Πολιτικη & Οικονομια

Η ακτινογραφία των Βρετανικών εκλογών

Ένας κούκος δεν αρκεί για να φέρει την άνοιξη σε μία Δύση που αντιμετωπίζει πιεστικά διλήμματα

Ρωμανός Γεροδήμος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Το αποτέλεσμα των Βρετανικών Εκλογών, η σαρωτική νίκη των Εργατικών του Κιρ Στράμερ και όλα όσα οδήγησαν σε αυτή

Η σαρωτική νίκη των Εργατικών στη Βρετανία ερμηνεύτηκε ευρέως ως μία επιστροφή της κοινωνίας στη μετριοπάθεια και τη σταθερότητα, μετά από 14 χρόνια κυριαρχίας των Συντηρητικών, εκ των οποίων τα τελευταία εννιά ήταν ιδιαιτέρως ταραγμένα: δημοψήφισμα για το Μπρέξιτ, τρεις εκλογές, πέντε πρωθυπουργοί, οικονομικά πειράματα, απανωτά σκάνδαλα.

Οι Εργατικοί του Κιρ Στάρμερ κατάφεραν να κερδίσουν 411 έδρες στις πρόσφατες Βρετανικές Εκλογές πλησιάζοντας το ιστορικό ρεκόρ του Τόνι Μπλέρ το 1997 (418).

Βρετανικές Εκλογές: Όλα όσα οδηγήσαν στη νίκη των Εργατικών

Ωστόσο, σχεδόν τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται. Η Βρετανία του 2024 δεν έχει καμία σχέση με τη Βρετανία του 1997, και μια πιο προσεκτική ανάγνωση του εκλογικού αποτελέσματος αποκαλύπτει τα υπόγεια ρεύματα στην κοινωνία και την κοινή γνώμη, καθώς επίσης και τις ομοιότητες με όσα γίνονται σε άλλες χώρες της Δύσης, όπως η Γαλλία αλλά, εν μέρει, και η Ελλάδα.

Το 1997 η οικονομία ήταν σε πολύ ισχυρή θέση, ενώ η Βρετανία ζούσε την δόξα των cool 90s. Η νίκη του Μπλερ επιστέγασε την αίσθηση ανανέωσης, την απογείωση του ηθικού και την αυγή μιας χρυσής εποχής ευημερίας και μεγάλων μεταρρυθμίσεων στο κράτος, στη δημόσια διοίκηση, στην οικονομία και στις δημόσιες υπηρεσίες.

Η Βρετανία του 2024 είναι μία χώρα φτωχή, κουρασμένη, θυμωμένη, κυριολεκτικά εξαντλημένη από κάθε άποψη. Μια χώρα που από την εκλογή του Κάμερον το 2010 και μετά ζει σε καθεστώς λιτότητας και περικοπών στις δημόσιες υπηρεσίες: υγεία, παιδεία, μεταφορές, υποδομές, πολιτισμός, τοπικές υπηρεσίες, φροντίδα ηλικιωμένων και νέων. Η χρόνια στέρηση χρημάτων και επενδύσης σε υποδομές έχει ξεχαρβαλώσει τη χώρα. Το σύστημα υγείας έχει ήδη καταρρεύσει. Εκατομμύρια άνθρωποι – ακόμη και καρκινοπαθείς – περιμένουν πολλούς μήνες για να δουν ένα γιατρό ή για επείγουσες εγχειρήσεις. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε μέρα ξενυχτούν για 12+ ώρες στα επείγοντα των νοσοκομείων. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε εβδομάδα λόγω των δομικών προβλημάτων του Βρετανικού ΕΣΥ. Σε λίγες εβδομάδες η χώρα θα ξεμείνει από χώρο στις (ήδη τριτοκοσμικές) φυλακές με αποτέλεσμα η αστυνομία να μην καταδιώκει και η δικαιοσύνη να μην διώκει βίαιους κακοποιούς.

