Πολιτικη & Οικονομια

Αμερικανικές εκλογές: H παραίτηση του Τζο Μπάιντεν πιθανώς να αλλάξει τα δεδομένα

Το αξιοπρεπές τέλος στην καριέρα του και το μετέωρο βήμα των Δημοκρατικών προς τον Νοέμβριο

Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Τζο Μπάιντεν: Η παραίτησή του από την προεδρία των Δημοκρατικών και το πολιτικό σκηνικό που αλλάζει άρδην λίγο πριν τις κρίσιμες αμερικανικές εκλογές

Μετά από εβδομάδες εσωκομματικών διαβουλεύσεων, ασφυκτικών πολιτικών και προσωπικών πιέσεων προς το πρόσωπό του, ενός αναπάντεχου μομέντουμ του αντιπάλου του, και –κυρίως– δραστικής μείωσης της χρηματοδοτικής ροής προς την προεκλογική του καμπάνια, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν αποφάσισε τελικά να αποσυρθεί από την κούρσα για τον Λευκό Οίκο. Μπορεί η συγκεκριμένη εξέλιξη να μη σοκάρει, όπως θα έκανε οποιαδήποτε παραίτηση ενός υποψηφίου για την αμερικανική προεδρία –πόσο μάλλον δε όταν θα διεκδικούσε την επανεκλογή του–, ωστόσο η απόφαση του Μπάιντεν αποτελεί αναμφίβολα μια τομή στην αμερικανική πολιτική ιστορία.

Δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσει κανείς την παραίτηση του Μπάιντεν αναπόφευκτη. Τους τελευταίους μήνες, οι ενδείξεις πως ο ίδιος δεν έχει πλέον τη σωματική ικανότητα, αλλά κυρίως την πνευματική διαύγεια, ώστε να παραμείνει στο αξίωμά του για ακόμα τέσσερα χρόνια ήταν αλλεπάλληλες. Από την πλευρά του, ο Μπάιντεν –και το επιτελείο του– έκανε ό,τι μπορούσε για να πείσει το αμερικανικό εκλογικό σώμα πως μπορεί να κερδίσει για ακόμα μια φορά τον Ντόναλτ Τραμπ, ωστόσο η επιλογή του να αναμετρηθεί τόσο νωρίς με τον αντίπαλό του στο ιστορικό, πλέον, debate της φετινής κούρσας ήταν, εν τέλει, εκείνη που έδωσε τέλος στις όποιες ελπίδες νίκης διατηρούσε· χωρίς απαραίτητα να ισχύει το ίδιο και για τους Δημοκρατικούς.

Τζο Μπάιντεν: Το προδιαγεγραμμένο τέλος μιας απελπισμένης καμπάνιας

Στην ουσία, την τελευταία εβδομάδα, η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου δεν αφορούσε το αν τελικά ο Μπάιντεν θα παραιτούνταν, αλλά το πότε θα συνέβαινε αυτό. Η –όχι και τόσο– ευγενική αμφισβήτηση του Αμερικανού προέδρου από εξέχοντα στελέχη των Δημοκρατικών, τόσο δημοσίως –όπως στην περίπτωση της Νάνσι Πελόζι– όσο και στο παρασκήνιο –όπως στην περίπτωση του πρώην προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα– απέδειξε στο αμερικανικό εκλογικό σώμα πως οι Δημοκρατικοί θα προχωρούσαν διχασμένοι, σε περίπτωση που ο Μπάιντεν παρέμενε στην κούρσα. Ο λόγος είναι πως, όσο περισσότερο περνούσαν οι μέρες από την απογοητευτική εμφάνιση του Μπάιντεν στο debate –αλλά και από την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ– τόσο περισσότερο δυσκόλευαν τα δημοσκοπικά δεδομένα στις κρίσιμες μεταβαλλόμενες πολιτείες, τόσο για τον Μπάιντεν όσο και για το Δημοκρατικό κόμμα συνολικά.

