Πολιτικη & Οικονομια

Η κατάρρευση του κεντρώου κυβερνητικού αφηγήματος

Αδιέξοδες οι πολιτικές στην αντιμετώπιση της ενεργειακής και οικονομικής κρίσης

Μιλένα Αποστολάκη
ΤΕΥΧΟΣ 849
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η πολιτική της κυβέρνησης ακυρώνει το αφήγημά της περί κεντρώου και μεταρρυθμιστικού προγράμματος

Το χρηματιστήριο της ενέργειας δεν απέφερε τη ρύθμιση της αγοράς προς όφελος των καταναλωτών όπως οι εμπνευστές του υποστήριξαν. Η εκτόξευση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, οι αυξήσεις στα καύσιμα, ο πληθωρισμός και η άνοδος των επιτοκίων συγκροτούν τη ζοφερή πραγματικότητα η οποία συρρικνώνει το διαθέσιμο εισόδημα και φτωχοποιεί μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Την ίδια στιγμή στη χώρα μας οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν στο εξωτερικό αναζητώντας δουλειά και καλύτερες συνθήκες, με την ανεργία των νέων στην Ελλάδα να σκαρφαλώνει σύμφωνα με την EUROSTAT στο 29,5%, κατατάσσοντας τη χώρα μας στη χειρότερη θέση στην Ευρώπη των 27.

Η κυβέρνηση αντιτείνει σε αυτά τα δεδομένα ότι η φτώχεια, η ακρίβεια και οι πληθωριστικές πιέσεις φέρουν το ονοματεπώνυμο του προέδρου της Ρωσίας, και είτε ανέχεται –αν όχι ευλογεί την κερδοσκοπία και τα υπερέσοδα– είτε υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών με το καλάθι του νοικοκυριού.

Υπάρχουν λύσεις; Η απάντηση, αν και θετική, προϋποθέτει λύσεις οι οποίες ζητούν μία κυβέρνηση που δεν πιστεύει στην αυτορρύθμιση των αγορών, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να ευνοήσει μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, αλλά εξασκεί το ρυθμιστικό της ρόλο, παρεμβαίνοντας με εργαλεία τα οποία διαθέτει το κράτος.

Πιο συγκεκριμένα. Με τον πληθωρισμό σταθερά διψήφιο στη χώρα μας και την αγοραστική δύναμη των πολιτών να συρρικνώνεται, οι τράπεζες διατηρούν μηδενικά τα επιτόκια καταθέσεων, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τα επιτόκια χορηγήσεων διαμορφώνοντας το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων στο 4,60%. Διαβάζουμε ότι οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια για να περιορίσουν την κατανάλωση, ώστε να περιορίσουν τον πληθωρισμό, να υπάρχει λιγότερο χρήμα στην αγορά και να πέσουν οι τιμές. Μα ο πληθωρισμός δεν οφείλεται στην προσφορά χρήματος, το οποίο ως διαθέσιμο εισόδημα δεν υπάρχει για τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Επιπλέον, αν χαλάσεις χρήματα θα σου τα «φάει» ο πληθωρισμός, αν αποταμιεύσεις χρήματα θα σου τα φάει πάλι ο πληθωρισμός, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι η πλειοψηφία δεν «χαλάει» χρήματα. Πληρώνει με αυτά το γάλα και το ψωμί, τα ιδιαίτερα των παιδιών ή τα δάνεια της οικογένειας. Η δε αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων περιλαμβάνει και τα παλαιά δάνεια. Είναι προφανώς αδιανόητο μετά από τη δεκαετή μνημονιακή κρίση να επιβαρύνονται άνθρωποι που πήραν δάνεια ακριβά πριν το 2010, άντεξαν στην οικονομική κρίση και την πανδημία και ενώ εξυπηρετούσαν με θυσίες τα δάνειά τους οδηγούνται και πάλι σε νέο κύκλο επιβαρύνσεων.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος τον δρόμο δείχνει η Ισπανία, όπου η κυβέρνηση των σοσιαλιστών ψήφισε την επιβολή έκτακτης εισφοράς ύψους 4,8% στα κέρδη των τραπεζών από τη διαφορά του επιτοκίου και τις προμήθειες που επιβάλλουν. Αν υπολογιστούν τα τεράστια κέρδη των τραπεζών από τη φτηνή ρευστότητα –άνω των 50 δις– που άντλησαν την προηγούμενη τριετία με αρνητικά επιτόκια από την ΕΚΤ, γίνεται αντιληπτό ότι η έκτακτη εισφορά είναι παραπάνω από επιβεβλημένη.

Αντιστοίχως τα υπερέσοδα των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις, δεv φορολογήθηκαν. Υπολογίσθηκαν αρχικώς από την ΡΑΕ τον περασμένο Μάιο σε 920 εκατομμύρια, «κουρεύτηκαν» με υπουργική απόφαση σε 460 εκατομμύρια, μειώθηκαν εκ νέου σε 373,5 εκατομμύρια και μέχρι σήμερα δεν έχει εισρεύσει στα δημόσια ταμεία ούτε ευρώ.

Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του πληθωρισμού ασφαλώς το καλάθι του νοικοκυριού δεν έχει κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο. Δεν έχει πλέον ούτε καν επικοινωνιακή χρησιμότητα, καθώς οι πολίτες είναι υποψιασμένοι και η καθημερινότητα δεν επιτρέπει εντυπωσιασμούς. Ο πληθωρισμός των φτωχών δεν είναι ίδιος με τον πληθωρισμό των πλουσίων. Ο πρώτος είναι πολύ μεγαλύτερος και απορροφά πολύ μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους. Στη χώρα μας σήμερα το χάσμα ανάμεσα στους δύο πληθωρισμούς είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί από το 2006.

Η τιθάσευση της ακρίβειας και του πληθωρισμού προϋποθέτει τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά και τη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, και αυτή τη στιγμή τίποτε από τα δύο δεν λειτουργεί.

Η πολιτική της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της διπλής οικονομικής και ενεργειακής κρίσης ακυρώνει το αφήγημά της περί κεντρώου και μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Η πολιτική της ευνοεί μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, αυξάνει τις ανισότητες και δεν συμπεριλαμβάνει μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες διαφάνειας και ενίσχυσης του υγιούς ανταγωνισμού. Αν προσθέσουμε στα παραπάνω το σκάνδαλο των υποκλοπών και την αγωνιώδη προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας, τότε το κεντρώο αφήγημα καταρρέει ολοσχερώς υπό το βάρος της βάναυσης προσβολής των θεσμικών εγγυήσεων του κράτους δικαίου.

Το μεταρρυθμιστικό προσωπείο είναι πλαστό, το κεντρώο καταρρέει, το αίτημα της πολιτικής αλλαγής καθημερινά θα ισχυροποιείται μέχρι την αναγκαστική και εσπευσμένη για τη ΝΔ προσφυγή στις κάλπες.