Πολιτικη & Οικονομια

Η εικοσάχρονη ολυμπιακή επέτειος: Η πολιτική διάσταση

Οι πρώτοι Αγώνες σε ευρωπαϊκό έδαφος στον 21ο αιώνα στη γενέτειρά τους επανασύστησαν την Ελλάδα ως σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος στην παγκόσμια κοινότητα

Η εικοσάχρονη ολυμπιακή επέτειος: Η πολιτική διάσταση
Τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 2004 © ACTION IMAGES

Ολυμπιακοί Αγώνες 2004: Η πολιτική αποτίμηση της διοργάνωσης στην Αθήνα, 20 χρόνια μετά

Η συμπλήρωση είκοσι χρόνων από την επιτυχημένη τέλεση των 28ων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα συμπίπτει με τα πενήντα χρόνια της μεταπολίτευσης, στην αφήγηση της οποίας συνιστά ορόσημο. Στη διάρκειά της, προτάθηκε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή η μόνιμη τέλεσή τους στη χώρα (1976, 1980, 1984). Ακολούθως, στις 14 Απριλίου 1986, ελήφθη με μεγάλη πλειοψηφία από την ελληνική Βουλή η απόφαση διεκδίκησης των Ολυμπιακών της εκατονταετίας του 1996 έπειτα από πρόταση του Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος το 1988 στη Στοά του Αττάλου ανήγγειλε επίσημα την υποψηφιότητα της Αθήνας. Το 1990 στη τελική ευθεία εκείνης της ανεπιτυχούς διεκδίκησης εν μέσω πολιτικής αστάθειας, βρέθηκε η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Η διεκδίκηση των Αγώνων επανήλθε ως ζήτημα αρχικά το 1995 -μία άγνωστη προσπάθεια- με τη μορφή της τιμητικής ανάθεσης για το 2008, εκτός της διαδικασίας ανταγωνισμού των υποψήφιων πόλεων. Τελικά, με το κλίμα να έχει αναθερμανθεί, στις 5 Ιανουαρίου 1996, κατατέθηκε επίσημα η δήλωση υποψηφιότητας για το 2004 με την στήριξη της κυβέρνησης Παπανδρέου και των περισσότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων. Η διεκδίκηση αυτή τη φορά, διατηρώντας το τεχνικό πλαίσιο που είχε χαράξει ο Γεώργιος Κανδύλης, πραγματοποιείται σε μία εντελώς διαφορετική συγκυρία από εκείνη των αρχών της δεκαετίας του 1990, στην οποία κυριαρχεί η σταθερότητα και η ανάπτυξη, έχοντας ευοίωνη κατάληξη. Από το 1997 και για τα εξίμισι χρόνια της επτάχρονης ολυμπιακής προετοιμασίας οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη είχαν την κεντρική ευθύνη της υλοποίησης του εγχειρήματος. Στο τελευταίο στάδιο είχε συμβολή και η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Από τη γρήγορη αυτή αναδρομή συμπεραίνει κανείς ότι όλες οι κυβερνήσεις από το 1974 έως το 2004 συνδέθηκαν με το ολυμπιακό εγχείρημα, ανεξαρτήτως σε ποια φάση βρισκόταν αυτό κάθε φορά.

Όταν τελικά η Αθήνα ανέλαβε την ευθύνη τέλεσης της μεγαλύτερης αθλητικής διοργάνωσης του πλανήτη, στις 5 Σεπτεμβρίου 1997, το ελληνικό κράτος είχε κεντρικό ρόλο στη σύλληψη, το σχεδιασμό και την εφαρμογή του μεγαλύτερου και συνθετότερου επιχειρησιακού και επενδυτικού προγράμματος στη νεότερη ιστορία του. Για τον λόγο αυτό, ο συντονισμός της Διυπουργικής Επιτροπής Συντονισμού της Ολυμπιακής Προετοιμασίας (ΔΕΣΟΠ), που διηύθυνε την ολυμπιακή προετοιμασία, γίνεται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Για την υλοποίησή της επιστρατεύθηκε το σύνολο του δημόσιου τομέα. Πέραν του Κεντρικού Κράτους, συμμετοχή στην εθνική προσπάθεια για άρτια τέλεση των Αγώνων είχαν οι Οργανισμοί Νομαρχιακής & Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Δημόσιες Επιχειρήσεις (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΛΠ, ΕΛΤΑ, κ.α.), τα Σώματα Ασφαλείας, οι Κρατικές Τράπεζες και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Νοσοκομεία, Πανεπιστήμια κλπ). Επίσης ένα μεγάλο μέρος του ιδιωτικού τομέα με αιχμή τον κατασκευαστικό, τεχνικό και εμπορικό κλάδο, όπως κι αυτόν της παροχής υπηρεσιών. Ιδιαίτερη μνεία: πρώτη φορά στην Ελλάδα λειτούργησε το εθελοντικό κίνημα.

