Πολιτικη & Οικονομια

Γαλλία - Εκλογές: Τι μπορεί να συμβεί μετά τις 7 Ιουλίου

Κίνδυνοι και ενδεχόμενα των γαλλικών βουλευτικών εκλογών

Σώτη Τριανταφύλλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Γαλλία: Γιατί οι βουλευτικές εκλογές της Κυριακής θεωρούνται «κρίσιμες»

Η Γαλλία αντιμετωπίζει τη μεγάλη ιδεολογική μετατόπιση την οποία άργησε να αναγνωρίσει: η εθελοτυφλία οφειλόταν στο ότι η άνοδος της δεξιάς σχετίζεται, εμμέσως τουλάχιστον, με τα σφάλματα της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η  απόφαση του Εμμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές μετά τα (αναμενόμενα) αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών της 9ης Ιουνίου σηματοδότησε αυτή την αναγνώριση: αν και ίσως ο Μακρόν ενήργησε από οργή ή από κάποια άλλη θανάσιμη αμαρτία, η προκήρυξη εκλογών ήταν δικαίωμα και καθήκον του· η γαλλική προεδρία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς εθνοσυνέλευση που να αντιπροσωπεύει τους Γάλλους. Ορθή μού φαίνεται και η απόφαση για την εικοσαήμερη προεκλογική εκστρατεία —η συντομότερη περίοδος που επιτρέπει το γαλλικό Σύνταγμα: εδώ και πάρα πολλά χρόνια, στη Γαλλία, ο δημόσιος διάλογος έχει προεκλογικά χαρακτηριστικά· οι προεκλογικές εκστρατείες δεν χρειάζονται περισσότερο χρόνο. Τώρα, από τους δύο γύρους των εκλογών —αύριο και στις 7 Ιουλίου— θα αναδειχθούν εκπρόσωποι από 577 νομοθετικές περιφέρειες, επιβεβαιώνοντας ή διαψεύδοντας τις τάσεις του εκλογικού σώματος.

Γαλλία: Τι «μέλλει γενέσθαι» μετά τους δύο γύρους των εθνικών εκλογών

Είναι αλήθεια ότι για λόγους στους οποίους έχω αναφερθεί πολλές φορές, η αντιμεταναστευτική και ευρωσκεπτικιστική Εθνική Συσπείρωση (συχνά, στα ελληνικά, το Rassemblement National απαντά ως «Εθνικός Συναγερμός» ίσως επειδή η λέξη «συναγερμός» ακούγεται πιο ακροδεξιός) που απέσπασε το 31,4% των ψήφων στις ευρωεκλογές, εμφανίζει επιταχυνόμενη άνοδο. Αλλά, ίσως έχει φτάσει σ’ ένα πλαφόν, σ’ ένα είδος γυάλινης οροφής. Από την άλλη πλευρά, παρότι η φθορά της προεδρίας έχει επιταχυνθεί εξαιτίας της αναντιστοιχίας με τη σύνθεση της εθνοσυνέλευσης, υπάρχει μια νεφελώδης οντότητα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «δημοκρατικό τόξο» η οποία επιδιώκει να κλείσει τον δρόμο στην Εθνική Συσπείρωση. Αν και πολλά μπορούν να συμβούν τις επόμενες ημέρες, οι γαλλικοί θεσμοί θα υποστούν ένα crash test από εκείνα που συμβαίνουν κάπου κάπου στην Ευρώπη.

