- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ειρήνη Αγαπηδάκη: «Αν αδιαφορείς για τη ζωή, νικάει ο ιός»
Μία εκτενής συνέντευξη της A.V. με τη νέα γενική γραμματέα Δημόσιας Υγείας
Ειρήνη Αγαπηδάκη: Από τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, στη διαχείριση της πανδημίας και την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία
Μιλήσαμε με τη νέα γενική γραμματέα Δημόσιας Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, για την πανδημία και την επόμενη, μετά-Covid, ημέρα, για τους εμβολιασμούς και τους αποτελεσματικότερους τρόπους προστασίας μας από την Όμικρον, και για το τι σημαίνει εντέλει «τηρώ τα μέτρα».
Κ.Α.: Κυρία Αγαπηδάκη, πριν πάμε σε θέματα της νέας σας θέσης, θα ήθελα να μου πείτε με λίγα λόγια, και αν είναι εύκολο με αριθμούς, πώς ήταν τα πράγματα όταν αναλάβατε τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, και σε τι κατάσταση τα αφήσατε.
ΕΙ.Α.: Νομίζω πως όλοι μπορούμε να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τις εικόνες από τις «ζούγκλες» της Μόριας και της Σάμου. Τον Μάρτιο του 2020, όταν ιδρύθηκε η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, στη χώρα βρίσκονταν 5.424 ασυνόδευτα ανήλικα, ενώ σήμερα ο αριθμός αυτός είναι 2.225. Χιλιάδες ασυνόδευτα ανήλικα ήταν ριγμένα στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα νησιά, χωρίς καμία προστασία, όπου τα εκμεταλλεύονταν λογής-λογής επιτήδειοι, ζώντας υπό πραγματικά άθλιες συνθήκες. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο αριθμός των δομών μακροχρόνιας φιλοξενίας ήταν ανεπαρκής συγκριτικά με τις ανάγκες που υπήρχαν.
Για αυτό, μια από τις πρώτες δράσεις που υλοποιήσαμε ήταν η μαζική μεταφορά των ασυνόδευτων ανηλίκων από τα νησιά, σε κατάλληλες δομές στην ενδοχώρα, αναπτύσσοντας παράλληλα θέσεις σε δομές μακροχρόνιας φιλοξενίας. Συνολικά μεταφέρθηκαν από τα νησιά πάνω από 2.000 ασυνόδευτα ανήλικα. Αυτό και μόνο δείχνει, ίσως, την κατάσταση που επικρατούσε. Τα περισσότερα τότε ήταν εκτός πλαισίου προστασίας, ενώ σήμερα δεν ισχύει κάτι τέτοιο.
Σήμερα, η χώρα μας διαθέτει πλέον οικοσύστημα προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων με μακροχρόνιες δομές φιλοξενίας, χωρίς παιδιά στα κελιά ελλείψει χώρων φιλοξενίας, και με τον Εθνικό Μηχανισμό Επείγουσας Ανταπόκρισης για Ασυνόδευτους Ανηλίκους που βρίσκονται σε επισφαλείς συνθήκες σε πλήρη λειτουργία. Αναλυτικά στοιχεία για τις δράσεις της Ειδικής Γραμματείας κατά το διάστημα 2020-2022 μπορεί κανείς να βρει στο απολογιστικό σημείωμα που δημοσιεύσαμε.
Κ.Α.: Κατά καιρούς δεχτήκατε διάφορες επιθέσεις. Σας επηρέασαν στη δουλειά σας;
ΕΙ.Α.: Με επηρέασαν προσωπικά, αλλά δεν θα επέτρεπα ποτέ να επηρεάσουν τη δουλειά μας. Για αυτό και, όταν ξέφυγαν πλέον από το πολιτικό επίπεδο και άρχισαν να απειλούν πράγματι όσα κάναμε, κατέφυγα στη δικαιοσύνη. Όταν είσαι υπεύθυνος για τη ζωή άλλων ανθρώπων, όσο κι αν απογοητεύεσαι, ή θυμώνεις ή πληγώνεσαι σε προσωπικό επίπεδο, συνεχίζεις γιατί σε τραβάει η ευθύνη από το μανίκι. Εντέλει δεν κάνουμε το καθήκον μας για να μας πουν μπράβο, αλλά γιατί αυτό είναι το σωστό. Οφείλουμε να προστατεύουμε τους θεσμούς και τον πληθυσμό του οποίου την ευθύνη έχουμε αναλάβει.
