Πολιτικη & Οικονομια

Φον Ντερ Λάιεν ή Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι της Ευρώπης;

Η Ελλάδα, όπως και η Ευρώπη, δεν έχουν περιθώρια παρέκκλισης από το αδιαπραγμάτευτο δημοκρατικό κεκτημένο

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ευρωεκλογές 2024: Η άνοδος της ακροδεξιάς και η υποψηφιότητα της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν και του Μάριο Ντράγκι για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

 Αν κάποιος ουδέτερος παρατηρητής παρακολουθούσε την προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων εν όψει της ευρωκάλπης θα έφτανε αβίαστα στο συμπέρασμα ότι στη χώρα πρόκειται να διεξαχθούν νέες εθνικές εκλογές ή, τουλάχιστον, κάποιου είδους προκριματικές εκλογές εν όψει της επόμενης αναμέτρησης για τη διακυβέρνηση της χώρας. Από την αντιπαράθεση ανάμεσα στην «αλαζονική» κυβέρνηση από τη μια και την «αναξιόπιστη» αντιπολίτευση από την άλλη, απουσιάζει σχεδόν παντελώς το ευρωπαϊκό διακύβευμα αυτών των εκλογών.

Κι αυτό συμβαίνει σε μια χώρα που στηρίζει τις προσδοκίες της για ανάπτυξη αποκλειστικά σχεδόν στους πλουσιοπάροχους πόρους του Ταμείου Ανασυγκρότησης, σε μια περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την ασφάλεια της Ευρώπης και την πορεία της ενοποίησης. Το ευρωπαϊκό αυτό έλλειμμα στον προεκλογικό διάλογο θα το βρούμε γρήγορα μπροστά μας καθώς η χώρα θα κληθεί σύντομα να ανταποκριθεί στις μεγάλες προκλήσεις τόσο των δημοσιονομικών πλεονασμάτων που θα απαιτηθούν όσο και των γεωπολιτικών εκκρεμοτήτων που πυκνώνουν τελευταία.

Η «Ενωμένη Ευρώπη» βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με κρίσιμα διλήμματα για το μέλλον της για πρώτη φορά μετά τον καταστροφικό Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Οι απαντήσεις-επιλογές των ευρωπαίων πολιτών, αρχής γενομένης από τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, θα καθορίσουν αν θα συνεχιστεί η πορεία προς την ενοποίηση ή αν η Ευρώπη θα επιστρέψει στη λογική του τείχους που θα ακυρώσει στην πράξη το ευρωπαϊκό όραμα. Η έκβαση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις φιλελεύθερες δυνάμεις και τις δυνάμεις της ανερχόμενης Ακροδεξιάς θα είναι κρίσιμη και αποφασιστική.

Η άνοδος της Ακροδεξιάς δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Οι δύο πόλεμοι που ξέσπασαν στα σύνορα της Ευρώπης, η έκρηξη του μεταναστευτικού ζητήματος και η επελαύνουσα κλιματική αλλαγή προκάλεσαν ένα λαϊκίστικο τσουνάμι που ευνόησε τις εθνικιστικές και ρατσιστικές απόψεις και τις δυνάμεις που τρέφονται από αυτές. Αυτός είναι και ο λόγος που σε μια σειρά χώρες-μέλη τα ακροδεξιά κόμματα κατέλαβαν ή απειλούν να καταλάβουν την εξουσία αλλάζοντας δραστικά τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης. Τα κόμματα αυτά στοχεύουν να αλλάξουν υπέρ τους τον συσχετισμό των δυνάμεων στο ευρωκοινοβούλιο διεκδικώντας ρυθμιστικό ρόλο από αυτές κιόλας τις ευρωεκλογές.

