Πολιτικη & Οικονομια

Σε αυτές τις εκλογές όλοι βγήκαν χαμένοι

Η πρώτη εκλογική αναμέτρηση από τον καιρό της αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα, κατά την οποία όλοι βγαίνουν χαμένοι και μετρούν απώλειες

Zastro
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ευρωεκλογές 2024: Τα αποτελέσματα στην Ελλάδα, το μεγάλο ποσοστό αποχής, η πολιτική στη χώρα

Έναν Ιούνιο πολλά χρόνια πριν, στο ανοιχτό θέατρο της Βιντσέντσα, ξέσπασε μια από τις κλασικές για τον ιταλικό βορρά καταιγίδες. Πανικός στην πλατεία, καλοντυμένες και καλοχτενισμένες κυρίες να ψάχνουν απεγνωσμένα ομπρέλες ή έστω ένα σκέπαστρο για να μην πάνε χαμένες οι λιρέτες (τότε) του κομμωτηρίου. Βρισκόμουν εκεί για τον Ντάριο Φο και το Mistero Buffο.

Ακροβατώντας μεταξύ σοβαρότητας και ιλαρότητας, o αγαπημένος μου Φο συνήθιζε να ξετυλίγει ένα κουβάρι αδικίας και κατάχρησης εξουσίας πολύ χρήσιμο για την αξιακή κρίση που διέρχονται οι ευρωπαϊκές κοινωνίες. Με το Mistero επιχείρησε να ξυπνήσει συνειδήσεις, στο έργο κυριαρχεί το αίσθημα της αδικίας και έπρεπε τρόπον τινά να μεταδοθεί στο κοινό. Επέλεξε όχι ένα θεσμικά παραδοσιακό θεατρικό μοντέλο, αλλά την πυγμή της έκφρασης και το επικοινωνιακό του ταλέντο, στοιχεία που παραπέμπουν σε ιταλικά θεατρικά μοντέλα του Μεσαίωνα, των πλανόδιων καλλιτεχνών που στηρίζονταν σε «αναρχικές» και όχι politically correct μεθόδους.

Σημειωτέον ότι ο πλανόδιος είναι μια θεατρική λαϊκή έκφραση, η οποία λειτουργεί βάσει συναισθημάτων της στιγμής, μέσω προσωπικών βιωμάτων και ίδιας κουλτούρας. Οι πλανόδιοι έδιναν παραστάσεις σε πλατείες, πανηγύρια, αγορές με την παλιά έννοια του όρου και ανακάλυψαν έναν ιδιότυπο τρόπο επικοινωνίας μέσω της γλώσσας του σώματος, της μίμησης, της κίνησης, του θυμικού, της παράδοσης και της παραγωγής ήχων αναλόγως την περίσταση. Η «μιμητική» και το «θέαμα» ήταν (και) ένας αναγκαστικός τρόπος επικοινωνίας ώστε να αντιλαμβάνεται το έργο το απαίδευτο κοινό στο σύνολό του. Με την πάροδο των ετών και των παραστάσεων, έγινε και ένας έξυπνος τρόπος που χρησιμοποιούσαν οι πλανόδιοι πότε για να ξεγελούν τη λογοκρισία και πότε για να οδηγούν το κοινό σε αυτά που (νόμιζε ότι) ήθελε να ακούσει.

Ο ίδιος Φο έχει πει επί του θέματος: «Από παλαιοτάτων χρόνων, ο πλανόδιος γυρνούσε τις αγορές και τις πλατείες και μέσω της σάτιρας και της τέχνης, εκτόξευε απίστευτες κατηγορίες κατά της εξουσίας και του εκάστοτε άδικου κυβερνήτη. Ήταν ο μοναδικός τρόπος κοινωνικής διαμαρτυρίας και η τέχνη ήταν μια διέξοδος στα δύσκολα χρόνια, ξυπνώντας συνειδήσεις στο κοινό που δεν διέθετε την πολύπλευρη πληροφόρηση και την απαραίτητη παιδεία για να αξιολογήσει τις προτεραιότητές του. Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο, το κοινό ήταν συνήθως θυμωμένο, μπρούσκο και άγγιζε τα όρια του γκροτέσκου. Μπορούμε να πούμε ότι ο πλανόδιος αποτελούσε την εφημερίδα της εποχής, αφού πολύς κόσμος δεν ήξερε γραφή και ανάγνωση και μάθαινε ειδήσεις και πράγματα μέσω του θεάτρου».

Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο καλλιτέχνης είχε ξεκινήσει μια έρευνα για το θέατρο της μεσαιωνικής περιόδου –το οποίο σχεδόν αποκλειστικά ασχολείτο με θρησκευτικά ζητήματα, αφού η εξουσία διανέμετο από την εκκλησία και το παπικό κράτος σε συνδυασμό με τους βασιλείς– και σε πολλά έργα του έχει αυτούσια κείμενα και παρλάτες από εκείνη την εποχή, καθώς και ελεύθερες αποδόσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες του σήμερα. Είναι σαν να ανέστησε έναν παλιό, ξεχασμένο κόσμο, επαναδημιουργώντας μια τέχνη που είχε χαθεί στη λήθη, περνώντας από διάφορα στάδια. Άλλωστε αυτή καθ’ αυτή η «εξημέρωση» του λαού, ξεκίνησε με τις αρχέγονες μορφές θεάτρου και πέρασε και από στενωπούς που ανάγοντο περισσότερο στη λογική του «άρτος και θεάματα» που εισήγαγε το ρωμαϊκό κράτος στο Κολοσσαίο και οι πιο «δικοί μας» Βυζαντινοί στον ιππόδρομο. Ανέκαθεν άλλωστε εν καιρώ οικονομικοκοινωνικών κρίσεων και δυσπραγίας, το θέαμα υπό οιαδήποτε μορφή αντικαθιστούσε τα ελλείμματα της λαϊκής βάσης.

Με το Mistero Buffο ο Φο προσπαθεί να καταδείξει ακριβώς τη διαταξική μάχη και την αδικία που υφίσταται εν γνώσει της η μεσαία τάξη, πάντοτε βολική σε χειραφέτηση και ανέκαθεν στο στόχαστρο της εκάστοτε εξουσίας. Η ερμηνεία είναι διττή: και το κοινό λαμβάνει αυτό που (νομίζει ότι) θέλει και η εξουσία αποδομείται αναίμακτα.

Η παραπάνω προσέγγιση συνοψίζεται με εκπληκτικό τρόπο στην εισαγωγική παρέμβαση του Mistero Buffο, στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Μοσχοβολιστό φρέσκο Τριαντάφυλλο». Εκεί ο Φο κάνει μια εμφανή παραπομπή σε ένα πολύ διάσημο ιταλικό σχολικό σύγγραμμα, ένα ποίημα σιτσιλιάνικης καταγωγής πιο γνωστό ως Contrasto di Cielo d'Alcamo, στο οποίο γίνεται ένας διάλογος ενός τελωνειακού του Μεσαίωνα με μια κοπέλα που αρνείται να ενδώσει στις ερωτικές του προτάσεις.

Το εν λόγω ποίημα έχει αριστοκρατικές καταβολές και σοφιστικέ προεκτάσεις, αφού μόνον ένας πολυπράγμων και μορφωμένος άνθρωπος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μια ανήθικη πρόταση ώστε να περάσει μηνύματα κοινωνικής προέκτασης διαφεύγοντας τότε τη δαμόκλειο σπάθη της λογοκρισίας. Ακόμη και ο ίδιος ο τίτλος του έργου του Fο, «Mistero buffο», είναι εμβληματικός και καταδεικνύει την επιλογή του συγγραφέα να χρησιμοποιήσει τη λαϊκή ειρωνεία, να προκαλέσει το κοινό αίσθημα και το λαϊκό προβληματισμό.

