Πολιτικη & Οικονομια

Ανήσυχες μέρες του Αυγούστου στην οικονομική πολιτική

Συνήθως τον Αύγουστο οι περισσότεροι Έλληνες, περιλαμβανομένων των εξειδικευμένων επαγγελματιών που είναι σε θέση να σχολιάσουν τις τεχνικές λεπτομέρειες των νομοσχεδίων, κάνουν χρήση της καλοκαιρινής τους άδειας

Γεωργία Πανοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα σχέδια νόμου που τίθενται προς συζήτηση τον Αύγουστο και η οικονομική πολιτική της χώρασ

Στις 8/8 και μέχρι σήμερα 22/8, το Υπουργείο Οικονομικών είχε θέσει σε διαβούλευση το σχέδιο νόμου με τίτλο «Ψηφιακό τέλος συναλλαγής και άλλες διατάξεις». Το πρώτο άρθρο αναφέρει: «Σκοπός του παρόντος είναι η καθιέρωση ενός φόρου, που θα ενισχύει τα δημόσια έσοδα σε βαθμό ανάλογο με τη συναλλακτική δραστηριότητα […]».

Μία εβδομάδα νωρίτερα, την Παρασκευή 16/8 και με ημερομηνία ολοκλήρωσης την 30η Αυγούστου, αναρτήθηκαν στη διαύγεια προς διαβούλευση άλλο ένα σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών και ένα του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Συνήθως τον Αύγουστο οι περισσότεροι Έλληνες, περιλαμβανομένων των εξειδικευμένων επαγγελματιών που είναι σε θέση να σχολιάσουν τις τεχνικές λεπτομέρειες των νομοσχεδίων, κάνουν χρήση της καλοκαιρινής τους άδειας. Το 2023, τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Αυγούστου, «έτρεξαν» οι διαβουλεύσεις τριών σχεδίων νόμου. Το 2022, τεσσάρων. Το 2021, ενός σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης που οδήγησε στον νόμο που αναδιαμόρφωσε το πολύ σημαντικό δίκαιο του ανταγωνισμού στην Ελλάδα.

Υποστηρίζω ότι διαβουλεύσεις σχεδίων νόμου, ειδικά αυτών που αφορούν μείζονα ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία του κράτους, της αγοράς, και ευρύτερα της οικονομίας, δεν θα έπρεπε να γίνονται τον Αύγουστο. Αυτό θα συνέβαλλε στη βελτίωση της διαφάνειας και συνολικά της ποιότητας της δημοκρατίας μας. Εξάλλου, η τακτική σύνοδος της Βουλής διαρκεί από τον Οκτώβριο ως τον Μάιο ή τον Ιούνιο, και τους καλοκαιρινούς μήνες (Ιούλιο-Σεπτέμβριο) η Βουλή λειτουργεί μόνο με Τμήματα Διακοπής Εργασιών, τα γνωστά «θερινά τμήματα». Εξαίρεση μπορούν να αποτελούν περιπτώσεις εκτάκτων περιστατικών ή διαβουλεύσεις ρουτίνας, που αφορούν για παράδειγμα την απλή ενσωμάτωση ευρωπαϊκών οδηγιών στην ελληνική νομοθεσία.

Η ψηφιοποίηση του χαρτοσήμου δεν είναι κάτι που απαιτείται να συζητηθεί και να αποφασιστεί μέσα στο καλοκαίρι, ειδικά στο βαθμό που η αναμόρφωση του πλαισίου εκκρεμεί ως μνημονιακή υποχρέωση.

Το χαρτόσημο δεν είναι καινούρια υπόθεση, ισχύει με νόμο από το 1931. Με μαεστρία διακινήθηκε η ενημέρωση ότι καταργείται για περισσότερες από 600 συναλλαγές και ότι αντικαθίσταται από το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγών για όσες συναλλαγές θα εξακολουθήσει να ισχύει. Θα είχε ενδιαφέρον να είχε δημοσιοποιηθεί και πίνακας του συνόλου των συναλλαγών για τις οποίες ίσχυε καθώς και αυτών για τις οποίες θα συνεχίσει να ισχύει, και τα ετήσια έσοδα από την επιβολή του ανά συναλλαγή. Εικάζω ότι καταργείται για τις συναλλαγές από τις οποίες τα έσοδα είναι αμελητέα.

