Πολιτικη & Οικονομια

Explainer - Χρηματιστήρια: οι δύο φόβοι που προκάλεσαν την ελεύθερη πτώση των δεικτών

Πώς η πολιτική της Federal Reserve, αλλά και ο φόβος μιας πρωτοφανούς επενδυτικής φούσκας, οδήγησαν στην κατάρρευση των διεθνών χρηματιστηρίων

Άγης Παπαγεωργίου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Κατάρρευση Χρηματιστηρίων - Explainer: Οι δύο φόβοι - Γιατί πέφτουν οι δείκτες διεθνώς

Η πτώση την οποία σημείωσαν στο σύνολο τους οι διεθνείς χρηματιστηριακοί δείκτες θύμισαν στους παλαιότερους τη «Μαύρη Δευτέρα» του 1987, καθώς ακόμα και κατά τη διάρκεια της διεθνούς οικονομικής κρίσης του 2008, το φαινόμενο της μαζικής εκποίησης μετοχών δεν ήταν τόσο απότομο, όσο την περασμένη Δευτέρα. Ενδεικτικά, ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei κατέγραψε τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση μετά από σχεδόν σαράντα χρόνια, ενώ ο αμερικανικός δείκτης VIX – ο οποίος υπολογίζει τη μεταβλητότητα των μετοχών – κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση της ιστορίας, αποτυπώνοντας πλήρως τον πανικό των Αμερικανών επενδυτών.

Το πρωί της Τρίτης, οι ιστορικές απώλειες οι οποίες καταγράφονταν από το τέλος της προηγούμενης εβδομάδας, και εκτινάχθηκαν τη Δευτέρα, καλύφθηκαν σε σημαντικό βαθμό, τόσο στην Ασία, όσο και σε Ευρώπη και ΗΠΑ· το μομέντουμ της καταστροφής ανακόπηκε, δεν υπάρχει αμφιβολία. Ωστόσο, οι παράμετροι οι οποίοι προκάλεσαν το παγκόσμιο sell-off στα διεθνή χρηματιστήρια παραμένουν, τη στιγμή που η ευρύτερη γεωπολιτική ένταση – αλλά και οι δραματικές πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ – εξακολουθεί να δημιουργεί συνθήκες αβεβαιότητας σε διεθνές επενδυτικό επίπεδο. Παράλληλα, η αμφισβήτηση των επενδυτών σχετικά με την επιστροφή των επενδύσεων τους στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί μια νέα – και εντελώς αστάθμητη – μεταβλητή.

Ο πρώτος φόβος: οι ΗΠΑ εισέρχονται σε ύφεση

Την πρώτη κομβική παράμετρο, η οποία συνέβαλε καθοριστικά στην πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών σε παγκόσμιο επίπεδο, αποτέλεσε η απόφαση της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, Federal Reserve, να διατηρήσει τα επιτόκια της σταθερά στο – ιστορικά υψηλό – 5.5%, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του Σεπτεμβρίου, όταν και θα επανεξετάσει την προσέγγιση της. Παρότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ έχει μειωθεί πλέον στα όρια του 3% - με την επιστροφή του στο 2%  να αποτελεί τον στόχο - η FED δεν επιθυμεί να βιαστεί σε ό,τι αφορά τη μείωση των επιτοκίων της, καθώς η ευρύτερη γεωπολιτική αβεβαιότητα εξακολουθεί να ελλοχεύει τον κίνδυνο νέων πληθωριστικών πιέσεων. Παράλληλα, η διατήρηση των επιτοκίων σε υψηλό επίπεδο, τη στιγμή που τόσο η ECB, όσο και η Bank of England προχώρησαν πρόσφατα σε μειώσεις των δικών τους επιτοκίων, οδηγεί στην ενίσχυση του δολαρίου έναντι των ανταγωνιστικών του νομισμάτων, η οποία, ειδικά τη θερινή περίοδο, ευνοεί σημαντικά τους Αμερικανούς καταναλωτές. Ωστόσο, ένας ακόμα λόγος που έχει οδηγήσει τη FED στη διατήρηση των επιτοκίων σε ιστορικά υψηλό επίπεδο είναι και το γεγονός πως το διοικητικό της συμβούλιο θέλει να αποδείξει πως δεν επηρεάζεται από τις εκατέρωθεν πιέσεις που του ασκούνται εκ μέρους τόσο των Δημοκρατικών, όσο και των Ρεπουμπλικάνων, τονίζοντας πως χαράσσει την πολιτική της με βάση τα δεδομένα της αμερικανικής οικονομίας.

