Πολιτικη & Οικονομια

Ράμφος unplugged

-Μπορεί να είναι πολιτικό πρόταγμα η λογική;

Αγγελική Σπανού
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

-Μπορεί να είναι πολιτικό πρόταγμα η λογική;

-Όχι, αλλά μπορεί να υποστηρίξει το πολιτικό πρόταγμα, γιατί χωρίς τη λογική δεν υπάρχει πολιτικό πρόταγμα, παρά μόνο απάτη.

-Είναι ατομοκεντρικός ο ελληνικός πολιτισμός;

-Ο Έλληνας για τον δικό του άνθρωπο θα κάνει τα πάντα, όχι όμως για τον ξένο. Ζητούμενο είναι η πολιτική οπτική που θα επιτρέπει μια διαστολή του «εγώ» προς κατευθύνσεις που θα φθάνουν και στον άγνωστο.

-Πώς θα κόψουμε δρόμο;

-Πρώτα πρέπει να τον δούμε. Κόβεις δρόμο όταν παραιτείσαι από τις φαντασιώσεις σου.

Ο διάλογος του Σταύρου Θεοδωράκη με τον Στέλιο Ράμφο, την Κυριακή το μεσημέρι στην αίθουσα Acro στην Ιερά Οδό, ήταν μια ασυνήθιστη εμπειρία που δεν μοιάζει και ίσως δεν είναι πολιτικό γεγονός. Η πρόσκληση προανήγγειλε τη δημόσια ψυχανάλυση του επικεφαλής του Ποταμιού από τον διανοούμενο και ο συνειρμός που εύλογα γινόταν ήταν γιατί πάλι κάτι γύρω από τον εαυτό του, γιατί ξανά ο αρχηγός στο επίκεντρο.

Όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι, γιατί ο Στέλιος Ράμφος μίλησε για μιάμιση ώρα μόνος του, κρατώντας ένα τσαλακωμένο χαρτάκι με σημειώσεις και βηματίζοντας αδιάκοπα σε μια σκηνή που παρέπεμπε σε μινιμαλιστική θεατρική παράσταση. Ο Σταύρος Θεοδωράκης τον υποδέχθηκε, τον άκουσε στριμωγμένος σε ένα σκαλοπάτι και ανέβηκε στη σκηνή στο τέλος για έναν σύντομο διάλογο ανάμεσα στον παλιό εαυτό του πολιτικού και στον νέο εαυτό του στοχαστή, δηλαδή ανάμεσα στον δημοσιογράφο και στον σκεπτόμενο performer.

«Δεν θέλω να ρωτήσω ποιοι έχετε έρθει για τον Ράμφο και ποιοι για μένα» είπε στην αρχή ο Σταύρος Θεοδωράκης και μάλλον δεν είχε τόση σημασία, αφού το γεγονός είναι ότι η αίθουσα ήταν κατάμεστη και αυτό ήταν το σχόλιο που έκαναν οι περισσότεροι μπαίνοντας και βγαίνοντας. Πώς βρέθηκαν τόσοι άνθρωποι να επιλέξουν κυριακάτικα να ακούσουν Ράμφο, κάνοντας απόλυτη ησυχία, χειροκροτώντας με πάθος όταν ένα νόημα τους συνέπαιρνε, και δείχνοντας στο τέλος ότι άντεχαν κι άλλο.

«Ας πούμε ότι με ένα μαγικό τρόπο εξαφανίζεται το χρέος. Τι μας εγγυάται ότι δεν θα το ξαναφτιάξουμε; Η χούντα μάς άφησε μηδενικό χρέος. Και τι έγινε μετά;» Ήταν κάτι μεταξύ διάλεξης και διδασκαλίας που μετωριζόταν ανάμεσα στην πολιτική και την φιλοσοφία: «Το μνημόνιο είναι προϊόν της κρίσης, όχι η αιτία της. Η κρίση μάς δίνει την ευκαιρία να θέσουμε το στοιχείο του πολιτισμικού παράγοντα, το ζήτημα των νοοτροπιών σε μια κοινωνία σταθερά διχασμένη ανάμεσα στο σύγχρονο κόσμο και τα προνεωτερικά της βιώματα. Όταν λέμε νοοτροπία μιλάμε για ένα σύνολο από αντιλήψεις και εθισμούς που διαπλάθουν και κατευθύνουν τις συμπεριφορές ενός κοινωνικού σώματος όντας ταυτόχρονα κοινές σε κάθε μέλος της».