Μερικές συναλλαγές οι οποίες επιβαρύνονται με κόστος χαρτοσήμου είναι οι ακόλουθες:

- Μισθώσεις ακινήτων (αρ. 7) και δάνεια πολλών ειδών (αρ. 8), συμπεριλαμβανομένων των δανείων μεταξύ ιδιωτών. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η αγορά στην Ελλάδα ούτως ή άλλως αντιμετωπίζει διαχρονικά όρους χρηματοδότησης πολύ δυσμενέστερους σε σχέση με άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ. Τα δάνεια και οι μισθώσεις πρέπει να είναι και οι πιο προσοδοφόρες περιπτώσεις για τα δημόσια έσοδα από χαρτόσημο.

- Άφεση χρέους (αρ. 14, παρ. β). Δηλαδή, αν κάποιος δεν μπορεί να αποπληρώσει το χρέος του, π.χ. σε μία τράπεζα, και έρθει σε συνεννόηση άφεσης, θα επιβαρυνθεί με κόστος υπέρ του Δημοσίου.

- Αναδοχή χρέους (αρ. 14, παρ. δ). Δηλαδή, αν κάποιος δεχθεί να αναλάβει χρέος τρίτου, για την πράξη του αυτή θα πρέπει να δώσει το κατιτίς του στο Δημόσιο.

Και εφόσον είμαστε στο Υπουργείο Οικονομικών, αξίζει να αναφερθούμε και σε μία πρόσφατη πρωτοβουλία της ΑΑΔΕ: η Αρχή ανακοίνωσε ότι θέτει νέους μετρήσιμους στόχους για τη λειτουργία της. Καλή ιδέα αυτή, και κάποιοι από τους στόχους είναι αξιέπαινοι.

Αλλά ας δούμε κάποιους ειδικότερα:

- Οι έλεγχοι που κάνει η ΑΑΔΕ θα πρέπει να αποφέρουν τουλάχιστον πενταπλάσια έσοδα από το κόστος τους (δηλαδή του κόστους μισθοδοσίας, μετακινήσεων, κλπ).

- Τα συνολικά έσοδα της ΑΑΔΕ να αυξάνονται κάθε χρόνο, όχι μόνον αναλογικά με την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ, αλλά όλο και περισσότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ.

- Το ποσοστό των τελωνειακών ελέγχων δίωξης με διαπίστωση παράβασης να μην είναι μικρότερο από 7%.

Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς εδώ: Ότι οι ελεγχόμενοι θα θεωρούνται εκ προοιμίου παραβατικοί κατά τη διάρκεια του ελέγχου, μέχρι επίτευξης του ετήσιου στόχου του φοροσκόπου; Ότι ανοίγει η πόρτα για συναλλαγές κάτω από το τραπέζι; (Εκτός αν πιστέψουμε ότι οι υποθέσεις του Δήμου Αθηναίων και της ΔΟΥ Χαλκίδας είναι εξαιρέσεις σε μια κατά τα άλλα αδιάφθορη υπηρεσία).

Προφανώς ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Αλλά είναι επικίνδυνο να μεταφέρουμε την λογική του ιδιωτικού τομέα στο Δημόσιο. Το Δημόσιο δεν έχει κύριο σκοπό το κέρδος και δεν μπορεί να ελέγχεται αποκλειστικά με γνώμονα τη σχέση κόστους και οφέλους. Αν ήταν έτσι, τότε δεν θα περιθάλπονταν οι άποροι, δεν θα επιδοτούνταν οι άγονες γραμμές, δεν θα εφαρμόζονταν σειρά πολιτικών που δεν αποφέρουν κανένα χρηματικό κέρδος. Και σε κάθε περίπτωση, η στοχοθεσία πρέπει να συνοδεύεται και από συνέπειες σε περίπτωση μη επίτευξης των στόχων, και να αποτιμάται το κόστος και η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας της ίδιας της Υπηρεσίας.