Πολιτικη & Οικονομια

Μήπως η ακροαριστερά δέρνει για καλό;

Γιατί η ελληνική δημοσιογραφία έχει μετατραπεί σε κατ’ ουσίαν σύμμαχο των πανεπιστημιακών τραμπούκων

Μάνος Βουλαρίνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα επεισόδια στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, η βία της ακροαριστεράς και η δημοσιογραφική αντίδραση.

Ας υποθέσουμε ότι μια αριστερή φοιτητική παράταξη διοργανώνει ένα πάρτι στο προαύλιο ενός πανεπιστημίου. Ας υποθέσουμε ότι στο πάρτι κάνουν έφοδο καμιά 20αριά χρυσαυγίτες ή άλλοι ακροδεξιοί οι οποίοι απειλούν, δέρνουν και καταστρέφουν τον ηχητικό εξοπλισμό των φοιτητών. Την επόμενη μέρα είναι βέβαιο ότι το θέμα θα είναι πρωτοσέλιδο σχεδόν σε όλες τις εφημερίδες και το βράδυ θα είναι από τα πρώτα θέματα των δελτίων ειδήσεων. Και πολύ σωστά. Το να μην είναι ασφαλείς οι φοιτητές μέσα στα πανεπιστήμια, το να είναι τα πανεπιστήμια χώροι που ανενόχλητα δρουν τάγματα εφόδου, είναι ένα ιδιαιτέρως σοβαρό θέμα. Εκτός αν οι δράστες είναι αναρχικοί ή ακροαριστεροί και τα θύματα φοιτητές φιλελεύθεροι. Σε αυτήν την περίπτωση οι Έλληνες δημοσιογράφοι, οι αρχισυντάκτες των δελτίων ειδήσεων και οι διευθυντές σύνταξης των εφημερίδων δεν φαίνεται να συγκινούνται ιδιαιτέρως. Λες και θεωρούν την ακροαριστερή βία θεμιτή και αναγνωρίζουν στα αναρχικά τάγματα εφόδου ένα ιδανικό υπέρ του ανθρώπου (για να θυμηθούμε τη ρήση του συντρόφου Μπαλαούρα). 

Το Σάββατο στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής η φοιτητική παράταξη ΠΑΝΚΣ διοργάνωσε ένα πάρτι. Είχαν πάρει άδεια από την πρυτανεία, αλλά όχι από τα πραγματικά αφεντικά των ελληνικών πανεπιστημίων τα οποία ανέλαβαν δράση: καμιά 20αριά άτομα με στειλιάρια και άλλα εργαλεία διεκδίκησης και αγώνα, τους επιτέθηκαν, τους έσπασαν τα μηχανήματα και γενικά τους έδειξαν διά του παραδείγματος ποιος κάνει κουμάντο στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Φυσικά ειδοποιήθηκε η αστυνομία και φυσικά ουδέποτε ανταποκρίθηκε. Στο κάτω-κάτω ο υπουργός Παρατήματος του Πολίτη στη Μοίρα του, Τάκης Θεοδωρικάκος, δεν είχε τουιτάρει σχετικώς και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής δεν είναι στα όρια της εκλογικής περιφέρειας του Νότιου Τομέα των Αθηνών.

Αν κάτι θα μπορούσε να συγκινήσει την αστυνομία, τον υπουργό και την κυβέρνηση γενικότερα, αυτό θα ήταν η δημοσιογραφική αντίδραση, αλλά οι Έλληνες δημοσιογράφοι στην πλειονότητά τους δεν ενοχλούνται από τη βία της ακροαριστεράς. Δεν ξέρω αν χειροκροτούν δημοσίως (είμαι σίγουρος ότι κάποιοι το κάνουν κατ’ ιδίαν), αλλά οι περισσότεροι αδιαφορούν και βρίσκουν ξανά το ενδιαφέρον τους αν, εκτός από τα συνήθη θύματα, τραυματιστεί και κανένας θύτης, περίπτωση στην οποία ο δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας ξεσηκώνεται και καταγγέλλει τη βία εναντίον του «φοιτητικού κινήματος» (αν δε ο τραυματισμός προέλθει από ένστολο, τότε τα οργισμένα πρωτοσέλιδα και η συγκινησιακά φορτισμένη τηλεοπτική κάλυψη είναι εξασφαλισμένες).

Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική δημοσιογραφία έχει μετατραπεί σε κατ’ ουσίαν σύμμαχο των πανεπιστημιακών τραμπούκων. Σφυρίζει αδιάφορα όταν επιτίθενται, ανεβαίνει στα κάγκελα όταν τους επιτίθενται (ή, όταν συναντούν άμυνα στις επιθέσεις τους από συμπολίτες, δεν κάθονται να τις φάνε σαν καλά παιδιά) και γενικώς κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου η παγιωμένη βίαιη κατάσταση να διατηρηθεί ως έχει.

Για να μην αδικώ τους συναδέλφους, μπορεί η αντίδρασή τους να έχει να κάνει με το ότι θεωρούν πως ακροαριστερά και βία είναι έννοιες τόσο συνυφασμένες ώστε οι τραμπουκισμοί των συντρόφων να μην αποτελούν είδηση, αλλά απο την άλλη εφημερίδες και δελτία είναι γεμάτα επαναλαμβανόμενα και αναμενόμενα περιστατικά, οπότε μάλλον δεν φταίει αυτό. Πιο πιθανόν η δημοσιογραφική αδιαφορία να είναι αποτέλεσμα της συνήθους ανεπάρκειας η οποία εκφράζεται με την απόλυτη παράδοση στα μεταπολιτευτικά ταμπού και τα κλισέ όπως και με την υποταγή στον λαϊκισμό και το «δίκιο» αυτών που φωνάζουν περισσότερο (κι ας είναι ελάχιστοι). Ίσως κάποιο ρόλο να παίζει και το ότι η πλειονότητα των υψηλόβαθμων στη δημοσιογραφική ιεραρχία στα νιάτα τους ήταν ενταγμένοι στην αριστερά και πολλοί από αυτούς δεν έχουν καταφέρει να απεξαρτηθούν πλήρως. Ή ίσως τίποτα από αυτά να μην ισχύει και απλώς οι συνάδελφοι να έχουν κάνει τις έρευνές τους και να έχουν διαπιστώσει ότι το ακροαριστερό χέρι είναι ένα χέρι απαλό, οπότε καλώς σηκώνεται, καλώς βαράει, καλώς στέλνει στο νοσοκομείο. Υπάρχει άλλωστε και το ιδανικό υπέρ του ανθρώπου. Και μπράβο του.