Κ.Α.: Με τι συναισθήματα αφήσατε αυτή τη θέση;
ΕΙ.Α.: Ανάμικτα. Στην παιδική προστασία ισχύει αυτό που λένε “too much is never enough”. Παρά το ότι καταφέραμε σημαντικά πράγματα, υπάρχουν πολλά ακόμα να γίνουν και πάντα θα υπάρχουν. Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου γιατί ξέρω καλά ότι κάναμε το καθήκον μας. Όμως κάθε αποχωρισμός έχει τα δύσκολά του, και εγώ μάλλον δεν είμαι πολύ καλή σε αυτό. Χαρμολύπη αισθάνομαι, αυτό το γκρίζο συναίσθημα που σε κάνει να νιώθεις πληρότητα, χαρά, συγκίνηση, αλλά και θλίψη μαζί. Μακάρι να μπορούσαμε να πάμε στην αρχή του χρόνου κάθε ανθρώπινης ύπαρξης και να διορθώναμε όλα τα στραβά στη ζωή των ανθρώπων.
Αυτό που επιχειρούμε όσοι εμπλεκόμαστε με τέτοια θέματα νομίζω πως δεν είναι παρά μια μικρή «διόρθωση», μια προσπάθεια να επουλώσουμε ένα χιλιοστό στο συλλογικό τραύμα που συνοδεύει τον Άνθρωπο. Διορθώνοντας για άλλους πράγματα που πήγαν στραβά και στη δική μας ζωή, κάνουμε νομίζω και μια διόρθωση για τον εαυτό μας. Μένουμε με την αίσθηση ότι τελικά η ζωή αξίζει, γιατί κάποιος στυλώνει το βλέμμα του στο πρόσωπό σου και σε βλέπει. Ε, αυτό το βλέμμα είναι που έχουμε όλοι ανάγκη, το βλέμμα της μάνας στη ζωή μας.
Στον πυρήνα της Δημόσιας Υγείας βρίσκεται η αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία.
Κ.Α.: Νομίζω το καταλαβαίνω κάπως αυτό που λέτε. Πάμε όμως τώρα στη γενική γραμματεία της Δημόσιας Υγείας. Καταρχάς, ποιο ακριβώς είναι το αντικείμενο της γραμματείας; Τι είναι η Δημόσια Υγεία; Είναι το ΕΣΥ;
ΕΙ.Α.: Η Δημόσια Υγεία είναι το επιστημονικό πεδίο που ασχολείται με την πρόληψη, την αγωγή και την προαγωγή της υγείας σε επίπεδο πληθυσμού. Ενώ η άσκηση της Ιατρικής αφορά τη δυάδα ασθενούς και ιατρού, ή τη σχέση του ασθενούς με τη θεραπευτική ομάδα, στη Δημόσια Υγεία το αντικείμενο έρευνας είναι όλος ο πληθυσμός, είτε μιλάμε για τον γενικό πληθυσμό είτε για ομάδες πληθυσμού που χαρακτηρίζονται από ευαλωτότητα ή άλλα ειδικά χαρακτηριστικά που έχουν ως αποτέλεσμα να έχει κάποιος χειρότερη υγεία.
Στο επίκεντρο της Δημόσιας Υγείας είναι η πρόληψη τόσο των μεταδιδόμενων όσο και των μη μεταδιδόμενων νοσημάτων και η προαγωγή της υγείας όλων των ατόμων ανεξάρτητα από την κατάσταση της υγείας τους — μιλάμε δηλαδή για όσα μπορούμε να κάνουμε για να μειώσουμε την επίπτωση της νόσου, να καθυστερήσουμε την εμφάνισή της αλλά και για να αποτρέψουμε και την εμφάνιση των παραγόντων κινδύνου που συμβάλλουν σε αυτήν. Στον πυρήνα της Δημόσιας Υγείας βρίσκεται η αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία.
Στη χώρα μας, συχνά υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στη Δημόσια Υγεία (Public Health) και το κρατικό σύστημα υγείας, δηλαδή το ΕΣΥ. Και καθώς το ΕΣΥ στη χώρα μας είναι νοσοκομειοκεντρικό, συμπαρασύρει την αντίληψή μας για τη Δημόσια Υγεία.
Νομίζω ότι η πανδημία αποκαλύπτει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο όσα χρειάζεται να κάνουμε στο άμεσο μέλλον για να αποκτήσει η χώρα μας ένα ισχυρό σύστημα δημόσιας υγείας —πράγματα που δεν έγιναν ποτέ. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: αν δούμε τις χώρες που τα έχουν πάει καλά στην πανδημία, θα διαπιστώσουμε ότι είχαν αναπτύξει, δεκαετίες πριν, ένα ισχυρό Σύστημα Δημόσιας Υγείας, πράγμα που διευκόλυνε σημαντικά και την τήρηση των μέτρων και την υιοθέτηση του εμβολιασμού, ενώ βέβαια μπήκαν εξαρχής στην πανδημία με καλύτερους δείκτες υγείας στον πληθυσμό. Είχαν ήδη οι πολίτες και τα συστήματά τους, από δεκαετίες πριν, μια άλλη προσέγγιση καλά εδραιωμένη γύρω από όλα αυτά τα θέματα.
Όσοι ασχολούμαστε με τη Δημόσια Υγεία γνωρίζουμε ότι το πρόγραμμα εμβολιασμού αλλά και η ανταπόκριση του ΕΟΔΥ αποτελούν πραγματικά ένα θαύμα.
Κ.Α.: Ποιες είναι οι προτεραιότητες της γενικής γραμματείας Δημόσιας Υγείας; Να υποθέσω ότι την περίοδο που διανύουμε εξαντλούνται στα της πανδημίας;
ΕΙ.Α.: Πρέπει ασφαλώς να αντιμετωπίσουμε τα επείγοντα ζητήματα, να διαχειριστούμε δηλαδή την πανδημία, αλλά όχι, δεν εξαντλούνται σε αυτά. Ήδη εκπονούμε το πλάνο δράσης για την ανάπτυξη ενός ισχυρού συστήματος υγείας στη χώρα μας, που θα συμβάλει και στην αντιμετώπιση των αναγκών που ανακύπτουν στη μετα-πανδημική εποχή: από την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία, μέχρι τη διαχείριση των μακροχρόνιων επιπτώσεων της Covid στους ασθενείς, αλλά και την προαγωγή της υγείας ιδιαίτερα ευάλωτων ομάδων όπως είναι τα παιδιά, με την υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης, για παράδειγμα, της παιδικής παχυσαρκίας, ενίσχυσης της ψυχικής ανθεκτικότητας κ.ά.
Υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν, αλλά, όπως σε κάθε κρίση, τώρα είναι ευκαιρία να προχωρήσουμε σε αλλαγές που για διάφορους λόγους δεν είχαν υλοποιηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αν πάντως η χώρα μας απέδειξε κάτι στη διαχείριση της πανδημικής κρίσης, είναι ότι μπορεί να καλύψει με ταχύ βηματισμό τα μεγάλα κενά που υπάρχουν σε αυτούς τους τομείς. Όσοι ασχολούμαστε με τη Δημόσια Υγεία γνωρίζουμε ότι το πρόγραμμα εμβολιασμού αλλά και η ανταπόκριση του ΕΟΔΥ αποτελούν πραγματικά ένα θαύμα.
