Πολιτικη & Οικονομια

Η ημιεκσυγχρονισμένη Ελλάδα και τα θύματά της

«Ένα πολλαπλό τραύμα πολύ δύσκολο να επουλωθεί κοινωνικά και πολιτικά»

Βασίλης Βαμβακάς
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, οι δύο όψεις της χώρας, η ανάγκη απόδοσης ευθυνών.

Από τις αρχές του 21ου αιώνα και με αφορμή το πολύνεκρο ναυάγιο του Εξπρές Σάμινα, οι τεχνολογικές και φυσικές καταστροφές τείνουν να γίνονται κατανοητές ως απόδειξη της ύπαρξης δύο Ελλάδων. Της καλής και της κακής, της εκσυγχρονισμένης και της αρχαϊκής, της θεσμικής και της παραθεσμικής, της δικής μας ή της δικής σας. Η πρόσφατη τραγωδία στα Τέμπη θα μπορούσε να διαβαστεί επίσης με αυτόν τον λανθασμένο τρόπο. Δυστυχώς, όπως και παλιότερα έτσι και σήμερα, δεν μιλάμε για δύο Ελλάδες, μιλάμε για την ίδια Ελλάδα και τις άλλοτε δημιουργικές άλλοτε καταστροφικές αντιφάσεις της.

Ο ελληνικός σιδηρόδρομος αποτελεί μια μαύρη τρύπα που αφορά όλες τις πολιτικές παρατάξεις που κυβέρνησαν τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, ανεξάρτητα από ιδεολογικές ή άλλες περιχαρακώσεις. Αποτελεί ένα διαρκές και πολύπτυχο πρόβλημα που κρυβόταν κάτω από το χαλί, πολλές φορές καμουφλαρισμένο με φανφάρες περί ραγδαίου εκμοντερνισμού, επέκτασης και τεχνολογικής εξέλιξης. Με τυφλά «βέλη» που «πετάγανε» πάνω σε αποσαρθρωμένες ράγες, με διαρκή ατυχήματα που κατά τύχη δεν είχαν προκαλέσει θάνατο ανθρώπων, με απίστευτες καθυστερήσεις που ταλαιπωρούσαν το επιβατικό κοινό ως κάτι το φυσιολογικό και αναμενόμενο. Είναι πολύ πιθανό εάν είχαμε πολιτικά και κοινωνικά αποδεχτεί ότι ο ελληνικός σιδηρόδρομος είναι μια αποτυχημένη και πολυδάπανη ιστορία, την οποία δεν χρειάζεται να συντηρούμε (άλλωστε το δίκτυο του είναι ανέκδοτο σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκών χωρών), να είχαμε είτε αποφασίσει να κρατήσουμε τον ΟΣΕ στην εποχή του «καρβουνιάρη» και όλων όσων συνεπάγονται σε επίπεδο τεχνολογίας και πρωτοκόλλων, είτε απλά να τον έχουμε τερματίσει κι έτσι να έχουμε σώσει τις 57 ζωές. Αντίθετα η πολιτική τάξη των τελευταίων χρόνων αποφάσισε να τον συντηρήσει σε ένα επίπεδο ασυμβίβαστου εκσυγχρονισμού και γραφικότητας, ένα «σύστημα» που μέχρι πρότινος φαινόταν κάπως αστείο και ακατανόητα ακινητοποιημένο για όσους είχαμε την ατυχία να το χρησιμοποιούμε, αλλά που τελικά αποδείχτηκε εγκληματικό και θανατηφόρο. 

Τα όσα ήδη έχουν δει το φως της δημοσιότητας μπορούν να μας κάνουν να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα του ΟΣΕ είναι όχι ότι δεν εκσυγχρονίζονταν, αλλά ότι έκανε ότι εκσυγχρονίζεται χωρίς να διασφαλίζει ό,τι είναι απαραίτητο, χωρίς να αντιμετωπίζει όλες τις παθογένειες που τον είχαν καταστήσει ένα προβληματικό οργανισμό και που οδήγησαν στη μερική ιδιωτικοποίησή του με πενιχρό αντίτιμο για το ελληνικό δημόσιο. Η αμφισημία που επικράτησε μεταξύ τεχνολογικών, οργανωτικών και άλλων αλλαγών και η διατήρηση στο απυρόβλητο συμφερόντων επιχειρηματικών, πελατειακών ακόμη και παράνομων (βλέπε κλοπή υλικών από γνωστές «κοινότητες») αποδείχτηκε πραγματικά δολοφονική. Το ότι μιλάμε στην προκειμένη περίπτωση για την ίδια Ελλάδα με δύο πρόσωπα μπορούμε επίσης να το διαπιστώσουμε με το γεγονός ότι όλο το σωστικό - υγειονομικό σύστημα του ελληνικού κράτους μετά το δυστύχημα λειτούργησε εντυπωσιακά εύρυθμα, ενώ το «πριν» το δυστύχημα υπήρξε ένας πραγματικός εφιάλτης που κανείς δεν ξέρει πού ξεκινά και πού τελειώνει.

Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά για να κατανοήσουμε ότι η ίδια Ελλάδα, εμείς οι ίδιοι πολίτες και πολιτικοί έχουμε δύο όψεις ταυτόχρονα. Ας θυμηθούμε την πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας που τείνουμε να απωθήσουμε: στην πρώτη φάση της πανδημίας, στην περίοδο του «σκληρού» lockdown, η ελληνική κοινωνία, η επιστημονική κοινότητα και η πολιτική διαχείριση του πρωτοφανούς προβλήματος, παρουσίασε εντυπωσιακά αντανακλαστικά επιβίωσης, έγινε σημείο αναφοράς και παράδειγμα απέναντι σε χώρες με πολύ καλύτερη οργάνωση τόσο στο υγειονομικό τομέα όσο και στις διάφορες προνοητικές πολιτικές. Η δεύτερη φάση της πανδημίας, η περίοδος της σύνθετης διαχείρισης του πανδημικού προβλήματος, ήταν όμως μια άλλη ιστορία με περίπου τους ίδιους πρωταγωνιστές αδύναμους να διαχειριστούν τις κοινωνικές, ιδεολογικές και θρησκευτικές πιέσεις (για τις μάσκες, τον συγχρωτισμό, τα εμβόλια κ.α.) που οδήγησαν σε πολύ πιο αρνητικά αποτελέσματα αλλά και σε πολύ μεγάλες εντάσεις. Και μόνο να σκεφτούμε στη μια φάση τον ηγετικό ρόλο του Σωτήρη Τσιόδρα και τη σχεδόν εξαφάνισή του στη δεύτερη, μπορούμε να καταλάβουμε όλες τις πολιτικές, επιστημονικές αλλά και προσωπικές αντιφάσεις που οδήγησαν σε μεγάλη σχετικοποίηση του αρχικού «θριάμβου».

Tο πρόβλημα του ΟΣΕ είναι όχι ότι δεν εκσυγχρονίζονταν, αλλά ότι έκανε ότι εκσυγχρονίζεται χωρίς να αντιμετωπίζει τις παθογένειες που τον είχαν καταστήσει ένα προβληματικό οργανισμό και που οδήγησαν στη μερική ιδιωτικοποίησή του με πενιχρό αντίτιμο για το ελληνικό δημόσιο.

Η ημιεκσυγχρονισμένη Ελλάδα αυτή τη φορά στα Τέμπη είχε όχι μόνο δεκάδες θύματα και τραυματίες, αλλά και θύμα την ίδια τη νέα γενιά, την ονομαζόμενη γενιά Ζ. Τη γενιά που έχει μεγαλώσει και ζήσει μόνο μέσα σε συνθήκες διαρκούς κρίσης και πολλαπλού κινδύνου. Η ημιεκσυχρονισμένη Ελλάδα αυτή τη φορά σκότωσε -άθελά της προφανώς- τα παιδιά για τα οποία κόπτεται ότι κάνει το παν, ενώ γνωρίζουμε πολύ καλά ότι αυτό συμβαίνει κυρίως σε ρητορικό επίπεδο. Κι αυτό προφανώς και δημιουργεί ένα πολλαπλό τραύμα πολύ δύσκολο να επουλωθεί κοινωνικά και πολιτικά.

Όλα τα θύματα της τραγωδίας των Τεμπών δεν πρόκειται να γνωρίσουν καμία δικαίωση, όποια και αν είναι από δω και πέρα η ποινική εξέλιξη της υπόθεσης. Όσοι και να παραιτηθούν, όσοι και να αναλάβουν την ευθύνη, όσοι και να ζητήσουν συγνώμη, όσοι και να τιμωρηθούν, οι νεκροί δεν γυρίζουν πίσω. Το τραγικό αυτό δυστύχημα μπορεί να έχει διδακτικό χαρακτήρα μόνο για όλους εμάς που μείναμε πίσω μέσα σε ένα βουβό πένθος. Ίσως να είναι επιτέλους η αφορμή να καταλάβουμε το τέλος των περιβόητων δυισμών με τους οποίους πορευόμαστε και πολιτευόμαστε τα τελευταία χρόνια. «Ίσως κάποια στιγμή να φτάσουμε» (όπως δραματικά έλεγε μια φράση θυμάτων της τραγωδίας):

  • Να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι το ιδιωτικό ή το δημόσιο αφού εδώ είχαμε την περιβόητη συνέργειά τους
  • Να δούμε ότι οι ευθύνες ενός τόσο καταστροφικού γεγονότος είναι ταυτόχρονα ατομικές και συστημικές κι όποιος επιχειρεί το διαχωρισμό θέλει να αποφύγει είτε τις ποινικές είτε τις πολιτικές ευθύνες
  • Να αναγνωρίσουμε ότι η τραγωδία δεν ήταν μόνο ελληνική στη συγκεκριμένη περίπτωση αλλά διεθνική αφού είναι επίσης αδιανόητο το ότι η ιταλική εταιρεία που διαχειρίζεται τα τραίνα, άφηνε να λειτουργούν χωρίς στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας

Η εποχή των αυξημένων κινδύνων, της παγκοσμιοποιημένης ανασφάλειας, της χαοτικής ενημέρωσης στην οποία ζούμε τις τελευταίες τουλάχιστον δύο δεκαετίες, επιτάσσει το τέλος κάθε απλουστευτικής κατανόησης των αιτιών κάθε μεγάλης καταστροφής. Επιτάσσει το τέλος των ημίμετρων και την εισαγωγή ευέλικτων και πολλαπλών ελέγχων που θα μειώνουν όσο το δυνατό περισσότερο γίνεται τις συνέπειες των σύνθετων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε είτε έκτακτα είτε στην καθημερινότητά μας. Οι υπεύθυνοι του πολύνεκρου δυστυχήματος έχουν ονοματεπώνυμο, πρέπει να καταδειχτούν και να υποστούν τα όσα επιβάλει ο νόμος. Η διαχρονική όμως ευθύνη της μαύρης τρύπας που ρούφηξε τόσους ανθρώπους τόσο άδικα, είναι το διττό μας πρόσωπο, η Ελλάδα που κάνει ότι αλλάζει αλλά μένει στο βάθος ίδια.