Πολιτικη & Οικονομια

Το πολιτικό «φλερτ» Τσίπρα - Ανδρουλάκη και η αντίδραση Μητσοτάκη

Πώς αναζωπυρώθηκαν τα σενάρια συνεργασίας μετά το debate

A.V. Team
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εκλογές 2023: Οι παρακολουθήσεις φέρνουν πιο κοντά Τσίπρα - Ανδρουλάκη. Ποιες αναφορές των δύο πολιτικών αρχηγών αναζωπύρωσαν σενάρια προσέγγισης και ποια η αντίδραση Μητσοτάκη.

Όταν ο Νίκος Ανδρουλάκης ανέβασε τους τόνους στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, κάνοντας λόγο για «κάποιους που πρέπει να πάνε φυλακή», φαίνεται ότι βρήκε σημείο επαφής με τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος κατά γενική ομολογία είχε ακολουθήσει σκληρότερη προσέγγιση εκείνης του ΠΑΣΟΚ, από την πρώτη στιγμή. Αυτή είναι η «ανάγνωση» που κάνουν πολιτικοί αναλυτές για τις εξελίξεις του τελευταίου 24ώρου.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ άδραξε την ευκαιρία που εμφανίστηκε στη διάρκεια του debate, υποστήριξε τον Νίκο Ανδρουλάκη και επιτέθηκε στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος βρέθηκε, έτσι, εν μέσω διασταυρούμενων πυρών. Το πολιτικό «φλερτ» μεταξύ Τσίπρα και Ανδρουλάκη συνεχίστηκε και την επομένη του debate, με τον ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό την αναφορά του πρωθυπουργού σε «σκάνδαλο», δίνοντας με αυτόν τον τρόπο περαιτέρω πρόσφορο έδαφος στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ όταν εκείνος κλήθηκε να διευκρινίσει σε ποιους αναφερόταν που «πρέπει να πάνε φυλακή» για το παρακράτος που έστησαν.  

Σύμφωνα με την ίδια «ανάγνωση», η υπόθεση των παρακολουθήσεων αποτελεί έτσι μια πρώτης τάξης ευκαιρία τόσο για προσέγγιση μεταξύ των «2», όσο και για αλλαγή ατζέντας στην τελική ευθεία για τις κάλπες, καθώς τα διλήμματα είναι γνωστά, όπως και οι προγραμματικές θέσεις των κομμάτων, και η επικοινωνιακή «μάχη» της τελευταίας εβδομάδας ενδεχομένως κρίνει την κατανομή των αναποφάσιστων.

Άλλωστε, στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να φέρει τον πρωθυπουργό στη θέση του απολογούμενου και πλέον φαίνεται ότι μπορεί να «ποντάρει» και στο ΠΑΣΟΚ προς αυτήν την κατεύθυνση. Από την πλευρά του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν δίστασε να κάνει λόγο για σχεδιασμούς κάποιων που «θέλουν να κάνουν μια κυβέρνηση ανοχής -συνενοχής-, όπως την ονομάζουν».

Το «άνοιγμα» για μετεκλογική συνεργασία

«Αν πάμε σε νέα Εξεταστική Επιτροπή, δεν θα μπορεί κανείς να αξιοποιήσει καταχρηστικά το απόρρητο για να καλύψει ευθύνες προσώπων, που εμπλέκονται. Όποιος θέλει να συνεργαστεί μαζί μας, αλλάζουμε τον νόμο για τις παρακολουθήσεις. Να μπορεί να ενημερωθεί σε ένα σχετικά άμεσο χρονικό διάστημα ο παρακολουθούμενος για τον οποίο δεν έχουν βρεθεί στοιχεία. Όχι τρία χρόνια μετά. Όχι να αλλάζει η κυβέρνηση και να φεύγουν αυτοί που έχουν την ευθύνη» ήταν η αναφορά του Νίκου Ανδρουλάκη που χαρακτηρίστηκε ως «παράθυρο» για μετεκλογική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Αλέξης Τσίπρας έστειλε με τη σειρά του το εξής μήνυμα: «'Ακουσα όμως χθες και τον κ. Ανδρουλάκη να λέει για πρώτη φορά τόσο καθαρά ότι οι υπαίτιοι αυτού του παρακράτους θα πρέπει να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη. Είναι σωστό και εύλογο. Απορώ όμως αν δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι αυτό ποτέ δε θα συμβεί με τη ΝΔ ξανά στη κυβέρνηση του τόπου. Απορώ πως δεν κατανοεί ότι ο μόνος τρόπος να αποδοθεί δικαιοσύνη είναι να ηττηθεί αποφασιστικά και τελεσίδικα η κυβέρνηση των υποκλοπών και της συγκάλυψης. Και στη θέση της να αναλάβει τα ηνία μια κυβέρνηση Προοδευτικής συνεργασίας την επόμενη ημέρα των εκλογών.

