Πολιτικη & Οικονομια

Είναι φανερό ότι οι άνθρωποι δεν αντέχουμε την αβεβαιότητα

Ανά πάσα στιγμή μπορεί «να μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι»

Παντελής Καψής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι άνθρωποι που δεν αντέχουμε την αβεβαιότητα που προκαλεί η πανδημία του κορωνοΐου και η βασική αιτία της κατάθλιψης.

Έχετε νιώσει ποτέ ότι είστε λίγο σαν την μύγα μέσα στο γάλα; Τον τελευταίο καιρό αυτή είναι η δική μου η αίσθηση. Συναντώ για παράδειγμα φίλους που μου λένε «άντε να περάσει κι αυτό», ο covid δηλαδή, και «να γίνουμε ξανά όπως ήμασταν, να αγκαλιαστούμε βρε αδελφέ, να πάμε σε ένα θέατρο ή κινηματογράφο χωρίς να φοβόμαστε, να μαζευτούμε όλοι, συγγενείς και φίλοι, να γιορτάσουμε στα σπίτια μας». Ποιος δεν το θέλει; Πιάνω όμως το εαυτό μου να προσθέτει αυθόρμητα, μερικές φορές από μέσα μου, «τι να κάνουμε έτσι θα ζήσουμε, με τα προβλήματα, σήμερα αυτά, αύριο άλλα.» Δεν έχω πια την ψευδαίσθηση ότι πρόκειται να λυθούν. 

Πριν από λίγα χρόνια, οποιαδήποτε εκκρεμότητα μου προκαλούσε φοβερό άγχος. Δεν είχε σημασία αν ήταν στη δουλειά, στα προσωπικά ή στα πολιτικά. Μπορούσαν να με κάνουν εξ ίσου να ξενυχτήσω, η αναμονή για τα αποτελέσματα των ιατρικών μου εξετάσεων ή το ενδεχόμενο να ξαναδώ στη κυβέρνηση τον Τσίπρα με τον Λαφαζάνη και τη Ζωή. Σήμερα αισθάνομαι ότι αυτή είναι η κανονικότητά. Ανά πάσα στιγμή μπορεί «να μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι» για να θυμηθούμε και τους Γαλάτες. 

Σε όλο τον κόσμο η αβεβαιότητα που έχει επιφέρει ο covid-19 έχει προκαλέσει έκρηξη στα ψυχικά νοσήματα. Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Lancet, η πανδημία έχει προκαλέσει 53 εκατομμύρια περισσότερα περιστατικά σοβαρής κατάθλιψης στον κόσμο. Πρόκειται για μια αύξηση κατά 28%. Άλλη έρευνα από το πανεπιστήμιο Brown, διαπιστώνει τριπλασιασμό των συμπτωμάτων κατάθλιψης στις ΗΠΑ. Σημειώνει μάλιστα ότι όσο συνεχίζεται η πανδημία τόσο αυξάνονται τα  περιστατικά, κάτι που συνήθως δεν παρατηρείται σε άλλες μεγάλες καταστροφές. Είναι φανερό ότι οι άνθρωποι δεν αντέχουμε την αβεβαιότητα. Αυτή είναι η βασική αιτία της κατάθλιψης. Δεν είναι τυχαίο πως όσο χαμηλότερο είναι το εισόδημα, όσο πιο πολλά τα στοιχεία που προκαλούν «πανδημικό στρες», όπως να χάσεις την δουλειά σου ή να μην έχει που να αφήσεις τα παιδιά, τόσο πιο πιθανό είναι να εκδηλώσεις κατάθλιψη. Τι να κάνουμε η αβεβαιότητα έχει και ταξικά χαρακτηριστικά.  

Ακόμα και στην Ελλάδα το ποσοστό που δηλώνει ότι εμφάνισε κατάθλιψη έφτασε το 12%, διπλάσιο δηλαδή από το αντίστοιχο πριν από την πανδημία. «Ακόμα  και στην Ελλάδα», ο λόγος που μας ξεχωρίζω είναι ότι εμείς μπήκαμε στην πανδημία μαθημένοι. Όταν κάνω τον απολογισμό της τελευταίας μεγάλης δεκαετίας βρίσκω ότι έχουμε περάσει τρεις πολύ στρεσογόνους κύκλους. Ο πρώτος ήταν ο οικονομικός που ξεκίνησε το 2008- 2009. Εκατοντάδες χιλιάδες έχασαν τη δουλειά τους, βρέθηκαν χωρίς κανένα εισόδημα, συχνά με χρέη που δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν, με ελάχιστη ή καθόλου βοήθεια και με μηδενικές προοπτικές στον ορίζοντα. Ειδικά για μας τους δημοσιογράφους των εφημερίδων αλλά και της τηλεόρασης, ήταν μια μάχη για την επιβίωση η οποία στο τέλος άφησε μόνο θύματα. Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες. Η σημερινή εποχή στα μέσα ενημέρωσης είναι ίσκιος της προηγούμενης. Δίκαια ή άδικα αδιάφορο. Για άλλους τα πράγματα μπορεί να ήταν ακόμα χειρότερα, η ανάκαμψη δεν ήρθε ποτέ. 

Ο δεύτερος στρεσογόνος κύκλος ήταν ο πολιτικός. Ξεκίνησε το 2010-2011 με την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και ολοκληρώθηκε με τις εκλογές του 2019. Εντάξει για το πότε τελείωσε μπορεί να υπάρξουν διαφωνίες, άλλοι μπορεί να θεωρήσουν ότι ο κύκλος έκλεισε με το δημοψήφισμα, ας μη τα χαλάσουμε όμως στις ημερομηνίες. Τα πολιτικά μπορεί να μην τα έζησαν όλοι με την ίδια ένταση, η προοπτική ενός Grexit ωστόσο προκάλεσε όχι λίγες κρίσεις πανικού. Για να μην πούμε για το τοξικό κλίμα, τέτοιο που σε πολλές περιπτώσεις διέλυσε παρέες, χάλασε φιλίες και σχέσεις. 

Έτσι η πανδημία είναι μόλις ο τρίτος κύκλος. Μπήκαμε ήδη λαχανιασμένοι. Οικονομικά βέβαια καμία σχέση με το χθες. Η πιο χρεωμένη χώρα της Ευρώπης μπόρεσε και έδωσε, ως ποσοστό του ΑΕΠ, την μεγαλύτερη βοήθεια από κάθε άλλη! Αυτό κι αν ήταν επίτευγμα, αρκεί να μην αποδειχθεί ακριβός ο λογαριασμός. Για κάποιους μάλιστα η αναγκαστική αργία συνοδεύτηκε από μεγαλύτερες αποδοχές σε σχέση με πριν. Αυτός ο κύκλος ωστόσο έχει την ιδιαιτερότητα του φόβου για την υγεία και έχει προκαλέσει ανείπωτο πόνο σε χιλιάδες οικογένειες. Αυτός ο φόβος, μαζί με το κλείσιμο, δεν αντέχονται. Είναι σχεδόν φυσικό ότι τα απωθούμε, ζούμε σαν να μην υπάρχουν. Αρκεί να θυμηθούμε ποια ήταν η στάση μας στο πρώτο λοκντάουν και ποια σήμερα που γεμίζουμε μαγαζιά, εστιατόρια γήπεδα και κλαμπ σαν να μην υπάρχει αύριο. Ο λόγος; Δεν μπορούμε να ζούμε σε συνεχή αβεβαιότητα. Θέλουμε να τελειώσει κι όσο δεν τελειώνει το τελειώνουμε μόνοι μας, μέσα μας και με την συμπεριφορά μας. Πώς το λένε κάποιοι; Παίρνουμε πίσω «τη ζωή μας». Είναι δύσκολο να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι αντιθέτως αυτή είναι η ζωή μας. Με τις προφυλάξεις και τους περιορισμούς.

Είναι και θέμα ηλικίας. Πιο δύσκολα αντέχουν τους περιορισμούς οι νέοι, το δείχνουν όλες οι έρευνες. Είναι αυτοί κυρίως που επιζητούν το κλείσιμο της εκκρεμότητας κι αυτό είναι και πάλι φυσικό. Όταν είμαστε νέοι προγραμματίζουμε το αύριο. Βάζουμε στόχους, τόσο στην προσωπική ζωή όσο και στην επαγγελματική. Αυτό άλλωστε περιμένουν όλοι από εμάς όταν μας εύχονται καλή «πρόοδο». Τα εμπόδια και οι αναποδιές είναι εκεί για να τα ξεπεράσουμε, να τα αφήσουμε πίσω, να τα ξεχάσουμε. Πώς να συμβιβαστείς με την ιδέα ότι όλα αυτά μπαίνουν στην αναμονή, ότι ο δρόμος που έχεις στο μυαλό σου μπορεί να μην ανοίξει; Πώς να δεχθείς ότι όλα είναι ανά πάσα στιγμή υπό αίρεση από ένα ιό ή μια οικονομική κρίση ή μια πολιτική αναταραχή που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στο περιθώριο; Μετά από κάποια ηλικία τέτοια «προβλήματα» δεν υπάρχουν. Όχι επειδή δεν βάζεις στόχους. Αλλά επειδή συνειδητοποιείς ότι πολύ λίγα αφήνεις πίσω σου, τα περισσότερα τα κουβαλάς μαζί σου, τα βρίσκεις μπροστά σου ξανά και ξανά. Ακόμα και ο χρόνος στην πραγματικότητα δεν περνάει, αφήνει σημάδια που αθροίζονται, δεν σβήνουν. 

Δεν πρόκειται για διακήρυξη απαισιοδοξίας, το ακριβώς αντίθετο. Είναι προσπάθεια να μείνουμε προσγειωμένοι, να έχουμε γερά τα πόδια μας στο έδαφος και να συνειδητοποιήσουμε ότι την τράπουλα την μοιράζει άλλος. Σήμερα είναι ο ιός, αύριο θα είναι κάτι άλλο, το αν θα είναι καλύτερο ή χειρότερο κανείς δεν το ξέρει, άλλωστε είναι σχετικό. Στην πραγματικότητα χάνουμε τη ζωή μας όσο περιμένουμε να την «πάρουμε πίσω».  Έστω κι έτσι όμως το παιχνίδι είναι συναρπαστικό και είναι προνόμιο το ότι παίζουμε ακόμα. Αυτή είναι η κανονικότητά μας.