Πολιτικη & Οικονομια

Ετών σαράντα στα χρόνια της Covid

«Νιώθεις απόγνωση, απομόνωση και καμία ελπίδα»

Νίκος Νυφούδης
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τη ζωή, την επιχειρηματικότητα και τη διαχείρισης της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ελλάδα.

Έχεις γεννηθεί στα τέλη του 1980. Έχεις κλείσει τα σαράντα και βαδίζεις ολοταχώς στην πιο δυναμική δεκαετία της ζωής σου. Τα έκανες όλα όπως πρέπει. Ή όπως σου είπαν ότι πρέπει. Τελείωσες το σχολείο με καλό βαθμό και μπήκες στο Πανεπιστήμιο στη σχολή που προσπάθησες. Έστω και με τη δεύτερη προσπάθεια. Στα πέντε χρόνια ορκίστηκες. Ταυτόχρονα δούλευες. Για να μην σου πουν ότι τρως τα λεφτά του μπαμπά. 

Έφυγες στην Αγγλία στο καπάκι. Ολοκλήρωσες το μεταπτυχιακό σου και άρχισες στο μυαλό σου να δομείς τί είναι αυτό τελικά που θέλεις να κάνεις. Όχι ότι είχε καμία σχέση με τις σπουδές σου αλλά ποιος είπε ότι σπουδές και επαγγελματικής αποκατάσταση στην Ελλάδα είχε ποτέ την οποιαδήποτε σύνδεση. Τόλμησες. Το συζήτησες με τους φίλους σου και έκανες την πρώτη επαγγελματική σου προσπάθεια. Χρεώθηκες μα σου βγήκε! Έπρεπε να αποχωρήσεις όμως γιατί ήρθε το χαρτί. Δώδεκα μήνες χωρίς γιατί, μέχρι να πάρεις το χαρτί...

Και βγήκες έτοιμος να αδράξεις τον κόσμο ξανά. Και ξαναρίσκαρες. Επένδυσες σε μια μικρή επιχείρηση στην πόλη σου. Στο μεταξύ με το κορίτσι που γνώρισες σοβαρεύουν τα πράγματα. Πηγαίνει καλά η δουλειά, περνάτε καλά τί να περιμένεις;! Και παντρεύεσαι. Στο μεταξύ άνοιξε και μια θέση για Διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο με τον αγαπημένο σου καθηγητή. Μπορεί να μην είναι πια στο πλάνο σου να διδάξεις στο Πανεπιστήμιο αλλά οι γνώσεις πάντα σε βοηθούν να προχωράς..

Κάνεις μετρημένη ζωή. Δεν σε ενδιέφεραν ποτέ τα ακριβά αυτοκίνητα και τα μεγάλα σπίτια. Ό, τι κερδίζει επιπλέον το ρίχνεις και πάλι στη δουλειά. Ξεκίνησες και μια εταιρεία εμπορίας. Πόσο θα σε βοηθούσαν αν η τράπεζα λίγο σας στήριζαν στην αγορά εμπορευμάτων. Σωστά σου έμαθε ο πατέρας σου πως τα δάνεια είναι καλά μέχρι να αποδειχθούν ότι δεν είναι. Σφίξιμο το ζωνάρι και σκληρή δουλειά. Παρά τα μνημόνια, την κρίση νοιώθεις πως απέδωσαν οι κόποι σου. Και νοιώθεις μια ηρεμία. Λες να περιμένω ένα χρόνο, να μαζέψεις οικονομίες και να κάνω το επόμενο το μεγάλο βήμα. 

Και έρχεται η νόσος covid-19...

Στην αρχή ένοιωσες πανικό. Μόνος. Ήσουν ο επιχειρηματίας. Δεν άκουγες τίποτα για στήριξη. Δυστυχώς τα χρήματά σου όλα τα είχες ρίξει στην τελευταία δουλειά. Καλά πήγαινε αλλά ακόμα είχες επιταγές ανοιχτές. Ο Άδωνις είχε ανακοινώσει πάγωμά τους, αλλά ΦΕΚ δεν είχε βγει. Το τηλέφωνο χτυπούσε από τους κατασκευαστές. Η τράπεζα δεν ήξερε τι να κάνει. Μετά ήρθε και ο άλλος ο προμηθευτής που η γυναίκα του εμφάνισε καρκίνο και έκλαιγε για να μαζέψει χρήματα. Έξι χρόνια μαζί, τον ξόφλησες. Τα είχε περισσότερο ανάγκη. Και κάπως έτσι πέρασε η πρώτη καραντίνα…

Στη δεύτερη είχες μάθει. Τα πράγματα ήταν καλύτερα. Στο μεταξύ ερχόταν και το εμβόλιο. Αισιοδοξούσες. Έκλεισες μόλις άνοιξε η ηλικιακή σου ομάδα. Έπεισες και όλο το προσωπικό σου να το κάνει! Θεωρούσες πως επιτελούσες εθνική αποστολή. Και κάπως έτσι φτάσαμε στην προηγούμενη εβδομάδα. Είχες ρίξει ένα κάρο λεφτά στην οργάνωση του ρεβεγιόν να ρεφάρεις λίγο τον πεσμένο Νοέμβρη και τον μισό Δεκέμβρη. Μέχρι τις 28/12.

Τώρα απλά νιώθεις απόγνωση, απομόνωση και καμία ελπίδα.

Αυτά θα πρέπει να έχει στο μυαλό του ο κ. Μητσοτάκης, όταν θα αποφασίζει με νηφαλιότητα όχι πώς θα αποζημιώσει τους νέους και επιχειρηματίες αλλά πώς θα τους πείσει πως θα είναι δίπλα τους την επόμενη μέρα. Ανοίγοντας στα σοβαρά, τον τραπεζικό τομέα και κάνοντας πραγματικά το δημόσιο υπηρέτη της δημιουργικότητας και όχι το αντίθετο.

Καλή Χρονιά, είπα; Καλή Χρονιά!