλλες όχι.

Το αποτελεσματικότερο όπλο κατά του πελατειασμού είναι οι διοικητικές μεταρρυθμίσεις (όχι αυτές που εξαγγέλονται αλλά αυτές που υλοποιούνται). Όταν το πελατειακό σύστημα δεν μεταρρυθμίζεται, τότε επιζητεί είτε την επικυριαρχία του είτε αναγκάζεται σε υποχωρήσεις που λειτουργούν ως βαλβίδες εκτόνωσης των συγκρούσεων. Οι μεταρρυθμίσεις, στην περίπτωση αυτή, κατατεμαχίζονται κι εφαρμόζονται σιγά-σιγά. Έτσι, βέβαια, η δυναμική τους ακυρώνεται και ενσωματώνονται στην κρατούσα τάξη πραγμάτων.

Εκείνο το οποίο μένει, λοιπόν, ως αποτέλεσμα της αέναης αυτής σύγκρουσης, σε μη μεταρρυθμιστικές περιόδους είναι κάτι λίγο, μισερό και υπολειπόμενο σε σχέση με τις προσδοκίες και τις ανάγκες των πολιτών και της χώρας. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η, επί εικοσαετία, διαχείριση των κοινοτικών πόρων μέσω των κοινοτικών πλαισίων στήριξης. Αντί να αποτελέσουν την προωθητική δύναμη που θα επέτρεπε στη χώρα βαθείς κοινωνικο-οικονομικούς μετασχηματισμούς, οι πόροι εξαντλήθηκαν σε έργα, τις περισσότερες φορές, περιορισμένου εύρους και διατηρησιμότητας.

Η γνώση και η εμπειρία από τη λειτουργία του ελληνικού διοικητικού συστήματος δείχνει ότι οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν από τους μεταρρυθμιστές των διαφόρων κυβερνήσεων, τελεσφόρησαν όταν συνοδεύτηκαν από την εδραίωση μεγάλων οριζόντιων αλλαγών στην λειτουργία του κράτους. Το αντικειμενικό σύστημα προσλήψεων, η παροχή υπηρεσιών μέσω ΚΕΠ, ο εξορθολογισμός της αρχιτεκτονικής της αυτοδιοίκησης, η τήρηση της διαφάνειας μέσω του «Διαύγεια», η περιστολή των κομματικών παρεμβάσεων μέσω των Ανεξάρτητων Αρχών, συνιστούν κάποιες απ’ αυτές.

Έχουμε τη γνώση και την εμπειρία ότι καμία θεματική δημόσια πολιτική δεν μπορεί να αποδώσει τα αναμενόμενα εάν δεν έχουν προηγηθεί οριζόντιες διοικητικές μεταρρυθμίσεις. 

Σήμερα, δεκαετίες πλέον, μετά τις μνημειώδεις μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1996-2004 και σ’ ένα διεθνές περιβάλλον που δεν θυμίζει σε τίποτα εκείνο των προηγούμενων δεκαετιών, η αέναη μάχη των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων με τους πελατοκράτες συνεχίζεται. Μόνο που η κάμψη της μεταρρυθμιστικής ορμής, την τελευταία δεκαετία και η επικράτηση αντι-μεταρρυθμιστικών δυνάμεων σ’ όλα τα κόμματα και τα επίπεδα διακυβέρνησης-ευρωπαϊκό, εθνικό, υπο-εθνικό-έχει οδηγήσει την διακυβέρνηση σε κρίση.

Με την κυβέρνηση να συνεχίζει να εξαγγέλλει σωρηδόν μέτρα που μένουν ανεφάρμοστα και την αντιπολίτευση να έχει μπει σ’ ένα χρονοβόρο σπιράλ επαναπροσδιορισμού της φυσιογνωμίας της, όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν το βαθύτερο πρόβλημα διακυβέρνησης της χώρας.

Πολλοί δημοσιολογούντες, αλλά και πολιτικά στελέχη που δοκιμάζουν την έκταση της επιρροής τους στο κοινωνικό σώμα δείχνουν να αντιλαμβάνονται τόσο το βάθος του προβλήματος όσο και την δυσκολία των λύσεων. Πλην όμως η μεταρρυθμιστική ατζέντα του 2024 κι εμπρός δεν έχει διατυπωθεί από κανέναν.

Και το ρητορικό ερώτημα είναι «μπορεί το όραμα της αντι-πελατειακής Ελλάδας να αποτελέσει τον δικό μας δρόμο προς την Gemba»;

Εν τέλει δεν πρόκειται μόνον για ένα όραμα χρηστής διακυβένησης αλλά και για ένα τοπόσημο: Η ήττα του πελατειασμού και του συνακόλουθου αυταρχισμού και της περιστολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών- να έχει συντελεστεί στον τόπο που γέννησε τη Δημοκρατία. Τη Δημοκρατία που αν και δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται σκληρά από άπονες εξουσίες, απανταχού της γης, εξακολουθεί να συγκινεί και να εμπνέει.