Πολιτικη & Οικονομια

Κι αν δεν γίνει η κωλοτούμπα;

Ο λαϊκισμός και η δημαγωγία είναι βέβαιη συνταγή αποτυχίας

Σπύρος Βλέτσας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στους πολιτικούς είχε καταρρεύσει πολύ πριν έρθει η οικονομική κρίση. Ακόμη και την περίοδο της ευμάρειας οι πολίτες κατέτασσαν την κυβέρνηση, το κοινοβούλιο και τα κόμματα στον πάτο των θεσμών που εμπιστεύονταν. Οι πολίτες αναπαρήγαγαν στις συζητήσεις τους την αντιπολιτική ρητορεία με ισοπεδωτικό τρόπο, αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε να συνεχίζουν να ψηφίζουν τα ίδια κόμματα.

Η χρεοκοπία του κράτους έκανε την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα καθολική. Οι πολίτες δικαίως ένιωσαν προδομένοι, ωστόσο δεν έκαναν τα κριτήριά τους οξύτερα. Με μοιρολατρικό τρόπο θεώρησαν ότι η κοροϊδία είναι μέρος του παιχνιδιού και συνέχισαν να την ανέχονται. Η συνειδητοποίηση της αναξιοπιστίας των πολιτικών αντί να γίνει η αιτία για την αλλαγή της κατάστασης, έγινε το όχημα για την παγίωση της νοσηρότητας.

Κάπως έτσι φtάσαμε στο σημείο η πολιτική επικοινωνία να διεξάγεται μέσα από μια καινούργια γλώσσα. Το ακροατήριο ξέρει εκ των προτέρων ότι θα ακούσει ψέματα και ο καθένας κρατάει το δικαίωμα να βγάλει τα συμπεράσματα που εκείνος θέλει από τα ψέματα που θα ακούσει.

Σήμερα οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν δηλώνουν απλώς ότι δεν πιστεύουν αυτά που λέει το κόμμα. Πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα. Στη θέση αυτών που περιμένουν να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ βάζουν αυτά που οι ίδιοι θα ήθελαν να κάνει. Τα στελέχη του κόμματος διατυπώνουν μια σειρά από αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις και οι οπαδοί κρατούν αυτά που ταιριάζουν με τις επιθυμίες τους.

Η επιμονή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να μη ξεκαθαρίζει τις θέσεις της σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα (τι θα κάνει αν οι δανειστές απορρίψουν τις διεκδικήσεις του, ποιοι και πόσο θα φορολογηθούν, πού θα βρεθούν τα χρήματα για όσα υπόσχεται;) λειτουργεί συμπληρωματικά με τη διάθεση των πολιτών να καλύψουν τα κενά του παζλ με τις προσδοκίες και τη φαντασία τους.

Επειδή ούτε οι προσδοκίες ούτε η φαντασία έχουν όρια, οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ δεν προβληματίζονται για το πώς συμβιβάζονται λιγότερα έσοδα με μεγαλύτερες δαπάνες, όταν ακριβώς γι’ αυτό χρεοκόπησε η Ελλάδα. Δεν νοιάζονται επίσης για το γεγονός ότι η ενεχόμενη ρήξη με τους δανειστές με δεδομένη την αρνητική στάση των αγορών θα στερήσει τη χώρα από χρήματα απαραίτητα για την επιβίωσή της.

Στο μυαλό των ψηφοφόρων έχουν γίνει δύο παραδοχές. Οι δανειστές θα υποχωρήσουν και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κάνει αυτά που λέει. Με αυτές τις παραδοχές ικανοποιούνται οι δύο βασικές επιθυμίες των ψηφοφόρων. Και χρήματα θα έχουμε και την ασφάλεια του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος θα διατηρήσουμε. Όμως καμία από τις δύο αυτές παραδοχές δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα.

Αν οι δανειστές είχαν πρόθεση να υποχωρήσουν θα το είχαν κάνει για να βοηθήσουν την κυβέρνηση Σαμαρά. Αντί γι’ αυτό, τους τελευταίους μήνες σκληραίνουν τη στάση τους. Ο εκβιασμός του δανειζόμενου σαν μορφή διεκδίκησης δεν μπορεί να γίνει με άδεια ταμεία και ΑΤΜ, όπως έδειξαν όσα συνέβησαν στην Κύπρο.

Από την άλλη, ο Αλέξης Τσίπρας με το να αρνείται να αναγνωρίσει την πιθανότητα οι δανειστές να μην υποχωρήσουν («ούτε μία στο εκατομμύριο» είπε) απαλλάσσει τον εαυτό του από την υποχρέωση να εξηγήσει τι θα κάνει στην σχεδόν βέβαιη αυτή περίπτωση. Οι πρόσφατες αναφορές του Αλέξη Τσίπρα ότι θα ακολουθήσει την πορεία των αριστερών κομμάτων της Λατινικής Αμερικής, η πρόσκληση συνεργασίας αποκλειστικά σε ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΚΚΕ και η δήλωση Δραγασάκη για άρνηση πληρωμών των ομολόγων που λήγουν το καλοκαίρι, απομακρύνουν τον ΣΥΡΙΖΑ από ένα συμβιβασμό με τους δανειστές.

Ήδη, με τον τρόπο που κόμματα και κυβερνήσεις διαχειριστήκαν την κρίση, η Ελλάδα πλήρωσε βαρύ τίμημα με την καθήλωση στην ύφεση και την άδικη λιτότητα. Αυτό είναι το κατόρθωμα ενός τεράστιου άτυπου αντιμεταρρυθμιστικού μετώπου. Οι μύθοι που καταναλώσαμε γύρω από κρίση και η δύναμη ισχυρών ομάδων συμφερόντων έχουν επιβάλει την καθυστέρηση. Την ώρα που οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, οι οποίες ήταν σε πρόγραμμα στήριξης, επέστρεφαν με σταθερότητα στην ανάπτυξη και τις αγορές, εδώ η κυβέρνηση αντιστεκόταν στην εξομοίωση του ΦΠΑ των πλούσιων νησιών με την υπόλοιπη χώρα.

Στην Ελλάδα της τεράστιας ανεργίας γίνονται εκλογές και δεν γίνεται συζήτηση για το πώς θα δημιουργηθούν επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας, αλλά για το πώς θα διατηρηθεί η αδικία με τις πρόωρες συντάξεις. Η παραμονή στο ευρώ προϋποθέτει μια ανταγωνιστική οικονομία και με την ακύρωση των μεταρρυθμίσεων η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί οριστικά στο περιθώριο της Ευρώπης.

Αν μας διδάσκει κάτι η Λατινική Αμερική είναι ότι ο λαϊκισμός και η δημαγωγία είναι βέβαιη συνταγή αποτυχίας. Εδώ η δημαγωγία καλλιέργησε καταστροφικές ψευδαισθήσεις, με τα διαδοχικά κύματα του «λεφτά υπάρχουν», τα αποτελέσματα των οποίων πληρώνουμε. Η πεποίθηση πως οι Ευρωπαίοι θα μας χαρίσουν τα χρέη και ο ΣΥΡΖΑ θα κάνει τα αντίθετα από αυτά που λέει, είναι μια ακόμη αυταπάτη. Είναι ένα ακόμη επεισόδιο της απομάκρυνσής μας από τον τρόπο που διεκδικείται η ευημερία στη σημερινή Ευρώπη.