Θέτοντάς το απλά, κάθε νέα πηγή η οποία έφτανε στον Λευκό Οίκο αποδείκνυε με τον πιο αδιαμφησβήτητο τρόπο πως ο Μπάιντεν δεν είχε στην ουσία καμία πιθανότητα επανεκλογής, αλλά και πως η παραμονή του στην κούρσα θα έπληττε τους Δημοκρατικούς υποψήφιους τόσο για τη Βουλή των Αντιπροσώπων όσο και για το 1/3 των εδρών της Γερουσίας· οι εκλογές και για τα δύο σώματα θα πραγματοποιηθούν ταυτόχρονα με τις προεδρικές εκλογές, και ο υποψήφιος πρόεδρος του κάθε κόμματος θεωρείται ως άτυπος επικεφαλής του.

Η αλλαγή της στάσης των χρηματοδοτών των Δημοκρατικών ήταν εκείνη που ουσιαστικά τελείωσε την καμπάνια του Μπάιντεν

Μπροστά σε αυτήν την –αδυσώπητη– πραγματικότητα, αλλά και λαμβάνοντας υπόψιν το μομέντουμ το οποίο χτίζει καθημερινά ο Ντόναλντ Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι, η αλλαγή της στάσης των χρηματοδοτών των Δημοκρατικών ήταν εκείνη που ουσιαστικά τελείωσε την καμπάνια του Μπάιντεν. Ειδικά από τη στιγμή που ο Αμερικανός πρόεδρος διαγνώστηκε θετικός στον Covid-19, οι χρηματοδότες της προεκλογικής του εκστρατείας ουσιαστικά ανέκοψαν την εισροή κεφαλαίων τόσο προς εκείνον, όσο και προς έναν σημαντικό αριθμό Δημοκρατικών υποψήφιων, αναγκάζοντας τελικά τον Μπάιντεν, ο οποίος μέχρι και την Παρασκευή επέμενε πως θα παραμείνει στην κούρσα, να παραιτηθεί.

Στην επιστολή της παραίτησής του –η οποία σύντομα θα αποτελέσει ένα ιστορικό στιγμιότυπο της αμερικανικής ιστορίας, όπως ήταν οι αντίστοιχες παραιτήσεις των προκατόχων του, Χάρι Τρούμαν και Λίντον Τζόνσον, οι οποίοι επέλεξαν τελικά να μη διεκδικήσουν την επανεκλογή τους– ο Τζο Μπάιντεν υπερασπίστηκε συνοπτικά τη θητείας του στην προεδρία, ευχαρίστησε τους ψηφοφόρους και το επιτελείο του και δήλωσε πως θα εστιάσει αποκλειστικά στα καθήκοντά του, μέχρι και την επίσημη ανάληψη της προεδρίας από τον/τη διάδοχό του. Ωστόσο, στην επιστολή του ο Μπάιντεν σημείωσε πως είχε «την πρόθεση να διεκδικήσει την επανεκλογή του», ωστόσο επέλεξε να παραιτηθεί για το καλό της χώρας και του κόμματος, επιβεβαιώνοντας εμμέσως το προφανές, πως ο ίδιος δεν ήθελε να αποσυρθεί από την κούρσα.

