Πολιτικη & Οικονομια

Το επικίνδυνο πολιτικό εκκρεμές του ΣΥΡΙΖΑ

Tο θέμα του πολιτικού εκκρεμούς γίνεται εθνικά επικίνδυνο

Βασίλης Καραγιάννης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μπορεί το διαχρονικό verbant volant (το οποίο υποδηλώνει τη φευγαλέα βαρύτητα του προφορικού λόγου) να βρίσκει εφαρμογή στις δημόσιες ομιλίες των πολιτικών αρχηγών ή ηγετικών στελεχών ενός κόμματος;

Μπορεί, αυτό αποτελεί ένα κλασσικό παράδειγμα λαϊκισμού αλλά συμβαίνει συχνά.

Μπορεί η πρακτική της εναλλαγής των θέσεων (η οποία παραπέμπει σε πολιτικό εκκρεμές) να είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση;

Μπορεί αυτό να συμβαίνει σε ένα κόμμα το οποίο προηγείται στις δημοσκοπήσεις και το οποίο δηλώνει ότι είναι έτοιμο να αναλάβει την εξουσία;

Θα συμφωνήσω ότι αυτά μπορεί να συμβαίνουν, δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο. Όπως θα συμφωνήσω ότι δεν αποτελεί πρωτόγνωρο φαινόμενο, η πολυγνωμία σε ένα πολυσυλλεκτικό κόμμα εξουσίας σαν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Παρόλα αυτά, το θέμα του πολιτικού εκκρεμούς γίνεται εθνικά επικίνδυνο όταν αυτό αφορά τη διεθνή θέση της χώρας. Και εξελίσσεται σε εξαιρετικά επικίνδυνο θέμα, όταν αυτό εξελίσσεται στο συγκεκριμένο πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο, το οποίο συμπεριλαμβάνει εκτός της διαπραγμάτευσης για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, και τις τεκτονικές γεωπολιτικές αλλαγές που εξελίσσονται στην ευρύτερη περιοχή.

Ρεαλισμός

Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, τις τελευταίες εβδομάδες είχαμε γίνει μάρτυρες μίας στροφής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς το ρεαλισμό.

Στο πλαίσιο εκείνο, ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είχε πυκνώσει τις διεθνείς παρεμβάσεις του, συμπεριέλαβε στις εξαγγελίες του στη ΔΕΘ εκτεταμένες φορο-ελαφρύνσεις και τη χρήση ευρωπαϊκών κονδυλίων με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας και παροχές. Με αυτό τον τρόπο, εμμέσως παραδεχόταν την ύπαρξη πρωτογενών πλεονασμάτων και επιβεβαίωνε τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του.

Επίσης, στο πλαίσιο της στροφής του στο ρεαλισμό, τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου του, αποδέχονταν στις δημόσιες εμφανίσεις τους, τη συνέχιση των πρωτογενών πλεονασμάτων ως βασικό συστατικό του κυβερνητικού προγράμματός του ΣΥΡΙΖΑ και πρότειναν ως εναλλακτικές επιλογές για το «κούρεμα» του χρέους είτε την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους είτε την «απόσυρση» μέρους του χρέους.

Λαϊκισμός

Έπειτα όμως από την αντίδραση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης (Αριστερή Πλατφόρμα), και με βάση τις αποφάσεις του τελευταίου συνεδρίου, οι ρεαλιστικές θέσεις «μαζεύτηκαν», κι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ επανήλθε στις προγενέστερες ακραίες θέσεις περί διαγραφής του χρέους. Κι αυτό καταγράφηκε στην επίσημη ομιλία του στη Βουλή, για την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.

Κατά τη γνώμη μου, οι εξελίξεις δείχνουν ότι η διαπραγμάτευση για το χρέος, σταδιακά μετατρέπεται σε πρόβλημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σύμφωνα με τα παρακάτω δύο σενάρια:

1. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ παραμείνει στις τωρινές ακραίες θέσεις περί διαγραφής διακρατικού χρέους, σταδιακά θα αυξάνει η αβεβαιότητα, θα αποσυσπειρώνεται η εκλογική βάση του, και θα χάνει τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους/βουλευτές του οι οποίοι ανήκουν στο 70% του εκλογικού σώματος που δηλώνει υπέρ της «παραμονής στο ευρώ».

Αυτό θα γίνει πιο εμφανές όταν θα γίνουν γνωστοί οι όροι της συμφωνίας ελάφρυνσης του χρέους, σύμφωνα με την οποία θα μειώνεται κατά κάποια δις ευρώ το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτά τα κεφάλαια, θα μπορέσουν να κατευθυνθούν στην αποκλιμάκωση της φορολογίας, στην ανάπτυξη και στην αύξηση της απασχόλησης.

Σε αυτή την περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί στη δύσκολη θέση να αντιδρά στις μειώσεις φόρων, απαιτώντας διαγραφή που δεν θα έχει καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα σε ετήσια βάση συγκριτικά με την επιμήκυνση.

Για την ιστορία, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους το 2009 ανερχόταν στα 12 δις ευρώ ετησίως, και κανείς δεν μιλούσε περί βιωσιμότητας χρέους τότε. Αντιθέτως, σήμερα ανέρχεται στα 7 δις ετησίως (και δεν αυξάνεται λόγω πρωτογενούς πλεονάσματος).

Επίσης, η μεσο-σταθμική διάρκεια λήξης έχει αυξηθεί στα 16,5 χρόνια (από περίπου 6 χρόνια) και η συμφωνία ενδεχομένως να μειώσει το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης, κατά 2-3 δις ευρώ ετησίως.

2. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ επανέλθει στις πρόσφατες μετριοπαθείς, φιλοευρωπαϊκές θέσεις του, τότε η ηγεσία του θα έρθει σε ρήξη με την εσωκομματική ακραία αντιπολίτευση, η οποία ενδεχομένως να αποχωρήσει.

Αυτή η εξέλιξη θα επηρεάσει αρνητικά όχι τόσο την απήχηση αλλά την οργανωτική συγκρότηση του κόμματος, γιατί η εσωτερική αντιπολίτευση αποτελεί μόνο το 30% της κομματικής βάσης και παραμένει το πιο δραστήριο τμήμα του.

Δεν αποκλείω επίσημη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στο ρεαλισμό, αλλά σίγουρα μετά από συνέδριο, το οποίο ενδεχομένως να διεξαχθεί στις αρχές του επόμενου έτους, όταν όλα τα στοιχεία της συμφωνίας είναι γνωστά.

Αυτό όμως που θα πρέπει να μας ενδιαφέρει ως πολίτες, δεν είναι τα εσωτερικά του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης αλλά οι επιπτώσεις του πολιτικού εκκρεμούς στη γενικότερη πολιτική σταθερότητα και οικονομία.

Μέχρι στιγμής, το επικίνδυνο πολιτικό εκκρεμές του ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να επηρεάζει την εκτέλεση του προϋπολογισμού, και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η αύξηση της πολιτικής αβεβαιότητας που προκαλείται σε εσωτερικό επίπεδο, σε συνδυασμό με την αύξηση της αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία λόγω της μετακίνησης κεφαλαίων προς τις ΗΠΑ τη οποία προκαλεί η αναμενόμενη άνοδος των επιτοκίων,  είτε επιβραδύνει αποφάσεις για επενδύσεις, προσλήψεις , είτε οδηγεί σε απο-επένδυση στις ελληνικές αξίες (μετοχές, ομόλογα), είτε συμβάλει στη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Αυτό μπορεί να ερμηνευτεί ότι η οικονομία αν και προεξοφλεί ότι τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στην επικείμενη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους, το επικίνδυνο πολιτικό εκκρεμές του ΣΥΡΙΖΑ συμβάλει στην παράταση της εσωτερικής υποτίμησης κι αυτό επηρεάζει αρνητικά την ιδιωτική κατανάλωση, ανέργους, εργαζόμενους, επιχειρήσεις, ακίνητα και αποπληρωμή οφειλών σε τράπεζες και δημόσιο.

Κατά τη γνώμη μου, η οικονομία είναι αυτή που θα λύσει το θέμα και θα γίνει ο καταλύτης για να ξεπεραστεί το επικίνδυνο πολιτικό εκκρεμές της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Κι ενδεχομένως με αυτό τον τρόπο να σηματοδοτηθεί και η έναρξη της Νέας Μεταπολίτευσης.