Πολιτικη & Οικονομια

Τα Χανιά στην εξουσία

Τι κρύβεται πίσω από το φαινόμενο Κασσελάκη;

Προκόπης Δούκας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Προκόπης Δούκας σχολιάζει την υποψηφιότητα του Στέφανου Κασσελάκη για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο πατέρας του Γιώργου Σταθάκη, πρωτοκλασάτου υπουργού επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ήταν πλοιοκτήτης (πολλών) μικρών σκαφών και κολλητός φίλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Στα Χανιά, πριν από πολλές δεκαετίες, ο μικρός Γιώργος έπαιζε συχνά με τη μικρή Ντόρα, καθώς οι δύο οικογένειες έκαναν στενή παρέα.

Ερευνητής επί διετία στο Πανεπιστήμιο του Harvard και (ομότιμος πια) καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, ο Σταθάκης ήταν ένας από τους 4 (στους 4) βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που ανέδειξε ο νομός Χανίων, στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, τον Σεπτέμβριο του 2015 (στην πρώτη αναμέτρηση, τον Ιανουάριο, είχε πάρει μια έδρα και το Ποτάμι, με τον επίσης Χανιώτη στην καταγωγή Σταύρο Θεοδωράκη).

Με μακρόχρονη πορεία στον Συνασπισμό (και εκ των προσωπικοτήτων της λεγόμενης «Ομπρέλας» της εσωκομματικής αντιπολίτευσης), ο Σταθάκης λογικά θα έπρεπε να είναι η μετριοπαθής ηγετική μορφή του ΣΥΡΙΖΑ στην περιφέρεια του. Όμως εκεί δεν υπάρχει μόνο το κοινό που εκτιμά τα δικά του πολιτισμικά χαρακτηριστικά.

Το 2019, οι 4 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έγιναν ένας. Κι επειδή οι εκλογές πάντα κερδίζονται στον χώρο του κέντρου, όπως λένε χαρακτηριστικά στα Χανιά «ούτε μία ψήφος του Ποταμιού και των συμπαθούντων δεν πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ», αλλά στον επίσης Χανιώτη Μητσοτάκη. Έτσι τη μοναδική έδρα του ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε ο εκ Σφακίων ορμώμενος, πρώην δήμαρχος διάσημος για την ομολογία του οτι τηρούσε διπλά βιβλία, Παύλος Πολάκης, που επαίρεται οτι είναι κι αυτός άριστος, γιατί πήρε 20 στις Πανελλαδικές.

«Το 20% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ θέλει αυτά που λέει ο Πολάκης», λέει βετεράνος πολιτικός της περιοχής, που έφτασε και σε υπουργικές θέσεις. Μπορεί το ποσοστό να είναι υπερβολικό, ωστόσο είναι σίγουρο οτι υπάρχει αρκετό κοινό, σε όλη την Ελλάδα που αρέσκεται σε αυτή την πρωτόγονη εκδοχή της πολιτικής.

Μετά την αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα τον Ιούνιο του 2023, οι λεγόμενοι «προεδρικοί», που αποτελούσαν την πλειοψηφία κατά περίπου 70% των κομματικών μελών (συμπεριλαμβανομένων και των πρώην στελεχών του ΠΑΣΟΚ που αυτομόλησαν προς την εξουσία), βρέθηκαν χωρίς υποψήφιο με αξιώσεις. Ο Νίκος Παππάς δεν διαθέτει την ακτινοβολία του Διόσκουρου του και θα ήταν άλλωστε δύσκολο να αποκτήσει ξανά υψηλές θέσεις, μετά το συντριπτικό 13-0 του Ειδικού Δικαστηρίου. Το ίδιο περιορισμένη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ήταν και η απήχηση του 77χρονου Στέφανου Τζουμάκα. Σχηματικά, οι προεδρικοί χωρίστηκαν σε 4 στρατόπεδα (Αχτσιόγλου, Παππάς, Τζουμάκας και Πολάκης), χωρίς ελπίδες μεγάλης επιρροής, παρά τη συνολική δύναμη τους.

