Πολιτικη & Οικονομια

Ο Ράμα, η Σιλιάνοφσκα, ο Ερντογάν μας περικύκλωσαν, κινδυνεύει η πατρίς

Είναι εμφανές πως το δηλητήριο του εθνικισμού και του κρυφορατσισμού βγαίνει πολύ εύκολα από το μπουκάλι

Ανδρέας Παπαδόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η άστοχη δήλωση της Προέδρου της Δημοκρατίας της Βορείου Μακεδονίας και το «φλερτ» με τις ιδέες της ακροδεξίας για ακόμη μια φορά στο εγχώριο πολιτικό σύστημα

Φρίττει το πολιτικό σύστημα με το ενδεχόμενο ανόδου και υψηλών ποσοστών των κομμάτων της ακροδεξιάς. Και την ίδια στιγμή δεν χάνει ευκαιρία για να υποκύψει στην ατζέντα των ιδεών της. Εδώ και μέρες ζούμε ένα παραλήρημα έξαρσης του εθνικισμού με όλους τους γείτονές μας. Έχουμε θέματα ή αποκτήσαμε ξαφνικά θέματα με την Τουρκία, τη Βόρεια Μακεδονία, την Αλβανία. Απορώ πώς μας έχει ξεφύγει η Βουλγαρία, ενώ και με τη Σερβία πήγε να δημιουργηθεί κόμπλα λόγω του Κοσόβου. Με την πρώτη ευκαιρία γινόμαστε έθνος ανάδελφον, που φαντασιώνεται παντού εχθρούς.

Οι φωνές που δεν σπεκουλάρουν με τα ζητήματα αυτά είναι ελάχιστες. Και συνήθως χαρακτηρίζονται εθνοπροδότες, μειωμένης πατριωτικής ευαισθησίας, και βεβαίως εισπράττουν το προσωπικό ή και το πολιτικό κόστος.

Αντιθέτως τα περισσότερα κόμματα υπακούουν στο κλίμα που διαμορφώνουν τα ΜΜΕ, ενώ ακούγοντας τους περισσότερους πολιτικούς δεν μπορείς να ξεχωρίσεις από ποιο ιδεολογικό χώρο προέρχονται. Μιλάμε για έναν ιδεολογικό αχταρμά που βράζει στο καζάνι της ευκολίας του εθνικισμού.

Έχουμε ένα πολιτικό και μιντιακό σύστημα, το οποίο είναι έτοιμο να λύσει το ζωνάρι και να μπει στον καυγά. Ουκ ολίγες φορές δημιουργούμε εμείς τα θέματα ή πιανόμαστε από κάποια ανόητη δήλωση, κάποιου παράγοντα. Λες και οι δηλώσεις των δικών μας πολιτικών, στρατιωτικών, αναλυτών κλπ είναι υπόδειγμα μετριοπάθειας και ρεαλιστικού λόγου.

Με την Τουρκία εδώ και ενάμιση χρόνο είμαστε σε μια εξαιρετική φάση. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα πριν μήνες ήταν άψογη, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης προχωρούν, οι συμφωνίες τηρούνται, η visa για τα δέκα νησιά του Αιγαίου κάνει καλό και στις δυο όχθες. Ποιοι άραγε ενοχλούνται από αυτή την ηρεμία; Και ευτυχώς ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης δεν κάνει πολιτική για να ικανοποιήσει τα εσωτερικά ακροατήρια ούτε για να φτιάξει πολιτικό κεφάλαιο. Άλλωστε και η τελευταία συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο Ερντογάν στην Τουρκία έδειξε πως οι δυο χώρες μπορούν να συζητούν και να βρίσκουν πεδίο συνεννόησης. Προφανώς υπάρχουν διαφωνίες, σημαντικά ανοιχτά ζητήματα που μόνο το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης μπορεί να επιλύσει, αλλά το εξαιρετικό κλίμα δεν μπορεί να (το) χαλάσει ούτε η άποψη Ερντογάν για την Χαμάς, αλλά ούτε και η απολίτιστη στάση της Τουρκίας για τη Μονή της Χώρας.

