Πολιτικη & Οικονομια

Εκλογές ΠΑΣΟΚ: Μια μάχη ιδεολογική και πολιτική που αφορά στο μέλλον της χώρας

Οι απαντήσεις στα κρίσιμα αυτά διακυβεύματα δεν μπορεί να είναι επικοινωνιακές και συνθηματικές

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εκλογές ΠΑΣΟΚ: Οι δύο στρατηγικές επιλογές των υποψηφίων και οι αντιδράσεις για την υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου.

Δύο είναι οι στρατηγικές επιλογές που μπορούν να ακολουθήσουν οι υποψήφιοι για το προεδρικό αξίωμα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ κατά την περίοδο της προεκλογικής αναμέτρησης. Η πρώτη επιλογή είναι η «εύκολη», η επικοινωνιακή. Προσωπικές επιθέσεις, ατάκες εντυπωσιασμού και συνθήματα νίκης σε ένα μείγμα επιτηδευμένου «προοδευτικού» λαϊκισμού. Η δεύτερη είναι η επιλογή της ιδεολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης με βάση τα προτεινόμενα σχέδια - όπου υπάρχουν - για τη συγκρότηση μιας ισχυρής δημοκρατικής παράταξης ικανής να πείσει για την ικανότητά της να απαντάει στις σύγχρονες προκλήσεις και τις προσδοκίες της χώρας αναλαμβάνοντας το τιμόνι της διακυβέρνησης.

Η κατάθεση της υποψηφιότητας της Άννας Διαμαντοπούλου και το πολιτικό σκεπτικό της διακήρυξής της ανέδειξαν τους πραγματικούς άξονες της αντιπαράθεσης για την ηγεσία οι οποίοι δεν μπορούν να αγνοηθούν από κανένα και ειδικά από όσους υποψηφίους θα το επεδίωκαν. Ο πρώτος άξονας αφορά στη «σοσιαλδημοκρατική πρόκληση του 21ου αιώνα». Μιλώντας για την ανάγκη διαμόρφωσης μιας «νέας σοσιαλδημοκρατικής πρότασης» η Άννα Διαμαντοπούλου λέει χαρακτηριστικά στη διακήρυξή της: «Η σοσιαλδημοκρατική ταυτότητα και πολιτική οφείλουν να αναδεικνύουν τις βασικές διαχωριστικές γραμμές με τη συντήρηση σε όλες της τις εκφάνσεις, στη λαϊκιστική, στην παραδοσιακή, στη δήθεν φιλελεύθερη».

Ο δεύτερος άξονας αφορά στο προοδευτικό αφήγημα για «το Μεγάλο και Κυβερνών ΠΑΣΟΚ», τον άλλο δρόμο που αποζητά η κοινωνία για τη διακυβέρνηση της χώρας και τις τρεις αλληλένδετες προϋποθέσεις πάνω στις οποίες θα οικοδομηθεί. Τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου, πειστικού εναλλακτικού προγράμματος για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, την οργάνωση ενός κινήματος που θα πρωταγωνιστεί στην παραγωγή πολιτικής με θεσμούς και κανόνες, με αξιολόγηση και παρέμβαση στο κέντρο και στην περιφέρεια καθώς και τη δημιουργία ταυτότητας και ομάδας διακυβέρνησης με καθολικό άνοιγμα στην κοινωνία και με την αξιοποίηση κάθε διαθεσιμότητας για προσφορά.

Οι απαντήσεις στα κρίσιμα αυτά διακυβεύματα δεν μπορεί να είναι επικοινωνιακές και συνθηματικές. Το δέλεαρ της εκθρόνισης του Κυριάκου Μητσοτάκη από την πρωθυπουργία που προσφέρουν ορισμένοι υποψήφιοι παραμένει μετέωρο όσο απουσιάζει το εναλλακτικό σχέδιο ή όσο αυτό θυμίζει τις «αυταπάτες» πρόσφατων περιπετειών. Οι νίκες της κοινωνίας, τις οποίες κάποιοι δεσμεύονται να επαναλάβουν, έχουν νόημα και ουσία όταν στηρίζονται στην ενεργή και μαζική συμμετοχή των πολιτών και όχι στην αδιαφορία και την αποχή τους από τις δημοκρατικές διαδικασίες. Οι αφειδώς παρεχόμενες διαβεβαιώσεις για δήθεν νικηφόρα συμμαχικά ή ενιαία «κεντροαριστερά» σχήματα μοιάζουν περισσότερο με συνταγές διάσωσης αριστερών πολιτικών ναυαγών παρά με εναλλακτική πρόταση εξουσίας.

Η υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου αντιμετωπίστηκε αρνητικά από μια μερίδα διανοητών της Αριστεράς. Ενδεικτικό είναι το άρθρο «Κεντρώα τεχνοκρατία ως σοσιαλδημοκρατία» του Νικόλα Σεβαστάκη ο οποίος, αναφερόμενος σε υπαρκτά προβλήματα κοινωνικών ανισοτήτων και στις προκλήσεις της εποχής φτάνει να χαρακτηρίσει συλλήβδην ως «αμφιλεγόμενα και ανατριχιαστικά πράγματα» αυτό που «πολλοί/-ες αντιλαμβάνονται ως μεταρρυθμιστικό». Ο αρθρογράφος δεν κάνει καν τον κόπο να αναφέρει στο κείμενό του κάποιο «ανατριχιαστικό» παράδειγμα από τις θέσεις τις οποίες έχει υποστηρίξει η πρώην ευρωπαία επίτροπος τα τελευταία χρόνια στο «Δικτύο» ή στα άλλα ελληνικά, ευρωπαϊκά και παγκόσμια φόρα στα οποία έχει συμμετάσχει.

Η ανάγκη της τεκμηρίωσης της άποψης δεν μπορεί να περιορίζεται σε γενικόλογες αναφορές ταύτισης καταγεγραμμένων προτάσεων με υφιστάμενες συντηρητικές πρακτικές προκειμένου να υπηρετηθεί ο στόχος της απαξίωσης μιας πολυετούς συνεισφοράς στα κοινά ως δήθεν «τεχνοκρατικού παραινετικού λόγου». Ούτε και εξυπηρετείται με αυτόν τον τρόπο η - καθ’ όλα σεβαστή πρόταση του αρθρογράφου - για την ανάγκη να δημιουργηθεί «μια άλλη διανοητική και κοινωνική συμμαχία με τη δική της λογική διακυβέρνησης». Οι πολίτες αυτής της χώρας έχουν πικρή πείρα από επικίνδυνες λογικές διακυβέρνησης τις οποίες βίωσαν και θέλουν να ξέρουν ποιες πολιτικές δυνάμεις θα εκφράσουν αυτή τη «νέα συμμαχία». Τα χρονικά περιθώρια για νέους διανοητικούς πειραματισμούς έχουν στενέψει αφόρητα.