Πολιτικη & Οικονομια

Ο Μιχάλης Γιαννάκος ως λαϊκός ήρωας

Η πολιτική αβεβαιότητα ήταν και μπορεί να ξαναγίνει το μεγαλύτερο πρόβλημα για την χώρα αν η αμφισβήτηση πάρει ξανά πολιτικά χαρακτηριστικά.

Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τον Μιχάλη Γιαννάκο, πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ, και τις ενέργειες αρνητών του εμβολιασμού.

Ο κ. Γιαννάκος ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των συνδικαλιστών που άνθησε στη χρυσή εποχή των δανεικών και της διόγκωσης του δημόσιου τομέα. Είναι ο κληρονόμος μιας συνδικαλιστικής πρακτικής όπου ο ορθός λόγος και τα επιχειρήματα έχουν μικρή ή καθόλου σημασία. Μετρά μόνο το στενό συντεχνιακό συμφέρον και κάθε μέσο για την διασφάλιση του είναι θεμιτό. Το συμφέρον της κοινωνίας και η προστασία των ασθενών είναι απλώς το όχημα, συνηθέστερα το πρόσχημα, για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης. Το απέδειξε για μια ακόμα φορά υποστηρίζοντας ότι κρατιούνται κενές θέσεις στις ΜΕΘ για VIP ασθενείς. Ένας εξωφρενικός ισχυρισμός τον οποίο ακόμα και αυτός αναγκάστηκε να ανασκευάσει. Δεν είναι η πρώτη φορά. Προ καιρού είχε υποστηρίξει ότι νοσηλεύτρια παρέλυσε εξαιτίας του εμβολίου κατά της Covid. Είχε και τότε παραδεχθεί ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, δικαιολογήθηκε όμως λέγοντας ότι απλώς ήθελε να μη χάσει την αποζημίωσή της η νοσηλεύτρια. Το ότι υπονόμευε έτσι την προσπάθεια επέκτασης των εμβολιασμών, έβλαπτε δηλαδή συνολικά την κοινωνία, ήταν απλώς μια παράπλευρη απώλεια μπροστά σε ότι ο ίδιος θεωρεί μείζον. Δεν είναι παράδοξο που αυτού του είδους ο συνδικαλισμός προκαλεί πια έντονες αντιδράσεις.

Και όμως. Μια σημαντική μερίδα των πολιτών αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει τον Γιαννάκο περίπου ως λαϊκό ήρωα. Όταν βλέπουμε τον Γιαννάκο να αναγκάζεται να διαψεύδει όσα ο ίδιος είπε, νομίζουμε ότι ξεφτιλίζεται και χάνει την αξιοπιστία του. Αυτό όμως συμβαίνει επειδή τον βλέπουμε μέσα από τα δικά μας γυαλιά της λογικής. Η εικόνα του θα έπρεπε να μας προκαλεί ανησυχία. Είμαστε στην εποχή όπου το ψέμα έχει πάψει να βλάπτει αυτόν που το λέει. Κι όσο μεγαλύτερο θράσος έχει αυτός που το λέει, τόσο πιο πιστευτός γίνεται. Η απάντηση άλλωστε στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι έτοιμη: «ακόμα και αν δεν τα είπε τόσο καλά, ακόμα και αν προσέφυγε σε ανακρίβειες, πρόκειται για λεπτομέρειες. Στο κάτω κάτω  δεν περιμένουμε να έχει τις επικοινωνιακές ικανότητες της κυβερνητικής προπαγάνδας. Η ουσία όμως όσων κατήγγειλε είναι σωστή. Στην Ελλάδα είμαστε, ποιος δεν ξέρει ότι αρκεί ένα τηλεφώνημα για να έχει VIP μεταχείριση ένας μητροπολίτης, ένας δημοσιογράφος, ένας «επώνυμος» ή ένας πολιτικός. Ακόμα και για να βρεθεί ένας κρεβάτι στις ΜΕΘ». Είναι απάνθισμα επιχειρημάτων από στελέχη και προσωπικότητες της αντιπολίτευσης αλλά και σκέψεις που σίγουρα κάνουν και πολλοί άλλοι.

Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν σχεδόν μονοπωλήσει τις ειδήσεις για την πανδημία οι ενέργειες επικίνδυνων πλην γραφικών ομάδων αρνητών του εμβολιασμού. Ο κίνδυνός όμως είναι ακριβώς αυτός: να τις θεωρήσουμε γραφικές και να χάσουμε την πραγματική έκταση του φαινομένου. Το ότι δηλαδή η πανδημία επιτείνει την κοινωνική πόλωση αλλά και τον αποκλεισμό των πιο αδύναμων και των λιγότερο μορφωμένων ομάδων του πληθυσμού καθώς από αυτά κυρίως τα στρώματα προέρχονται οι αρνητές. Με αυτή την έννοια αποτελεί συνέχεια της οικονομικής κρίσης, όταν για πρώτη φορά εκδηλώθηκε με τόση ένταση και σε τέτοια έκταση η αμφισβήτηση συνολικά του πολιτικού συστήματος. Με τις εκλογές του 2019 νομίσαμε ότι αφήσαμε πίσω μας αυτό το πρόβλημα. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι δεν θα δούμε την αναζωπύρωση του στο μέλλον. Η πολιτική αβεβαιότητα ήταν και μπορεί να ξαναγίνει το μεγαλύτερο πρόβλημα για την χώρα αν η αμφισβήτηση πάρει ξανά πολιτικά χαρακτηριστικά. 

Το κίνδυνο τον κατανοούν πολύ καλά οι πολιτικές ηγεσίες. Προσπαθούν να τον αντιμετωπίσουν ωστόσο με κριτήριο το άμεσο πολιτικό κόστος αδυνατώντας να πετύχουν μια ελάχιστη συνεννόηση. Η κυβέρνηση εμφανώς φοβάται μια ενίσχυση της ακροδεξιάς με πυρήνα τον αντιεμβολιασμό. Έτσι διστάζει να πάρει πιο αποτελεσματικά μέτρα, προσπαθεί να εξωραΐσει την κατάσταση με μισές αλήθειες, κάνει εξαγγελίες που δεν υλοποιούνται και εξαιρεί φίλιες ομάδες, έχοντας φυσικά στο μυαλό της και την ανάγκη να κρατηθεί η οικονομία. Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ παλινδρομεί μεταξύ των μέτρων που αναγνωρίζει ότι είναι αναγκαία και του κλεισίματος του ματιού στους αρνητές. Ακόμα και όπου θεωρητικά συμφωνεί θα βρει κάθε είδους δικαιολογίες για να διαφωνήσει και να υπονομεύσει την κυβερνητική αξιοπιστία.

Είναι σαν και τα δύο κόμματα να σκάβουν τον λάκκο τους. Γιατί βέβαια πάνω στις παλινωδίες και τις αντιφάσεις χτίζονται τα ψέματα και η αμφισβήτηση, ιδανικό υλικό για την άνθηση του παραλογισμού και των αρνητών. Όσο για τους υπόλοιπους, τους διπλά και τριπλά εμβολιασμένους, το μόνο που μένει είναι η αίσθηση της ματαιότητας και η απογοήτευση. Ιδανικό υλικό και αυτό βέβαια για μια «προοδευτική ρεαλιστική λύση». Αρκεί να υπάρξει.