»Για να δώσει χώρο και ανάσα στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, να διερευνήσει το σκάνδαλο και να καθίσει στο σκαμνί τους υπεύθυνους. Και για να το πω απλά: Στο σκαμνί το παρακράτος των υποκλοπών και ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον αρχιερέα των υποκλοπών, δε γίνεται. Δε συμβαδίζει με τη κοινή λογική».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιορίστηκε, όμως, μόνο στη συγκολλητική ουσία της υπόθεση των παρακολουθήσεων. Έκανε ένα ακόμη βήμα, μιλώντας για προγραμματική σύγκλιση. Απευθυνόμενος στο ΠΑΣΟΚ επισήμανε στη χθεσινή ομιλία του: «Καταθέσαμε ένα πρόγραμμα 11 σημείων. Ας μας πουν που διαφωνούν ή τι προσθήκες θέλουν για να προσθέσουμε και ένα 12ο σημείο».

Απευθύνθηκε, πάντως, εκ νέου και στο ΚΚΕ -παρά την ξεκάθαρη άρνηση του Δημήτρη Κουτσούμπα για «ψήφο ανοχής»-, επισημαίνοντάς του ότι δεν μπορεί να επαναλαμβάνει το «τι Πλαστήρας τι Παπάγος».

«Ο κ. Κουτσούμπας εμφανίστηκε χθες [την Τετάρτη] σαν τσοπάνης: Εμείς έχουμε να του πούμε ότι οι αριστεροί πολίτες, οι κομμουνιστές, δεν είναι πρόβατα και κατανοούν ότι το δίλημμα της κάλπης: είναι αν θα έχουμε μία αριστερή κυβέρνηση που θα αποκαταστήσει τα εργασιακά δικαιώματα που κατάργησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ή θα επιτρέψει να συνεχίσει η ίδια κυβέρνηση το δρόμο της».

«Κυβέρνηση συνενοχής»

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέδειξε γρήγορα αντανακλαστικά έναντι της διαφαινόμενης προσέγγισης Τσίπρα - Ανδρουλάκη. Τους τοποθέτησε στην ίδια πλευρά, πρόσθεσε στο «μίγμα» και τον Γιάνη Βαρουφάκη, και έλαβε τις δέουσες αποστάσεις. Άλλωστε, στόχος του είναι η αυτοδυναμία, και το γεγονός ότι τα ποσοστά της ΝΔ φαίνεται να ενισχύονται, με την επιστροφή τμήματος των αποστασιοποιημένων ψηφοφόρων, επιτρέπει στον πρωθυπουργό να κόψει τις γέφυρες με τον Νίκο Ανδρουλάκη -κάτι που είχαν επισημάνει αναλυτές ήδη από την περασμένη εβδομάδα βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων.

Στη διάρκεια ομιλίας του από τον Βόλο χαρακτήρισε την απλή αναλογική «παγίδα που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα, ποντάροντας ουσιαστικά σε ακυβερνησία» και πρόσθεσε: «Είναι μια παγίδα που σήμερα, καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές, γίνεται όλο και πιο απειλητική. Με φωνές που θέλουν να κάνουν το ευρώ "Δήμητρες", με άλλους που μιλούν για "τοπικά περιφερειακά νομίσματα"».

Υπογράμμισε, δε: «Είναι απόψεις τις οποίες ο κ. Τσίπρας δεν αποκλείει από μία αυριανή ενδεχόμενη συμμαχία. Την ίδια στιγμή που το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη δεν θέλει πρωθυπουργό αυτόν τον οποίον θα ψηφίσουν οι πολίτες αλλά κάποιον "άγνωστο Χ" τον οποίο τον ξέρει αλλά δεν μας τον λέει. Θα μας τον ανακοινώσει αργότερα μαζί με κάποιους υπουργούς. Και μέσα σε όλα αυτά, κάποιοι απεργάζονται να βαφτιστούν νικητές ή ηττημένοι. Και να κάνουν μια κυβέρνηση ανοχής -συνενοχής-, όπως την ονομάζουν».

Στον αντίποδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης περιέγραψε ένα «σταυροδρόμι επιλογής, όχι ανάμεσα σε δύο κόμματα, αλλά ανάμεσα σε δύο κόσμους που θα καθορίσουν την εθνική πορεία για μια δεκαετία. Είτε συνεχίζοντας στο δρόμο της σιγουριάς και της προόδου είτε ρισκάροντας νέες περιπέτειες».

Σε κάθε περίπτωση, το κατά πόσο οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις του τόπου βρίσκονται, όντως, τόσο απομακρυσμένες μεταξύ τους και τόσο συμπαγώς τοποθετημένες σε δύο πόλους, μένει να αποδειχθεί.