Πολιτικη & Οικονομια

Κώστας Μπακογιάννης: «Ο Δήμος είναι πέρα και πάνω από κόμματα και χρώματα»

Μια βόλτα με βέσπα στην Αθήνα με τον υποψήφιο δήμαρχο Αθηναίων κι επικεφαλής της παράταξης «Αθήνα Ψηλά»
Αγγελική Μπιρμπίλη
ΤΕΥΧΟΣ 887
17’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Κώστας Μπακογιάννης: Ο υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων εξηγεί τι έγινε στη θητεία του, γιατί καθυστέρησε η Πανεπιστημίου, τι θα κάνει αν επανεκλεγεί, πώς άλλαξε η ζωή του

Από ένα μπαλκόνι ψηλά μια κυρία με ένα σκυλάκι του στέλνει φιλιά. Κοιτάω γύρω μου αυτή την θάλασσα τσιμέντου που περικυκλώνει το μικρό πράσινο νησί στο οποίο στεκόμαστε σαν ναυαγοί. Αυτή ήταν η θέα της για χρόνια, οι θεόρατες πολυκατοικίες κι ένα κουφάρι εργοστασίου. Τώρα φυτώρια περιμένουν να μπουν στο χώμα, ένα τεχνητό λοφάκι «για να μπορούν τα παιδιά να κάνουν βαρελάκια», κούνιες, τραμπάλες παγκάκια περιμένουν να τοποθετηθούν. Καλαίσθητο και λαμπερό, το νέο Πάρκο Κοροπούλη, μια ανάσα ζωής και πολυτέλειας σε αυτήν την υποβαθμισμένη γειτονιά. «Εδώ ήταν το εργοστάσιο Κοροπούλη το οποίο κάποια στιγμή πριν από 30 χρόνια εγκαταλείφθηκε. 4 στρέμματα συνολικά. Πώς είναι η ταινία “Mad Max”; Ήταν μεταποκαλυπτικό» λέει ο Κώστας Μπακογιάννης. «Δέντρα, πράσινο, ελεύθερος χώρος, αυτό είναι η θεωρία. Στην πράξη όμως, όταν έρχομαι εδώ κοιτάω γύρω γύρω τις πολυκατοικίες. Προσπαθώ να μετρήσω πόσοι άνθρωποι μένουν σε αυτά τα διαμερίσματα. Θυμάμαι μια γιαγιά όταν είχαμε αρχίσει να γκρεμίζουμε μου έλεγε “παιδάκι μου, η σκόνη; Κάθε μέρα πλένω το μπαλκόνι μου”. Είχε δίκιο η γυναίκα. Της έλεγα “γιαγιά, υπομονή. Ό,τι και να πεις έχεις δίκιο, αλλά θα γίνει ωραίο, θα δεις”».

Η σκόνη πια ξεχάστηκε εδώ, και σε μένα, κάτοικο κέντρου που αγανακτούσα με τον μεγάλο περίπατο, υπενθυμίζει ότι η πόλη μου είναι τεράστια, πολύπλοκη, δύσκολη, απαιτητική. Το ίδιο κι εμείς που την κατοικούμε. Ίσως γιατί για όλους μας ο δήμαρχος είναι ο πιο κοντινός μας στην εξουσία άνθρωπος, εκείνος που θα απευθυνθούμε για όλα, εκείνος που φταίει για όλα…

Με τον Κώστα Μπακογιάννη συναντηθήκαμε Κυριακή μεσημέρι έξω από το Δημαρχείο στην πλατεία Κοτζιά για ένα «μικρό περίπατο» στην Αθήνα με τη βέσπα του. Ενθουσιώδης μετά από τέσσερα χρόνια στο τιμόνι του δήμου, μοιάζει ακούραστος. Ξεκινάμε για τα Σεπόλια, εκεί που ξεκίνησαν μικρούληδες οι Αντετοκούνμπο. Η γνωστή-άγνωστη Αθήνα ξετυλίγεται στη διαδρομή μας, πυκνοκατοικημένη, άναρχη, με τα σπασμένα της πεζοδρόμια, τους γεμάτους λακκούβες δρόμους της, τις μουτζούρες στους τοίχους, τα σκάμματα στα διάφορα υπό κατασκευή έργα, την κίνηση, το τσιμέντο, τη ζωντάνια της. Κάποια από αυτά που υποσχέθηκε όταν ανέλαβε δήμαρχος Αθηναίων υλοποιήθηκαν, κάποια –όπως ο μεγάλος περίπατος– στράβωσαν άσχημα, άλλα είναι δρομολογημένα, άλλα δεν έγιναν. Μια τετραετία είναι πολύς καιρός, αλλά ταυτόχρονα ελάχιστος. Πολλά μπορούν να συμβούν ή να μη συμβούν και το ερώτημα πάντα είναι: υπάρχει σχέδιο, θα μείνει κάτι όμορφο για τις επόμενες γενιές;

― Σας κατηγορούν για αποσπασματικές παρεμβάσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα χωρίς συνολικό σχεδιασμό για την πόλη. Τελικά, υπάρχει σχέδιο πίσω από όλα αυτά τα πάρκα;

Υπάρχει κάτι που αποκαλούμε Σχέδιο Δράσης για το Κλίμα, το οποίο συγκροτήσαμε και υλοποιούμε. Αυτό θέτει κάποιους ξεκάθαρους στόχους όπως την κάλυψη 30% της πόλης με πράσινο έως το 2030 και το 70% του πληθυσμού να έχει πρόσβαση σε έναν χώρο πρασίνου σε 15 λεπτά με τα πόδια.