© Spencer Platt / Getty Images / Ideal Image

Ωστόσο, η ανακοίνωση των αμερικανικών αρχών πως κατά το μήνα Ιούλιο μειώθηκε ο ρυθμός πρόσθεσης νέων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ, αλλά και πως αυξήθηκε παράλληλα η ανεργία στο 4,3%, προκάλεσαν τρόμο στους Αμερικανούς επενδυτές. Ο λόγος είναι πως τα συγκεκριμένα ποιοτικά στοιχεία είναι ενδεικτικά μιας επερχόμενης ύφεσης για την αμερικανική οικονομία· προχωρώντας σε μια textbook αντίδραση, οι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες σημείωσαν αμέσως πτώση, καθώς το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης επιβράδυνσης της αμερικανικής οικονομίας αποτέλεσε την αφορμή της μαζικής εκποίησης μετοχών. Το κρίσιμο στοιχείο αφορά την πεποίθηση των αγορών πως με την απόφαση της να διατηρήσει τα επιτόκια πάνω από το όριο του 5% όπου βρίσκονται εδώ και έναν χρόνο, η FED ουσιαστικά έχει καθυστερήσει σημαντικά να αντιδράσει απέναντι στο ενδεχόμενο πρόκλησης μιας ύφεσης, ακριβώς επειδή τα επιτόκια παραμένουν τόσο υψηλά. Υπενθυμίζεται πως, όπως όλες οι μεγάλες δυτικές κεντρικές τράπεζες, η FED προχώρησε σε αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων της ώστε να τιθασεύσει τις ιστορικά υψηλές πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες δοκίμασαν τις δυτικές οικονομίες κατά το τέλος της πανδημίας, και εκτινάχθηκαν μετά το ξέσπασμα του ρώσο-ουκρανικού πολέμου. Ωστόσο, η διατήρηση των υψηλών επιτοκίων δημιουργεί πάντα συνθήκες ύφεσης – και για αυτό δεν μπορεί να παρατείνεται συνεχώς – και τα δεδομένα σχετικά με την πορεία της αμερικανικής αγοράς εργασίας φαίνεται πως επιβεβαιώνουν τους φόβους των αγορών.

Με αυτόν τον τρόπο, ο δικαιολογημένος φόβος της εισόδου της αμερικανικής οικονομίας σε συνθήκες ύφεσης, σε συνδυασμό με την απόφαση της Bank of Japan να αυξήσει τα δικά της επιτόκια ώστε να ενισχύσει το yen, προκάλεσαν αναστάτωση στις ασιατικές αγορές. Η αναστάτωση οφειλόταν κυρίως στο ότι μεγάλα funds ρευστοποίησαν τις μετοχές τους επειδή το yen ακρίβηνε υπερβολικά. Μπορεί οι απώλειες της Δευτέρας να καλύφθηκαν στην Ασία σε σημαντικό βαθμό την Τρίτη, ωστόσο, εφόσον οι ΗΠΑ δεν αποφύγουν την ύφεση, οι διεθνείς χρηματιστηριακοί δείκτες θα εξακολουθήσουν να σημειώνουν υψηλά ποσοστά μεταβλητότητας.

Ο δεύτερος φόβος: η φούσκα της τεχνητής νοημοσύνης

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελεύθερης πτώσης των χρηματιστηριακών δεικτών σε Ασία, Ευρώπη, και – κυρίως – στις ΗΠΑ αφορά το ενδεχόμενο οι διεθνείς αγορές να βρίσκονται μπροστά σε μια πρωτοφανή επενδυτική φούσκα, σε ό,τι αφορά την τεχνητή νοημοσύνη. Ήδη εδώ και μερικές εβδομάδες, οι μετοχές του αμερικανικού Big Tech, αλλά και εκείνες εταιρειών οι οποίες εξειδικεύονται στην τεχνητή νοημοσύνη όπως της NVIDIA, δέχονταν πιέσεις, οι οποίες ανέκοψαν το επενδυτικό ράλι που είχε σημειωθεί στον κλάδο το τελευταίο χρονικό διάστημα. Ενδεικτικά, η NVIDIA – που παράγει τους ισχυρότερους μικροεπεξεργαστές, οι οποίοι χρησιμοποιούνται στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης – αναδείχθηκε μέσα στο 2024 ως η πολυτιμότερη εταιρεία στον κόσμο, ξεπερνώντας τόσο τη Microsoft, όσο και την Apple, σπάζοντας κάθε ιστορικό ρεκόρ αύξησης της χρηματιστηριακής αξίας οποιασδήποτε μετοχής. Η εκτόξευση της αξίας της NVIDIA αποτέλεσε το flagship case study της υπερ-επένδυσης στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης· στο πλαίσιο του τρέχοντος πολιτικού χρόνου, η στροφή της παγκόσμιας κοινότητας προς την τεχνητή νοημοσύνη, και η υπόσχεση πως η λεγόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση θα αλλάξει τα δεδομένα της ζωής μας σε κάθε επίπεδο – άρα και τον εργασιακό κύκλο κάθε επενδυτικού κλάδου – δεν αποτέλεσε απλώς πρόβλεψη, αλλά σχεδόν δεδομένη σταθερά διεθνώς.

