Πολιτικη & Οικονομια

Το «δικαίωμα» στα γλυπτά του Παρθενώνα

Για μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ο σεβασμός των δικαιωμάτων του ατόμου δεν είναι θέμα αρχής

Γεωργία Πανοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τον Σεπτέμβριο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε για πολλοστή φορά την Ελλάδα για την παραβίαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, που ορίζει ότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να υφίσταται απάνθρωπη και ατιμωτική μεταχείριση. Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορούσε την προσφυγή 16 κρατουμένων των φυλακών Ναυπλίου, αλλά είχαν προηγηθεί παρόμοιες και γι άλλες φυλακές της χώρας. Μόνο το 2013 οι σχετικές καταδίκες ήταν 8.

Τον ίδιο χρόνο υπήρξαν 12 δίκες εναντίον της Ελλάδας στο ίδιο Δικαστήριο, με αντικείμενο την διάρκεια απονομής της δικαιοσύνης (άρθρο 6), η οποία, στη χώρα μας, φτάνει σε επίπεδο αρνησιδικίας. Το πρόβλημα είναι τόσο μεγάλο που το Δικαστήριο, σε μία πιλοτική δίκη, αποφάσισε να καλέσει την Ελλάδα να θεσπίσει εντός έτους συγκεκριμένη διαδικασία διόρθωσης, καθώς έκρινε ότι το πρόβλημα είναι συστημικό, και ανέστειλε για το διάστημα αυτό την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων.

Παρόλο που η Ελλάδα έχει υπογράψει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ήδη από το 1974, δεν έχει ακόμα καταφέρει να τα σέβεται όπως πρέπει. Οι περιπτώσεις είναι πολλές, αγγίζουν την καθημερινότητά μας, αλλά ίσως τις έχουμε συνηθίσει και τις θεωρούμε «φυσιολογικές»: για παράδειγμα, οι περισσότεροι αγνοούμε ότι οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Αθήνας και άλλων περιοχών της χώρας αναγκάζονται να στέλνουν τους νεκρούς τους στην Κομοτηνή (ή στις χώρες καταγωγής τους, με ακόμα μεγαλύτερο κόστος) γιατί τα κοιμητήρια, που είναι δημοτικές υπηρεσίες, δεν επιτρέπουν την ταφή μουσουλμάνων. Ή αδιαφορούμε για το γεγονός ότι ενώ ο νόμος για τη δημιουργία αποτεφρωτηρίων νεκρών έχει ψηφιστεί από το 2006, ούτε ένα τέτοιο δεν έχει φτιαχτεί ακόμα στη χώρα μας. Οι αντιδράσεις της Εκκλησίας έχουν καταφέρει να αναχαιτίσουν κάθε έργο, παραβιάζοντας τη θρησκευτική ελευθερία των πολιτών (άρθρο 9).

Πρόκειται για την ίδια Εκκλησία πάντως, στελέχη της οποίας καταφέρονται τακτικά εναντίον αυτών που δεν τους αρέσουν, και ειδικά τελευταία των ομοφυλοφίλων. Πριν από μόλις έναν μήνα, ο μητροπολίτης Πειραιώς εξίσωσε την ομοφυλοφιλία με την παιδοφιλία και την κτηνοβασία και αργότερα επιτέθηκε με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς στον Στ. Χόκινγκ που δήλωσε ότι έχει πεισθεί ότι δεν υπάρχει θεός. Το καλοκαίρι, ο μητροπολίτης Γόρτυνος δημοσιοποίησε επιστολή του προς τον πρωθυπουργό με αφορμή το αντιρατσιστικό, στην οποία υπερασπιζόταν τον αντισημιτισμό και την καταδίκη της ομοφυλοφιλίας, με το σκεπτικό ότι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο απόστολος Παύλος είχαν εκφραστεί παρομοίως (μιλάμε για πρόσωπα πιθανόν μυθικά, που σε κάθε περίπτωση υιοθετούσαν την ηθική της εποχής τους, στην οποία, ευτυχώς, δεν έχουμε παραμείνει στις δυτικές –και χριστιανικές– κοινωνίες).

Στον δημόσιο λόγο αυτούς τους ανθρώπους εξακολουθούμε να τους αποκαλούμε «σεβασμιότατους». Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν αντιδρά στις δηλώσεις αυτές (ούτε οι εισαγγελείς). Ο κ. Νικολόπουλος, βουλευτής που για χρόνια εκλεγόταν με τη Ν.Δ. και που πρόσφατα προσεχώρησε στους Ανεξ.Ελ, έγινε διεθνώς ρεζίλι ασχολούμενος με τη σεξουαλικότητα του πρωθυπουργού του Λουξεμβούργου. Έτσι κι αλλιώς όμως, αυτή η ίδια κυβέρνηση αρνήθηκε να συμπεριλάβει την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια, στο πλαίσιο του αντιρατσιστικού νόμου. Χρησιμοποιώντας την εξόχως ρατσιστική διάκριση λόγω φύλου, αρνήθηκε να άρει την αδικία για την οποία η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστεί (άρθρα 14 και 8) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και πιθανόν να καταδικαστεί και πάλι καθώς υπάρχει κι άλλη προσφυγή.

Σήμερα η κυβέρνηση σχεδιάζει να προσλάβει δύο καταξιωμένους στον τομέα υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δικηγόρους, τον κ. Τζέφρι Ρόμπερτσον και την κ. Αμάλ Αλαμουντίν, για να τους αναθέσει μια υπόθεση που αφορά - με την ευρεία έννοια - το δικαίωμα στην ιδιοκτησία (που επίσης προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Συνθήκη). Όχι για να διερευνήσει πώς μπορεί να παύσει η από το κράτος καταπάτηση του δικαιώματος αυτού, για παράδειγμα με το PSI, με τις μακροχρόνιες δεσμεύσεις περιουσίας στις διαδικασίες απαλλοτρίωσης, με τη μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων (κι αυτά ιδιοκτησία είναι για το δικαστήριο) ή με την έμμεση δήμευση της ακίνητης περιουσίας χιλιάδων πολιτών λόγω της υπερφορολόγησης. Την κυβέρνηση καίει η διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Γι αυτήν λοιπόν, και για μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ο σεβασμός των δικαιωμάτων του ατόμου δεν είναι θέμα αρχής αλλά υπόθεση αλά καρτ επιλογής όποτε αρέσει, βολεύει και εξυπηρετεί το θεαθήναι.