Πολιτικη & Οικονομια

Ο κατά συρροήν μηνυτής

Έχει ως επάγγελμα την εξονυχιστική εξέταση του δημόσιου λόγου και τη λογοκρισία του

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου
Σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου (Καθημερινή 4.12.2021)

Η Σώτη Τριανταφύλλου σχολιάζει τη ρητορική μίσους του Παναγιώτη Δημητρά, που καταγγέλλει τις, κατά τη γνώμη του, παρεκκλίσεις από την πολιτική ορθότητα.

Τα τελευταία χρόνια το σύστημα της δικαιοσύνης απασχολεί με καταχρηστικό τρόπο κάποιος ακτιβιστής ονόματι Παναγιώτης Δημητράς. Ο κ. Δημητράς, ισχυριζόμενος ότι εκπροσωπεί το «Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι», έχει ως επάγγελμα την εξονυχιστική εξέταση του δημόσιου λόγου και τη λογοκρισία του: μέσω δυσφημιστικών και μισαλλόδοξων αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ―όπου περιγράφει την πολιτεία ανθρώπων που δεν γνωρίζει― καθώς και μέσω σωρείας μηνύσεων προσπαθεί να εκφοβίσει όσους έχουν αντίθετη γνώμη από τη δική του. Μερικές φορές το καταφέρνει· συνήθως δεν το καταφέρνει.

Στη διαδικασία αυτή έχει εξασφαλίσει τη συνεργασία μερικών λογίων της επαρχίας που επιζητούν τη σιωπή όλων των διαφωνούντων. Όπως στις περισσότερες χώρες, έτσι και στη δική μας, υπάρχουν αφελείς ανθρωπιστές, χρήσιμοι ηλίθιοι και πονηροί ανθρωπιστές που καθιστούν τον ανθρωπισμό φάμπρικα κραδαίνοντας την ταυτότητα του ασυμβίβαστου αγωνιστή στη μύτη ημών των υπολοίπων. Σε οποιαδήποτε κατηγορία κι αν ανήκει, ο κ. Δημητράς έχει καταγγείλει ή μηνύσει εκατοντάδες αρθρογράφους, εκδότες και άλλα δημόσια πρόσωπα χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τον αντιρατσιστικό νόμο και επαναλαμβάνοντας ένα (τουλάχιστον) ψέμα: παρότι το «Διεθνές Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι» έχει κλείσει σε 42 χώρες εξαιτίας οικονομικών εγκλημάτων από το 2007, ο κ. Δημητράς αυτονομιμοποιείται παριστάνοντας τον εκπρόσωπό του· ιδιαίτερα στα μάτια των προαναφερθέντων αφελών ανθρωπιστών.

Η εργασία του ψειρίσματος του δημόσιου λόγου φαίνεται πλήρης απασχόληση ― αλλά, θα συμφωνήσουμε όλοι, τρομερά άχαρη. Αναρωτιέται κανείς πώς και από ποιον χρηματοδοτείται ο κ. Δημητράς ώστε έχει την άνεση να διαβάζει και να ακούει τα πάντα (δεν του ξεφεύγει τίποτα!) προκειμένου στη συνέχεια να τρέχει από ’δω κι από ’κει στα δικαστήρια σε όλη την επικράτεια και να καταθέτει καταγγελίες σε ήδη πελαγωμένους δικαστικούς λειτουργούς. Μετά από τόσο φρενήρη δραστηριότητα μηνύσεων για ισλαμοφοβία, ρατσισμό, ομοφοβία και τα λοιπά, χρειάζεται κάποια διαφάνεια: ο κ. Δημητράς διαχειρίζεται μη κυβερνητικές οργανώσεις, αλλά δεν ξέρουμε τις πηγές χρηματοδότησης και τους συγκεκριμένους στόχους τους. Με ποιους και πόσους δικηγόρους συνεργάζεται; Υπάρχει κάποιο κόμμα που τον προστατεύει; (Δεν νομίζω…).

Με λίγα λόγια, ενώ το σύστημα της δικαιοσύνης αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες –μεγάλες καθυστερήσεις, αναντιστοιχίες ποινών, δυσπιστία εκ μέρους των πολιτών– υφίσταται καταχρήσεις από δικομανείς και εμμονικούς οι οποίοι επιδιώκουν την αφαίρεση της ελευθερίας του λόγου, ένα θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο το εν λόγω σύστημα υπάρχει για να προασπίζει. Ο κ. Δημητράς και οι φίλοι του, απειλώντας ανθρώπους με δικαστικές ταλαιπωρίες, κακή δημοσιότητα και απώλεια εισοδήματος, επιβαρύνουν έναν ήδη υπερφορτισμένο μηχανισμό: κι επειδή ο μηχανισμός δεν του κάνει το χατίρι, απ’ ό,τι μαθαίνω, βγάζει το άχτι του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αφιερώνει χιλιάδες ανθρωποώρες σε πρόσωπα που απεχθάνεται, σπαταλώντας τον χρόνο του την ενέργειά του.

Πράγματι, ο αντιρατσιστικός νόμος δίνει περιθώρια σε δικομανείς και εμμονικούς. Δίνει επίσης περιθώρια σε πολλαπλές ερμηνείες του δημόσιου λόγου, περιορίζοντας, εκ των πραγμάτων, την ελευθερία της έκφρασης. Εδώ βεβαίως παρατηρείται η γνωστή ασυμμετρία: υπάρχουν δύο είδη γυναικών, εκείνες που επιτρέπεται να τις βρίζουν χωρίς την κατηγορία του «σεξισμού» και εκείνες που δεν επιτρέπεται· ομοίως, αν κάποιος επιτίθεται στο Ισλάμ θεωρείται ρατσιστής παρότι δεν τίθεται ζήτημα φυλής· αν κάποιος επιτίθεται στον χριστιανισμό ουδέν πρόβλημα. Στο απυρόβλητο τοποθετούνται οι τσιγγάνοι και όποιοι άλλοι μπορούν να στριμωχτούν σε μειονότητες ή σε δήθεν καταπιεσμένες και long-suffering ομάδες. Αν έχω καταλάβει καλά, ο κ. Δημητράς έχει επιφορτιστεί, μαζί με ένα δίκτυο μικρών παρακολουθούντων τους οποίους παρακολουθούν άλλοι παρακολουθούντες, με το έργο της εφαρμογής της πολιτικής ορθότητας, της woke και της cancel culture.                

Αν και η διάδοση του μίσους και οι μηνύσεις τις οποίες οι δικαστικοί είναι υποχρεωμένοι να διαβάζουν («Πάλι εδώ εσύ;;»), προκαλούν αναστάτωση, άνθρωποι σαν τον κ. Δημητρά δεν ενδιαφέρονται για τη λειτουργία των θεσμών: το μόνο που προσδίδει κάποιο νόημα στη μελαγχολική τους ζωή είναι η τιμωρία του ετερόδοξου, του ιδεολογικού εχθρού. Έτσι, προσφέρουν κακές υπηρεσίες σε όσους υποτίθεται ότι στηρίζουν: αν υπάρχει ένας σίγουρος δρόμος προς τον ρατσισμό είναι το αντιρατσιστικό κίνημα που βλέπει προκαταλήψεις και διακρίσεις σε μια κρυστάλλινη σφαίρα. Κυρίως, αν υπάρχει ένας σίγουρος δρόμος προς τον αυταρχισμό είναι η συνέργεια, ακόμα και η ουδετερότητα, η απάθεια, μπροστά σε τέτοιες μορφές μισαλλόδοξης συμπεριφοράς: καθώς είμαστε απαίδευτοι στις δημοκρατικές αξίες, ο πειρασμός της σίγασης της αντίθετης γνώμης γίνεται ακαταμάχητος. Προστίθεται χωριάτικο πείσμα, εκδικητικότητα, χαιρεκακία («Καλά να πάθει! Ναι, ναι, να βγάλει τον σκασμό!») κι ένα φτηνό αίσθημα θριάμβου μπροστά στους μπελάδες που προκαλούν ανακατώστρες σαν τον κ. Δημητρά: συζητήσεις με δικηγόρους, παράβολα, ραντεβού στα δικαστήρια, απολογίες και ενοχλήσεις από δημοσιογράφους σε αναζήτηση ρεπορτάζ.

Μερικοί αναρωτιούνται γιατί οι παθόντες των μηνύσεων δεν μηνύουν τον μηνύοντα με την κατηγορία της δυσφήμισης ή της ψευδούς καταμήνυσης. Στην πραγματικότητα, ο κ. Δημητράς θα μπορούσε να δικαστεί με τον νόμο που επικαλείται ο ίδιος: χρησιμοποιεί ρητορική μίσους, άρα παρανομεί. Αλλά, δεν μας περισσεύει ούτε ο χρόνος, ούτε η ενέργεια· ο βίος είναι βραχύς και οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν από το να καταθέτουν μηνύσεις εναντίον μηνυσάντων. Εξάλλου, πιθανώς να νιώθουν τη δυσπιστία την οποία υπαινίχθηκα: συχνά, στο σύστημα δημόσιας δικαίωσης (συνδικαλιστικά όργανα, εφημερίδες) πολλοί πάνε για μαλλί και βγαίνουν κουρεμένοι. Επιβάλλεται όποιος συμβαδίζει με τις μόδες της κάθε εποχής κι όποιος έχει ισχυρούς φίλους. Εν πάση περιπτώσει, ένα αρθρίδιο σαν αυτό ίσως δεν είναι υπερβολική απώλεια χρόνου και ενέργειας.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μανούσος Μανουσάκης
Η Λίνα Μενδώνη για τον θάνατο του Μανούσου Μανουσάκη: Υπήρξε ακάματος εργάτης της μικρής και της μεγάλης οθόνης

«Ο Μανούσος Μανουσάκης έκανε ποιοτική τηλεόραση για το ευρύ κοινό, χωρίς εκπτώσεις στις απαιτήσεις του, αλλά και χωρίς να εγκαταλείψει το σινεμά»

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.