Κ.Α.: Έχετε πόρους για να κάνετε στην ώρα της όλη τη δουλειά που πρέπει να γίνει;
ΕΙ.Α.: Πριν την κρίση, η χώρα μας ήταν ανάμεσα στους πρωταθλητές δαπάνης για την υγεία (δημόσιας και ιδιωτικής, που σημαίνει φόρους, εισφορές αλλά και όσα πληρώναμε από την τσέπη μας για να επισκεφθούμε ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας), χωρίς όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα για την υγεία του πληθυσμού. Στα χρόνια της κρίσης οι δαπάνες για την υγεία μειώθηκαν σημαντικά, όχι όμως πάντα με τον σωστό τρόπο και για τους σωστούς λόγους. Νομίζω ότι είναι ώρα να ανοίξει αυτή η συζήτηση με ειλικρίνεια και σοβαρότητα με τους πολίτες, να εξηγήσουμε πώς δαπανώνται οι φόροι και οι εισφορές μας, και να ομολογήσουμε ότι, αν συνεχίσουμε να επενδύουμε σε ένα νοσοκομειοκεντρικό σύστημα, θα απορροφώνται μεν σημαντικοί πόροι, αλλά χωρίς τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Κάθε φορά που ακούω ότι η απάντηση σε ένα πρόβλημα είναι απλώς το να δοθούν περισσότερα χρήματα, ξέρω ότι αυτός που το λέει είτε έχει άγνοια του θέματος —αυτό συμβαίνει τις περισσότερες φορές— είτε λέει ψέματα. Δεν είναι απλώς τα χρήματα, αλλά τι κάνεις με αυτά. Αυτό μάς λείπει, αυτό είναι που πρέπει να αλλάξει ώστε να είμαστε σίγουροι πως κάθε ευρώ που δαπανάται, δαπανάται για τον σωστό σκοπό και θα έχει θετικό αποτέλεσμα. Για αυτό έχει σημασία να καλύψουμε γρήγορα το χαμένο έδαφος και τον χρόνο που χάσαμε, αξιοποιώντας τις λύσεις της τεχνολογίας και όλη τη νέα γνώση και τις καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε χώρες με παρόμοια χαρακτηριστικά με τη δική μας. Μιλώ για που λύσεις δεν κοστίζουν ακριβά — ακριβά κοστίζει η καθυστέρηση στην υλοποίησή τους.
Κ.Α.: Ας μείνουμε λοιπόν στην πανδημία, αλλά από μια άλλη σκοπιά. Ας δούμε τη διαχείρισή της. Ποιος παίρνει κάθε φορά τις αποφάσεις για τα μέτρα προστασίας; Για παράδειγμα, μπορεί η Επιτροπή να προτείνει (εύλογα) κάποια μέτρα, και η κυβέρνηση να αρνηθεί να τα πάρει; Είναι η κρίση της Επιτροπής αμιγώς επιστημονική, ή λαμβάνονται υπόψιν και άλλοι παράγοντες; Κοινωνικής χροιάς, αίφνης.
