Πολιτικη & Οικονομια

Στην Ελλάδα νικήθηκε ο λαϊκισμός ή απειλείται το κράτος δικαίου;

Οι δύο όψεις μιας ενιαίας πολιτικής

Κωνσταντίνος Σαραβάκος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο σχετικά με την έκθεση της ΕΕ για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα και τον λαϊκισμό

Τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου δημοσιεύθηκαν δύο ειδήσεις οι οποίες μεταξύ τους ενδεχομένως να μοιάζουν αντιφατικές. Από την μία πλευρά, η συνέντευξη του Πρωθυπουργού στον Economist (Kyriakos Mitsotakis on how to escape the grip of populism), είναι ένα μανιφέστο εναντίον του λαϊκισμού και αναλύει τον τρόπο και τις μεθόδους που αυτός νικήθηκε στην Ελλάδα, από την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2019 και την πολιτική που ακολούθησε. Πράγματι, η Ελλάδα πλέον δεν κατατάσσεται μεταξύ των χωρών με λαϊκίστικες κυβερνήσεις όπως συνέβη την περίοδο 2015-2019 από την «ανίερη» συμμαχία δεξιών και αριστερών λαϊκίστικών κομμάτων.

Από την άλλη μεριά, δημοσιοποιήθηκε το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (18/01/2024) σχετικά με την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μεταξύ άλλων, καλεί την Ελλάδα, και άλλες μη εκλεκτές στο πεδίο της προστασίας του κράτους δικαίου χώρες όπως την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Ισπανία και την Κύπρο, να προστατέψει τις θεμελιώδεις αξίες των ελεύθερων μέσων ενημέρωσης για την προάσπιση της δημοκρατίας, τη λογοδοσία των δημόσιων και ιδιωτικών οργανισμών και την παροχή  της δυνατότητας πρόσβασης σε τεκμηριωμένες πληροφορίες στους πολίτες.

Πέρα από το καθ’ αυτό ζήτημα των παρακολουθήσεων, δεν πρέπει να ξεχνάμε και μια σειρά από γεγονότα που ακολούθησαν την αποκάλυψή τους και έπληξαν έτι περαιτέρω τους φιλελεύθερους θεσμούς

Με απλά λόγια, σύμφωνα με το ψήφισμα της ΕΕ στην Ελλάδα «απειλούνται» βασικές αξίες που συνθέτουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Προφανώς, για την Ελλάδα, η υπόθεση των υποκλοπών βρίσκεται στο επίκεντρο και δικαιολογημένα. Πέρα από το καθ’ αυτό ζήτημα των παρακολουθήσεων, δεν πρέπει να ξεχνάμε και μια σειρά από γεγονότα που ακολούθησαν την αποκάλυψή τους και έπληξαν έτι περαιτέρω τους φιλελεύθερους θεσμούς. Ο πλημμελής κοινοβουλευτικός έλεγχος από σχετικές επιτροπές, η παρεμπόδιση του έργου των ανεξάρτητων αρχών, η προσπάθεια επηρεασμού της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική και η αλλαγή της σύνθεσης σωμάτων ανάδειξης ανεξάρτητων αρχών είναι μερικά μόνο από τα σημεία που το κράτος δικαίου στην Ελλάδα δοκιμάστηκε.

Αν ο λαϊκισμός είναι, μεταξύ άλλων, η επίθεση στους φιλελεύθερους πυλώνες του κράτους δικαίου και ο περιορισμός της ελεγκτικής λειτουργίας μεταξύ των θεσμών, τότε τι συμβαίνει στην Ελλάδα των τελευταίων χρόνων; Υποχωρεί ή ενδυναμώνεται;

Τον Σεπτέμβριο του 2015 τα λαϊκίστικα κόμματα της Βουλής στην Ελλάδα συγκέντρωναν το 55,1% των ψήφων, έναντι 38,5% των υπολοίπων, διαφορά που άγγιζε τις 17 ποσοστιαίες μονάδες