Η επόμενη μέρα για τους Δημοκρατικούς μετά την παραίτηση Μπάιντεν

Όπως αναμενόταν, στην επιστολή της παραίτησής του, ο Μπάιντεν δήλωσε πως στηρίζει την αντιπρόεδρό του, Κάμαλα Χάρις, ώστε να διεκδικήσει εκείνη την αμερικανική προεδρία εκ μέρους των Δημοκρατικών. Σημειώνεται πως, παρ’ ότι η Χάρις διαδέχεται αυτομάτως τον Μπάιντεν στην προεδρία –σε περίπτωση ανικανότητας ή θανάτου– αυτή η συνθήκη δεν ισχύει σε ό,τι αφορά την αντικατάσταση του στη διεκδίκηση της προεδρίας. Ο λόγος είναι πως, ο υποψήφιος πρόεδρος κάθε κόμματος αναδεικνύεται μέσω της εθνικής συνδιάσκεψης η οποία πραγματοποιείται το καλοκαίρι πριν τις Προεδρικές εκλογές, όπου σύνεδροι από κάθε πολιτεία επιβεβαιώνουν τη στήριξή τους στον υποψήφιο που έχει κερδίσει τους εκλέκτορες της εκάστοτε πολιτείας.

Ωστόσο, οι συγκεκριμένοι εκλέκτορες ήταν –μέχρι και σήμερα– δεσμευμένοι να στηρίξουν τον Μπάιντεν προσωπικά, όχι τη Χάρις, κάτι που σημαίνει πως –θεωρητικά– η Αμερικανίδα αντιπρόεδρος, όχι απλά δεν έχει εξασφαλίσει το χρίσμα, αλλά ενδεχομένως να έρθει αντιμέτωπη με μια άλλη εσωκομματική υποψηφιότητα. Προφανώς, η στήριξη του Μπάιντεν προς το πρόσωπό της, αλλά και το γεγονός πως δύσκολα θα διεκδικήσει κάποιο προβεβλημένο στέλεχος το χρίσμα εναντίον της, με δεδομένο το δημοσκοπικό μομέντουμ του Τραμπ, καθιστά τη Χάρις το απόλυτο φαβορί. Υπενθυμίζεται πως η εθνική συνδιάσκεψη των Δημοκρατικών θα πραγματοποιηθεί από τις 19 έως τις 22 Αυγούστου, γεγονός που δίνει χρόνο σε πιθανούς επίδοξους υποψήφιους να εξετάσουν τις δημοσκοπικές τους ελπίδες, πριν εκτεθούν.

Ωστόσο, ακόμα κι αν οι Δημοκρατικοί αποφύγουν τον όλεθρο ενός εσωκομματικού εμφυλίου –τη στιγμή που οι Ρεπουμπλικάνοι προσεύχονται στην, ομολογουμένως, θρυλική φωτογραφία του Τραμπ από την απόπειρα εναντίον του– αυτό δεν σημαίνει πως η υποψηφιότητα Χάρις αυξάνει αυτομάτως σημαντικά τις ελπίδες τους για τη διατήρηση του Λευκού Οίκου.

Σύμφωνα με τα σημερινά στοιχεία, η Χάρις έχει παρόμοια ποσοστά αποδοχής με τον Μπάιντεν στο αμερικανικό εκλογικό σώμα 

Σύμφωνα με τα σημερινά στοιχεία, η Χάρις έχει παρόμοια ποσοστά αποδοχής με τον Μπάιντεν στο αμερικανικό εκλογικό σώμα –καθώς κινείται και εκείνη μόλις στο 38%–, ενώ φαίνεται πως ο πρώην Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος προηγείται εναντίον της σε εθνικό επίπεδο, αλλά και στις μεταβαλλόμενες πολιτείες, οι οποίες κρίνουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών. Στην ουσία, η Χάρις έχει μπροστά της τη μεγαλύτερη πρόκληση οποιουδήποτε υποψήφιου προέδρου των ΗΠΑ, καθώς καλείται να χτίσει την προεδρική της καμπάνια στις δυσκολότερες δυνατές συνθήκες, και με την πίεση του χρόνου, η οποία δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο ασφυκτική.