Υπάρχει πιθανότητα να αποσπάσει η Εθνική Συσπείρωση πάνω από το 50% των ψήφων στις βουλευτικές; Ειλικρινά, δεν το πιστεύω —αλλά ίσως κάτι μου διαφεύγει. Πάντως, σε τέτοια περίπτωση, ο Jordan Bardella θα γίνει πρωθυπουργός: το αποκορύφωμα της «δημοκρατίας» όπως το ονειρεύτηκε η αριστερά· ένα παιδί του λαού θα εκτοξευτεί στην εξουσία σε άβολη συγκατοίκηση με τον πρόεδρο Μακρόν μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2027. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η εκλογική δύναμη της ακροδεξιάς κυμαίνεται μεταξύ 33 και 35% δηλαδή μεταξύ 235 και 265 εδρών στη εθνοσυνέλευση, πράγμα που σημαίνει τριπλασιασμό των εκπροσώπων της αν προσμετρήσουμε και τις ψήφους των μικρών κομμάτων του Nicolas Dupont-Aignan και του Eric Zemmour τις οποίες πιθανότατα θα εισπράξει στον δεύτερο γύρο. Αυτή η αύξηση πρέπει να αποδοθεί τόσο σε μερικά πιεστικά αιτήματα, όπως εκείνα της αντιμετώπισης του ισλαμικού κοινοτισμού και της εγκληματικότητας, όσο και στη λεγόμενη «αποδαιμονοποίηση» της Εθνικής Συσπείρωσης και της ίδιας της Μαρίν Λεπέν. Η αποδαιμονοποίηση είναι αμφίδρομη: η Μαρίν Λεπέν αναμόρφωσε το κόμμα που κληρονόμησε από τον πατέρα της αφαιρώντας την αντι-γκολική, αντιθεσμική, αποικιοκρατική και αντισημιτική ρητορική, ενώ τα ΜΜΕ και η ευρύτερη κοινωνία την αποδέχτηκαν σιγά-σιγά ως νόμιμο παράγοντα στο πολιτικό τοπίο. Παραλλήλως με την αποδαιμονοποίηση, η σύνθεση των ψηφοφόρων της Εθνικής Συσπείρωσης τροποποιήθηκε: σήμερα, άτομα από όλα τα κοινωνικά στρώματα κι από όλες τις ιδεολογικές αφετηρίες μπορούν να την ψηφίσουν, είτε ως κίνηση διαμαρτυρίας για συγκεκριμένα ζητήματα (λόγου χάρη, για την πραγματική ή αντιληπτή παραμέληση της επαρχίας, για τον εξισλαμισμό, για την πολιτική ορθότητα κτλ), είτε ως κίνηση πίστης (αντιευρωπαϊσμός, εθνικισμός), είτε ως αντισυστημική χειρονομία με σκοπό τον κλυδωνισμό και την αποσταθεροποίηση του «συστήματος». To κοινό της Εθνικής Συσπείρωσης δεν είναι απαραιτήτως συντηρητικοί πολίτες, με την παλιά έννοια του όρου.

Μια ακόμα αιτία της ανερχόμενης δημοτικότητας της Λεπέν είναι ο ρόλος επιτυχημένων δημάρχων που πρόσκεινται στην Εθνική Συσπείρωση (κυρίως διότι στις κοινότητές τους υπάρχει έντονη ισλαμική παρουσία), καθώς και η στήριξη εκ μέρους μερικών στελεχών του κεντροδεξιού κόμματος των Républicains, τα οποία, εδώ και κάμποσο καιρό, συμφωνούν σιωπηρά με τη Λεπέν. Ωστόσο, όταν ο πρόεδρος των Républicains, Éric Ciotti, έκανε την αποκοτιά να συνάψει εκλογική συμμαχία με την Εθνική Συσπείρωση χωρίς να ρωτήσει κανέναν, οι Républicains τον διέγραψαν: αν και τη διαγραφή την περιμέναμε όλοι εκτός από τον ίδιο τον Ciotti, στο εσωτερικό του κεντροδεξιού κόμματος υπάρχουν ακόμα πολλοί που συμφωνούν με τη Λεπέν σχεδόν σε όλα και που ελπίζουν ότι, σε περίπτωση κατάληψης της εξουσίας, θα εφαρμόσει ένα πιο φιλελεύθερο, λιγότερο κρατικιστικό οικονομικό πρόγραμμα από εκείνο που προτείνει θεωρητικά. Ίσως αυτοί οι Républicains να συμβάλουν ώστε η Εθνική Συσπείρωση να επιτύχει την πλειοψηφία των 289 εδρών στην εθνοσυνέλευση.

