Πολιτικη & Οικονομια

«Διπλό σκάνδαλο, παρακολούθησης και συγκάλυψης»: Η πρώτη αντίδραση Ανδρουλάκη μετά το πόρισμα του Αρείου Πάγου

«Επιμολύνθηκαν οι συντεταγμένες αρχές της χώρας» είπε για τις υποκλοπές

Newsroom
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ανδρουλάκης: Αντίδραση μετά το πόρισμα Αρείου Πάγου για υποκλοπές - «Επιμολύνθηκαν οι συντεταγμένες αρχές της χώρας»

Επίθεση στην κυβέρνηση εξαπέλυσε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, με αφορμή το πόρισμα που εξέδωσε ο Άρειος Πάγος για την υπόθεση των υποκλοπών.

«Η προσπάθεια να κρύψετε τις ευθύνες του Μαξίμου και του βαθέος κράτους έχουν επιμολύνει τις συντεταγμένες εξουσίες της χώρας. Πρώτα επιμόλυνε το Μαξίμου τις μυστικές υπηρεσίες και τώρα επιμολύνει και τη Δικαιοσύνη. Αυτή είναι η πραγματικότητα» υπογράμμισε ο κ. Ανδρουλάκης κατά τη διάρκεια παρέμβασης στη Βουλή.

Είπε, επίσης, ότι η υπόθεση των υποκλοπών «είναι διπλό σκάνδαλο, σκάνδαλο παρακολούθησης και σκάνδαλο συγκάλυψης».

«Ο κ. Μητσοτάκης καθώς μπαίνει στην τελική ευθεία της πολιτικής του διαδρομής, σήμερα σφράγισε ανεξίτηλα την πολιτική του κληρονομιά: ο ιστορικός του μέλλοντος θα τον καταγράψει ως τον εντολέα της λειτουργίας ενός σκοτεινού παρακρατικού μηχανισμού, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο πρακτικές μακριά από κάθε μορφή ευρωπαϊκού κεκτημένου. Αυτή η σκοτεινή κληρονομιά θα σας ακολουθεί μέχρι το τέλος της πολιτικής σας διαδρομής, κ. Μητσοτάκη», είπε απευθυνόμενος προς τον πρωθυπουργό και μάλιστα προανήγγειλε ότι «οι υποθέσεις που αρχειοθετούνται ενίοτε ανασύρονται από λειτουργούς που σέβονται τον όρκο τους», ανέφερε ο κ. Ανδρουλάκης.

Ανδρουλάκης: «Θα συνεχιστεί ο νομικός αγώνας»

Ο ίδιος, πάντως, ξεκαθάρισε ότι ο μοναχικός -ενίοτε καρτερικός- νομικός αγώνας θα συνεχιστεί μέχρι τέλους. «Γιατί πάνω από όλα, έχουμε ένα μεγάλο χρέος απέναντι σε κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα που θέλει να μεγαλώνει τα παιδιά του σε ένα περιβάλλον σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Σε ένα κανονικό ευρωπαϊκό περιβάλλον. Αυτό το χρέος θα μας κάνει να μη σταματήσουμε τον αγώνα μας, τον αγώνα που ξήλωσε τον νόμο της συγκάλυψης των ανομημάτων σας και θα τον συνεχίσουμε ως την τελική αποκάλυψη της αλήθειας. Στην ανάγκη να κρυφτούν τα αίσχη του βαθέως κράτους αλλοιώνεται η δικαιοσύνη και η διάκριση των εξουσιών. Δυστυχώς για εσάς, ευτυχώς όμως για τη χώρα και τους θεσμούς, συμμετέχουμε τόσο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση ισότιμα και ο αγώνας μου δεν σταματάει και θα δικαιωθεί σε όλους αυτούς τους θεσμούς», προσέθεσε χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος, παράλληλα, έθεσε συγκεκριμένα ερωτήματα:

«Οι υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας τι αποτελούν; Θα μάθουμε ποτέ; Οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, οι επιχειρηματίες, οι εισαγγελείς; Θα μιλήσει κάποιος επιτέλους για τους λόγους που στοχοποιήθηκαν από το Ρredator και τους παρακολουθούσε η ΕΥΠ;
Το δεύτερο ερώτημα, επισήμανε, είναι αν αυτές οι υπόγειες διαδρομές παρακρατικών μηχανισμών και των μυστικών υπηρεσιών, που τελούν υπό την εποπτεία του Πρωθυπουργού και που κατά τη Νέα Δημοκρατία και τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο ήταν «ρυπαρά δίκτυα» , είναι ευρωπαϊκή κανονικότητα; «Έχετε δει σε άλλες χώρες όπου λειτουργούν οι θεσμοί και η δικαιοσύνη, να υπάρχουν τέτοια ανεξέλεγκτα δίκτυα και να μην ιδρώνει το αυτί κανενός και σήμερα να πανηγυρίζει ο υπουργός της Νέας Δημοκρατίας για όσα μάθαμε από την ελληνική δικαιοσύνη; Άρα, είναι κανονικό να παρακολουθείται το μισό υπουργικό συμβούλιο; Είναι κανονικό σε μία χώρα που βρίσκεται σε ένα κρίσιμο γεωπολιτικό σημείο της Ευρώπης να παρακολουθούν τις ένοπλες δυνάμεις; Όλα αυτά είναι κανονικότητα; Είστε δηλαδή εσείς κεντρώοι και φιλελεύθεροι; Αν είναι δυνατόν», είπε.
Κατά τα άλλα σημείωσε πως οι υποκλοπές είναι «διπλό σκάνδαλο, σκάνδαλο παρακολούθησης και σκάνδαλο συγκάλυψης».

Το πόρισμα του Αρείου Πάγου για τις παρακολουθήσεις - «Καμία σύνδεση του predator με την ΕΥΠ»

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Αρείου Πάγου για τις παρακολουθήσεις, από την έρευνα της δικαιοσύνης δεν προέκυψε ουδεμία σύνδεση της ΕΥΠ ή άλλης κρατικής υπηρεσίας με το κακόβουλο λογισμικό Pretador και τις καταγγελλόμενες παράνομες παρακολουθήσεις, πολιτικών, κρατικών λειτουργών δημοσιογράφων και λοιπά.

Την ίδια ώρα, παραπέμπονται σε δίκη για πλημμέλημα τέσσερα πρόσωπα, εκπρόσωποι εταιρειών που ενεπλάκησαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με το κακόβουλο λογισμικό. Πρόκειται για τους τέσσερις που είχαν κληθεί σε ανωμοτί εξηγήσεις ως ύποπτοι. Η παραπομπή σε δίκη, όπως εξηγείται στην εισαγγελική ανακοίνωση, γίνεται μόνον για πλημμέλημα της παραβίασης τηλεφωνικού απορρήτου, διότι υπερισχύει ο ευμενέστερος νόμος, καθώς πλέον τα αδικήματα αυτού του τύπου είναι κακουργήματα.

Παρακολουθήσεις: Ολόκληρη η ανακοίνωση της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου 

1. Oλοκληρώθηκε σήμερα η προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση των υποκλοπών, μετά από (2) δύο περίπου έτη συνολικά, (9) εννέα δε μόλις μήνες από την αναβάθμιση της έρευνας, με την ανάθεσή της από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προσωπικά στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, λόγω της μείζονος σημασίας της υπόθεσης και προς αποτροπή του κινδύνου παραγραφής των ερευνωμένων πράξεων. Ο χρόνος εκτιμάται ως ο απολύτως απαραίτητος ενόψει της ασυνήθιστης έκτασης της έρευνας και της σε βάθος διερεύνησης κάθε πτυχής της υπόθεσης.  

2. Ενδεικτικά, κατ’ αυτήν εξετάστηκαν, μεταξύ άλλων, και σχεδόν όλοι οι προτεινόμενοι από τους εγκαλούντες-αναφέροντες μάρτυρες και δη πολιτικοί, δημοσιογράφοι, εκπρόσωποι εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, Διοικητές και Υποδιοικητές και λοιπά μέλη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) την τελευταία 10ετία, μέλη της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) και της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), Ανώτατοι Αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, Διεύθυνσης Οικονομικών Αρχηγείου κ.λπ τα τελευταία χρόνια, καθώς και της Δ/νσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, συνολικά δε περισσότεροι από σαράντα (40) μάρτυρες.

3. Επελήφθησαν τρεις Ανεξάρτητες Αρχές και δη η ΑΠΔΠΧ (Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα), η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών) και η ΕΑΔ (Εθνική Αρχή Διαφάνειας), οι οποίες διεξήγαγαν έρευνες, αλλά και επιτόπιους ελέγχους σε δημόσιους φορείς: Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (ΕΛΑΣ), Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), καθώς και σε εταιρείες και κατέθεσαν τις εκθέσεις και τα πορίσματά τους.

4. Παράλληλα, σε εξέταση μαρτύρων προέβη και η Δ/νση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, που διενήργησε έρευνες σε εταιρείες και οικίες υπόπτων, κατά τις οποίες κατασχέθηκαν έγγραφα, φορολογικά στοιχεία και ψηφιακά πειστήρια, τα οποία εξετάστηκαν στη συνέχεια από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Διατυπώθηκαν και απαντήθηκαν δύο αιτήματα Δικαστικής Συνδρομής προς τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ και της Ελβετίας. Διεξήχθη έλεγχος από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας (Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης) σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και κατατέθηκε το πόρισμά της. Επίσης λήφθηκαν ανωμοτί εξηγήσεις, υποβλήθηκαν υπομνήματα κλπ.

5. Ικανοποιήθηκαν ακόμη όλα τα αιτήματα των εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένης και της Δικαστικής Πραγματογνωμοσύνης, που διενεργήθηκε στα αρχεία της ΕΥΠ από δύο πραγματογνώμονες, παρουσία του ως άνω εισαγγελικού λειτουργού. Η προκαταρκτική εξέταση κατέληξε σε ένα απολύτως εμπεριστατωμένο πόρισμα 300 περίπου σελίδων, που ο ανωτέρω Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου υπέβαλε στην Εισαγγελέα, η οποία συμφώνησε τόσο με το νομικό όσο και με το ουσιαστικό  περιεχόμενό του.

6. Από το πιο πάνω πλούσιο αποδεικτικό υλικό συνάγεται αναντίλεκτα ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού.

7. Ως προς δε τις διατάξεις περί άρσης απορρήτου των επικοινωνιών, που εκδόθηκαν από την τότε Εισαγγελέα της ΕΥΠ και αφορούν τα έτη 2020-2024, τηρήθηκε απαρέγκλιτα η διαδικασία που προβλέπεται από το Νόμο, ο οποίος, εκτός των άλλων,  διαχρονικά, δεν αξιώνει την παράθεση ειδικής αιτιολογίας στις ως άνω διατάξεις, η σχετική δε πρόβλεψη, η οποία θεσμοθετήθηκε το πρώτον με το Ν. 2225/1994, διατηρήθηκε συνεχώς από όλες τις Κυβερνήσεις μέχρι τον νέο Ν. 5002/9-12-2022, ενώ είναι σύμφωνη και με το πνεύμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ.την απόφαση της 16/2/2023 του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-349/21). Σημειώνεται εξάλλου ότι για την ανωτέρω Εισαγγελέα της ΕΥΠ, μετά τη διενεργηθείσα σχετικά πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εκδόθηκε απαλλακτικό πόρισμα, με το οποίο συμφώνησε, θέτοντας την υπόθεση στο αρχείο, και η Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Πρόεδρος του Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων.

8. Περαιτέρω προέκυψαν «επαρκείς ενδείξεις» στο στάδιο αυτό για την κίνηση ποινικής δίωξης σε βάρος ορισμένων νομίμων εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών, για αξιόποινες πράξεις, όπως της παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας κλπ. Οι πράξεις όμως αυτές, λόγω της επί το επιεικέστερο τροποποίησής τους το 2019, με τον νέο ΠΚ (ν. 4619/2019), τιμωρούνται σε βαθμό πλημμελήματος και παρά το γεγονός ότι υπό το προγενέστερο, αλλά και το σημερινό νομικό καθεστώς (παλαιός ΠΚ και άρθρο 10 του ν.5002/9-12-2022, που τροποποίησε το νέο ΠΚ) έχουν χαρακτήρα κακουργήματος, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναδρομικής ισχύος του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 ΠΚ), ενόψει και του χρόνου τέλεσης αυτών, που αφορά τα έτη 2020 και 2021.

9. Οι απαιτούμενες αυτές στο παρόν στάδιο «επαρκείς ενδείξεις» για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά των ως άνω ιδιωτών, οι οποίες ερείδονται κυρίως στη  διαπίστωση ότι οι εν λόγω εταιρείες εμπλέκονται σε ανάλογες πράξεις παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας κ.α, πολιτικών, δημοσιογράφων κ.λπ και σε άλλες χώρες, σε συνδυασμό με  το γεγονός της ύπαρξης παρόμοιων «στόχων» και στην Ελλάδα, κρίθηκε ότι πρέπει να οδηγήσουν τη σχετική κατηγορία στο ακροατήριο για να ελεγχθεί η βασιμότητα αυτής ή όχι.

10. Τέλος, επισημαίνεται ότι σε καμία άλλη χώρα δεν διεξήχθη τόσο ενδελεχής (Δικαστική) έρευνα - με τη συμμετοχή μάλιστα και τριών Aνεξαρτήτων Αρχών - για παρόμοια υπόθεση, στις περισσότερες δε περιπτώσεις οι ανάλογες έρευνες κατέληξαν σε επιβολή απλών κυρώσεων και δη προστίμων σε βάρος των ανωτέρω εμπλεκομένων εταιρειών.