Το ψυχοδράμα του Μπρέξιτ (2016-2020) δηλητηρίασε την πολιτική κουλτούρα, δίχασε τη χώρα, έδωσε βήμα στα άκρα και εν τέλει δημιούργησε μια τεράστια κρίση εμπιστοσύνης στους πολιτικούς και το πολιτικό σύστημα. Το σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης αντιμετωπίζει δομική κρίση εξαιτίας της απότομης μείωσης εισακτέων από το εξωτερικό λόγω του Μπρέξιτ και των αυστηρών περιορισμών στις βίζες που επέβαλλε η κυβέρνηση, ενώ τα δίδακτρα παραμένουν ταυτόχρονα και ακριβά (για τους φοιτητές), και ανεπαρκή (για τα πανεπιστήμια). Δεκάδες πανεπιστήμια βρίσκονται στο χείλος της χρεωκοπίας, κλείνουν τμήματα και απολύουν προσωπικό. Τα πανεπιστήμια στρέφονται σε φοιτητές από την Κίνα που παρακολουθούν τα μαθήματα με το Google translate.

Η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθαν να προστεθούν σε μια ήδη κουρασμένη κοινωνία και σε μία αποδιοργανωμένη δημόσια διοίκηση. Η χώρα έζησε πρωτοφανείς στιγμές με περιοδικές ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης (π.χ. χαρτί τουαλέτας, ηλιέλαιο, φρέσκα φρούτα και λαχανικά). Η αναποφασιστικότητα της Τερέζα Μέϊ, τα σκάνδαλα του Μπόρις Τζόνσον, η οικονομική καταστροφή από τα πειράματα της Λιζ Τρας, και οι γκάφες και η έλλειψη συνεκτικού οράματος από τον Ρίσι Σούνακ διέλυσαν το πάλαι ποτέ «κόμμα που έμελλε να κυβερνά». Ο πληθωρισμός έφτασε για μεγάλο διάστημα στο 10%, ενώ εκατομμύρια Βρετανοί στράφηκαν σε «τράπεζες φαγητού» (food banks) για να επιβιώσουν.

Το (πραγματικά εντελώς) συμβολικό κερασάκι σε αυτήν την τούρτα καταστροφής είναι η υποτιθέμενη κρίση μετανάστευσης που (δεν) ζει η Βρετανία και την οποία εργαλειοποιεί μεθοδικά η λαϊκή και άκρα δεξιά, με πρωτοσύγκελλο τον Νάϊτζελ Φαράζ και μητροπολίτη τον εκάστοτε πρωθυπουργό που φοβάται να πάει ενάντια στη φοβία ενός τμήματος της κοινωνίας. Αφού κατάφερε να βγάλει τη χώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Φαράζ και η παρέα του εντός και εκτός των Συντηρητικών, και εντός και εκτός Βρετανίας, συνεχίζουν το έργο της διάβρωσης του κοινωνικού και πολιτικού ιστού.

Υπό αυτές τις συνθήκες η νίκη των Εργατικών μοιάζει όντως με μία νέα αρχή για τη Βρετανία. Αν όμως αυτό συμβεί, θα είναι χάρη στις ικανότητες του Κιρ Στάρμερ, όχι στην ψυχολογία της κοινωνίας ή την πολιτική πραγματικότητα. Το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα της Βρετανίας σε 650 μονοεδρικές περιφέρειες δημιούργησε το πιο στρεβλό αποτέλεσμα στην πρόσφατη ιστορία. Όπως έγραψαν και οι εκλογολόγοι, στη Βρετανία έχουμε δύο κόμματα που έχουν έδρες αλλά όχι ψήφους, και δύο κόμματα που έχουν ψήφους αλλά όχι έδρες:

