Πολιτικη & Οικονομια

ΣΥΡΙΖΑ: Δίχως ουσία η επιστολή παρωδία του πρωθυπουργού στην Κομισιόν για την ακρίβεια

Η ανακοίνωση της Κουμουνδούρου

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

ΣΥΡΙΖΑ: Η ανακοίνωση-απάντηση για την απάντηση της Κομισιόν στην επιστολή του Κυριάκου Μητσοτάκη για την ακρίβεια

Με μία δηκτική ανακοίνωση σχολιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ την απάντηση της Κομισιόν στην επιστολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για την ακρίβεια.

Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ

Συγκεκριμένα στην ανακοίνωση του αναφέρει: «Η απάντηση της Κομισιόν στην επιστολή-παρωδία του Κυριάκου Μητσοτάκη καταδεικνύει αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είπε από την πρώτη στιγμή: Πως η κίνηση αυτή δεν είχε την παραμικρή ουσία, αλλά έγινε με μοναδικό σκοπό ο κ. Μητσοτάκης να πετάξει για μία ακόμη φορά από πάνω του την ευθύνη για την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια, που οι πολιτικές της κυβέρνησης του έκαναν να ακμάζει".

Ακολούθως υποστηρίζει: «Δεν μπορεί να περίμενε άλλωστε ο κ. Μητσοτάκης κάτι περισσότερο από αυτό που έλαβε: Ένα αόριστο ‘ευχαριστούμε για την ενημέρωση και θα το δούμε στο μέλλον'. Αντί συγκεκριμένων προτάσεων, όπως κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Δημοκρατία επέλεξε και πάλι την επικοινωνία. Ένα ‘σόου' ώστε να δείξει πως δήθεν κόπτεται για τον μέσο Έλληνα πολίτη που υποφέρει καθημερινά. Από την ατομική ευθύνη να πάμε πλέον στην ΄Ευρωπαϊκή ευθύνη'. Φτάνει πια».

H ΕΕ χαιρετίζει την επιστολή του Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης με στόχο την προστασία των καταναλωτών

H Eυρωπαϊκή Επιτροπή χαιρετίζει την επιστολή που έστειλε ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προς την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των διαφορών στις τιμές πώλησης βασικών καταναλωτικών προϊόντων και τονίζει ότι θα απαντήσει σε εύθετο χρόνο.

Κομισιόν για επιστολή Μητσοτάκη: Συμβάλλει στον συνολικό προβληματισμό 

Σύμφωνα με εκπρόσωπο της Επιτροπής, η επιστολή του Έλληνα πρωθυπουργού συμβάλλει στον συνολικό προβληματισμό για το μέλλον της ενιαίας αγοράς, τονίζοντας ότι η Επιτροπή παραμένει προσηλωμένη στην κατάργηση των αδικαιολόγητων ρυθμιστικών και μη φραγμών για να διασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Ολόκληρη η απάντηση εκπροσώπου της Επιτροπής, έχει ως εξής:

«Λάβαμε την επιστολή του Πρωθυπουργού της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κυριάκου Μητσοτάκη, που απευθύνεται στην Πρόεδρο της Επιτροπής Ursula von der Leyen.

Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική μας, θα απαντήσουμε στην επιστολή σε εύθετο χρόνο.

Χαιρετίζουμε επίσης την επιστολή, η οποία θα υποστηριχθεί από την έκθεση του Mario Draghi για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας και την έκθεση του Enrico Letta για το μέλλον της ενιαίας αγοράς.

Η Κομισιόν παραμένει διαρκώς προσηλωμένη στην κατάργηση των αδικαιολόγητων ρυθμιστικών και μη φραγμών για να διασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Οι εδαφικοί περιορισμοί προσφοράς (TSCs) ισοδυναμούν με μη ρυθμιστικούς φραγμούς για την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Η Eυρωπαϊκή Επιτροπή διεξήγαγε μια μελέτη το 2020, η οποία επιβεβαίωσε την ύπαρξη αυτών των μη ρυθμιστικών περιορισμών που επιβάλλονται από τους προμηθευτές στους πωλητές λιανικής, εμποδίζοντάς τους να προμηθεύονται στη χώρα της επιλογής τους.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού, αυτές οι συμφωνίες είναι παράνομες και οι μονομερείς αυτές πρακτικές απαγορεύονται, εάν ο κατασκευαστής κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά εισαγωγής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει μια σειρά από τέτοιες υποθέσεις. Η Επιτροπή δεν θα διστάσει να προστατεύσει τους καταναλωτές διερευνώντας αυτές τις περιπτώσεις κατά προτεραιότητα. Ενώ η επιβολή του ανταγωνισμού ως τέτοια δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του, μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο.

Αρκετά κράτη μέλη ζήτησαν από την Επιτροπή να εξετάσει αυτό το ζήτημα και να εντοπίσει μια λύση για την ενιαία αγορά πέρα από τους κανόνες ανταγωνισμού.

Η κρίση κόστους ζωής καθιστά ακόμη πιο ευαίσθητο το θέμα των τιμών για τους καταναλωτές.

Στην «πορεία μετάβασης προς το οικοσύστημα λιανικής» που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2024, η Επιτροπή πρότεινε την έναρξη διαλόγου μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών, δηλαδή των διεθνών προμηθευτών επώνυμων προϊόντων, λιανοπωλητών και καταναλωτών, για να προσπαθήσουν να βρουν λύσεις.

Κατά τον ίδιο τρόπο, θα πρέπει να γίνει περαιτέρω συζήτηση με τα κράτη μέλη».