Η Αμερικανίδα Αντιπρόεδρος, δηλαδή, έχει μπροστά της τρεις εβδομάδες ώστε, πρώτον, να πείσει τους Δημοκρατικούς ψηφοφόρους πως μπορεί να κερδίσει τον Τραμπ, δεύτερον, να αποθαρρύνει τους πιθανούς επίδοξους ανταγωνιστές της για το χρίσμα, ώστε να βγει ενισχυμένη από την εθνική συνδιάσκεψη του κόμματος, και τρίτον, πως μπορεί να διαμορφώσει ένα ευρύ κυβερνητικό πρόγραμμα, το οποίο θα πείσει τους μετριοπαθείς Αμερικανούς ψηφοφόρους, καθιστώντας ωστόσο την υποψηφιότητά της αυτόφωτη, αντί για μια νεότερη απομίμηση εκείνης του Μπάιντεν. Ποτέ κανείς δεν διεκδίκησε την αμερικανική προεδρία σε δυσκολότερες συνθήκες· η Χάρις ξεκινάει με γκολ από τα αποδυτήρια – εναντίον της.

Το –καλά κρυμμένο από τα φώτα– μεγάλο αποψινό λάθος του Ντόναλντ Τραμπ

Ωστόσο, εκεί που μπορούν να βασιστούν οι Δημοκρατικοί –και η Χάρις προσωπικά– είναι πως ο αντίπαλός τους παραμένει αυθεντικός στον εαυτό του. Στη δήλωσή του σχετικά με την παραίτηση του Μπάιντεν, ο πρώην Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος έκανε αναστροφή από το πνεύμα της «ενότητας» το οποίο υιοθέτησε τις μέρες μετά την απόπειρα εναντίον του, επιλέγοντας να επιτεθεί στον Μπάιντεν με τους συνήθεις απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, καλώντας τον να παραιτηθεί και από την προεδρία.

Ο Τραμπ φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεφύγει από τον εαυτό του, παραμένοντας διχαστικός και επιθετικός

Συγκεκριμένα, ο Τραμπ αποκάλεσε ξανά τον Μπάιντεν «απατεώνα» και τον «χειρότερο πρόεδρο της ιστορίας του έθνους», ενώ υπονόησε για ακόμα μια φορά πως ο πρώην, πλέον, αντίπαλός του δεν κέρδισε τις εκλογές του 2020, καταλήγοντας πως οι ΗΠΑ μπορούν να σωθούν μόνο από τον ίδιο και το κίνημά του. Θέτοντάς το απλά, ο Τραμπ φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεφύγει από τον εαυτό του, παραμένοντας διχαστικός και επιθετικός σε μια συγκυρία, όπου η επίδειξη μετριοπάθειας θα μπορούσε κυριολεκτικά να γονατίσει τη Χάρις, προτού καν δηλώσει πως θα διεκδικήσει το χρίσμα.

Μια ευγενική δήλωση εναντίον του Τζο Μπάιντεν θα αρκούσε ώστε να αποδείξει στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους πως ο Τραμπ μπορεί να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του· ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος χρειαζόταν απλώς να «ευχαριστήσει» τον Μπάιντεν για την προσφορά του, να του ευχηθεί να σταθεί στο ύψος των καθηκόντων του για τους επόμενους μήνες και να υπενθυμίσει πως η δική του κυβερνητική ατζέντα μπορεί να υπηρετήσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ καλύτερα, έναντι εκείνης των αντιπάλων του.

Αντίθετα, ο Τραμπ επέλεξε να κάνει αυτό που έκανε σε όλη του τη σταδιοδρομία: να επιτεθεί μέχρι τέλους και δίχως έλεος και αναστολές, στον εκάστοτε αντίπαλό του. Μπροστά στην αβεβαιότητα των επόμενων εβδομάδων, η Χάρις –και οι Δημοκρατικοί– μπορεί τουλάχιστον να είναι σίγουρη για μία συνθήκη: οι σφαίρες που παρά λίγο να του στερήσουν τη ζωή με τον τραγικότερο και βιαιότερο τρόπο, δεν στάθηκαν αρκετές ώστε να οδηγήσουν τον Τραμπ στο να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του – το αν τώρα, θα καταφέρει να το εκμεταλλευτεί, είναι στο χέρι της.