Στη διάρκεια της Πέμπτης Δημοκρατίας, η προεδρία «συγκατοίκησε» τρεις φορές με πρωθυπουργούς που προέρχονταν από διαφορετικές παρατάξεις: όμως, η πιθανή συγκατοίκηση Bardella-Μακρόν θα παρουσιάζει μεγαλύτερη ιδεολογική απόσταση από εκείνη των προηγούμενων συγκατοικήσεων· περισσότερες αποκλίσεις, συγκρούσεις, αλλαγές προσανατολισμού και κωλοτούμπες της Εθνικής Συσπείρωσης. Καθώς η Εθνική Συσπείρωση δεν έχει σαφές οικονομικό και διπλωματικό πρόγραμμα, πιθανότατα θα διατηρήσει μονάχα την αντιμεταναστευτική και αντι-ισλαμική της πολιτική, παραμερίζοντας την ιδέα περί συμμαχίας με τη Ρωσία εναντίον του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Επίσης, αν η Λεπέν καταδικαστεί σε ορισμένες νομικές υποθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, η δημοτικότητά της θα σημειώσει ελεύθερη πτώση. Οι Γάλλοι που ψηφίζουν ή που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά τους Bardella-Λεπέν δεν τους δίνουν λευκή επιταγή: συνήθως, η στήριξή τους είναι πειραματική, άρα αρκετά ευμετάβλητη. Ένα στοιχείο αυτής της κινούμενης εκλογικής βάσης είναι το γεγονός ότι, εφόσον εδώ και αρκετά χρόνια η Μαρίν Λεπέν έχει απαλλαγεί από το αντισημιτικό παρελθόν του κόμματος, σήμερα απολαμβάνει τη υποστήριξη πολλών αξιοσέβαστων Εβραίων —κυρίως εκείνων που θέτουν σε προτεραιότητα την εβραϊκή τους ταυτότητα. Ο πόλεμος στη Γάζα, που έχει αφυπνίσει τον λανθάνοντα αντισημιτισμό, έγινε αφορμή ώστε η Εθνική Συσπείρωση να καταδηλώσει τη στήριξή της στο Ισραήλ, ιδιαίτερα αφού η ισραηλινή κυβέρνηση έχει σκληρή αντι-αραβική φυσιογνωμία.

Η παράταξη του Εμμανουέλ Μακρόν, που συγκεντρώνει κατά πλειοψηφία πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται κεντρώοι, συν ένα μικρό μέρος της σοσιαλδημοκρατικής κεντροαριστεράς, συν μερικούς ψηφοφόρους που δεν πιστεύουν στις παραδοσιακές παρατάξεις, αναμένεται να αποσπάσει σχεδόν το 20% των ψήφων. Όσο για το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», τον ευκαιριακό σχηματισμό κομμάτων και στελεχών του αριστερού χώρου τα οποία αλληλομισούνται, προσβλέπει στο 30% και έχει στόχο τη ματαίωση των ονείρων της Μαρίν Λεπέν. Το άθροισμα βγαίνει με το ποσοστό των Républicains να κυμαίνεται γύρω στο 7%: όπως είπα, είναι αυτοί που θα ρυθμίσουν το τελικό αποτέλεσμα.    

 Στον πρώτο γύρο οι ψηφοφόροι ενεργούν με βάση τις προτιμήσεις τους· στον δεύτερο, αναγκάζονται σε συμβιβασμούς. Αν μετά τους συμβιβασμούς επικρατήσει το «δημοκρατικό τόξο» (στην πραγματικότητα, η Ανυπότακτη Γαλλία δεν ανήκει στο «δημοκρατικό τόξο», αλλά το πρόβλημα δεν είναι του παρόντος), θα συμβούν τα εξής πολύ ωραία πράγματα: οι Γάλλοι θα έχουν αποδείξει ότι δεν μασάνε το κουτόχορτο των δημαγωγών (που επιπλέον είναι ερασιτέχνες)· η ήττα της Εθνικής Συσπείρωσης θα προκαλέσει χαμηλό ηθικό και διαρροές· το κέντρο και η αριστερά θα έχουν πάρει το μάθημα που πρέπει να πάρουν σχετικά με το Ισλάμ και την πολυπολιτισμικότητα· ο Εμμανουέλ Μακρόν θα έχει επιβιώσει από μια μεγάλη δοκιμασία έχοντας προειδοποιήσει για τον ενδεχόμενο «εμφύλιο πόλεμο» που επιδιώκουν τα άκρα. Αλλά, αν και ο εκλογικός αποκλεισμός της ακροδεξιάς είναι επιθυμητός, ο διχασμός στην κοινωνία και η απαισιοδοξία των Γάλλων καθιστούν το πολιτικό πλαίσιο ασταθές: αν μία πλευρά επικρατήσει χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, θα αντιμετωπίζει αντιπολιτευτικό σφυροκόπημα και διαδοχικές απειλές ψήφου δυσπιστίας στην Εθνοσυνέλευση. Χώρια το ότι τα «κινήματα», ο δρόμος, θα αποκτήσουν ακόμα περισσότερη εξουσία.