  • Οι Εργατικοί κέρδισαν 410 έδρες με ποσοστό 33,7% (9,7 εκατομμύρια ψήφους) το οποίο είναι σαφώς μικρότερο από το ποσοστό τους ακόμη και επί Κόρμπιν το 2017 (40,3% και 12,8 εκατομμύρια ψήφους). Αυτό συνέβη εν μέρει επειδή ο Στάρμερ και οι επιτελείς του πήραν μια στρατηγική απόφαση να διώξουν από το κόμμα τον Κόρμπιν και τους ακολούθους του, και να τηρήσουν μια πιο προσεκτική και μετριοπαθή γραμμή στο θέμα της Γάζας από αυτήν που υποστηρίζουν (συχνά στα όρια της βίας) ακροαριστερές και φιλοπαλαιστινιακές φράξιες. Πέντε ανεξάρτητοι βουλευτές εξελέγησαν σε βάρος Εργατικών υποψηφίων με αποκλειστικό γνώμονα την υποστήριξη των πρώτων στην Παλαιστίνη.
  • Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες ήρθαν τέταρτοι με 12,2% αλλά εξέλεξαν 72 βουλευτές, ενώ το (ακροδεξιό) Reform του Φαράζ πήρε 14,3% αλλά έβγαλε μόνο πέντε.
  • Οι Εργατικοί και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες – δύο κόμματα με φιλοευρωπαϊκή ατζέντα στο παρελθόν – αύξησαν τα ποσοστά τους στις περιφέρειες όπου επικράτησε το Μπρέξιτ. Οι καταστροφικές συνέπειες του Μπρέξιτ σε κάθε τομέα της δημόσιας πολιτικής δεν συζητήθηκαν ποτέ και από κανέναν. Στην κοινωνία δεν έχει εμπεδωθεί η αντίληψη ότι το Μπρέξιτ ήταν κάτι κακό και ότι η Βρετανία πρέπει να ξαναχτίσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιθέτως, η δεξιά υποστηρίζει ότι το πρόβλημα είναι ότι το Μπρέξιτ δεν εφαρμόστηκε επαρκώς, με αποχώρηση της Βρετανίας από την αρχιτεκτονική της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
  • Το Reform ήρθε δεύτερο σε 100 περιφέρειες που σημαίνει ότι ένα μεγάλο στραβοπάτημα των Εργατικών και μια περαιτέρω απαξίωση του πολιτικού συστήματος μπορεί να τους αναδείξει σε σημαντικό παράγοντα στις επόμενες εκλογές.

Με άλλα λόγια, η νίκη των Εργατικών δεν οφείλεται σε μία καθαρή, συνειδητή και μαζική στροφή της Βρετανικής κοινωνίας στο κέντρο ή την κεντροαριστερά ή τη μετριοπάθεια, αλλά σε μία μαζική απόρριψη των Συντηρητικών οι οποίοι κατάφεραν να χάσουν και τις δύο πτέρυγες: και τους μετριοπαθείς κεντρώους (το πάλαι ποτέ φιλοευρωπαϊκό Ένα Έθνος), και την αντιδραστική δεξιά που τους τιμώρησε επειδή δεν κατάφεραν να σταματήσουν τις βάρκες των προσφύγων.

Οι Συντηρητικοί αναζητούν ψυχή και λόγο ύπαρξης. Το Reform καραδοκεί. Η είσοδος του Φαράζ στο Κοινοβούλιο μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες είναι η πιο επιζήμια εξέλιξη στο Βρετανικό πολιτικό σύστημα εδώ και πολλά χρόνια. Ο Φαράζ έχει εξαιρετική αντίληψη της πολιτικής επικοινωνίας. Χωρίς να περνάει τη γραμμή της γραφικότητας ή να λέει ανοησίες τύπου Τραμπ, ξέρει πώς να παίζει πολύ καλά το παιχνίδι των ΜΜΕ, με προβοκάτσιες και ρητορική που θα διαβρώσει την αντίληψη της κοινωνίας για τον κοινοβουλευτισμό, με τον ίδιο τρόπο που το έκανε και στο Ευρωκοινοβούλιο. Οι σχέσεις του με το σύστημα Πούτιν και με την Διεθνή της ακροδεξιάς στην Ευρώπη τον καθιστούν ιδιαιτέρως επικίνδυνο.