Για να το πετύχουμε αυτό, στον προγραμματικό μας σχεδιασμό για το 2023-2028 έχουμε δύο ρήτρες: μία κλίματος και μία γειτονιάς. Στα πάρκα, αυτές οι δύο συναντιούνται. Η λογική είναι να παίρνουμε μικρούς χώρους, όπως είναι τα πάρκα τσέπης, ή μεγαλύτερους, όπως αυτός εδώ, που ήταν σκουπιδαριά, και να τους μετατρέπουμε σε οάσεις πρασίνου. Υπάρχει και η λογική των «πράσινων διαδρομών», δηλαδή των διαδοχικών και συνδεόμενων χώρων πρασίνου. Συνεργαζόμαστε με αρχιτέκτονες τοπίου, βάζουμε χώμα που λειτουργεί και αποστραγγιστικά και δεν χρειάζεται να επενδύσουμε σε βαριές υποδομές, σε αντιπλημμυρικά – κάτι που είναι πιο οικονομικό για τον Δήμο Αθηναίων. Αυτό που κάνουμε εδώ θα είναι οδηγός μας και για την ανάπλαση των ΚΤΕΛ στη Λιοσίων που είναι 10 στρέμματα. Υπάρχουν, όμως, μερικά πράγματα που μοιάζουν αυτονόητα, αλλά τελικά το αυτονόητο είναι το ζητούμενο.

― Τι εννοείτε;

Θα σας το εξηγήσω με ένα παράδειγμα: Στο Πάρκο Δρακόπουλου στην Πατησίων πήγαμε να κάνουμε μία πράσινη ανάπλαση. Αποφασίζουν όμως μερικές δεκάδες, οι ίδιοι περιφερόμενοι που πάνε από τον Λόφο του Στρέφη στην Ακαδημία Πλάτωνος, να ξεσηκωθούν και να δώσουν τη μάχη, λες και είναι στην Κομμούνα των Παρισίων το 1789. Εμείς προσπαθούμε να εξηγήσουμε «παιδιά, πάρκο πάμε να κάνουμε, ούτε καζίνο, ούτε στριπτιζάδικο, ούτε Mall». Τίποτα. Αμετάπειστοι. Μας την πέφτουν, τρώνε ξύλο και οι δύο αντιδήμαρχοι και τέλος αρχίζει το έργο με την προστασία της αστυνομίας. Τώρα, σχεδόν το μισό έχει ολοκληρωθεί, χωρίς σταλιά μπετόν, κι η γειτονιά το καλωσορίζει και το θέλει πάρα, μα πάρα πολύ. Είναι αδιανόητο, δηλαδή, σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα για να γίνει μια πράσινη ανάπλαση, να πρέπει να πάνε τα ΜΑΤ για να προστατεύσουν τους εργάτες που φυτεύουν λουλούδια.

Το Πάρκο Κοροπούλη συνορεύει με το εργοστάσιο Βότρυς, ένα ακόμα κουφάρι, στολισμένο με ένα επιβλητικό πέτρινο φουγάρο. Τρία πιτσιρίκια μας πλησιάζουν να ζητιανέψουν. Οι γονείς τους είναι ξαπλωμένοι μέσα στα σύδεντρα, στο μεγάλο απεριποίητο χωράφι του.

Το όνειρό μου είναι εδώ να γίνει μια μικρή Τεχνόπολη, με πρώτο βήμα να διαμορφώσουμε όλον αυτόν τον χώρο πρασίνου. Αυτό βέβαια δεν θα το γκρεμίσουμε, είναι μνημείο, έχει μεγάλη ομορφιά. Καταλαβαίνεις και τον ενθουσιασμό μου. Από το πουθενά η γειτονιά θα βρεθεί με δύο πολύ μεγάλα πάρκα, φανταστείτε την υπεραξία. Αυτό είναι λοιπόν το σχέδιο. Όπου έχεις χώρο, οποιοδήποτε τετραγωνικό, το αξιοποιείς. Όταν ξεκινήσαμε το ’19 είχαμε μια Διεύθυνση Πρασίνου η οποία απαρτιζόταν από λίγα περισσότερα από 100 άτομα με μέσο όρο ηλικίας 50 plus, οι οποίοι είχαν τρομερή γνώση της πόλης, τρομερή εξειδίκευση, αλλά αυτό δεν φτάνει. Συνεργαστήκαμε με ιδιώτες. Δεν μπορείς να φανταστείς τι έγινε γι’ αυτό στο Δημοτικό Συμβούλιο. Μάχη. Η αντιπολίτευση και ο Κασιδιάρης –τότε ήταν ακόμα– ούρλιαζαν ότι ξεπουλάμε τον Δήμο, ιδιωτικοποιούμε τον Δήμο. Ότι είμαστε ανάλγητοι καπιταλιστές. Ότι δεν έχουμε ψυχή. Για να κάνουμε νηπιαγωγείο, η ίδια ιστορία. Με ΜΑΤ στην Πατησίων για μια κοινωνική μεταρρύθμιση που απελευθερώνει τις μητέρες. Πάλι έρχονται, ξεσηκώνονται λες και είναι στην πλατεία Τιενανμέν, προτάσσουν τα στήθη τους στα μηχανήματα. Δεν ακούν. Δεν τους απασχολεί. Γιατί, κι αυτό που σου λέω τώρα μου πήρε χρόνο να το καταλάβω, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που έχουν κάνει καριέρα σε αυτό. Δεν είναι απλώς αντιπολίτευση, είναι λίγο πιο βαθύ. Επενδύουν στην αποτυχία της πόλης. Όταν, λοιπόν, η πόλη προχωράει, αυτοί χάνουν τους ορίζοντές τους. Με το που άνοιξε το σχολείο σταμάτησαν γιατί δεν είχαν πια απέναντί τους ούτε τους αστυνομικούς, ούτε τον Μπακογιάννη. Είχαν 250 γονείς οι οποίοι ήταν πάρα πολύ χαρούμενοι προφανώς που το παιδάκι τους είχε σχολική στέγη.

Επόμενη στάση τα Κουντουριώτικα, πίσω από τον Παναθηναϊκό. Εκεί που θυμάμαι μια βομβαρδισμένη περιοχή, παράγκες, ένα εγκαταλειμμένο skate park κάτι παρατημένα σαράβαλα, τώρα ξεφυτρώνει ένα περιποιημένο παρκάκι, με δέντρα και όργανα γυμναστικής. Ένα παιδάκι με μπλούζα Σπάιντερμαν σκαρφαλώνει πάνω τους. Η μητέρα του πιάνει κουβέντα με τον δήμαρχο, του ζητάει σέλφι. Ο αγώνας του Δήμου Αθηναίων και των περίοικων εναντίον των καταπατητών στα Κουντουριώτικα κράτησε χρόνια. 

Αυτό είναι το πάρκο Έλενας Βενιζέλου. Δεν μπορείς να φανταστείς τι σκουπίδι και μπάζο έχει φύγει από εδώ. Με τον αρχιτέκτονα τοπίου Αντώνη Σκορδίλη και τους δύο αντιδημάρχους, τον Βασίλη Αξιώτη και τον Χρήστο Τεντόμα, θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν μεγάλο ενιαίο χώρο, με πατημένο χώμα, που κρατά το νερό και μπορείς να τρέξεις πάνω με ασφάλεια – το know hοw του Εθνικού Κήπου το εφαρμόζουμε κι εδώ. Ουσιαστικά το πλάνο είναι ότι φτιάχνουμε ένα νέο πάρκο, δίπλα σε ένα παλιό που αναπλάσαμε ριζικά, και που μετά την κατεδάφιση της «Λεωφόρου» θα συνδεθεί με το μεγάλο πάρκο που θα δημιουργηθεί εκεί. Οι πράσινες διαδρομές που λέγαμε. Όπως το Βότρυς και το Κοροπούλη που ήμασταν πριν, ή η Θερμίδα στη Ριζούπολη.

Στον πεζόδρομο παραδίπλα οι περίφημες ζαρντινιέρες της Πανεπιστημίου παραταγμένες εμποδίζουν τα αυτοκίνητα να καταπατήσουν τον πεζόδρομο. «Ένα από τα πράγματα τα οποία προσπαθούμε να κάνουμε είναι να μην ξοδεύουμε και πάρα πολλά χρήματα. Αξιοποιούμε πράγματα που προϋπήρχαν» σχολιάζει. Μπροστά μας τα γηπεδάκια μπάσκετ της Τσόχα, τα σχολεία, το γήπεδο της Λεωφόρου και τα προσφυγικά. Αριστερά μας υψώνεται ο Λυκαβηττός. Το όνειρο να ενοποιηθούν, να γίνει ένα πράσινο χαλί…

Δεν θα γίνει στη δική μου θητεία, αν επανεκλεγώ, μακάρι να προλάβουμε να το δούμε εσύ κι εγώ… Αλλά αυτό είναι το στοίχημα της επόμενης γενιάς για την πόλη. Τα προσφυγικά ανακαινίζονται, είναι μνημεία και γίνονται ξενώνες που φιλοξενούν παιδάκια καρκινοπαθή. Το ’26, όταν ολοκληρωθεί το καινούργιο γήπεδο στον Βοτανικό, θα γκρεμιστεί η «Λεωφόρος» κι από κάτω θα γίνει πάρκινγκ. Δεν γινόμαστε Ζυρίχη, ούτε Παρίσι, αλλά αυτή η τρομερά πυκνοκατοικημένη περιοχή αλλάζει. Το κλίμα με τη γειτονιά συναντιέται πάλι.

― Αν επανεκλεγείτε σε τι θα είναι διαφορετική η δεύτερη θητεία σας;

Δεν είμαι σίγουρος ότι οι προτεραιότητες θα είναι διαφορετικές. Έχουμε παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα, ένα επιχειρησιακό σχέδιο που κάθε έργο, κάθε δράση, κάθε παρέμβαση δεν έχει απλώς κοστολογηθεί, αλλά έχει συνδεθεί και με πηγή χρηματοδότησης, με στοχοθεσία, με χρονοδιαγράμματα. Έχουμε, όπως ήδη σας είπα, δύο αρχές σχεδιασμού, τη ρήτρα κλίματος και την τοπικότητα. Η Αθήνα είναι οι γειτονιές της –129 γειτονιές– και αυτά τα δύο, που συναντιούνται στον δημόσιο χώρο, ορίζουν τον δρόμο τον οποίο θα ακολουθήσουμε.

―  Όταν μιλάμε για την πόλη συνήθως έχουμε στο μυαλό μας το πράσινο, την καθαριότητα, το κυκλοφορικό… Βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα όμως δεν είναι μόνο το τσιμέντο, υπάρχουν και οι άνθρωποι. Τι γίνεται με τους άστεγους, τις ευάλωτες ομάδες, τους περιθωριοποιημένους συμπολίτες μας;   

Είμαι πολύ υπερήφανος για το Πολυδύναμο Κέντρο αστέγων, για τον Ξενώνα Μεταβατικής Φιλοξενίας για τους χρήστες ναρκωτικών. Τίποτα από αυτά δεν υπήρχε. Τον πρώτο Χώρο Εποπτευόμενης Χρήσης στη χώρα. Το street work, τα διεπιστημονικά συνεργεία με κοινωνικούς επιστήμονες που βγαίνουν στους δρόμους και, αφού δίνουν τα αναγκαία, προσπαθούν να πείσουν τους ανθρώπους να μπουν στις δομές μας. Και είμαι τρομερά υπερήφανος για το πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι», που το έχουμε επανιδρύσει ουσιαστικά για τους ηλικιωμένους. Όπως ανυπομονώ να ανοίξει ο πρώτος ξενώνας-καταφύγιο για τους LGBTQIA+, παιδιά που πολλές φορές είναι διωκόμενα, που μπορεί να βρεθούν πεταμένα έξω από το σπίτι και δεν έχουν πού να πάνε. Τώρα θα έχουν το Rainbow House.  Ή η πρώτη δομή για ανθρώπους με ψυχικές ασθένειες, που σήμερα μας λείπει.

Το εύρος της δουλειάς ενός Δήμου είναι τεράστιο, πολυσύνθετο και προσπαθείς να κάνεις για όλους το 24ωρό τους σε μια δύσκολη πόλη, λίγο καλύτερο, λίγο ευκολότερο. Στον μπαμπά που πάει στην παιδική χαρά και θέλει να μην τρέμει το φυλλοκάρδι του ότι το παιδί μπορεί να χτυπήσει γιατί τα όργανα είναι παλιά ή χαλασμένα, μέχρι και τη μαμά του τοξικοεξαρτημένου που τον έχει χάσει και μπορεί ο δικός μας ξενώνας να τους φέρει πιο κοντά, ή τη γιαγιά που περπατάει σε ένα πεζοδρόμιο και σου λέει «παιδάκι μου, θα σπάσω το πόδι μου γιατί είναι επικίνδυνο»…

― Μια και αναφερθήκατε στα πεζοδρόμια, η Αθήνα είναι γεμάτη σπασμένα πεζοδρόμια…

Ναι, αυτό ισχύει και γνωρίζω ότι δεν μπορεί να είναι δικαιολογία και άλλοθι, όπως δεν μπορεί να είναι δικαιολογία και άλλοθι το ότι για δέκα χρόνια δεν κάναμε αυτά που έπρεπε, λόγω της κρίσης. Εμείς οφείλουμε να κατεβάσουμε το κεφάλι και να δουλέψουμε. Το κάναμε για τα πεζοδρόμια κι έχουμε κάνει 59 νέους δρόμους –πάνω από 80.000 τετραγωνικά μέτρα– και συνεχίζουμε και με άλλους 400 δρόμους. Στις ασφαλτοστρώσεις έχουμε κάνει 854 περίπου δρόμους, θα κάνουμε άλλους τόσους, δηλαδή έχουμε κάνει το μισό οδικό δίκτυο και θα ολοκληρώσουμε και το άλλο μισό. Έχουμε κάνει κάπου 10 νέες παιδικές χαρές ή τις ανακαινίζουμε κάθε χρόνο. Έχουμε δουλέψει σε 135 σχολεία από τα 400 περίπου. Έτσι είναι αυτή η δουλειά, δεν υπάρχει ποτέ η στιγμή που θα πεις, όσο κι αν βολεύει προεκλογικά, ότι ναι, εντάξει, το κάναμε τέλος, κλείνει το βιβλίο, ανοίγω το άλλο. Γυρίζεις συνέχεια σελίδες.

Καβαλάμε ξανά τη βέσπα και βγαίνουμε στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Η κίνηση έρχεται καταπάνω μας να μας προσγειώσει από το όνειρο του πάρκου που θα ενωθεί με τον Λυκαβηττό, ο Δήμαρχος όμως δεν πτοείται. Ούτε και οι Αθηναίοι. Όταν σταματάμε στη Βασιλίσσης Σοφίας μια περαστική κυρία τον βλέπει και τον πιάνει. «Δήμαρχε, μένω εκεί, μια κολόνα του Δήμου είναι έτοιμη να μας πέσει στο κεφάλι, να σας τη δείξω»… βγάζει το κινητό της. Είναι ανάστατη. Της δίνει το τηλέφωνό του «στείλτε μου τη φωτογραφία και τη διεύθυνσή σας…». Ένας φίλος, γνωστός Αθηναίος που έχει το εργαστήρι του πίσω από τα Κουντουριώτικα μάς στέλνει συχνά φωτογραφίες με τα «αμαρτήματα» στη γειτονιά του, εμείς τα δημοσιεύουμε και συχνά τα συνεργεία του Δήμου αναλαμβάνουν δράση.

Μπροστά μας απλώνεται το Πάρκο Ελευθερίας, παιδιά κάθονται στο γκαζόν παρέες παρέες, αδιαφορώντας για μας, στραμμένα προς τη Λεωφόρο. Το πίσω κομμάτι τούς είναι ξένο, άγνωστο. Η Άννα Σκιαδά, αρχιτέκτονας και ιθύνων νους του Πάρκου της Ελευθερίας, μας πλησιάζει. Ανεβαίνουμε από τον πλαϊνό δρόμο που έχει μεταμορφωθεί σε πεζόδρομο στολισμένο με τις στήλες μνήμης, με διαφορετικά κείμενα που μιλάνε για την ελευθερία προς το Μουσείο Ελευθέριος Βενιζέλος, το Κέντρο Τεχνών του Πάρκο Ελευθερίας, το Μουσείο Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Αντίστασης – πρώην στρατόπεδο Ε.Α.Τ. - Ε.Σ.Α. Προσπερνάμε το «παγκάκι του Ιμάμογλου», το «παγκάκι του Βάτσλαβ Χάβελ», έργο του διάσημου αρχιτέκτονα Bořek Šípek που συμβολίζει τη σημασία τού να καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και να συζητάμε παρά τις διαφορές μας. Φτάνουμε σε ένα μικρό πανέμορφο γυάλινο περίπτερο, το Athens Βοοκ Space, μια υπαίθρια βιβλιοθήκη.

Παλιά εδώ υπήρχε ένας τοίχος που στην πράξη έκοβε το πάρκο στα δύο. Τα παιδιά καθόντουσαν, φιλιόντουσαν, άκουγαν μουσική, έκαναν παρέα, διάβαζαν με την πλάτη στραμμένη στην κληρονομιά τους. Στο Ε.Α.Τ. - Ε.Σ.Α., στον σύγχρονο πολιτισμό και στην ιστορία. Εμείς προσπαθούμε, συμβολικά, να συνδέσουμε το χθες με το αύριο, μέσω του σήμερα. Να μεγαλώσουμε τον χώρο τους. Με τη διαμόρφωση του τοπίου θα έχουν έναν λόγο να περπατήσουν εδώ με τον σκύλο τους, να φτάσουν στο Athens Βοοκ Space, σε αυτή την ανοιχτή βιβλιοθήκη-αναγνωστήριο, να διαβάσουν κάποια από τα βιβλία της ή να κατεβάζουν ψηφιακά βιβλία για να τα διαβάσουν επιτόπου. Είναι επίσης ένας χώρος για events, από παρουσιάσεις βιβλίων μέχρι βραδιές τζαζ. Θέλουμε να λειτουργήσει ως ένα campus, να είναι ένας χώρος πολιτισμού, όπως η Τεχνόπολη, ένας μεγάλος ενιαίος χώρος. Όλο αυτό σχεδιάστηκε για τα παιδιά μας. Εγώ σε όλες μας τις συζητήσεις πάντα σκέφτομαι τον γιο μου που είναι 16 χρονών.

― Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία οδική βαρβαρότητα, η βιώσιμη μετακίνηση είναι ακόμα όνειρο, αν οδηγείς ποδήλατο κινδυνεύεις. Τι κάνετε ώστε η έννοια του δρόμου ως κοινωνικού χώρου αντί ενός χώρου αποκλειστικά για αυτοκίνητα να γίνει συνείδηση;

Νομίζω ότι θα πρέπει να μας απασχολήσει πάρα πολύ η βιώσιμη κινητικότητα τα επόμενα χρόνια. Έχουμε κάνει 15 προτάσεις στο υπουργείο Υποδομών, πολύ συγκεκριμένες, μεταξύ των οποίων να δημιουργηθεί ένας Οργανισμός Διαχείρισης του Κυκλοφοριακού ή Βιώσιμης Κινητικότητας στην Αττική. Η κυκλοφορία είναι σαν το νερό, είναι μητροπολιτικού χαρακτήρα, δεν μπορεί να αφορά μόνο τον Δήμο Αθηναίων. Σήμερα διαπλέκονται και περιπλέκονται πάνω από 12 συναρμόδιοι φορείς. Άρα στην πραγματικότητα η ζούγκλα στους δρόμους δεν είναι τίποτα παραπάνω από αντικατοπτρισμός της ζούγκλας στο κοινωνικό πλαίσιο, και οφείλουμε να λειτουργήσουμε όλοι μαζί συντεταγμένα και συνεκτικά. Τα καλά νέα είναι ότι ταυτιζόμαστε απολύτως με την πρόταση των Ελλήνων συγκοινωνιολόγων. Χάρηκα πάρα πολύ γιατί άκουσα τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ να ανακοινώνει έναν αντίστοιχο οργανισμό για τη Θεσσαλονίκη.

― Η συγγένεια με τον πρωθυπουργό είναι πλεονέκτημα ή μειονέκτημα;

Μπορεί να είναι και συν και πλην. Μιλάς σε έναν άνθρωπο ο οποίος τα τελευταία 13 χρόνια έχει ζήσει πολλούς πρωθυπουργούς, πολλές κυβερνήσεις, και πάντα προσπαθούσα να έχω την καλύτερη δυνατή συνεργασία για να κάνω τη δουλειά μου. Ποτέ δεν ξεχνώ ότι πάνω απ’ όλα ανήκω στον Δήμο. Άρα εκπροσωπώ το 100% των Αθηναίων, πέρα και πάνω από κόμματα και χρώματα και αυτό προφανώς επηρεάζει ή μπορεί να επηρεάσει και τις σχέσεις μου με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Πλεονέκτημα και μειονέκτημα είναι ότι μπορεί κάποιος να το δει όπως θέλει…

― Εσείς πώς το βλέπετε;

Όσο με αφορά έχω απόλυτη συναίσθηση για το πού βρίσκομαι στην τροφική αλυσίδα.

― Μπορεί, όπως σωστά λέτε, να διαπλέκονται και να περιπλέκονται πολλοί συναρμόδιοι φορείς, αλλά οι πολίτες αισθάνονται τον δήμαρχο πιο κοντά τους και ταυτόχρονα για όλα φταίει ο δήμαρχος. Το είδαμε και στη βόλτα μας, από τη μία «γεια σου δήμαρχε» και φιλάκια, από την άλλη η κολώνα που έλεγε η κυρία…

Αυτή είναι η δουλειά μου, τα παράπονα στον δήμαρχο! Για αυτό βγαίνω στις γειτονιές. Ο κόσμος μού μεταφέρει προβλήματα. Τα σημειώνω, τα προωθώ και αργότερα τσεκάρω ότι λύθηκαν. Εμένα αυτό με τρέφει, γιατί εδώ μετράει το αποτέλεσμα. Το απτό, το μετρήσιμο και το ορατό αποτέλεσμα. Αυτά τα πολλά μικρά που κάνουν τα μεγάλα. Έπειτα αυτός είναι κι ένας τρόπος να παρακολουθώ, να ελέγχω και να αξιολογώ και τις υπηρεσίες μας. Υπάρχει προφανώς το business intelligence το οποίο έχουμε στη διάθεσή μας, που συγκεντρώνουμε όλα τα δεδομένα, αλλά βοηθάει πολύ και το εμπειρικό, το οποίο μπορεί να μην είναι στατιστικά ασφαλές, αλλά σου δίνει μία αίσθηση.

― Μετά από όλη αυτή την πληροφορία, λοιπόν, τι πιστεύετε ότι θα μπορούσατε να έχετε κάνει καλύτερα τα προηγούμενα 4 χρόνια;

Ξεκάθαρα, με έχετε ακούσει να το λέω πάρα πολλές φορές, έχω κάνει την αυτοκριτική μου για την Πανεπιστημίου. Πιστεύω ότι η αρχική σύλληψη ήταν σωστή, αλλά η υλοποίηση είχε πολλά κενά. Βεβαίως, νομίζω ότι το τελικό αποτέλεσμα που έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται θα μας ανταμείψει. Αλλά είναι γεγονός ότι αργήσαμε, καθυστερήσαμε και ταλαιπωρήσαμε, και αυτό είναι κάτι που μας έχει απασχολήσει πάρα πολύ εσωτερικά στον Δήμο, για ατελείωτες ώρες.

― Και  εμάς μας έχει απασχολήσει πολύ το εξής: ποιο ήταν τελικά το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίσατε και άργησε τόσο το έργο; Γιατί το θέμα έρχεται και επανέρχεται στις συζητήσεις και δεν φαίνεται να έχουν πειστεί οι Αθηναίοι, ούτε να έχουν καταλάβει τι στο καλό συνέβη. Ζητάνε και μια συγγνώμη που δεν την έχουν ακούσει…

Καταλαβαίνω ότι επανέρχεται διότι το έργο αυτό έχει θυμώσει και έχει στεναχωρήσει. Η Πανεπιστημίου είναι η βιτρίνα της Αθήνας, είναι εμβληματική. Και πολλοί μπορεί να αισθάνονται ότι αυτό το οποίο κάναμε ήταν κακοποιητικό για την Πανεπιστημίου. Και αναφέρομαι, ξαναλέω, στο εργοτάξιο. Έχουν δίκιο που λένε ότι φάγανε σκόνη, θόρυβο, κίνηση. Το βασικό πρόβλημα με την Πανεπιστημίου ήταν ότι υποτιμήσαμε τις τεχνικές δυσκολίες. Πρώτον, πέρα από την επίγεια νέα διαμόρφωση –δηλαδή τις δεντροφυτεύσεις, το πράσινο, τις πλάκες, τις οδεύσεις τυφλών–, υπήρχε και μια πολύ μεγάλη ανάγκη όχι μόνο να συντηρήσουμε, αλλά και να αποκαταστήσουμε υπόγεια δίκτυα τα οποία ήταν απολύτως αχαρτογράφητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται στον βαθμό δυσκολίας. Το βλέπαμε ως μια ευκαιρία να εκσυγχρονίσουμε τις υποδομές μας, ώστε να μη χρειαστεί να επανέλθουμε είτε είσαι η ΕΥΔΑΠ, είτε η ΔΕΔΔΗΕ, είτε ο Δήμος σε 5 ή 10 χρόνια.

Δεύτερον, η Πανεπιστημίου λόγω της φύσης της και ακριβώς επειδή δεν θέλαμε να είναι μόνο ένα έργο βιτρίνας, αλλά και ένα έργο υποδομής, απαιτούσε τον συντονισμό πολλών εργολάβων στο ίδιο έργο – φτάσαμε στους 11 και 12 εργολάβους.

Και το τρίτο είναι ότι είχαμε κάποιες δυσκολίες με τους εργολάβους με τους οποίους συνεργαστήκαμε –θα το αφήσω αυτό εδώ και δεν θα μιλήσω περισσότερο– και το κάνω αυτό πάρα πολύ συνειδητά γιατί στο τέλος της ημέρας η όποια ευθύνη ξεκάθαρα είναι δική μου και κανενός εργολάβου. Και έχουμε κάνει ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι το πάθημα έγινε μάθημα.

― Το κέντρο είναι η βιτρίνα μιας πόλης, αλλά αν έπρεπε να επιλέξετε το κέντρο ή οι γειτονιές θα είχαν προτεραιότητα;

Οι γειτονιές ξεκάθαρα. Το συντριπτικό θα έλεγα ποσοστό των πόρων που είναι στη διάθεση του Δήμου Αθηναίων –είτε είναι οι ίδιοι πόροι, είτε εθνικοί, είτε ευρωπαϊκοί– επενδύονται στις γειτονιές. 

Να σας δώσω ενδεικτικά ένα παράδειγμα: το αντιπλημμυρικό στον Κολωνό, στο γνωστό σημείο που αν θυμάστε πριν από δύο χρόνια ήταν μια κυρία με ένα καγιάκ, όπου δεν υπάρχει καν σύστημα για τα ύδατα και αποχέτευση, κοστίζει 13 εκατομμύρια ευρώ για μια μόνο γειτονιά. Η Πανεπιστημίου κοστίζει 3 εκατομμύρια ευρώ. Οι ασφαλτοστρώσεις κοστίζουν 40 εκατομμύρια ευρώ.

Τα 43.500 φώτα που αντικαθιστούμε σε όλη την πόλη με Led, κοστίζουν 55 εκατομμύρια ευρώ. Βεβαίως το συγκεκριμένο είναι ο ορισμός της ανταπόδοσης γιατί μειώνεται κατά 60% η ενέργεια, επομένως μειώνεται και το κόστος. Συνεπώς, μπορούμε να περικόπτουμε τα δημοτικά τέλη, όπως το έχουμε κάνει, 5% πέρυσι συν 5% φέτος, και ο στόχος μας είναι μέχρι το ’28 να μην είμαστε υψηλότερα από τον μέσο όρο της Αττικής. Θεωρώ τρομερά άδικο ο δημότης του Δήμου Αθηναίων να πληρώνει παραπάνω από ό,τι οποιοσδήποτε δημότης στην Αττική.

― Η Αθήνα είναι πια city break destination. Η  τεράστια τουριστική άνοδος είναι πρόβλημα ή ευλογία για μια πόλη; Υπάρχει κάποιο σχέδιο ώστε να κερδίζουν και οι γειτονιές, όχι μόνο το κέντρο; Παράλληλα υπάρχει το φαινόμενο του Airbnb, το οποίο εκτινάσσει τα ενοίκια. Μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αποφάσισαν να το περιορίσουν. Πώς σκοπεύετε να το αντιμετωπίσετε;

Αν μου κάνατε την ίδια ερώτηση το 2019 θα σας έλεγα ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο θα ήθελα πάρα πολύ να έχω! Βεβαίως τώρα που το έχουμε, το βλέπω κάπως διαφορετικά. Γι’ αυτό επιμένουμε με μια σειρά από παρεμβάσεις, όπως η Ακαδημία Πλάτωνος ή η Διπλή Ανάπλαση. Γενικότερα, ενισχύοντας τις γειτονιές, δημιουργώντας νέα αλλά κι εναλλακτικά τοπόσημα, αν θέλετε, επιδιώκουμε το «άπλωμα» ουσιαστικά των τουριστικών ροών, κι εκτός κέντρου. Επίσης, στόχος μας είναι οι 365 μέρες τουρισμός. Αυτό δεν πρέπει να σας ακούγεται τόσο εξωφρενικό, καθώς έχουμε 330 μέρες ηλιοφάνεια.

Όμως είναι γεγονός ότι οι τιμές έχουν εκτιναχθεί. Πολλοί νέοι και νέες εξακολουθούν να μένουν στα 30 τους στα παιδικά τους δωμάτια γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή. Εδώ ήταν νομίζω πολύ σημαντική η κίνηση του προγράμματος στέγασης «Σπίτι μου» της κυβέρνησης, το στηρίζουμε και συμμετέχουμε και εμείς. Ακόμα πιο σημαντική, όμως, θα είναι μια κίνηση για να δημιουργηθεί επιτέλους ένα θεσμικό πλαίσιο για τη βραχυχρόνια μίσθωση. Υπάρχουν γειτονιές που έχουν ξεπεράσει τα όρια και εκεί πρέπει να πατήσουμε ένα φρένο. Σας περιγράφω ένα δυναμικό εργαλείο το οποίο, όπως στις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, πρέπει να είναι του Δήμου και όχι του κράτους γιατί κανένα υπουργείο δεν μπορεί να ξέρει τις γειτονιές της Αθήνας όπως τις ξέρει ο Δήμος.

― Με τα ταγκ που βρομίζουν και ασχημαίνουν την πόλη τι κάνετε; Το anti-tagging τι δαπάνες απαιτεί και κατά πόσο είναι προτεραιότητα;

Πρώτα από όλα χαίρομαι πάρα πολύ που μιλάω με έναν άνθρωπο που κάνει τη διάκριση ανάμεσα στα tags και στο graffiti. Το μεν, όπως και το street art, έχει καλλιτεχνική διάσταση κι αξία, τα δε είναι μουτζούρες. Ως Δήμος έχουμε  συνεργαστεί στο πρόγραμμα «Δημοσίων Τοιχογραφιών» όπου έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες «murals» σε διάφορους δημόσιους χώρους. Το anti-tagging για μας είναι προτεραιότητα γι’ αυτό αυτά τα 4 χρόνια έχουμε καθαρίσει συνολικά περισσότερα από 50.000 τ.μ. δημόσιου χώρου. Για πρώτη φορά θέσαμε σε λειτουργία 7 συνεργεία, ένα για κάθε διαμέρισμα του Δήμου Αθηναίων με εξειδικευμένο μηχάνημα και εξειδικευμένο προσωπικό να καθαρίζει τους τοίχους.

Όμως επειδή δεν μπορούμε εμείς να καθαρίζουμε ιδιωτικούς τοίχους, μου δίνετε την ευκαιρία να το διευκρινίσω, υπάρχει το πρόγραμμα «Πρόσοψη» που το τρέχει η ΑΝΑΠΛΑΣΗ Α.Ε., το οποίο χρηματοδοτεί έως και το 60% του συνολικού κόστους αποκατάστασης μιας όψης, του βαψίματος δηλαδή μιας πολυκατοικίας.  Ήδη στο πρόγραμμα είναι περισσότερες από 500 πολυκατοικίες. Νομίζω έχουμε βάψει τις 350 –κάτι τέτοιο– και συνεχίζουμε για περισσότερες.

― Κάνοντας τη δουλειά του δημάρχου της Αθήνας, μπορείτε να μας πείτε ένα πράγμα που μάθατε;  

Η Αθήνα έχει κανείς την αίσθηση ότι είναι αχανής, έτσι δεν είναι; Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι είναι 38 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δεν είναι μεγάλη. Είναι η πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της Ευρώπης μετά το Παρίσι. Όταν φτάνεις, λοιπόν, στο σημείο να πηγαίνεις σε γειτονιές και όχι μόνο να αναγνωρίζεις πρόσωπα αλλά να ξέρεις και ονόματα ενίοτε, τότε πια αισθάνεσαι με κάποια σιγουριά ότι την πόλη αυτή την γνωρίζεις καλά από τα κάτω.