ΕΙ.Α.: Προτεραιότητα της κυβέρνησης σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας είναι βέβαια η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Και, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, η διαχείριση της πανδημίας γίνεται με βάση την επιστημονική τεκμηρίωση καταρχάς από τον χώρο της Υγείας, συνυπολογίζοντας τα επιστημονικά δεδομένα και την τεκμηρίωση και από άλλους τομείς, όπως η οικονομία, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη ποικίλους άλλους κοινωνικούς δείκτες. Όλα αυτά τα δεδομένα είναι αλληλεξαρτώμενα. Όσο καλύτερα τα πάμε στην πανδημία, τόσο ευκολότερα ανακάμπτει και η οικονομία — ενώ μάλιστα ισχύει και το αντίστροφο.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι, παράλληλα με την πανδημία, συμβαίνουν και άλλες κρίσεις, υπάρχουν και άλλες ανάγκες, η λειτουργία του κράτους δεν σταματά, η κυβέρνηση πρέπει να φροντίσει να υπάρχουν πόροι και μέσα αντιμετώπισης και για την κρίση του κορωνοϊού, και για τις φυσικές καταστροφές, και για τις γεωπολιτικές κρίσεις, και για κάθε είδους άλλη ανάγκη και κίνδυνο. Αν η διαχείριση της πανδημίας εξαντλούνταν στο να υιοθετεί μια κυβέρνηση την εισήγηση των επιστημόνων από έναν τομέα διαχείρισης, τότε τα πράγματα θα ήταν πολύ απλά και ίσως οι σύγχρονες δημοκρατίες να είχαν αφεθεί σε ενός είδους αυτόματο πιλότο, εμπλέκοντας κάθε φορά μια ομάδα επιστημόνων για να λύσουν ένα πρόβλημα. Η Επιστήμη παρέχει τη γνώση, όμως το πώς αυτή η γνώση απαντά και άρα επιλύει το πρόβλημα, αυτό είναι πεδίο της πολιτικής. Πάντα ήταν και πάντα θα είναι έτσι.
Όταν δεν αντιμετωπίζουμε τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία, οι πολίτες δεν έχουν επιλογή: ζουν τη ζωή που επιβάλλει η «μοίρα» του να γεννηθείς σε φτωχότερη οικογένεια…
Κ.Α.: Ποιες πιστεύετε ότι θα είναι οι κυριότερες επιπτώσεις της πανδημίας, αυτά που θα αφήσει πίσω της όταν περιοριστεί; (Δεν μιλώ προφανώς για τους θανάτους). Ή μήπως θα σπεύσουμε να απολαύσουμε την κανονικότητα και δεν θα έχουμε χρόνο για περαιτέρω ενασχόληση με το παρελθόν, όσο τραυματικό και να είναι;
ΕΙ.Α.: Ό,τι ξεχνάμε το ξαναζούμε και δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να συμβεί κάτι τέτοιο ούτε σε εθνικό επίπεδο αλλά ούτε και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Για αυτό τον λόγο η ΕΕ ήδη έχει ανοίξει τη συζήτηση για τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού ανταπόκρισης σε συνθήκες κρίσεις δημόσιας υγείας. Μια αντίστοιχη συζήτηση θα πρέπει να γίνει και για τον ρόλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ώστε να ενισχυθεί και να αναπροσαρμοστεί για να μπορεί να ανταποκρίνεται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε τέτοιες συνθήκες. Και βέβαια, σε εθνικό επίπεδο επιβάλλεται να προχωρήσουμε με γρήγορα βήματα ώστε να αντιμετωπίσουμε τα συντρίμμια που αφήνει πίσω του το τσουνάμι της πανδημίας και τα οποία δεν θα είναι απλώς εξαντλημένοι επαγγελματίες υγείας και κουρασμένο εθνικό σύστημα υγείας αλλά και πληθυσμός με πολλαπλές ανάγκες και νοσήματα.
Να σας δώσω ένα παράδειγμα: δύο χρόνια τώρα οι περισσότεροι δεν ασχοληθήκαμε συστηματικά με τα χρόνϊα προβλήματα υγείας που ενδεχομένως έχουμε, καθώς ο γιατρός που μας παρακολουθεί είναι κατά κανόνα νοσοκομειακός και φοβόμασταν να μην κολλήσουμε Covid. Έτσι αποφύγαμε την επίσκεψη στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου. Αυτό σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα προβλήματά μας είναι ενδεχομένως αρρύθμιστα και μπορούν να επηρεάσουν τόσο τη συνολική κατάσταση της υγείας μας όσο και την άμυνά μας έναντι του κορωνοϊού.
Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα για όσους έχασαν τη δουλειά τους ή είδαν το εισόδημά να μειώνεται τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ξέρουμε από ερευνητικά δεδομένα δεκαετιών αλλά και από την κοινή εμπειρία ότι οι άνθρωποι με χαμηλότερο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο έχουν χειρότερη υγεία και ζουν λιγότερο. Σκεφτείτε τι σημαίνει αυτό στη μετά Covid εποχή — πόσο δε μάλλον όταν μιλάμε για παιδιά. Για αυτό επείγει να ενισχυθεί το σύστημα Δημόσιας Υγείας στη χώρα μας. Αυτό είναι που θα απαντήσει αποτελεσματικά στις νέες προκλήσεις.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η υγεία αποτελεί πόρο για τη ζωή, όχι αυτοσκοπό. Αν θέλουμε λοιπόν να ζήσουμε μια καλή ζωή, χρειάζεται να διασφαλίσουμε τους πόρους για αυτό. Φροντίζοντας τη Δημόσια Υγεία, παρέχουμε σε κάθε πολίτη τους πόρους για να επιλέξει μόνος του αν θέλει να ζήσει μια καλή ζωή. Όταν δεν αντιμετωπίζουμε τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία, οι πολίτες δεν έχουν επιλογή: ζουν τη ζωή που επιβάλλει η «μοίρα» του να γεννηθείς σε φτωχότερη οικογένεια…
Κ.Α.: Ποιο είναι το γενικότερο σχέδιο για να βγούμε από την πανδημία; Και ποιοι είναι οι αποτελεσματικότεροι τρόποι για να προστατευτούμε από μία υπερμεταδοτική παραλλαγή όπως η Όμικρον;
ΕΙ.Α.: Τα δεδομένα που έχουμε ειδικά για την Όμικρον είναι ότι έχει εξαιρετικά υψηλή μεταδοτικότητα. Για αυτό και λέμε ότι όλοι θα εκτεθούμε στον ιό. Αυτό όμως δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι θα συμμετέχουμε όλοι στην πανδημική αλυσίδα. Εκτίθεμαι στον ιό σημαίνει τον συναντώ: στο σπίτι, στη δουλειά, παντού. Δεν σημαίνει ότι θα κολλήσω απαραιτήτως, ή ότι, αν κολλήσω, θα έχω κάποια συγκεκριμένα συμπτώματα ή ότι θα είμαι το ίδιο μεταδοτικός με τους υπόλοιπους. Με τα προηγούμενα κύματα δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Οι προηγούμενες παραλλαγές δεν χαρακτηρίζονταν από τη μεταδοτικότητα της Όμικρον και έτσι ξέραμε, π.χ., ότι, σε φάσεις όπως η αρχή της πανδημίας, το lockdown είχε ως αποτέλεσμα να μένουμε ασφαλείς όσο μένουμε σπίτι. Στην παρούσα φάση όμως, χώρες που εφάρμοσαν lockdown όπως η Ολλανδία είχαν παράλληλα και εκτίναξη κρουσμάτων — ο ιός είναι ήδη στα σπίτια και όταν κλεινόμαστε μέσα κλεινόμαστε μαζί του.
Το άλλο που γνωρίζουμε είναι ότι το εμβόλιο μας προστατεύει σε τρομερά υψηλό βαθμό από το να νοσήσουμε σοβαρά, να χρειαστεί να μπούμε στο νοσοκομείο, και βέβαια να πεθάνουμε από τον ιό. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι πιο σημαντικό από αυτό.
Το τρίτο δεδομένο που έχουμε είναι ότι η συστηματική και σωστή χρήση μάσκας προστασίας (ιδιαίτερα προφανώς οι μάσκες υψηλής προστασίας), ο καλός αερισμός των χώρων και η αποφυγή επικίνδυνων σημείων με υψηλό συνωστισμό και ελλιπή τήρηση μέτρων εξακολουθεί να αποτρέπει αποτελεσματικότατα τη μετάδοση.