Mistero buffο σημαίνει «αστείο μυστήριο». Μυστήριο με τη μεσαιωνική έννοια του όρου, ήτοι με θρησκευτική και αλχημιστική ερμηνεία, η οποία μεταξύ άλλων ισχύει και μέχρι τις μέρες μας και αποτελεί και μέρος της ορθόδοξης παράδοσης. Στην ερμηνεία των «μυστηρίων» ο πλανόδιος ηθοποιός του Μεσαίωνα, δεν ειρωνευόταν την εξουσία, αλλά ευτέλιζε εκείνους που χρησιμοποιούσαν τη θρησκεία και το θυμικό του λαού, ώστε να προωθήσουν ίδιες ατζέντες και να αδικήσουν τον λαό εν ονόματί του. Μπορεί να φαίνεται οξύμωρο, αλλά αυτή είναι η τεχνοτροπία προκειμένου να διατηρηθούν προνόμια και status quo ανεξαρτήτως προσόντων και ικανοτήτων.

Το Mistero buffο είναι ένα έργο που βασίζεται στην παρουσία ενός και μόνο ηθοποιού και ερμηνεύεται στην αυθεντική παδανική διάλεκτο με βενετσιάνικες, λομβάρδιες και πιεμοντέζικες επιρροές. Ο ηθοποιός αλλάζει διαρκώς ταυτότητες, δίχως την ανάγκη μακιγιάζ και κοστουμιών, διατηρώντας διαρκή επικοινωνία με το κοινό, από το οποίο ζητά ανά τακτά διαστήματα συμμετοχή και βοήθεια. Εκεί που χρειάζεται επεξηγεί, λύνει απορίες και γενικότερα μετατρέπει σε διαδραστική την παράσταση, εκμεταλλευόμενος και τυχόν απρόοπτα που εισάγουν το κοινό στη ροή του έργου. Πολύ απλοϊκό επί παραδείγματι, ήταν να υποδυθεί ο ηθοποιός το τσίμπημα μιας μέλισσας που τον κυνηγούσε κατά φαντασίαν στη σκηνή και χρησιμοποιείτο όταν το κοινό κουραζόταν από τα πολιτικά σχόλια και σοκαριζόταν από αναφορές του τύπου «ο Ιησούς χαστουκίζει τον Πάπα».

Με αυτόν τον τρόπο έμενε στο μυαλό του θεατή ότι ο Ιησούς δεν έχει καμία σχέση με τον Πάπα, όπως ήθελε να παρουσιάζει το παπικό κράτος, αλλά είναι κάτι πάρα πολύ ανώτερο που τιμωρεί ακριβώς εκείνους που παρουσιάζονται ως τιμωροί του λαού.

Κάθε φορά, αναλόγως τον τόπο, την επικαιρότητα, τη διάθεση του κοινού και το περιρρέον κλίμα, η επικοινωνιακή κατάσταση που δημιουργείται είναι διαφορετική και η σκηνική παρουσία του ηθοποιού αλλάζει. Στην παράσταση που έτυχε να παρακολουθήσω φερ’ ειπείν, ξεκίνησε να βρέχει και γενικότερα επρόκειτο για μια κωμικοτραγική κατάσταση, απ’ όπου όμως ξεκίνησε κάτι μοναδικό: Ο Φο υπό την ισχυρότατη καταιγίδα, άρχισε έναν διάλογο με τους κεραυνούς και τις βροντές, φτάνοντας μέχρι τον Θεό.

Το κοινό, εμού συμπεριλαμβανομένου, σχεδόν άμεσα ξέχασε τη νεροποντή και συνέχισε να παρακολουθεί μαγεμένο τον καλλιτέχνη. Ο Φο υπό καταρρακτώδη βροχή και για ένα εικοσάλεπτο έδωσε μια από τις πιο εμφαντικές παραστάσεις του. Ήταν μια πραγματικά αξέχαστη εμπειρία από την οποία έγινα σοφότερος και κατάλαβα γιατί ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης εθεωρείτο από τους πιο σημαντικούς της εποχής μας και για ποιον λόγο τιμήθηκε με το νόμπελ λογοτεχνίας από τη σουηδική Ακαδημία.

Βρίσκοντας τυχαία το απόκομμα του εισιτηρίου εκείνης της παράστασης, κατάλαβα ότι πολλές από τις αναφορές του έργου αφορούν άμεσα τη σημερινή κοινωνική κατάσταση στη χώρα και βοηθούν στο να γίνουν κατανοητές ορισμένες πολιτικές συμπεριφορές που αγγίζουν τα όρια του ακροβατισμού.