Η μία απάντηση έχει εκλογική διάσταση, δηλαδή, ποια είναι η εκλογική απήχηση των κομμάτων τα οποία κατατάσσονται στην διεθνή μελέτη ως λαϊκίστικα έναντι των υπολοίπων (που συνήθως αποκαλούνται «established»). Τον Σεπτέμβριο του 2015 τα λαϊκίστικα κόμματα της Βουλής στην Ελλάδα συγκέντρωναν το 55,1% των ψήφων, έναντι 38,5% των υπολοίπων, διαφορά που άγγιζε τις 17 ποσοστιαίες μονάδες. Αντίθετα, το 2019 η σχέση αυτή ανατράπηκε καθώς τα λαϊκίστικα κόμματα συγκέντρωναν το 46,9% των ψήφων έναντι του 48% των υπολοίπων. Τον Ιούνιο του 2023 τα λαϊκίστικα κόμματα έφτασαν το 41,5%, ενώ τα υπόλοιπα το 52,4%. Αυτές οι 11 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά, καταδεικνύουν πως, πράγματι, η εκλογική απήχηση λαϊκιστικών κομμάτων υποχώρησε, κυρίως λόγω της σαρωτικής επικράτησης της ΝΔ (Γράφημα 1). Αξίζει να σημειωθεί πως η κατάταξη κομμάτων σε λαϊκιστικά και μη λαϊκιστικά έχει γκρίζες ζώνες, παράδειγμα των οποίων αποτελεί η στρατηγική πολιτικής επικοινωνίας της ΝΔ το 2019 που από τη μία είχε λαϊκιστικά χαρακτηριστικά σχετικά με το μακεδονικό, ενώ από την άλλη ο προγραμματικός της λόγος είχε μια μεταρρυθμιστική διάσταση με έμφαση στον σεβασμό στους θεσμούς.

Γράφημα 1. Ποσοστά λαϊκιστικών και μη λαϊκιστικών κομμάτων στις εθνικές εκλογές

Η δεύτερη απάντηση έχει θεσμική σκοπιά. Σχεδόν σε όλους τους δείκτες που μετρούν την ποιότητα των θεσμών και του κράτους δικαίου, η φιλελεύθερη δημοκρατία στην Ελλάδα υποχωρεί, καθώς βαθμολογείται χαμηλότερα, τόσο σε σχέση με το 2019, όσο και συγκριτικά με τον αντίστοιχο μέσο όρο των 27 κρατών της ΕΕ. Ενδεικτικά, στον Δείκτη Φιλελεύθερης Δημοκρατίας από το V-DEM, η Ελλάδα το 2019 βρισκόταν σε ελαφρώς καλύτερη θέση, ωστόσο, τα επόμενη 3 έτη σημειώθηκε σημαντική πτώση και συνεπώς καταγράφεται σημαντική απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ. Στον Δείκτη Δημοκρατίας του Freedom House επίσης σημειώνεται πτώση για την Ελλάδα την περίοδο 2020-2023, ωστόσο, σε μικρότερο βαθμό (Γράφημα 2). Ακόμη, η επίκληση «λόγων εθνικού συμφέροντος» στην υπόθεση των υποκλοπών αποτελεί μία ακόμη λαϊκιστική ρητορική οχύρωση γύρω από μια έννοια διαίρεσης μεταξύ εθνικού και αντι-εθνικού. 

Γράφημα 2. Βαθμολογία στον Δείκτη Φιλελεύθερης Δημοκρατίας (V-DEM) και στον Δείκτη δημοκρατίας (Freedom House)

Στον βαθμό που η πολιτική της Ελλάδας ευθυγραμμίζεται με τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το ψήφισμα της ΕΕ και οι συνεχείς αρνητικές εκθέσεις της Επιτροπής για το κράτος δικαίου, όπως επίσης και η σταθερή χειροτέρευση της βαθμολογίας της Ελλάδας σε επιστημονικά έγκυρους διεθνείς δείκτες, αποτελούν σημάδια ανησυχίας για την πορεία του κράτους δικαίου.

Αν ο λαϊκισμός νικήθηκε εκλογικά, και ορισμένες μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις πράγματι αγνόησαν το πολιτικό κόστος και συνδέθηκαν με αντι-λαϊκιστικό -θεσμικό- λόγο (βλ. νομοσχέδιο για γάμο και τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών «τα δικαιώματα δεν μπαίνουν σε ψηφοφορία»), αυτή η νίκη θα πρέπει να συνοδευτεί με αλλαγή πολιτικής στα ζητήματα του κράτους δικαίου εν συνόλω. Το καλοστημένο πρόσωπο του αντι-λαϊκισμού στον Economist και το διεθνές περιβάλλον θα πρέπει να είναι ο κανόνας και στην άσκηση της εγχώριας πολιτικής και όχι η μία από τις δύο όψεις μιας μελετημένης πολιτικής.