Πολιτικη & Οικονομια

Η Άννα Διαμαντοπούλου και το προσκλητήριο

Το ανόητο σύνθημα «να φύγει ο Μητσοτάκης» να μετατραπεί σε προσκλητήριο για τη συγκρότηση ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Η Διαμαντοπούλου μπορεί. Οι ψηφοφόροι θέλουν;

Ηλίας Ευθυμιόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η υποψηφιότητα της Άννας Διαμαντοπούλου για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και οι μεταρρυθμίσεις με τις οποίες πρέπει να ασχοληθεί, εάν βέβαια εκλεγεί

Υπάρχουν 2.598.960 συνδυασμοί στο πόκερ, αλλά εσύ κάθε φορά έχεις μόνον έναν. Το συναρπαστικό είναι ότι δεν είναι απαραίτητο να έχεις τον καλύτερο συνδυασμό για να κερδίσεις. Κάτι τέτοιο νομίζω ότι σκεφτότανε ο Χάρης Δούκας, όταν πρώτος δήλωνε το ενδιαφέρον του για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ένα είδος μπλόφας την οποία δεν μπορεί να επαναλάβει με την ίδια ευκολία και ο επόμενος παίκτης. Επίσης, η μπλόφα πρέπει να υπακούει σε έναν αλγόριθμο τον οποίο δεν μπορώ τώρα να εξηγήσω και ο οποίος λέει ότι δεν μπορεί να μπλοφάρεις συνεχώς. Διότι αυτό που θεώρησες κάποια στιγμή «θεία τύχη», στατιστικά και μακροπρόθεσμα θα μοιραστεί εξίσου και στους υπόλοιπους διεκδικητές, μιας εξουσίας εν προκειμένω. Το αν δηλαδή ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν τα πήγε μέχρι τέλους καλά, ενώ στην αρχή φάνηκε να σαρώνει, αυτό δεν οφείλεται στην κακή του τύχη, αλλά στην ισοδυναμία των πιθανοτήτων στην οποία αναφέρθηκα.

Περιμένοντας λοιπόν να λήξει η πρώτη παρτίδα σε αυτό το πόκερ που άνοιξε την επόμενη των ευρωεκλογών, καλό θα ήταν να ασχοληθούμε και με την ουσιαστική πλευρά του θέματος. Που λέει ότι στο τέλος, ο καλύτερος κερδίζει. Ο καλύτερος είναι εκείνος που ξέρει τη δουλειά. Αυτός που την έχει ξανακάνει, που έχει «ψυχολογήσει» τους αντιπάλους και τις καταστάσεις, που έχει βρέξει τουλάχιστον τις άκρες του παντελονιού (ή του φουστανιού). Ο Χάρης ο Δούκας δεν είναι η περίπτωση. Απλώς είδε φως και μπήκε, το οποίο μάλιστα ξεχάστηκε κατά τύχην αναμμένο. Στο κτίριο δεν ήταν κανείς. Στεκόταν στην πόρτα και φώναζε: «πείτε τους ότι εγώ πάντως ήρθα». Κανείς όμως δεν απάντησε από τους συγκεντρωμένους στο δείπνο αυτό των φαντασμάτων.

Θα έλεγα λοιπόν ότι η Άννα Διαμαντοπούλου, η οποία όντως άργησε στο ραντεβού της με την Ιστορία, θα έχει μάλλον εύκολη δουλειά. Εκτός βέβαια κι αν ένα αυτοκτονικό ΠΑΣΟΚ θυμηθεί και πάλι τον κακό εαυτό του και προκρίνει ως σύνθημα ότι οι μόνοι που μπορούν να «διώξουν» τον Μητσοτάκη είναι «τα δικά μας τα παιδιά», αυτά δηλαδή που μετά την απώλεια της εξουσίας, ψευτο-διορίστηκαν σε φίλιες αυτοδιοικήσεις για παράδειγμα, σε εταιρείες ημετέρων κατασκευαστών, σε τράπεζες αγνώστων λοιπών στοιχείων κ.α. περιμένοντας να έρθει ξανά η ώρα τους. Η οποία συνήθως έρχεται διότι αυτή ήταν πάντα η «συνταγή»: το κομματικό κράτος σε αναστολή είναι το μόνο καταφύγιο των επαγγελμάτων που δεν απαξιώνονται, και το βασικό εφόδιο των επιτελών του, που περιμένουν στο ψυγείο, με ιώβεια υπομονή. Αυτό το ΠΑΣΟΚ μπορεί πράγματι να ξανακερδίσει και είναι αυτό είναι που πρέπει να αντιμετωπίσει η Άννα, η οποία άλλωστε είναι σαρξ εκ της σαρκός.

Δεν χρειάζεται γι’ αυτό η επιστράτευση κάποιας σπουδαίας τεχνολογικής ή ιδεολογικής επανάστασης αλλά το αυτονόητο. Το πρόβλημα δεν είναι βεβαίως ο Μητσοτάκης -μια χαρά άνθρωπος μου φαίνεται- αλλά οι μεταρρυθμίσεις που δεν έκανε και τις οποίες όφειλε να κάνει διότι γι’ αυτό ψηφίστηκε και όχι «για να κυβερνήσει» γενικά. Δεν τις έκανε ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο (αμετ)ανoήτως αρκετοί ακόμα στο ΠΑΣΟΚ συγκαταλέγουν στις «προοδευτικές δυνάμεις». Θυμίζω ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές εκκρεμούν από την εποχή του Μνημονίου, τότε που η ΔΗΜΑΡ στύλωσε τα πόδια και η Τρόικα πήρε των ομματιών της λέγοντας «σ’ αυτή τη χώρα δεν ξέρουμε ποιος κυβερνά». Ο Μανιτάκης και ο Ρουπακιώτης ή ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος (ένα σχήμα που όλοι τότε νομίσαμε ότι έφερε στη χώρα μια νέα εποχή). 

Από κει πρέπει να πιάσει το νήμα η Άννα Διαμαντοπούλου, εάν βέβαια εκλεγεί. Να θυμίσει δηλαδή τη μεταρρύθμιση που δεν έγινε, ή καλύτερα τις μεταρρυθμίσεις, στην Παιδεία, στο Κράτος, στην Αυτοδιοίκηση, στην παραγωγή Νομοθεσίας στο Περιβάλλον, την Ενέργεια, και κυρίως στις δομές που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή πολιτική και τις πολιτικές. Η τελευταία ενότητα θεμάτων είναι ιδιαίτερα κρίσιμη: δεν μπορείς να ανήκεις σε μια Ένωση την οποία μονίμως λοιδωρείς και θυμάσαι μόνο όταν μοιράζει χρήματα σε αγνώμονες εταίρους, που σου λένε κι από πάνω ότι «μας τα χρωστάτε από την εποχή του Περικλή». Το θέμα δεν είναι λοιπόν αν μια μικρή μάχη σαν κι αυτήν (για την προεδρία του μικρού ΠΑΣΟΚ) μπορεί να απλώς να κερδηθεί, αλλά αν θα επιστρέψουμε στην Ευρώπη που έχτισαν ο Μονέ και ο Ντελόρ και στη Σοσιαλδημοκρατία του Βίλλυ Μπράντ και του Γκόραν Πέρσον (τον οποίο εκτιμούσε πολύ και ο Σημίτης). 

Θεωρώ πως πολλοί είναι αυτοί που θα μπορούσαν να ανταποκριθούν σε ένα τέτοιο προσκλητήριο.