Ωστόσο, αν και η πραγματικότητα του εκλογικού αποτελέσματος δεν επιτρέπει ενθουσιασμό ή εφησυχασμό, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Κιρ Στάρμερ – παρά ή ίσως και εξαιτίας της έλλειψης επικοινωνιακού χαρίσματος – έχει αποδειχθεί πολύ πιο έξυπνος, αποτελεσματικός και, όταν χρειάζεται, αδίστακτος απ’ότι δείχνει. Κατάφερε να πάρει ένα κόμμα-κουφάρι των Κορμπινίστας και να το μετατρέψει σε αποτελεσματική εκλογική μηχανή. Κατάφερε να κερδίσει χωρίς να πάρει ξεκάθαρη θέση για τοξικά θέματα που προκαλούν αυτόματη πόλωση, όπως το μέλλον των σχέσεων με την ΕΕ, η πώληση όπλων στο Ισραήλ, και τα δικαιώματα των τρανς. Έφτιαξε ένα πολλά υποσχόμενο υπουργικό συμβούλιο (και) με εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς και παράγοντες που απολαμβάνουν ευρύτερου σεβασμού.

Αν ο Στάρμερ χρησιμοποιήσει έξυπνα αυτή την «άψυχη» εντολή που του έδωσε η Βρετανική κοινωνία, μπορεί σε βάθος χρόνου να γυρίσει τον τροχό της οικονομίας, των δημοσίων υπηρεσιών και της ψυχολογίας του κόσμου. Θα χρειαστεί όμως πολλή τύχη, με δεδομένο ότι η άσκηση της διακυβέρνησης πλέον παρεμποδίζεται σε καθημερινό βαθμό από το πανηγύρι των λαϊκιστών, των ΜΜΕ και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, με αποτέλεσμα – όπως βλέπουμε στις ΗΠΑ – ακόμη και μεγάλες δομικές επιτυχίες να θάβονται κάτω από ατελείωτη φιλολογία για εντελώς επουσιώδη ζητήματα.

Όλα αυτά τα στοιχεία – η πολυδιάσπαση του (παλαιότερα αυστηρά δικομματικού) κομματικού συστήματος, η σταδιακή άνοδος και κανονικοποίηση της ακροδεξιάς, η ψήφος διαμαρτυρίας και η μαζική απογοήτευση από το πολιτικό σύστημα και η αίσθηση ότι δεν υπάρχει βιώσιμη πρόταση και θετικό όραμα για το μέλλον, η εμφάνιση πολλών ενεργών δρώντων στην άκρα αριστερά, οι όροι του νέου επικοινωνιακού παιχνιδιού, η εξάρτηση από ευρωπαϊκές και παγκόσμιες τάσεις – υπάρχουν τόσο στο αποτέλεσμα των προχθεσινών εκλογών στη Γαλλία, όσο και στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών (και) στην Ελλάδα.

Η νίκη των Εργατικών του Στάρμερ είναι αναμφίβολα μια ανακουφιστική εξέλιξη. Ωστόσο, ένας κούκος δεν αρκεί για να φέρει την άνοιξη σε μία Δύση που αντιμετωπίζει πιεστικά διλήμματα και φοβάται να κοιτάξει κατάματα τις μόνες βιώσιμες λύσεις σε μεγάλα ερωτήματα όπως η κλιματική κρίση, το δημογραφικό/μεταναστευτικό, η αποβιομηχανοποίηση, ο κίνδυνος από Ρωσία-Κίνα κλπ. Όπως και στη Γαλλία, και ίσως στην Ελλάδα, εκλογικά, κομματικά και επικοινωνιακά συστήματα που στήθηκαν σε μίαν εντελώς άλλη εποχή και πολιτική κουλτούρα δυσκολεύονται να εκπροσωπήσουν πιστά τα μηνύματα που στέλνει η κοινωνία, αλλά και να την εκπαιδεύσουν για την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε.