Πολιτικη & Οικονομια

Να πάψουν να βλέπουν τηλεόραση

Η ενημέρωση στηρίζεται στην ατομική ευθύνη. Αυτοί οι οποίοι όμως είναι πραγματικά «παγιδευμένοι», είναι οι πολιτικοί, κυρίως της αντιπολίτευσης, αν και όχι μόνο

Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η διαφορά του πολιτικού από την τηλεόραση: ένα παράδειγμα με τον Στέφανο Κασσελάκη

Την ανάρτηση ενδεχομένως να την είδατε στα σόσιαλ μίντια. Ήταν χιουμοριστική και αφορούσε την τιμή του αρνιού, η οποία έπαιζε ανάλογα με τις επιλογές που έκανε κάθε τηλεοπτικός σταθμός. Ξεκινούσε από ψηλά, τάδε σταθμός: 18 ευρώ, δείνα σταθμός: 16 ευρώ, χασάπης της γειτονιάς: 12 ευρώ, και κατέληγε στο σούπερ μάρκετ: 10 ευρώ. Δεν έδιναν αναγκαστικά ψεύτικα στοιχεία οι σταθμοί, είναι φανερό ωστόσο ότι ήταν επιλογή τους να διογκώνουν το πρόβλημα της ακρίβειας. Το γιατί το γνωρίζουμε πολύ καλά. Η οργή ως τηλεοπτική συνταγή πουλάει και οι επαγγελματίες των ειδήσεων στην τηλεόραση θέλουν να μας έχουν διαρκώς οργισμένους για όλους και για όλα. Άλλωστε οι αιτίες και οι αφορμές δεν λείπουν.

Πρέπει, λοιπόν, να είμαστε θυμωμένοι με τις υψηλές τιμές του αρνιού στην αγορά, αλλά και με τις χαμηλές τιμές που απολαμβάνουν οι κτηνοτρόφοι. Με τους υψηλούς φόρους που πληρώνουμε, αλλά και με τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής που πνίγουν τους μικρομεσαίους. Με τις κάμερες κυκλοφορίας που καθυστερούν να μπουν, αλλά και με τις κάμερες που θα μπουν και θα καταργήσουν την ιδιωτικότητά μας. Με τις χαμηλές συντάξεις που παίρνουμε, αλλά και τα αυστηρά μέτρα για την είσπραξη των χρεών από τις εισφορές. Με τα λίγα στεγαστικά που δίνονται, αλλά και με τις κατασχέσεις σε βάρος όσων δεν εξοφλούν τα στεγαστικά που έχουν πάρει. Και βέβαια πρέπει να είμαστε οργισμένοι με τις ανεπάρκειες των δημόσιων φορέων όπως τις ζούμε καθημερινά στην υγεία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια ή ακόμα χειρότερα σε τραγωδίες όπως στο Μάτι ή τα Τέμπη.

Για την τηλεόραση όλα αυτά είναι βούτυρο στο ψωμί της. Ο καλός τηλεοπτικός είναι αυτός που θα μπορέσει να τα παρουσιάσει με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο. Δικαιολογημένα ίσως αν σκεφτούμε πόσες καλές ειδησεογραφικές εκπομπές κόπηκαν λόγω χαμηλής τηλεθέασης. Πρέπει να ψάχνεις πολύ πια για να βρεις τις ελάχιστες φωνές ψυχραιμίας ή τις στιγμές ερευνητικής δημοσιογραφίας η οποία επιδιώκει να στηρίζει τις καταγγελίες σε στοιχεία.

Όλα αυτά βέβαια είναι γνωστά και αποτελούν έναν από τους λόγους που πολλοί έχουν διακόψει τη σχέση τους με την τηλεόραση. Από το να πουλάει οργή, έγινε η ίδια αντικείμενο οργής. Ακόμα χειρότερα, έγινε μέρος του προβλήματος. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα την περίοδο της κρίσης. Ο τρόπος παρουσίασης των ειδήσεων, ο Τράγκας και τα κακέκτυπά του, συνέβαλαν στην απουσία κάθε δυνατότητας ψύχραιμου διαλόγου. Τις επιπτώσεις τις γνωρίζουμε, τις ζήσαμε για μια ολόκληρη δεκαετία. Τότε βέβαια τα «συστημικά» μέσα ήταν, και εξακολουθούν να είναι και σήμερα, υπό κατηγορία για το ότι δεν αναδεικνύουν τα προβλήματα, κρύβουν την πραγματικότητα για να εξυπηρετήσουν τις μνημονιακές κυβερνήσεις τότε, τον Μητσοτάκη τώρα. Η αλήθεια όμως είναι ότι η τηλεοπτική συνταγή ήταν και εξακολουθεί να είναι ίδια, για όλους τους σταθμούς, ανεξάρτητα από πολιτικές προτιμήσεις. Όχι μόνο δεν κρύβουν τα προβλήματα, αλλά αντίθετα ζουν γι’ αυτά, δημιουργούν μια εναλλακτική πραγματικότητα διαρκούς έντασης και, ναι, οργής. Θα μπορούσε να θεωρηθεί και μια εκδοχή του περίφημου αφορισμού ότι το μέσο είναι το μήνυμα.

Το να περιμένει κανείς ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν είναι μάταιο. Τελικά και η ενημέρωση στηρίζεται στην ατομική ευθύνη, τη δική μας που θα πρέπει να γίνουμε κριτικοί καταναλωτές των ειδήσεων. Αυτοί οι οποίοι όμως είναι πραγματικά «παγιδευμένοι», είναι οι πολιτικοί, κυρίως της αντιπολίτευσης, αν και όχι μόνο. Θεωρούν ότι είναι καθήκον τους να εκφράζουν αυτή την οργή. Πιστεύουν ότι με αυτόν τον τρόπο έρχονται σε επαφή με τους πολίτες και κερδίζουν από τη γενικευμένη δυσαρέσκεια. Είναι και αυτοί λοιπόν σε μια μόνιμη κατάσταση οργής και καταγγελίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Κασσελάκης. Πρωτοεμφανίστηκε ως υπεράνω μικροκομματικών ανταγωνισμών, είχε καλά λόγια ακόμα και για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και μέσα σε λίγους μήνες μεταλλάχθηκε στο αντίθετό του, έτοιμος να δώσει κομματικό χρώμα στα πάντα. Τελευταίο κρούσμα η επίθεση στην κυβέρνηση για τη δικαστική απόφαση στο Μάτι, αλλά και για την αποφυλάκιση Μιχαλολιάκου. Κατ’ αυτόν δηλαδή η κυβέρνηση όχι μόνο παρενέβη στη δικαιοσύνη, αλλά για το Μάτι φρόντισε να πέσουν στα μαλακά οι κατηγορούμενοι και να αθωωθεί, για παράδειγμα η κ. Δούρου. Είναι φανερό ότι ο Κασσελάκης προσαρμόστηκε πλήρως στην παράδοση της διαρκούς και για τα πάντα καταγγελίας του ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο που τη διαβάζει λάθος.

Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγματι το κόμμα της οργής, το κόμμα που πίσω από καθετί έβρισκε κυβερνητικές ευθύνες. Δεν κέρδισε όμως τις εκλογές γι’ αυτόν τον λόγο.

Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγματι το κόμμα της οργής, το κόμμα που πίσω από καθετί έβρισκε κυβερνητικές ευθύνες. Δεν κέρδισε όμως τις εκλογές γι’ αυτόν τον λόγο. Το καθοριστικό στοιχείο είναι ότι έπεισε τους πολίτες, δημιούργησε τη συλλογική αυταπάτη αν προτιμάτε, πως θα μπορέσει να καταργήσει το μνημόνιο ή να πετύχει πολύ καλύτερους όρους. Γιατί αυτή είναι η διαφορά του πολιτικού από την τηλεόραση: πρέπει να πείσει ότι έχει να προσφέρει λύσεις. Και γι’ αυτό δεν αρκεί η οργή. Αντιθέτως ένας μονίμως οργισμένος πολιτικός χάνει τη σοβαρότητά του, δεν πείθει ότι κατανοεί τα προβλήματα σε βάθος, καθίσταται ύποπτος δημαγωγίας. Ίσως αυτό να εξηγεί και το γιατί όλα αυτά τα χρόνια τα εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ είναι αντιστρόφως ανάλογα της έντασης στην κριτική του. Φυσικά λύσεις υπάρχουν. Η καλύτερη ίσως είναι να πάψουν να βλέπουν τηλεόραση. Άλλωστε οι μέρες του Πάσχα προσφέρονται για αναστοχασμό και ηρεμία.

Υ.Γ. Για να είμαστε δίκαιοι, στον πειρασμό να αξιοποιήσει την απόφαση του δικαστηρίου για κομματικά οφέλη ενέδωσε και ο υπουργός Δικαιοσύνης ο οποίος υποστήριξε πως με τον δικό του νόμο οι καταδικασθέντες θα ήταν υποχρεωμένοι να εκτίσουν μέρος της ποινής τους στη φυλακή. Το μόνο που ξέχασε να πει είναι ότι ένας εξ αυτών, μετά την τραγωδία, είχε προαχθεί επί κυβέρνησης ΝΔ! Αυτό όμως θα μας οδηγούσε σε άλλα μονοπάτια ως προς τις ευθύνες.