― Αλήθεια, ποιο ήταν το πιο δύσκολο πρόβλημα που έπρεπε να λύσετε;

Το πιο δύσκολο και ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν στην αρχή του πρώτου lockdown, θα σας φανεί παράξενο, οι άστεγοι. Διότι, ναι, το κράτος είπε «μείνετε σπίτι», αλλά κάποιοι άνθρωποι δεν είχαν σπίτι. Και έπειτα ήταν οι μοναχικοί άνθρωποι, ειδικότερα οι ηλικιωμένοι, που ήταν κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους. Γι’ αυτό τότε επανιδρύσαμε το «Βοήθεια στο Σπίτι», για να έχουμε γραμμές επικοινωνίας και διευρύναμε τις υπηρεσίες στα ιατρεία του Δήμου. Πλέον, έχουμε επτά, ένα σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα, και τα αναβαθμίζουμε σε πολυϊατρεία. Όταν μπαίνει ο άλλος μέσα να αισθάνεται ότι τον αγκαλιάζουν από παντού.

― Και υπήρξε και κάτι που σας εξέπληξε;

Δεν με εξέπληξε τόσο όσο με σόκαρε, η στέρηση της πόλης και του Δήμου σε κάποια πράγματα. Θυμάμαι τον Σεπτέμβριο του ’19, η πρώτη μεγάλη αγωνία ήταν να καθαρίσουμε τα φρεάτια γιατί θα ερχόντουσαν βροχές. Ανακάλυψα ότι είχαμε μόνο δύο μηχανήματα για όλη την πόλη.  Ή πηγαίνοντας στα σχολεία ανακάλυψα ότι δεν είχαν ράμπες για αναπήρους. Είναι δυνατόν να δεχόμαστε ότι υπάρχουν παιδιά «δύο ταχυτήτων»; Ερχόμενος από το Καρπενήσι και την Περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδος θεωρούσα ότι η πρωτεύουσα κάποια πράγματα τα έχει αντιμετωπίσει. Δυσκολεύτηκα να συμφιλιωθώ με την ιδέα ότι δεν ήταν έτσι.

― Τελικά, τι σας αρέσει περισσότερο σε αυτή τη δουλειά και τι λιγότερο;

Όταν τελειώνει κάτι. Ένα έργο όταν ολοκληρώνεται αισθάνεσαι γεμάτος. Το χειρότερο είναι ότι έχω γίνει στόχος επιθέσεων που ήταν τοξικές, που είχαν να κάνουν με την προσωπικότητά μου, με την ακεραιότητά μου, με την ηθική μου. Και όταν αυτά δεν γίνονται από ανώνυμα τρολ του διαδικτύου, αλλά από ανθρώπους που κατά τα λοιπά διεκδικούν για τον εαυτό τους το τεκμήριο της σοβαρότητας, τότε εξοργίζεσαι και απογοητεύεσαι. Αλλά βέβαια μετά θυμίζεις στον εαυτό σου ότι και αυτά είναι κομμάτι της δουλειάς…

Αυτή η βόλτα στην Αθήνα τελειώνει πάλι στην πλατεία Κοτζιά, στο γραφείο του δημάρχου. Μια επιβλητική, εξάφυλλη, ξύλινη πόρτα με τη χρυσή επιγραφή Δήμαρχος. Ο χώρος τεράστιος, με πίνακες, καναπέδες, ένα γραφείο στο βάθος. Κάπως μικρό αναλογικά, παρατηρώ. Μπροστά του ένα τραπεζάκι με παραταγμένα στρατιωτάκια. «Όταν πρωτοήρθα κατάλαβα πώς μπορεί να πνίγεσαι σε έναν τεράστιο χώρο. Όλα μεγαλεπήβολα. Γι’ αυτό έφερα αυτό το γραφείο, ήταν του πατέρα μου», μου λέει ακουμπώντας το ασυναίσθητα. «Τα στρατιωτάκια, ναι… ήθελα να κάνω τον χώρο πιο οικείο» ομολογεί. Μιλάμε λίγο για τον Παύλο Μπακογιάννη, ήταν 11 χρονών όταν δολοφονήθηκε, για να το ξεπεράσει, μου λέει, επαναλάμβανε στον εαυτό του «δεν είμαι κάτι ξεχωριστό, δεν είμαι κάτι ξεχωριστό…».

― Αναρωτιέμαι, σας άλλαξαν αυτά τα 4 χρόνια στο τιμόνι του μεγαλύτερου Δήμου της χώρας; Άλλαξε ίσως και τη ζωή σας;

Ναι, εξελίχθηκε η πόλη και μαζί εξελίχθηκα και εγώ. Στην προσωπική μου ζωή κάνω μια πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια να είμαι ακριβώς ο ίδιος. Έχω δει πως η εξουσία μπορεί να φθείρει και να διαφθείρει και κλείνω τα αυτιά μου στις σειρήνες της. Για εμένα είναι πάρα πολύ σημαντικό τουλάχιστον να βγω όπως μπήκα. Όμως νομίζω ότι γίνομαι πολύ πιο ανθεκτικός.

― Θέλετε να στείλετε ένα μήνυμα στους Αθηναίους μέσα από τις σελίδες της Athens Voice;

Ναι, ότι τους θερμοπαρακαλώ να έρθουν στις κάλπες ακόμη κι αν δεν είναι για να ψηφίσουν εμένα. Το μεγαλύτερο κέρδος για όλους μας είναι να αυξηθεί η συμμετοχή.

― Ποια νομίζετε ότι θα ήταν η βασική ερώτηση που θα ήθελαν να κάνουν σε εσάς οι Αθηναίοι;

650.000 Αθηναίοι, 650.000 αφεντικά, 650.000 παράπονα, 650.000 ερωτήσεις, 650.000 απαιτήσεις και έχουν όλοι δίκιο!

― Εσείς έχετε κάποια ερώτηση να τους κάνετε;

Ό,τι μπορούμε, μπορούμε. Θέλουμε;