Οι κινήσεις που έχουν γίνει ήδη δεν μπορεί -και δεν πρέπει- να υποτιμηθούν. Οι πρόσφατες συναντήσεις των ακροδεξιών κομμάτων έδωσαν το στίγμα των προθέσεων των ηγεσιών τους. Η επιχείρηση συγκάλυψης των αντιευρωπαϊκών σχεδίων της Ακροδεξιάς, στο όνομα δήθεν της υπεράσπισης της «εθνικής ταυτότητας» των λαών της Ευρώπης, δεν είναι παρά το πρώτο βήμα για τη ματαίωση της πορείας προς την ολοκλήρωση. Το ίδιο και η προσπάθεια απομόνωσης δήθεν των «ακραίων» ακροδεξιών όπως έκανε η Μαρίν Λεπέν με το γερμανικό AfD, προσκαλώντας ταυτόχρονα την Μελόνι να συμμετάσχει στην ίδια ευρωπαϊκή κοινοβουλευτική ομάδα.

Ωστόσο, το πιο ανησυχητικό γεγονός είναι η στάση του «Λαϊκού Κόμματος», του ισχυρότερου κόμματος στο ευρωκοινοβούλιο. Είναι, δυστυχώς, το μόνο κόμμα που δεν απέκλεισε τη συνεργασία με τις ακροδεξιές δυνάμεις και αυτό κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι. Η ικανοποίηση που εξέφρασε η Πρόεδρος της Κομισιόν -και εκλεκτή του Λαϊκού κόμματος για μια δεύτερη θητεία- Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν για τη συνεργασία της με τη Τζόρτζια Μελόνι όπως και η νομιμοποίηση της Ακροδεξιάς συμμετοχής σε κυβερνήσεις μερικών χωρών είναι ενδεικτικές των προθέσεων ορισμένων «Λαϊκών». Η προδιαγραφόμενη συνεργασία Μελόνι-Λεπέν δεν φαίνεται ικανή να αναστείλει αυτές τις προθέσεις. Το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης κινδυνεύει να εκχωρηθεί στις ορέξεις των αντιπάλων της.

Οι προβλέψεις μιλούν ακόμα για μια πιθανή -οριακή έστω- επικράτηση στις ευρωεκλογές του σημερινού συνασπισμού διακυβέρνησης των Βρυξελλών από τη κεντροδεξιά, τους σοσιαλιστές και τους φιλελεύθερους. Ακόμα και με αυτό το αποτέλεσμα η διεύρυνση προς την Ακροδεξιά «Ταυτότητα και Δημοκρατία» θα πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανή. Σε μια τέτοια εκδοχή -κερκόπορτα του εθνικισμού- η απάντηση των φιλελεύθερων δυνάμεων πρέπει να είναι άμεση και αποφασιστική. Η πρόταση που προβάλλεται από ορισμένες πλευρές για την υποψηφιότητα του έμπειρου, αποτελεσματικού και Ευρωπαίου οραματιστή Μάριο Ντράγκι μπορεί να συσπειρώσει και να ενοποιήσει ένα ευρύτατο φάσμα φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων από όλες τις πτέρυγες του ευρωκοινοβουλίου.

Οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας δεν μπορεί να παραμείνουν αδιάφορες μπροστά σε αυτές τις καθοριστικές για την Ευρώπη εξελίξεις. Ο πρωθυπουργός, ο οποίος έχει επανειλημμένα «ξεκόψει» κάθε πιθανότητα συνεργασίας με τις λαϊκιστικές ακροδεξιές δυνάμεις οφείλει να δεσμευτεί ότι θα κρατήσει την ίδια στάση και σε ευρωπαϊκό επίπεδο απορρίπτοντας την υποψηφιότητα με την κ. Φον Ντερ Λάιεν εφόσον στηριχθεί και από ακροδεξιές ψήφους. Αλλιώς θα θεωρηθεί δικαίως ότι και η δέσμευσή του για αποκλεισμό αντίστοιχων κυβερνητικών συνεργασιών στη χώρα μας, εφόσον χρειαστούν, είναι απολύτως έωλη και αναξιόπιστη. Η Ελλάδα, όπως και η Ευρώπη, δεν έχουν περιθώρια παρέκκλισης από το αδιαπραγμάτευτο δημοκρατικό κεκτημένο.