Πολιτικη & Οικονομια

Στρώνεται το χαλί στην Ακροδεξιά και το «αντάρτικο πόλεων»

«Το χάιδεμα των αυτιών όχι μόνο δεν οδηγεί σε δημοκρατικές διεξόδους αλλά βαθαίνει ακόμα περισσότερο το χάσμα με τους θεσμούς και τον ορθολογισμό»

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο ρόλος που διεκδικεί η Ακροδεξιά στο πολιτικό σύστημα, η έκρηξη της εγκληματικότητας και οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία.

Στις εθνικές εκλογές του περασμένου Μαΐου η ΝΔ ψηφίστηκε από το 48% του αγροτικού πληθυσμού της χώρας. Στις επαναληπτικές του Ιουνίου το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 42%. Αντί να επωφεληθούν από τη διαφορά αυτή τα κόμματα της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης, το κόμμα του Βελόπουλου είναι αυτό που εισέπραξε το μεγαλύτερο κομμάτι της, βλέποντας τα ποσοστά του στις αγροτικές περιοχές να ανεβαίνουν στο 11,5%. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, εν μέσω συσσωρευμένων προβλημάτων και προκλήσεων, η «Ελληνική λύση» είναι το μόνο κόμμα που δείχνει να επωφελείται από τις όποιες απώλειες της ΝΔ, σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και τον ΣΥΡΙΖΑ που παραμένουν στα ίδια περίπου επίπεδα. Μετά από καιρό η Ακροδεξιά διεκδικεί ρόλο στο πολιτικό σύστημα.

Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, μέσα στο γενικότερο αντιχουντικό κλίμα, οι συνθήκες «νομιμοποίησαν» στα μάτια ενός σημαντικού κομματιού της κοινωνίας την αυτοδικία της τρομοκρατίας. Επαναστατικές δήθεν ομάδες ανέλαβαν την εκτέλεση «ενόχων» στη βάση καταδικαστικών ετυμηγοριών των ίδιων των δολοφόνων. Οι δημοσκοπήσεις της εποχής προέβλεπαν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό για τη 17Ν στην περίπτωση που έπαιρνε μέρος ως κόμμα στις εθνικές εκλογές. Η εδραίωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου αποκάλυψε το εγκληματικό πρόσωπο της τρομοκρατίας η οποία απομυθοποιήθηκε πλήρως με την εξάρθρωση της 17Ν και τη σύλληψη των μελών της. Δυστυχώς, το τελευταίο χρονικό διάστημα αναζωπυρώνεται επικίνδυνα ο κύκλος της βίας και της παραβατικότητας σε πολλά μέτωπα. Η έκρηξη της βόμβας στο Υπουργείο Εργασίας, στο κέντρο της Αθήνας, με τη γνωστή τηλεφωνική προειδοποίηση θύμισε άλλες εποχές.

Τόσο η άνοδος της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς -το γεγονός ότι παρατηρείται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν αποτελεί δικαιολογία- όσο και η έκρηξη της εγκληματικότητας έχουν σημάνει από καιρό το καμπανάκι κινδύνου για τις δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου είτε αυτές βρίσκονται στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση. Είναι καιρός οι ηγεσίες των δημοκρατικών κομμάτων να συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχει τόση σημασία η απόλυτη κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας στο πολιτικό σκηνικό ή το αποτέλεσμα του ανταγωνισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ για το ποιος θα βγει δεύτερος, αν η εκπλήρωση των στόχων αυτών συνεχίσει να αφήνει χώρο ή και να ενθαρρύνει τον λαϊκισμό και την παραβατικότητα. Το κλείσιμο του ματιού σε ακροδεξιές θέσεις και παραβατικές συμπεριφορές το πλήρωσε πολύ ακριβά η χώρα στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Άλλωστε, το χάιδεμα των αυτιών όχι μόνο δεν οδηγεί σε δημοκρατικές διεξόδους αλλά βαθαίνει ακόμα περισσότερο το χάσμα με τους θεσμούς και τον ορθολογισμό. Οι πολίτες που τείνουν να γοητευτούν από τις σειρήνες του ακραίου λαϊκισμού θα ακολουθήσουν τυφλά τους πιο αυθεντικούς εκφραστές των απόψεων αυτών, εθνικιστές, ρατσιστές, ομοφοβικούς, σκοταδιστές κομιστές επιστολών του Ιησού κλπ. Όπως και οι πολίτες, ιδιαίτερα οι νέοι, που αποφασίζουν να συγκρουστούν με το «σύστημα» δεν θα περιοριστούν σε φαινόμενα οπαδικής βίας μέσα και έξω από τα γήπεδα ή σε καταστροφές στις καταλήψεις και στη ρίψη μολότοφ στις διαδηλώσεις αλλά θα αναζητήσουν πιο «ριζοσπαστικές» μορφές έκφρασης της αγανάκτησής τους με αποτέλεσμα να γίνονται ιδιαίτερα ευεπίφοροι στις «ιδέες» και τις πρακτικές της κάθε «Επαναστατικής ταξικής αυτοάμυνας».

Η σταθερότητα της δημοκρατίας και η ενίσχυση των θεσμών της εξακολουθεί να αποτελεί το ασφαλές καταφύγιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων των εκφάνσεων του λαϊκισμού και της βίας. Η εύρυθμη λειτουργία του κοινοβουλευτικού συστήματος αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του στόχου. Αντίθετα, η αδυναμία ανάδειξης, μέσα από τις κάλπες των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων, μιας ισχυρής δημοκρατικής αντιπολίτευσης αφήνει περιθώρια σε άλλες δυνάμεις, μέσα και έξω από τη Βουλή, να επιχειρούν να την υποκαταστήσουν. Η συγκρότηση από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ μιας τέτοιας αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί να υλοποιηθεί με την αναζήτηση συμμάχων από τον χώρο του υπό διάλυση ΣΥΡΙΖΑ στη βάση ξεπερασμένων «κεντροαριστερών» ιδεοληψιών. Απαιτεί τη συσπείρωση των φιλελεύθερων, μεταρρυθμιστικών δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας και του πολιτικού κέντρου γύρω από ένα σύγχρονο εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης της χώρας.