Και αν η Τουρκία είναι πράγματι το πιο σύνθετο κεφάλαιο για την εξωτερική πολιτική της χώρας, τι να πει κανείς για την κρίση που πάνε να δημιουργήσουν πολλοί με την Βόρεια Μακεδονία,  ανοίγοντας ακόμα και θέμα ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Την καλύτερη απάντηση στην άστοχη δήλωση της Προέδρου της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας έδωσε ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας. Το ζήτημα αυτό πρέπει να κλείσει, να υλοποιήσουμε και οι δυο πλευρές όσα απορρέουν από την ιστορική συμφωνία, διότι το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι να ξαναβγούν οι περικεφαλαίες στον δρόμο και να ανοίξει μια ανόητη συζήτηση για ένα θέμα που έκλεισε. Και έκλεισε χωρίς το παραμικρό κόστος για την Ελλάδα.

Σε ότι αφορά στην Αλβανία είχαμε ολόκληρα κατεβατά κειμένων γιατί ήρθε ο Έντι Ράμα στην Αθήνα. Λύσσαξαν οι πάσης φύσεως εθνικιστές και κρυφορατσιστές για την παρουσία του Αλβανού πρωθυπουργού και την ομιλία που έκανε στο Γαλάτσι. Αναρωτιέμαι αν θα είχαμε την παραμικρή αντίδραση αν π.χ. ερχόταν ο Γάλλος πρόεδρος και έκανε ομιλία σε συμπατριώτες του στην Ελλάδα. Ρητορικό το ερώτημα, αυτονόητη η απάντηση.

Είναι εμφανές πως το δηλητήριο του εθνικισμού και του κρυφορατσισμού βγαίνει πολύ εύκολα από το μπουκάλι. Με ευθύνη τόσο του πολιτικού συστήματος όσο και των ΜΜΕ. Που σε καθημερινή βάση και για να κάνουν νούμερα τηλεθέασης δίνουν βήμα σε κάθε απόστρατο, διεθνολόγο, τουρκολόγο, στρατιωτικό αναλυτή κλπ. Σκέφτομαι, άλλωστε, πόσες κατηγορίες ανθρώπων θα μείνουν ανεπάγγελτοι αν λύσουμε τις διαφορές μας με την Τουρκία. Ουρά θα κάνουν στον ΟΑΕΔ. Και επειδή το γνωρίζουν κάνουν ότι μπορούν για να συντηρούν τον στείρο αντιτουρκισμό ή να θέτουν μονίμως ζητήματα για τις σχέσεις με τους υπόλοιπους γείτονές μας στα Βαλκάνια.

Από το 1974 οι μοναδικές κυβερνήσεις που εκ του αποτελέσματος δεν υπηρέτησαν το status quo και προσπάθησαν να επιλύσουν ζητήματα εξωτερικής πολιτικής είναι του Κώστα Σημίτη (Συμφωνία στο Ελσίνκι, ένταξη Κύπρου στην ΕΕ)  και του Αλέξη Τσίπρα (Συμφωνία Πρεσπών), ενώ είναι βέβαιο πως και η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου αν δεν υπήρχε το τσουνάμι της οικονομικής κρίσης θα είχε σημαντικά επιτεύγματα σε αυτό το πεδίο.

Η σημερινή κυβέρνηση δείχνει να ταλαντεύεται, φοβούμενη το πολιτικό κόστος και τις σκληρές διαθέσεις όσων είναι στο «κλίμα Σαμαρά», παρότι οι απόψεις του πρωθυπουργού είναι σε γενικές γραμμές στην σωστή κατεύθυνση. Μένει να δούμε, στο τέλος της ημέρας, αν το εθνικό θα υπερισχύσει του κομματικού συμφέροντος ή όχι…