Πολιτικη & Οικονομια

H οικονομική κρίση και το Νύχι-Νύχι

Είναι βέβαιο πως ο άνεργος νέος στο Παρίσι είναι πολύ πιο ζόρικα άνεργος απ' ό,τι ο Έλληνας

Ανδρέας Παππάς
ΤΕΥΧΟΣ 498
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Ανδρέας Παππάς σχολιάζει την πολιτική επικαιρότητα.

Αναγνώστες μού επισήμαναν πως υπάρχουν και άλλα είδη καταστημάτων που ξεφυτρώνουν παρά την κρίση. Σωστό. Απλώς, λόγω περιορισμένου χώρου, δεν ήταν δυνατόν να τα περιλάβω όλα στο προηγούμενο κείμενό μου.

Πράγματι, βλέπει κανείς να ανοίγουν επίσης φαρμακεία, κουρεία/κομμωτήρια και… νυχάδικα. Για τα φαρμακεία, η εξήγηση βρίσκεται ίσως στη σχετική απελευθέρωση του επαγγέλματος και του ωραρίου τους, σε συνδυασμό με τα πολύ μεγάλα περιθώρια κέρδους, όχι τόσο στα φάρμακα όσο στα κάθε είδους καλλυντικά. Για τα κουρεία/κομμωτήρια η εξήγηση είναι ίσως ότι όσα ανοίγουν διαφημίζουν κατά κανόνα και χαμηλότερες τιμές, ελπίζοντας έτσι να προσελκύσουν όσους και όσες προ κρίσης δεν έδιναν ενδεχομένως και μεγάλη σημασία πόσο χρεώνεται το κούρεμα ή το βάψιμο. Αυτό που σίγουρα θέλει περισσότερο ψάξιμο είναι τα νυχάδικα. Μυστήριο πράγμα. Θα ’λεγε κανείς πως με την κρίση, αν κάτι κόβει κάποιος, αυτό είναι «καλλιγραφίες» όπως το μανικιούρ με περίεργα χρώματα ή τα τεχνητά νύχια. Κι όμως. Τι να πει κανείς; Μήπως κάποιες γυναίκες φροντίζουν να είναι άψογα τα νύχια τους από κάθε άποψη, ώστε να κάμουν έτσι καλή εντύπωση στο επόμενο ίντερβιου και… να προσληφθούν; Χλωμό το βλέπω. Μήπως λόγω αυξημένης ανεργίας υπάρχουν γυναίκες που δεν έχουν τι να κάνουν και για να περάσει λίγο η ώρα τους λένε «ας πάω να βάψω τα νύχια μου πράσινα»; Κι αυτό χλωμό το βλέπω.

Μιλώντας πάντως για την ανεργία, φίλος που ξέρει καλά τo θέμα με ενημέρωσε ότι ασφαλώς παραμένει πολύ υψηλή στη χώρα μας, αλλά δεν είναι σε καμιά περίπτωση 26%. Απλώς υπάρχουν πολλοί νέοι (κυρίως) που απασχολούνται ευκαιριακά ή part time, σε τομείς όπως ο τουρισμός και όχι μόνο, αλλά που δεν δηλώνονται ως εργαζόμενοι, ανήκοντας σε ό,τι συνήθως αποκαλούμε ζώνη της μαύρης ή της γκρίζας εργασίας.

Κατά τα άλλα, στο προηγούμενο κείμενό μου έγραφα ότι «η ύπαρξη προνεωτερικών θυλάκων στην ελληνική κοινωνία έπαιξε ίσως καθοριστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε και αντιμετωπίζεται η κρίση από τους συμπολίτες μας». Εξηγούμαι, λοιπόν.

Ασφαλώς η ελληνική κοινωνία δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προνεωτερική. Τίποτα, ωστόσο, δεν εμποδίζει να υπάρχουν προνεωτερικοί θύλακοι σε μια κατά τα άλλα νεωτερική κοινωνία. Ένας από αυτούς (μαζί με την Εκκλησία, τον στρατό παλαιότερα κ.ά.) είναι και η οικογένεια. Δεν εννοώ, βέβαια, το θεσμό της οικογένειας αυτόν καθ’ εαυτόν, αλλά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν στη χώρα μας οι οικογενειακοί δεσμοί. Ο Αμερικανός νέος, στα είκοσι χρόνια του ή λίγο μετά, κατά κανόνα έχει φύγει από το οικογενειακό σπίτι. Πιθανότατα μάλιστα, ζει σε άλλη Πολιτεία απ’ ό,τι οι γονείς του, όπου και δουλεύει, παντρεύεται κ.λπ. Μαθαίνει λοιπόν (καλώς ή κακώς, αυτή είναι μια άλλη συζήτηση) να είναι αυτάρκης, να μη βασίζεται στη βοήθεια των γονιών του, υλική ή άλλη. Ακόμα και αν θεωρήσουμε πάντως ότι η Αμερική είναι ακραίο παράδειγμα, είναι βέβαιο πως και ο άνεργος νέος στο Παρίσι ή στο Λονδίνο είναι πολύ πιο ζόρικα άνεργος απ’ ό,τι ο Έλληνας «ομόλογός του».

Μάλιστα, στην περίπτωση της Ελλάδας, οι οικογενειακοί δεσμοί επεκτείνονται και πέραν της πυρηνικής οικογένειας. Εκτός, δηλαδή, από ένα κρεβάτι στο πατρικό και από ένα πιάτο με γεμιστά ή ένα τάπερ με σπανακόπιτα, υπάρχει ακόμα το προγονικό σπίτι στο χωριό, όπου μπορεί η οικογένεια να πάει το Πάσχα ή τα Χριστούγεννα, υπάρχει ο κουμπάρος που στέλνει έναν τενεκέ λάδι ή ένα κεφάλι τυρί, υπάρχει το εξοχικό του μπατζανάκη, στη Νέα Μάκρη ή στην Άνδρο, για τα μπάνια της οικογένειας.

Αυτό εννοούσα, και τίποτα περισσότερο, όταν έγραφα για τους προνεωτερικούς θυλάκους και για το ρόλο που αυτοί έπαιξαν και παίζουν ώστε να γίνεται λιγότερο επώδυνη η (αναμφισβήτητα βαρύτατη) κρίση που έχει πλήξει τους συμπατριώτες μας.