Πολιτικη & Οικονομια

«Είναι η (ελληνική) Οικονομία»: Τα χαμόγελα της αγοράς και η τσέπη του πολίτη

Μιχάλης Γκλεζάκος και Νίκος Μαγγίνας αποτιμούν στην ATHENS VOICE το εκλογικό αποτέλεσμα

Σοφία Χαλδαίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Εκλογές 2023: Οι 4 λόγοι που η αγορά υποδέχεται θετικά το εκλογικό αποτέλεσμα και τι σημαίνει πρακτικά για τους πολίτες - Γκλεζάκος και Μαγγίνας αναλύουν στην ATHENS VOICE

Το χαμόγελο του Κυριάκου Μητσοτάκη, κατά την άφιξη του στα γραφεία της Νέα Δημοκρατίας την Κυριακή των εκλογών, ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησαν μια σειρά από χαμόγελα στις αγορές: το αποτέλεσμα της κάλπης έφερε ένα «ράλι» στο Χρηματιστήριο Αθηνών τη Δευτέρα, με το θετικό μομέντουμ να διατηρείται και χτες, ενώ ώθηση πήραν και τα ελληνικά ομόλογα.

Πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν ότι ο ελληνικός λαός έδωσε ένα ισχυρό μήνυμα υπέρ των σταθερών κυβερνήσεων αυτοδυναμίας και υπέρ μιας οικονομικής ατζέντας μακριά από πειραματισμούς. Η απομάκρυνση του σεναρίου της πολιτικής αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την όλο και πιο κοντινή προοπτική της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας είχαν θετικό αντίκτυπο στις αγορές και στο επενδυτικό κλίμα.

Στο κομμάτι της οικονομίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει τον πήχη για την επόμενη τετραετία: αύξηση μισθών, περισσότερες δουλειές, εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων, έμφαση στις επενδύσεις. Από την άλλη, έχει να αντιμετωπίσει τον υψηλό πληθωρισμό τροφίμων, την προειδοποίηση του Γιάννη Στουρνάρα για τον δημοσιονομικό χώρο υλοποίησης των προεκλογικών εξαγγελιών, αλλά και τους πολιτικούς του αντιπάλους που τον κατηγορούν για επιδοματική πολιτική.

Δύο ειδικοί αναλύουν και αποτιμούν τον αντίκτυπο του εκλογικού αποτελέσματος της Κυριακής στην οικονομία.

Οι 4 λόγοι που η αγορά αντιδρά θετικά σε μια νέα τετραετία Μητσοτάκη

Θετικά αποτιμά το εκλογικό αποτελεσμα της Κυριακής για την ελληνική οικονομία ο Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστήμιου Πειραιώς, Μιχάλης Γκλεζάκος, ο οποίος αναλύει τους 4 βασικούς λόγους για τους οποίους η αγορά υποδέχεται με τόσο ενθουσιασμό την αναμενόμενη αυτοδυναμία της ΝΔ στις 25 Ιουνίου.

Όπως εξηγεί:

  1. Πρώτον, το γεγονός ότι αποφύγαμε μια κυβέρνηση με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι εξαγγελίες για κρατικοποίηση επιχειρήσεων (π.χ. ΔΕΗ), για παροχές που υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας (κόστος παροχών που εξήγγειλε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάνω από 80 δισ. ευρώ), για χρήση νέων νομισμάτων όπως η «Δήμητρα» του Γιάνη Βαρουφάκη και τα τοπικά νομίσματα του Ευκλείδη Τσακαλώτου, είχαν δημιουργήσει έντονη ανησυχία για ένα μεγάλο πισωγύρισμα της οικονομίας και για επάνοδο σε κλίμα 2010-2018.
  2. Δεύτερον, η νέα κυβέρνηση αναμένεται να συνεχίσει τη μεταρρυθμιστική και φιλοεπενδυτική οικονομική πολιτική της, η οποία έχει φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα μέχρι σήμερα. Αναμένεται, επίσης, να καλύψει το κενό επενδύσεων της χώρας μας με την περαιτέρω αξιοποίηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ (70-80 δισ. ευρώ). Επίσης, προεξοφλείται ότι θα συνεχισθεί με εντατικούς ρυθμούς η ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα και θα διατηρηθεί το θετικό κλίμα σε τουρισμό και εξαγωγές.
  3. Τρίτον, με δεδομένη και την πολιτική σταθερότητα για τα επόμενα 4 χρόνια, θεωρείται βέβαιη η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, που με τη σειρά της θα μειώσει τα επιτόκια, περιορίζοντας το κόστος χρηματοδότησης του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
  4. Τέταρτον, όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού ότι θα μειώσει το κόστος λειτουργίας του κράτους, δημιουργούν προϋποθέσεις για φορολογικές ελαφρύνσεις, οι οποίες θα τονώσουν ακόμη περισσότερο την οικονομία, θα καταστήσουν διαχειρίσιμο το χρέος και θα επιτρέψουν κοινωνικές παροχές που θα βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο των οικονομικά ασθενέστερων Ελλήνων.
© EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Μαγγίνας: Η Ελλάδα δεν θα αντιμετωπίζεται ως ειδική περίπτωση 

Το ζήτημα της επενδυτικής βαθμίδας, του χρέους και του υψηλού πληθωρισμού αναλύει περαιτέρω ο επικεφαλής οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Νίκος Μαγγίνας.

Με την οικονομία να έχει μπει ούτως ή άλλως σε τροχιά αναβάθμισης, ειδικά την τελευταία διετία, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΕ συνδέει την ύπαρξη μιας σταθερής κυβέρνησης με την ταχύτερη επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας. «Αναμφισβήτητα, οτιδήποτε αυξάνει την ορατότητα για τις προοπτικές της οικονομίας, όπως, εν προκειμένω, μια σταθερή κυβέρνηση ή/και μια κυβέρνηση με βασική ατζέντα που διατηρεί αναλλοίωτες τις θετικές πτυχές της οικονομικής πολιτικής, επιταχύνει την απόκτηση επενδυτικής αξιολόγησης και ελαχιστοποιεί το χρόνο επανεκτίμησης των μετεκλογικών συνθηκών από τους οίκους και τις διεθνείς αγορές».

Όπως επισημαίνει, βρισκόμαστε και τυπικά πλέον πολύ κοντά στην αναβάθμιση και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, με τις αξιολογήσεις των 5 εκ των 6 πιο γνωστών διεθνών οίκων να απέχουν μόνο μία βαθμίδα από το εν λόγω επίπεδο.

«Η αναβάθμιση αυτή θα επισφραγίσει την επάνοδο της οικονομίας στην κανονικότητα, καθώς και την άρση της όποιας επιφύλαξης ή αιρεσιμότητας που σχετίζεται με την Ελλάδα και την αντιμετώπισή της ως ειδικής περίπτωσης», τονίζει ο κ. Μαγγίνας. Στο σημείο αυτό επισημαίνει ότι ακόμη και σήμερα, προκειμένου να αντληθεί ρευστότητα από την ΕΚΤ, τα ελληνικά ομόλογα γίνονται δεκτά με ειδική εξαίρεση που σχετίζεται με πρόγραμμα που ενεργοποιήθηκε εκτάκτως λόγω της πανδημίας· χωρίς αυτή την εξαίρεση οι τρέχουσες χρηματοδοτικές συνθήκες θα ήταν λιγότερο ευνοϊκές.

Τι σημαίνει η επενδυτική βαθμίδα για τον απλό Έλληνα

Πώς ακριβώς, όμως, επηρεάζει τον μέσο πολίτη η επενδυτική βαθμίδα; Ο κ. Μαγγίνας εξηγεί ότι η αξιολόγηση της χώρας έχει άμεση διασύνδεση με το κόστος του χρήματος για το σύνολο της οικονομίας, όπως επίσης και με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται πιστοδοτικά τα χρηματοοικονομικά υγιή νοικοκυριά και επιχειρήσεις τόσο από τις τράπεζες όσο και από τις αγορές, αλλά και από αυτούς που συναλλάσσονται.

Παράλληλα, προσθέτει ότι το εύρος των επενδυτών και η φύση των επενδύσεων θα αναβαθμιστούν, καθώς σχετίζονται άμεσα με την πιστοληπτική ποιότητα της χώρας. «Βλέποντας τις διεθνείς αξιολογήσεις, θα μπορούσαμε να πούμε, σχηματικά, ότι οι χώρες με την υψηλότερη αξιολόγηση τείνουν να έχουν και υψηλότερα επίπεδα ευημερίας», λέει στην ATHENS VOICE.

«Αυτό το λεγόμενο “ασφάλιστρο κινδύνου” που μας επιβάρυνε για χρόνια θα συρρικνωθεί περαιτέρω, μειώνοντας το κόστος δανεισμού, καθιστώντας προσοδοφόρες περισσότερες επενδύσεις και δίνοντας πρόσθετη ώθηση στις τιμές ελληνικών χρεογράφων και περιουσιακών στοιχείων. Προφανώς, οι ανωτέρω παράγοντες σημαίνουν αυξημένα εισοδήματα, υψηλότερη και ποιοτικότερη απασχόληση και ισχυρότερες αποδόσεις κεφαλαιουχικών και χρηματοοικονομικών επενδύσεων», επισημαίνει ο chief economist της Εθνικής Τράπεζας.

Το χρέος

Ως προς το ελληνικό χρέος, σημειώνει ότι λόγω των πολλαπλών παρεμβάσεων κατά την προηγούμενη δεκαετία – οι οποίες αύξησαν τη διάρκειά του σε πάνω από 18 έτη και σταθεροποίησαν το κόστος εξυπηρέτησής του σε πολύ χαμηλό επίπεδο – η εξελισσόμενη αύξηση των επιτοκίων διεθνώς δεν άσκησε πίεση στο ελληνικό δημόσιο.

«Ωστόσο, όσο μια νέα κανονικότητα υψηλότερων επιτοκίων παγιώνεται, η ισχυρότερη πιστοληπτική αξιολόγηση εξασφαλίζει ότι η χώρα θα δανείζεται με βιώσιμους όρους και μεσο-μακροπρόθεσμα αυτό είναι σημαντικό, καθώς το ελληνικό χρέος, αν και σύντομα θα παύσει να είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, θα παραμείνει εκ των υψηλότερων και την τρέχουσα και την επόμενη δεκαετία», υπογραμμίζει ο κ. Μαγγίνας.

Τίθενται οι βάσεις για αυξήσεις μισθών την επόμενη διετία

Έπειτα από μια δεκαετία συρρίκνωσης των μισθών, μία από τις βασικές δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για την επόμενη τετραετία είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 ευρώ και του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ.

Πάνω στο θέμα αυτό, ο Νίκος Μαγγίνας εκτιμά ότι παρά τη φθορά στους πραγματικούς μισθούς από τον υψηλό πληθωρισμό, το 2022 ενδεχομένως ήταν σημείο καμπής για την έναρξη της ανοδικής προσαρμογής των ονομαστικών μισθών, με τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού και τις εν γένει συνθήκες στην αγορά εργασίας (βλ. ελλείψεις προσωπικού, αυξημένη εργασιακή κινητικότητα) να θέτουν τις βάσεις για επιτάχυνση των μισθολογικών αυξήσεων το 2023-24.

Παρατηρεί, βέβαια, ότι λόγω και της επίδρασης από τον σωρευτικό πληθωρισμό το 2021-22, η πραγματική (αποπληθωρισμένη) αμοιβή για τον μέσο μισθωτό πράγματι μειώθηκε. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, η συγκεκριμένη στατιστική δεν προσμετρά τη δημοσιονομική στήριξη που δόθηκε σε πιο αδύναμες κοινωνικές ομάδες την τελευταία τριετία και τη σημαντική αύξηση των μη μισθολογικών εισοδημάτων (16% ετησίως κατά μ.ο. το 2021-22, ειδικά όσον αφορά εισοδήματα ελεύθερων επαγγελματιών λόγω αυξανόμενης οικονομικής δραστηριότητας).

Υπάρχει περιθώριο για στοχευμένες παρεμβάσεις όσον αφορά στις τιμές των τροφίμων

Για τον υψηλό πληθωρισμό στα τρόφιμα, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΕ εκτιμά ότι η διαφαινόμενη υποχώρηση των τιμών κάποιων αγαθών διεθνώς, καθώς και του μεταφορικού κόστους, αναμένεται να αμβλύνουν περαιτέρω τις πιέσεις, με την αποκλιμάκωση του γενικού πληθωρισμού να είναι πλέον συγκριτικά ταχύτερη στην Ελλάδα στο α’ τετράμηνο του 2023.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αφήσει ανοιχτό το παράθυρο για «ψαλίδισμα» στον ΦΠΑ, εφόσον επιτευχθούν ικανοποιητικά πρωτογενή πλεονάσματα. Από τη μεριά του, ο κ. Μαγγίνης επισημαίνει ότι ενδεχομένως μια τέτοια κίνηση θα ήταν εύλογη, αν εφαρμοζόταν σε μεμονωμένες κατηγορίες τροφίμων που είναι βασικές για τα νοικοκυριά και με αυστηρό έλεγχο της μετακύλισης των μειώσεων στον καταναλωτή.

«Η δημοσιονομική υπεραπόδοση αυξάνει τα περιθώρια παρεμβάσεων, οι οποίες όμως θεωρώ ότι θα πρέπει να είναι στοχευμένες και όχι οριζόντιες, περιλαμβάνοντας βασικά αγαθά και, ίσως, εστιάζοντας μάλλον σε συγκεκριμένες κατηγορίες νοικοκυριών, αν πρόκειται για μη φορολογικές παρεμβάσεις», σημειώνει.

Τέλος, ο Νίκος Μαγγίνας τονίζει ότι η περαιτέρω επένδυση στην ευρύτερη εποπτεία της αγοράς, η ενίσχυση του ανταγωνισμού και η διαφάνεια και συγκρισιμότητα της τιμολόγησης, τόσο σε επίπεδο λιανικής όσο και χονδρικής, θα μπορούσε να δώσει ακόμη μεγαλύτερα οφέλη στη «μάχη» με τον πληθωρισμό.