Η εξουσία είναι διαχρονική και η εμπορία ονείρων βρίσκεται στην ίδια σελίδα με τον ευτελισμό τους. Έχω την εντύπωση ότι η Ελλάδα του σήμερα βιώνει ακριβώς αυτή την κατάσταση και έπρεπε να επιλέξει το νιχιλισμό ή τη λογική αποστροφή.

Ανεξαρτήτως πολιτικών φρονημάτων και κεντρικών πολιτικών δομών, το πρόβλημα έχω την αίσθηση ότι είναι η απεμπόληση της ελπίδας για επιστροφή στην ξεχασμένη κανονικότητα. Έχουν γίνει, γίνονται και θα γίνουν τόσα πολλά τα τελευταία χρόνια. Η καθημερινότητα μάς καταπίνει, κάποιες πεποιθήσεις είναι κατασταλαγμένες, ο χρόνος ελάχιστος για να ερμηνεύσουμε συμπεριφορές και επιλογές συμπολιτών μας. Το ξέρουμε το «σωστό». Κουράγιο να το εξηγήσουμε ή να μπλέξουμε με «ανεπίγνωστους» δεν υφίσταται.

Η πολιτική στην Ελλάδα είναι ένα «αστείο μυστήριο», το δικό μας Mistero Buffο, το μυστήριο ενός λαού που θέλει να μπει σε μια ελίτ που έχει στο μυαλό του, αλλά μέχρι να το καταφέρει την καθυβρίζει. Αντιδρά, διαδρά, εξατομικεύει, θεωρεί πραγματικότητα το κουκούλι που τον περιβάλλει. Ένα μυστήριο πολιτικών οξύμωρων που δεν έχει τελειωμό, εκπεφρασμένο από ανθρώπους τους οποίους συναντάμε καθημερινά και δεν αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι ανήκουν στις υποκατηγορίες του Cipolla.

Τα ποσοστά της αποχής μπορεί να δηλώνουν ριψάσπιδες, μπορεί και την εκκωφαντικότερη αντίδραση ενός πολύ σεβαστού μέρους της κοινωνίας που κουράστηκε, βαρέθηκε, δεν θέλει «να μπλέξει» με τον αχταρμά που έτεξε η ευρωκάλπη

Ειλικρινά δεν ξέρω αν υπάρχει ελπίδα ή αν πέθανε κι αυτή. Τα ποσοστά της αποχής μπορεί να δηλώνουν ριψάσπιδες, μπορεί και την εκκωφαντικότερη αντίδραση ενός πολύ σεβαστού μέρους της κοινωνίας που κουράστηκε, βαρέθηκε, δεν θέλει «να μπλέξει» με τον αχταρμά που έτεξε η ευρωκάλπη. Ότι μπορεί να υπάρξει κανονικότητα και όχι αχταρμάς είναι βέβαιο. Και στη δουλειά μας και στο σπίτι μας και στις υπηρεσίες και στο γήπεδο και στην κοινωνία και στην Ευρώπη ολόκληρη. Η κανονικότητα ξεκινά από τα (πολύ) κοντινά μας, την ίδια την καθημερινότητα κατά την οποία κλείνουμε τα μάτια και προσπερνάμε ελαφρά τη καρδία σχεδόν τα πάντα. Τελούμε σε ένα καθεστώς διαρκούς ανοχής. Συμπεριφορών, μικροπαραβάσεων, αναξιοκρατίας, οκνηρίας, συνωμοσιολογίας, ψηφιακού πιλοταρίσματος.

Μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχω την αίσθηση ότι βαρέθηκε. Και απάντησε με περιφρόνηση, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους hardcore κομματικούς, τους παραδοσιακούς, τους random και τους ανεπίγνωστους. Είναι η πρώτη εκλογική αναμέτρηση από τον καιρό της αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα, κατά την οποία όλοι βγαίνουν χαμένοι και μετρούν απώλειες. Ο Φο στην καταιγίδα είδε την ευκαιρία. Οι σικάτες κυρίες και οι κομψοί κύριοι βράχηκαν, αλλά αποζημιώθηκαν στο τέλος.