© Michael M. Santiago / Getty Images / Ideal Image

Ωστόσο, η πεποίθηση πως η τεχνητή νοημοσύνη θα οδηγήσει σε πολυδιάστατες δομικές αλλαγές, η οποία μετέτρεπε την υπέρ-επένδυση στον κλάδο σε αυτονόητη επιλογή για τις διεθνείς αγορές, δεν έχει φέρει μέχρι σήμερα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Παρά το πρόσφατο ρεκόρ κερδών το οποίο σημείωσαν οι μετοχές του Big Tech, αλλά και των εξειδικευμένων στο AI εταιρειών, οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη, αλλά και το επικοινωνιακό hype σε ό,τι αφορά την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, δεν έχει αντιστοιχίσει ακόμα στην παραγωγή των αναμενόμενων κερδών στην πραγματική οικονομία. Ως αποτέλεσμα, παρά τη δεδομένη – και καθηλωτικά εντυπωσιακή – καινοτομία του κλάδου, οι χρηματιστηριακές πιέσεις στις μετοχές των συγκεκριμένων εταιριών αυξήθηκαν ήδη από τις αρχές του Ιουλίου, καθώς ο φόβος πως η τεχνητή νοημοσύνη ενδεχομένως να αποτελεί μια ιστορική φούσκα σε επίπεδο επενδύσεων κυριεύει όλο και περισσότερους επενδυτές. Τα στοιχεία τα οποία έχουν δώσει στη δημοσιότητα οι ίδιες οι εταιρείες του Big Tech – δηλαδή η Amazon, η Meta, η Alphabet, η Apple, και η Microsoft – αποδεικνύουν πως παρά τις τεράστιες οικονομικές τους επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη, δεν έχουν σημειώσει τα αναμενόμενα κέρδη, ενώ ειδικά στην περίπτωση της Apple τα προϊόντα τα οποία έχει ανακοινώσει πως θα κάνουν χρήση μοντέλων AI έχουν σημειώσει σημαντική καθυστέρηση. Η κίνηση του Αμερικανού μεγιστάνα – και σπουδαιότερου επενδυτή στην ιστορία – Warren Buffett, να ρευστοποιήσει το 50% των μετοχών που κατείχε στην εταιρία, ενίσχυσε κατακόρυφα τους φόβους σχετικά με την κερδοφορία του κλάδου, σε σχέση με τον βαθμό επένδυσης στην τεχνητή νοημοσύνη.

Μια τέλεια – αλλά πιθανώς παροδική - καταιγίδα

Ο φόβος σχετικά με τη βιωσιμότητα των κερδών της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί ξεχωριστή συνθήκη από τον φόβο πως η απόφαση της FED να διατηρήσει τα επιτόκια της σε ιστορικά υψηλό επίπεδο οδηγεί την αμερικανική οικονομία σε ύφεση. Ωστόσο, οι δύο αυτές παράμετροι μαζί δημιουργούν μια τέλεια καταιγίδα για τις διεθνείς αγορές· ο λόγος είναι πως, πίσω από τα στατιστικά δεδομένα, και τις διακυμάνσεις των δεικτών, οι δύο κομβικοί φόβοι των επενδυτών έχουν αλλάξει σε πολύ σημαντικό βαθμό την ψυχολογία τους σε ό,τι αφορά την επόμενη μέρα τόσο του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης μεμονωμένα, όσο και της ευρύτερης κατάστασης της αμερικανικής οικονομίας. Στο τέλος της ημέρας, η μείωση της εμπιστοσύνης των αγορών αποτελεί την καθοριστική δυναμική η οποία επηρεάζει τις διακυμάνσεις των χρηματιστηριακών δεικτών, και το γεγονός πως και οι δύο φόβοι πηγάζουν από – και αφορούν – τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, προκαλεί αυτομάτως επικίνδυνα οστικά κύματα για την παγκόσμια οικονομία στο σύνολο της. Σήμερα, ο εκτροχιασμός των χρηματιστηριακών δεικτών δεν είναι αποτέλεσμα μιας συστημικής κατάρρευσης – όπως το 2008 – αλλά ενός παροδικού συνδυασμού συνθηκών· ακόμα και αν διαρκέσει μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου. Το πέρασμα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος σε έναν επόμενο και σταθερότερο πολιτικό χρόνο φαίνεται πως θα είναι το κρισιμότερο σταυροδρόμι για την αμερικανική οικονομική κατάσταση, στο σύνολο της, τόσο σε επενδυτικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο καθημερινότητας· οι τελευταίες μέρες εξάλλου αποδεικνύουν πόσο άρρηκτα συνδεδεμένα είναι ενίοτε μεταξύ τους.