Την περίοδο αυτή στην κορυφή των δημόσιων προτεραιοτήτων βρίσκονται η ισότιμη συμμετοχή της Ελλάδας στην επόμενη φάση της ευρωπαϊκής ενοποίησης (ΟΝΕ) και ο στόχος οικονομικής σύγκλισης. Στο πλαίσιο αυτό, η ολυμπιακή προετοιμασία δίνει ώθηση στους ρυθμούς ανάπτυξης που ενισχύονται τη περίοδο αυτή, με την αύξηση των επενδύσεων για τα μεγάλα δημόσια έργα και τη διάθεση σημαντικών για τα ελληνικά δεδομένα κοινοτικών πόρων.

Η «ολυμπιακή ώθηση» προκλήθηκε όχι από έναν ενιαίο αλλά από πολλαπλούς προϋπολογισμούς που εξυπηρετούσαν αφενός ολυμπιακές απαιτήσεις και λειτουργίες, αφετέρου εθνικές ανάγκες σε υποδομές, που προσαρτήθηκαν στα χρόνια της προετοιμασίας, χωρίς να συνιστούν συμβατική ολυμπιακή υποχρέωση, όπως έργα δημόσιας υποδομής (συγκοινωνιακά, οδικά, κυκλοφοριακά, αντιπλημμυρικά), παρεμβάσεις κατασκευής, αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού υποδομών υγείας, ενέργειας, μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, τεχνολογίας, αθλητισμού, παιδείας, ασφάλειας και τουρισμού, αστικές αναπλάσεις καθώς και θεσμικές μεταρρυθμίσεις –η Ελλάδα άλλωστε υπήρξε το πρώτο κράτος-μέλος το οποίο διοργάνωσε Ολυμπιακούς Αγώνες με πλήρη εφαρμογή των αυστηρών κανόνων της κοινοτικής έννομης τάξης- αλλά και πρωτοβουλίες στον πολιτιστικό τομέα (ΤΕΕ, 2009).

Ο συνολικός προϋπολογισμός, παρά τα όσα έχουν ειπωθεί, ανήλθε στα €8,5 δισ., με την κατά κυριολεξία ολυμπιακή δαπάνη (τα υποχρεωτικά για τη διεξαγωγή των Αγώνων έργα) να αφορά τα €4,5 δισ. Το κόστος του €1,5 δισ. για την κάλυψη των υπέρμετρων απαιτήσεων της ασφαλείας, καλύφθηκε σε μεγάλο μέρος από τον κρατικό προϋπολογισμό (ΙΟΒΕ, 2015 & ΔΟΑ, 2016).

Η «κληρονομιά» των Ολυμπιακών Αγώνων 2004

Μεταολυμπιακά υπήρξε σημαντική απώλεια του επενδυμένου κεφαλαίου λόγω της εγκατάλειψης μέρους των ολυμπιακών ακινήτων (π.χ.beach volley στο Φάληρο). Ο βαθμός κεφαλαιοποίησης της επιτυχίας τους, εξαρτήθηκε από την συνολική πορεία της χώρας.

Είκοσι χρόνια μετά, αποτιμώντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 μέσα στην εποχή τους, θα λέγαμε ότι λειτούργησαν -πέραν του αυστηρά αθλητικού τους σκέλους- ως μια ευκαιρία για την επιτάχυνση των διαδικασιών ενσωμάτωσης και αφομοίωσης των ευρωπαϊκών προτύπων που ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη εν όψει των αυξημένων προκλήσεων συμμετοχής στον ενιαίο ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο (Κιτροέφ, 2004 & Λιάκος, 2019).

Οι πρώτοι Αγώνες σε ευρωπαϊκό έδαφος στον 21ο αιώνα στη γενέτειρά τους και στην πόλη που αναβίωσαν στην σύγχρονη εποχή ήταν μερικοί από τους συμβολισμούς που σηματοδοτούσαν την προσπάθεια της Ελλάδας να επανασυστηθεί, μέσα από ένα οικουμενικό γεγονός με ελληνικές ρίζες, ως σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος στην παγκόσμια κοινότητα. Το πέτυχε. Ο επικεφαλής και τα μέλη της ΔΟΕ, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, δήμαρχοι, αξιωματούχοι, και ανταποκριτές διεθνών μέσων ενημέρωσης, εξέφραζαν τον εντυπωσιασμό τους για τις υποδομές, τη διοργάνωση, την αίσθηση της ασφάλειας και τη φιλοξενία. Οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι από την ολυμπιακή υπόθεση υπήρξαν υλικά και άυλα οφέλη και χαμένες ευκαιρίες. Ακόμα κι έτσι όμως θα άξιζε να αναρωτηθούμε εάν η πενηντάχρονη μεταπολιτευτική περίοδος έχει να παρουσιάσει ανάλογο εθνικό συλλογικό εγχείρημα με θετικό πρόσημο που να διεύρυνε, εντός και εκτός Ελλάδας, την αντίληψη για τις δυνατότητες της χώρας.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.