Πολιτικη & Οικονομια

Το φάντασμα του Τραμπ στοιχειώνει τις παγκόσμιες συνομιλίες για το κλίμα

Η δυνατότητα επίτευξης μιας συμφωνίας στο χρηματοδοτικό σκέλος φαντάζει και πάλι εξαιρετικά δύσκολη

The Free Writer
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η ενδεχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία και η ανησυχίες για το κλίμα

Για δυο ολόκληρες εβδομάδες, όσο κράτησαν δηλαδή οι προγραμματισμένες διπλωματικές διαπραγματεύσεις για το Κλίμα στη Βόννη τον περασμένο Μάρτιο, το φάντασμα της τυχόν επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία κυριάρχησε επί όλων των άλλων θεμάτων ουσίας.

Η ενδεχόμενη επάνοδος του Τραμπ στην εξουσία και οι διαπραγματεύσεις για το Κλίμα

Οι αντιπρόσωποι των 200 χωρών που συμμετείχαν δεν κατέληξαν σε σχεδόν κανένα συμπέρασμα σχετικά με το πρακτικό σκέλος των αποφάσεων στο Ντουμπάι (Cop 28) και έφυγαν εκνευρισμένοι και προβληματισμένοι για το μέλλον της επερχόμενης Διάσκεψης (Cop29) που προγραμματίζεται για την επόμενη χρονιά στο Αζερμπαϊτζάν της Ασίας. Η Διάσκεψη, που θα γίνει 6 μόνο μέρες μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ, θα κινηθεί σε ένα πολιτικό και διπλωματικό κενό, αφη δυνατότητα επίτευξης μιας συμφωνίας στο χρηματοδοτικό σκέλος φαντάζει και πάλι εξαιρετικά δύσκολού τόσο η μια προοπτική (νίκη των Δημοκρατικών) όσο και η άλλη (επάνοδος του Τραμπ στην εξουσία) υπαγορεύουν διαφορετικές ατζέντες, οι οποίες όμως θα υπόκεινται στην αβεβαιότητα των προβλέψεων, και άρα οι διπλωμάτες καλούνται να είναι προετοιμασμένοι και για τη μια και για την άλλη εκδοχή.

Έτσι, η δυνατότητα επίτευξης μιας συμφωνίας στο χρηματοδοτικό σκέλος φαντάζει και πάλι εξαιρετικά δύσκολη, και πολλοί φοβούνται ότι μπορεί να επαναληφθεί το 2016, όπου οι Αμερικανοί αποχώρησαν από τη Συμφωνία. Φυσικά, κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει ποια θα είναι η νέα «δυναμική» σε μια τέτοια περίπτωση. Για παράδειγμα, οι λοιπές ανεπτυγμένες χώρες, όπως αυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανησυχούν για μια συμφωνία σε έναν οικονομικό στόχο στον οποίο η Ουάσιγκτον ενδέχεται να μην συνεισφέρει, αφήνοντάς τις να πληρώσουν το λογαριασμό…

Η έλλειψη προόδου ενόχλησε τους διεθνείς διαπραγματευτές. Όταν τους ζητήθηκε να περιγράψουν την κατάσταση των συνομιλιών, οι περισσότεροι άνθρωποι στη Βόννη επέλεξαν διάφορα συνώνυμα της λέξης «αργά». Όπως το έθεσε ο Mohamed Adow, διευθυντής του Think Tank για την ενέργεια «Power Shift Africa»: «Είναι άδικο για το σαλιγκάρι να λέμε ότι οι συνομιλίες προχωρούν με ρυθμό σαλιγκαριού». 

Εκλογικές επιπλοκές

Πρέπει να θυμίσουμε ότι βάσει της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015, οι πλούσιες χώρες –υπεύθυνες για το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα– δεσμεύτηκαν για μια ακόμη φορά να παρέχουν οικονομική βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες και να τις βοηθήσουν να προετοιμαστούν για επιπτώσεις όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. 

Όμως, μετά από δύο εβδομάδες συνομιλιών στη Βόννη, οι ανεπτυγμένες χώρες δεν ήταν πρόθυμες να συζητήσουν συγκεκριμένα ποσά. Απαιτούν, και δικαιολογημένα, να υπάρξουν αντίστοιχες δεσμεύσεις από τις πλούσιες και από τις αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα, ενώ, ιδιαίτερα οι Ευρωπαίοι θα ήθελαν να μάθουν αν μπορούν να βασιστούν ή όχι στην Ουάσιγκτον. 

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα τα πάντα φαίνονται ρευστά και οι ποσοτικοί χρηματοδοτικοί στόχοι, οι οποίοι αλλάζουν διαρκώς, μοιάζουν περισσότερο με αέρα κοπανιστό. Είναι εξάλλου γνωστό ότι οι περισσότερες από τις αναπτυσσόμενες χώρες δεν θέλουν χρήματα για την «πράσινη ανάπτυξη» αλλά για την αποπληρωμή των χρεών τους. Είναι αυτό που ονομάζουν «δίκαιη κατανομή της ευθύνης». Προσθέτουν μάλιστα ότι η χρηματοδότηση θα πρέπει να παρέχεται σε μεγάλο βαθμό υπό μορφήν επιχορηγήσεων ή τουλάχιστον υπό μορφήν δανείων με ευνοϊκούς όρους. Και τα χρήματα θα πρέπει να προέρχονται από τους φορολογούμενους, όχι από φιλανθρωπίες ή αναπτυξιακές τράπεζες!

Η λεγόμενη «βοήθεια για το κλίμα» θα κυριαρχήσει και στις φετινές συνομιλίες για το κλίμα, όπου κι αν αυτές διεξάγονται ή πρόκειται να διεξαχθούν. Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι διαπραγματευτές είναι να μην καταλήξουν σε έναν νέο μακροπρόθεσμο στόχο χρηματοδότησης που θα αντικαταστήσει τον τρέχοντα στόχο των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Μια δέσμευση η οποία επιτεύχθηκε μόλις το 2022, με δύο χρόνια καθυστέρηση, επιδεινώνοντας τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών.

Τώρα, οι αναπτυσσόμενες χώρες, με επικεφαλής την Ινδία, την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία, προτείνουν έναν νέο ετήσιο στόχο μεταξύ 1 και 1,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από το 2025, μια πρόταση που εξέπληξε σαν να ήρθε από το πουθενά. «Αυτό δεν είναι χρήσιμο. Δεν είναι προοπτική που θα εξετάσουμε», είπε χαρακτηριστικά στα ΜΜΕ Ευρωπαίος διαπραγματευτής. «Δεν μπορούμε επίσης να ελέγξουμε τις ιδιωτικές ροές», συμπλήρωσε ο ίδιος και τόνισε ότι «ο κίνδυνος είναι να καταλήξουμε με αστρονομικά μεγέθη, που όντας ανέφικτα, θα προσποιούνται, αντί να είναι επί της ουσίας φιλόδοξα».