Άρα, αν τηρούμε αυτά τα μέτρα προστασίας θα εκτεθούμε μεν στον ιό, έχουμε όμως εξαιρετικά λιγότερες πιθανότητες να μολυνθούμε. Και, εφόσον έχουμε κάνει και το εμβόλιο, ειδικά την τρίτη, αναμνηστική δόση, είμαστε σε τέτοιο βαθμό προστατευμένοι, ώστε, ακόμα και αν μολυνθούμε, να το περάσουμε πολύ ελαφρά— οι περισσότεροι χωρίς καν να το καταλάβουμε.
Να μη συνηθίσουμε την απώλεια της ανθρώπινης ζωής. Να θυμόμαστε κάθε μέρα ότι, πίσω από τους αριθμούς των κρουσμάτων, των διασωληνωμένων, των νεκρών, υπάρχουν ονοματεπώνυμα, υπάρχουν άνθρωποι.
Κ.Α.: Μια τελευταία ερώτηση: τι είναι αυτό που σκέφτεστε σήμερα ότι θα θέλατε να αφήσετε σαν δικό σας σημάδι στη γενική γραμματεία της Δημόσιας Υγείας; Μια παρακαταθήκη, ας πούμε. Ποια θα ήταν αυτή, τι ονειρεύεστε;
ΕΙ.Α.: Μου φαίνεται πολύ μακρινό αυτό, τώρα. Προς το παρόν με απασχολεί να μη συνηθίσουμε την απώλεια της ανθρώπινης ζωής. Να θυμόμαστε κάθε μέρα ότι, πίσω από τους αριθμούς των κρουσμάτων, των διασωληνωμένων, των νεκρών, υπάρχουν ονοματεπώνυμα, υπάρχουν άνθρωποι. Υπάρχουν οικογένειες που αγωνιούν, οικογένειες που θρηνούν και πενθούν. Δεν πρέπει να συνηθίσουμε στις απώλειες αδιαφορώντας, γιατί έτσι υποτιμάμε την αξία της ανθρώπινης ζωής. Και, όπως μας δίδαξε η έως τώρα πορεία, αν αδιαφορείς για τη ζωή, ο ιός έχει το πάνω χέρι, και νικάει.
Στην παρούσα φάση λοιπόν, θα μου αρκούσε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τους πολίτες να συνειδητοποιήσουν ότι δεν τηρούμε τα μέτρα για να μην πληρώσουμε πρόστιμο, ούτε επειδή το λέει η κυβέρνηση. Τηρούμε τα μέτρα για να προστατευτούμε. Για να έχουμε υγεία, για να έχουμε δουλειά, για να μην πλήττεται ο τόπος μας. Από αυτή την άποψη, η τήρηση των μέτρων και ο εμβολιασμός δείχνουν την αγάπη μας στην πατρίδα, την αγάπη μας στο κοινωνικό σύνολο και στον Άλλο.
* Η Ειρήνη Αγαπηδάκη είναι ψυχολόγος, με μεταπτυχιακό στην Προαγωγή και Αγωγή Υγείας από την Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ από όπου έλαβε και το διδακτορικό της δίπλωμα, και Λέκτορας Δημόσιας Υγείας στην Ιατρική Σχολή του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου. Έχει συμμετάσχει ως ερευνητική συνεργάτιδα σε πολλά εθνικά, ευρωπαϊκά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα στα αντικείμενα της πολιτικής δημόσιας υγείας, της προαγωγής ψυχικής υγείας και πρόληψης ψυχικών διαταραχών, και της πρόληψης των χρόνιων νοσημάτων. Έχει δημοσιεύσει εργασίες της σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές, και έχει παρουσιάσει αποτελέσματα ερευνητικών εργασιών σε περισσότερα από 50 εθνικά, ευρωπαϊκά και διεθνή επιστημονικά συνέδρια και ημερίδες. Από τον Νοέμβριο του 2019, και για μια διετία, υπηρέτησε σαν Εθνική Συντονίστρια για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα και Ειδική Γραμματέας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων.