Πολιτικη & Οικονομια

Από «μαμή της ιστορίας», Φρανκενστάιν της κοινωνίας

Το τέρας του ακραίου φανατισμού

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η δολοφονία του Μιχάλη Κατσουρή, ο ακραίος φανατισμός, η αντιμετώπιση της οπαδικής βίας και του χουλιγκανισμού.

Ο Άλκης Καμπανός δεν ήταν ο τελευταίος. Ούτε και ο Μιχάλης Κατσουρής θα είναι ο τελευταίος. Κάθε φορά που ένα νέο πανό «ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ» κάνει την εμφάνισή του πάνω από μια στοίβα κασκόλ, κεριά και λουλούδια ξέρουμε ότι είναι μισογραμμένο. Λείπει η παρένθεση «(μέχρι τον επόμενο)». Κι αυτός ο επόμενος θα είναι θύμα των ίδιων χεριών που έγραψαν το ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ. Γιατί «το αίμα κυλάει-εκδίκηση ζητάει» και η εκδίκηση τροφοδοτεί αδιάκοπα τον φανατισμό μιας κοινωνίας που αναζητεί σε αυτόν διέξοδο στα αδιέξοδά της. Σε βαθμό που από κάποιο σημείο και μετά να μην μπορεί να τον ελέγξει αλλά αντίθετα να γίνεται πειθήνιο όργανό του. Το τέρας του ακραίου φανατισμού κάθε είδους και μορφής είναι ο σύγχρονος Φρανκενστάιν της κοινωνίας.

Το πρόβλημα με την διασημότερη ίσως φράση του Μαρξ «η βία είναι η μαμή της ιστορίας» είναι ότι δεν επρόκειτο για μια διαπίστωσή του αλλά ότι εξέφραζε την πεποίθησή του ότι η επαναστατική βία είναι «νομοτελειακά» ο κινητήριος μοχλός της ιστορίας. Μόνο που στη συνέχεια η επαναστατική βία μάλλον προσαρμόστηκε η ίδια στις διάφορες ιστορικές φάσεις παίρνοντας ανάλογες μορφές. Της τρομοκρατίας, της θρησκευτικής βίας, της εθνικιστικής και ρατσιστικής βίας και πιο πρόσφατα της λεγόμενης οπαδικής βίας. Μορφές που δεν είναι απολύτως διακριτές, αντίθετα συνυπάρχουν και καταλήγουν στο ίδιο φρικτό αποτέλεσμα. Την αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής στο όνομα της μιας αλήθειας, της μιας θρησκείας, της μιας ράτσας, της μιας ομάδας.

Ταυτόχρονα φαίνεται να ισχύει αυτό που περιέγραψαν τις μέρες αυτές στις αναλύσεις τους σημαντικοί Έλληνες διανοούμενοι αναλυτές. Ότι η βία διένυσε και αυτή τη δική της ιστορική διαδρομή από την επανάσταση της Αριστεράς και την τρομοκρατία της άκρας Αριστεράς («βία στη βία της εξουσίας») μέχρι τη θρησκευτική βία του σκοταδισμού και την εθνικιστική και ρατσιστική βία της Ακροδεξιάς. Όσο και αν θέλουν κάποιοι να κρατήσουν ιδεολογικές ισορροπίες, η «οπαδική» βία των χούλιγκαν ελέγχεται σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο από ακροδεξιές και νεοναζιστικές ομάδες που σκορπούν το μίσος και τον τρόμο. Οι Κροάτες δεν ήρθαν στην Αθήνα για να υποστηρίξουν την ομάδα τους. Ήρθαν για να ικανοποιήσουν τα κτηνώδη ένστικτά τους, να χτυπήσουν, να μακελέψουν, να σκοτώσουν.

Όπως και κάθε μορφή βίας, έτσι και η «οπαδική» δεν έπεσε στη χώρα μας από τον ουρανό. Το ποδόσφαιρο, ως το μαζικότερο ιστορικό άθλημα με εκατομμύρια φιλάθλους-οπαδούς προσέφερε τις κατάλληλες συνθήκες για τη δημιουργία εστιών εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών και ταυτόχρονα τη «λαϊκή βάση»-ασπίδα επιχειρηματικών και άλλων δραστηριοτήτων. Μόνο που οι εστίες αυτές -σύνδεσμοι προεδρικών στρατών- μετατράπηκαν σύντομα σε τέρατα που ακόμα και οι ίδιοι οι εμπνευστές τους δυσκολεύονται ή και αδυνατούν να τα ελέγξουν και να τα «νουθετήσουν». Πολύ περισσότερο απέτυχαν όσοι επιδίωξαν ειλικρινά να τα βάλουν μαζί τους. Ας μην ξεχνάμε την τύχη του Ντέμη Νικολαΐδη όταν, ως πρόεδρος της ΑΕΚ, αποφάσισε να δώσει στη δημοσιότητα τα ονόματα των χούλιγκαν της ομάδας του που δρούσαν ανεξέλεγκτα.

Δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς τι σκέφτεται ο πρωθυπουργός να πει στον πρόεδρο της UEFA καθώς και στη σύσκεψη που θα γίνει με την παρουσία και των ιδιοκτητών των μεγάλων ποδοσφαιρικών συλλόγων. Ας ελπίσουμε ότι η συζήτηση δεν θα περιοριστεί στη λήψη διοικητικών-απαγορευτικών μέτρων και αποκλεισμών. Το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός γενικότερα δεν μπορεί να είναι το θύμα της βίας του βάρβαρου χουλιγκανισμού που βιώνουμε. Ας ελπίσουμε ότι οι ιδιοκτήτες των ΠΑΕ (συμμετέχοντες στη σύσκεψη και μη) θα γίνουν και «ιδιοκτήτες» των συνεπειών της βίας των οργανωμένων (από τους ίδιους) συνδέσμων τους. Ας ελπίσουμε επίσης ότι η πολιτεία θα αποφασίσει να «βάλει χέρι» στα άντρα της στοιχηματικής διαφοράς και κάθε είδους «αθλητικής» διαπλοκής.

Και, κυρίως, ας ελπίσουμε ότι στη σύσκεψη θα κληθεί να συμμετάσχει ο Υπουργός Παιδείας ως μια ελάχιστη αναγνώριση, έστω και καθυστερημένη, ότι η «εκπαίδευση» στη χουλιγκανική βία ξεκινάει από τα σχολεία και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας όπου τα επεισόδια βίας έχουν πάρει καταιγιστικές διαστάσεις. Χρειάζεται να στελεχωθούν τα σχολεία με κατάλληλους επιστήμονες και ειδικά προγράμματα εκπαίδευσης ώστε να μην παραδοθούν τα παιδιά μας στις διαθέσεις του σύγχρονου Φρανκενστάιν.