Τι χαρακτηρίζει την ελληνική νοοτροπία όπως εκφράζεται στη συλλογική συμπεριφορά; Η απάντηση του Ράμφου: «Η κρίση έχει αλλάξει τη ζωή μας, αλλά όχι τις νοοτροπίες μας. Ας πούμε, η κοντή μνήμη που παραμένει. Για παράδειγμα, πάμε σε νέο δικομματισμό μέσα σε πέντε χρόνια, δεν καθυστερούμε. Καταναλώνουμε λιγότερα, αλλά ο τρόπος που θυμώνουμε και ζητάμε λογαριασμό μένει ο ίδιος. Η παροχολογία μένει ίδια. Αυτά ως παρακινηματικές εσωτερικές συνθήκες έχουν σημασία να μελετηθούν γιατί είναι στερεότερες από οτιδήποτε άλλο. Χρειαζόμαστε τη βοήθεια ενός άλλου τρόπου σκέψης. Τα μνημόνια μπορεί να φύγουν αλλά η κρίση θα μείνει. Στο μέτρο που η κρίση παραμένει αλώβητη και διαχέεται θα μπορούσε να έχει οδυνηρά αποτελέσματα όπως τα σημερινά. Να μιλήσουμε για μόνιμη κρίση. Μας ενδιαφέρει η μονιμότητα της κρίσης γιατί ένα νέο πολιτικό κίνημα πρέπει να έχει ματιά ευρύτερη από τον ορίζοντα των πολιτικών. Μια πραγματικά ανανενωτική πολιτική κίνηση πρέπει να λάβει υπόψιν τη μονιμότητα της κρίσης για να μπορέσει να επικοινωνήσει με το κοινό, που θέλει να ξεμπλέξει αλλά δεν ξέρει πώς. Μιλάμε για αποσυνθετική παρακμή, δεν γίνεται τίποτα, ούτε μπρος ούτε πίσω, μαίνεται η σύγκρουση μεταξύ προνεωτερικού βαθέος εαυτού και σύγχρονης πραγματικότητας. Μια τερατώδης ανασφάλεια που δεν μπορεί να τη διαχειριστεί η πολιτική».

Η ομιλία του Ράμφου δεν δόθηκε σε γραπτό κείμενο, ήταν άλλωστε προφανές ότι ο ίδιος σκεφτόταν την ώρα που μιλούσε και ανέπτυσσε το συλλογισμό του βάζοντας μόνος του τα ερωτήματα για να αναζητήσει τις απαντήσεις.

Τι είναι κρίση; «Όταν λέμε κρίση μιλάμε για μια σκληρή δοκιμασία του ήθους και του τρόπου της δημιουργικής έκφρασης ατόμων και συνόλων. Κρίση σημαίνει ότι παραλύουμε σαν άτομα και σαν σύνολα. Προϋποθέτει αίσθημα ρήξης με τον κόσμο, αίσθημα ρήξης με το νόμο. Τότε γίνεται προτιμότερη η απόλυτη διάλυση, μέσα από τον απεγνωσμένο χαρακτήρα μιας διεκδίκησης με μηδενιστικό περιεχόμενο. Σε τέτοιες καταστάσεις οι κοινωνίες παραδίδονται σε εσωτερικές αναταραχές και σε προβολές επιθυμητικών φαντασιώσεων στην πραγματικότητα. Έχουμε σύγκρουση μεταξύ πραγματικού και φαντασιακής επιθυμίας. Ο άνθρωπος που δεν αντέχει τον κόσμο, καταφεύγει στην αυτοκαταστροφή. Συμβαίνει έκπτωση του αξιακού συστήματος, έκπτωση του ήθους της ζωής υπέρ του ήθους της επιβίωσης. Αυτό σημαίνει αδιαφορία και εχθρότητα προς το κοινό, δημόσιο αγαθό. Εκεί αρχίζει το πρόβλημα με όρους πολιτικούς».

Γιατί δεν προχωράμε; «Έχουμε οργανωμένη μορφή απόκρουσης του μέλλοντος. Ανοίγουν συνεχώς καφενεία. Η παλιά Ελλάδα θριαμβεύει, γιατί ο τόπος της παλιάς Ελλάδας είναι το καφενείο. Ως δομή, ως απόφαση, το να μπαίνουν τόσα λουκέτα αλλά να αποκτάμε περισσότερα καφενεία, σημαίνει ότι ανοίγει το παρελθόν εκεί που κλείνει το μέλλον. Εχουμε ένα μεθοδικό αποκλεισμό του μέλλοντος. Το παιχνίδι της ζωής και του θανάτου μιας κοινωνίας παίζεται στη δημιουργία του χρόνου. Ούτε μισθοί και συντάξεις θα υπήρχαν τώρα χωρίς τα μνημόνια. Όταν επικρατεί ο γεωλογικός χρόνος στη θέση του δημιουργικού παύει ο χρόνος να έχει ηθικό χαρακτήρα.Το χρόνο μας τον διέπει ένα παρελθοντικό μέλλον, η ηδονή της επανάληψης, πόσο ωραία ήταν, πόσο σίγουρα και ασφαλή. Όταν σταθεροποιείται το παρελθοντικό μέλλον, όταν τα προνεωτερικά στοιχεία καθορίζουν την ύπαρξη, τότε ο καφενόβιος είναι το παράδειγμα προς μίμηση».

Και η πολιτική; «Η κοινωνία μαραίνεται γιατί δεν υπάρχει τρόπος να ποτιστεί στις ρίζες της. Μια πολιτική κίνηση θα αρθρώσει πολιτικό λόγο όταν μπορέσει να μιλήσει για τους εσωτερικούς μας διχασμούς για τα προσωπικά μας αδιέξοδα. Ποιο είναι το ένα και μόνο κριτήριο στους πολιτικούς σχεδιασμούς; Η εξουσία. Η εξουσία έχει σκοπό και ο σκοπός είναι ανώτερος της εξουσίας. Ο σκοπός της εξουσίας είναι το κοινό καλό».

Ο Σταύρος Θεοδωράκης μιλούσε στον πληθυντικό στον Στέλιο Ράμφο που ήταν χαρούμενος, διψασμένος για επικοινωνία, έτοιμος να διατεθεί, πολύ αποφασισμένος να κάνει πράξη αυτό που είχαν συμφωνήσει ένα μεσημέρι στο Αλάτσι, όταν σχολιάζοντας μια συνέντευξη του επικεφαλής του Ποταμιού, του είχε πει πως τον βρήκε «πολύ αμυντικό». Κάπως έτσι συμφώνησαν να εκτεθούν μαζί, αλλά τελικά η ψυχανάλυση/αποκάλυψη του Σταύρου που σχεδίασαν κατέληξε σε ένα μονόλογο-ποταμό του διανοούμενου που πετούσε τις σκέψεις του με δύναμη πάνω στους θεατές.

Τι είναι κράτος; «Ο θεσμός που εγγυάται με πολιτικό τρόπο την κοινωνική συνοχή. Τι είναι κοινωνία; «Ενα σύνολο ανθρώπων που υπάρχουν με τρόπο συντεταγμένο και ρυθμίζοντας τους όρους συμβίωσης. Άλλο η αγέλη, άλλο ο όχλος, άλλο η σύγχρονη κοινωνία. Η αρχαιοελληνική κοινωνία ήταν ένα με το κράτος, δεν είχαν δικαιώματα, είχαν προνόμια. Το πρόβλημα είναι η σύγκρουση της μερικότητας με το δημόσιο συμφέρον, κάθε μέρα αυτό ζούμε. Υπάρχει μια παλιά κουλτούρα που στηρίζεται στο αίμα, στον τόπο, στις παρέες. Τα σόγια από τα οποία περνά κάθε εκλογική επιτυχία, η εντοπιότητα, η συντεχνία και το συνάφι που θα δημιουργήσει τη δική του πελατειακή σχέση. Αυτό το είχε καταλάβει ο Καποδίστριας και εισήγαγε την πατάτα βάζοντας αστυνομικούς να τη φυλάνε επειδή τότε ο λαός θα πίστευε ότι ήταν κάτι πολύτιμο για να το κλέψει. Τον σκότωσαν γιατί πώς θα πλήρωναν οι Μαυρομιχαλαίοι φόρο για ένα σχολείο στη Λάρισα; Το κοινό αγαθό είναι το μεγάλο ζητούμενο. Τα διαμερίσματα είναι πεντακάθαρα, αλλά οι δρόμοι και τα πανεπιστήμια βρώμικα. Το πρόβλημα με τη μερικότητα είναι ότι το κάθε μέρος διεκδικεί την ολότητα. Οπου κυριαρχεί η μερικότητα είναι βέβαιη η παρακμή. Ζούμε σε ένα τοξικό νέφος, σε ένα πνιγηρό παρόν».

Φεύγοντας, ένας έλεγε ότι όλο αυτό θα μπορούσε να είναι μια ωραία τηλεοπτική εκπομπή, άλλος αναρωτιόταν πώς έπεισε ο Σταύρος τον Ράμφο να μιλήσει με φόντο το σήμα του Ποταμιού, τα κουλούρια Θεσσαλονίκης που προσφέρονταν στην έξοδο έγιναν ανάρπαστα, κανείς δεν έδειχνε να αισθάνεται πως έχασε τον χρόνο του – τον φυσικό/γεωλογικό και μαζί τον δημιουργικό/ηθικό κατά τον ορισμό του φιλοσόφου.