Λογικό από μια πλευρά, γιατί όλα αυτά τα χρόνια, ο Τσίπρας που υποτίθεται οτι ήθελε ένα κόμμα ανοιχτό προς το κέντρο και τη σοσιαλδημοκρατία, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών και αδυναμιών του, δεν μπόρεσε να απευθυνθεί παρά στους πιο λαϊκιστές, από όλο το πολιτικό φάσμα. Η συνεργασία με τους ακροδεξιούς Καμμένους, η γοητεία που ασκούσε σε όλο το τσοχατζοπουλικό ΠΑΣΟΚ (πρώτος σε σταυρούς εσωκομματικά το δεξί του χέρι Αντώνης Κοτσακάς), η ίδια του η πολιτική προέλευση και η σχέση με τα χειρότερα κομμάτια της αριστεράς, το πιστοποιούν. Πολιτεύτηκε, χαρίζοντας φυσικά μεγάλο μέρος της κεντροαριστεράς στον Μητσοτάκη.

Ο πρώην Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν επένδυσε ποτέ λοιπόν σε πρόσωπα όπως ο Σταθάκης. Αντιθέτως, κατέστησε παράγοντες του κόμματος, πρόσωπα όπως ο Πολάκης, που τώρα βρέθηκαν «ορφανά» στον αγώνα τους για την εσωκομματική εξουσία. Ούτε η Έφη Αχτσιόγλου, αλλά ούτε και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος θα μπορούσαν ποτέ να τους εκφράσουν, καθώς μοιάζουν να βρίσκονται σύμμαχοι λίγο-πολύ στην ίδια πολιτική και πολιτισμική όχθη, μιας «αριστερής καθαρότητας», που έχει μεν τεράστιες αγκυλώσεις, αλλά δεν πήρε τον δρόμο του ανερυθρίαστου οπορτουνισμού.

Κι έτσι, βρέθηκε ξαφνικά ένας ακόμα Χανιώτης, με οίηση, απλοϊκά πολιτικά αφηγήματα και κακή προφορά της ελληνικής γλώσσας, ο απόδημος Στέφανος Κασσελάκης, να πλασάρεται και να υιοθετείται από τον Πολάκη ως το σωσίβιο, που θα κόψει ψήφους από την Αχτσιόγλου και θα περάσει μαζί της στον β’ γύρο, αντί του Τσακαλώτου, έτσι ώστε οι υποστηρικτές του να έχουν διαπραγματευτική ισχύ. Και πού ξέρεις, μπορεί και να έκανε την έκπληξη, κερδίζοντας την παρτίδα και δίνοντας το φιλί της ζωής στο προς συρρίκνωση κόμμα-σκιά του παλαιού του εαυτού.

Είναι σαφές οτι ο Πολάκης και οι συν αυτώ (συμπεριλαμβανομένου ή όχι του Αλέξη Τσίπρα, τελικά δεν έχει και τόση σημασία), με την μονίμως κοντόφθαλμη ερμηνεία του κόσμου και της πολιτικής πραγματικότητας, έκαναν τη μετάφραση ως εξής: «Τόσα χρόνια μας έχετε κομπλεξάρει με την κριτική για την ουσιαστική αγραμματοσύνη του Τσίπρα, σε αντιδιαστολή με το βιογραφικό και τον κοσμοπολιτισμό του Μητσοτάκη. Αποτύχαμε να αποδομήσουμε τον δεύτερο, άρα το αντίδοτο είναι ένας φωτογενής πολύγλωσσος από το εξωτερικό, ανεξαρτήτως του πολιτικού του βάθους ή του πόση γνώση, εμπειρία και σωστή ανάλυση της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας και δη της αριστεράς έχει».

Μόνο που η μετάφραση αυτή είναι όσο αφελής είναι και ο τοξικός αυριανισμός, που εκπροσωπήθηκε επάξια από τα πρωτοπαλήκαρα (διαδικτυακά και μη) της προηγούμενης ηγεσίας. Ένας υποψήφιος ανοιχτά gay, με (έστω σκοτεινό σε κάποια σημεία) βιογραφικό και κοσμοπολίτικη αύρα θα ήταν θετική αιμοδοσία στο πολιτικό δυναμικό της χώρας, υπό την προϋπόθεση όμως να έχει τις εμπειρίες και τις ποιότητες εκείνες, που εγγυώνται μια υπεύθυνη πολιτική παρουσία και διαχείριση, σε αντιδιαστολή με την κληρονομιά Τσίπρα, τη συνέχιση της οποίας επαγγέλεται.

Το αποτέλεσμα των διπλών βουλευτικών εκλογών του 2023, έδειξε οτι το εκλογικό σώμα καταδίκασε ακριβώς αυτή την κληρονομιά. Και ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος στην εγγενή του αδυναμία να κατανοήσει γιατί η εξουσία, υπό κανονικές συνθήκες, δεν επιτυγχάνεται χωρίς μια σοβαρή και υπεύθυνη πορεία προς τη σοσιαλδημοκρατία.