Πολιτικη & Οικονομια

Η ατολμία στις μεταρρυθμίσεις στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Η αναγκαιότητα επανασχεδιασμού της είναι εμφανής πλέον και αποτελεί αδήριτη ανάγκη.

Ιωακείμ Γρυσπολάκης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια Εκπαίδευση, την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και την επαναφορά ενός βελτιωμένου νόμου 4009

Προ ημερών παρουσιάστηκε η μελέτη επιτροπής, που συγκρότησε το Ίδρυμα Μποδοσάκη, για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Είναι άξιο μνείας το γεγονός ότι όλες οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις αποτελούν σημαντικά σημεία του προσχεδίου του νόμου 4009/2011, όπως εισήχθη στη Βουλή τον Ιούλιο 2011. Αυτό αποδεικνύει ότι οι μεταρρυθμίσεις που εισηγήθηκε η τότε υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, είναι ακόμη επίκαιρες και αντέχουν στον χρόνο. Παρά δε το γεγονός ότι η επιτροπή δεν ανέφερε κατά την παρουσίαση της μελέτης στις 22/11/2021 ότι οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις είχαν ήδη προταθεί και σχεδόν στο σύνολό τους νομοθετηθεί, είναι θετικό ότι τα μέλη της ενστερνίζονται απολύτως την αναγκαιότητα επαναφοράς ενός βελτιωμένου νόμου 4009. 

Έχουμε κατ’ επανάληψη πει ότι η εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) ήταν ένα τολμηρό και αναγκαίο βήμα προκειμένου να απαλλαγούν τα πανεπιστήμια από φοιτητές που δεν έχουν το υπόβαθρο παρακολούθησης προγραμμάτων σπουδών πανεπιστημιακού επιπέδου, και συγχρόνως και ενθαρρυνθούν οι νέοι να σπουδάσουν ένα χρήσιμο επάγγελμα που θα τους δώσει τα εφόδια να ζήσουν αξιοπρεπώς, ως χρήσιμα μέλη της κοινωνίας. Όμως αυτό είναι ένα βήμα που, προκειμένου να έχει αποτέλεσμα, θα πρέπει να συνοδευτεί από τρία επιπλέον γενναία βήματα: Το πρώτο είναι η επανασύσταση του Τεχνολογικού Τομέα, διακριτού από τον Πανεπιστημιακό με τριετούς φοίτησης προγράμματα σπουδών τεχνολογικών εφαρμογών. Το δεύτερο είναι η συγχώνευση και κατάργηση ομοειδών τμημάτων και πανεπιστημίων, δηλαδή η άμεση εφαρμογή ενός νέου χωροταξικού σχεδιασμού. Τρίτο δε αναγκαίο βήμα είναι η επαναφορά ενός βελτιωμένου νόμου 4009/2011 για την αναβάθμιση και την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Εξυπακούεται φυσικά ότι θα πρέπει να συνεχισθεί και ενισχυθεί γενναία η Επαγγελματική Εκπαίδευση & Κατάρτιση με νέες ειδικότητες σε σύγχρονα επαγγέλματα και υλικοτεχνικό εξοπλισμό, ώστε να δοθεί διέξοδος στους νέους που επιθυμούν να μάθουν ένα επάγγελμα.

Ιδιαίτερα μετά την κατάργηση των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων το 2019 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και την ένταξή τους στα πανεπιστήμια χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση, έχει γίνει σαφές ότι η χώρα δεν μπορεί να πορεύεται πλέον με 24 πανεπιστήμια και 451 τμήματα διάσπαρτα σε δεκάδες πόλεων, με πληθώρα ομοειδών τμημάτων, αλλά κανένα Τεχνολογικό Ίδρυμα και υποβαθμισμένη εκπαίδευση για εξειδικευμένους τεχνίτες για την γεωργία, την μεταποίηση και τα λοιπά επαγγέλματα, που έχουν προκύψει από την τεχνολογική επανάσταση.

Θα επαναλάβω ένα παράδειγμα επιβλαβούς «πολυτέλειας». Ενδεικτικά θα αναφέρω ότι στην Πάτρα λειτουργεί από το 1966 ένα πλήρες και καταξιωμένο πανεπιστήμιο, με Πολυτεχνικό Σχολή με Τμήματα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών, Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής, Μηχανικών Περιβάλλοντος, Μηχανολόγων & Αεροναυπηγών Μηχανικών, Πολιτικών Μηχανικών και Χημικών Μηχανικών. Λίγα χιλιόμετρα από την Πάτρα έχουμε το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου διάσπαρτο σε πέντε (5) πόλεις. Και σε αυτό λειτουργεί Σχολή Μηχανικών από την ενσωμάτωση τμημάτων ΤΕΙ με Τμήματα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών, Μηχανολόγων Μηχανικών και Πολιτικών Μηχανικών, αλλά και τμήματα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών και Ψηφιακών Συστημάτων. Η επιτομή του αρχοντοχωριατισμού σε όλο το μεγαλείο του. Συγχρόνως, έχουμε τμήμα Θεατρικών Σπουδών τόσο στην Πάτρα όσο και στο Ναύπλιο.

Είναι πλέον αδήριτη ανάγκη η επιτάχυνση της αξιολόγησης των γνωστικών αντικειμένων, των υποδομών, του επιστημονικού προσωπικού και των αναγκών της χώρας και στην συνέχεια η Πολιτεία να επιδείξει το πολιτικό θάρρος και να καταστρώσει ένα εθνικό σχέδιο για την κατάργηση και συγχώνευση Πανεπιστημίων, Σχολών και Τμημάτων τους. Η Ελλάδα των 10,5 εκατομμυρίων πολιτών δεν μπορεί να συντηρεί 24 πανεπιστήμια, να έχει καταργήσει την Τεχνολογική Εκπαίδευση και να μην τολμά να προβεί σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που είχαν νομοθετηθεί, αλλά καταργήθηκαν λόγω της δημαγωγίας και της πελατειακής νοοτροπίας πολιτευτών.

Προεκλογικά, ο πρωθυπουργός είχε παρουσιάσει το πρόγραμμα της ΝΔ για την Ανώτατη Εκπαίδευση και είχε δεσμευτεί να επαναφέρει έναν βελτιωμένο νόμο 4009/2011. Θεώρησε τότε ότι το νομικό πλαίσιο λειτουργίας και διοίκησης των ΑΕΙ πρέπει να αλλάξει, προκειμένου να δίνει τη δυνατότητα σε αυτά να διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο σπουδών, να περιορίζουν τη χρονική διάρκεια των σπουδών και να υπηρετήσουν το τρίπτυχο Αξιολόγηση – Αξιοκρατία - Αριστεία.

Θα αναφέρω εφτά πυλώνες του νόμου 4009/2011, την επαναφορά των οποίων θεωρώ αδήριτη ανάγκη για την αναβάθμιση.

  1. Τα Συμβούλια Ιδρυμάτων, τα οποία καταργήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν επανήλθαν. Είναι εκείνα, που προσέλκυσαν άτομα εγνωσμένης ακαδημαϊκής και επαγγελματικής αξίας, και τα οποία είχαν την ευθύνη του ελέγχου των πράξεων της Συγκλήτου και του πρύτανη, την επιλογή των υποψηφίων πρυτάνεων και κοσμητόρων, βάσει ακαδημαϊκών κριτηρίων, το σχεδιασμό της ανάπτυξης του ιδρύματος, την προσέλκυση πόρων και δωρεών και την επιλογή του ΔΣ του ν.π.ι.δ., το οποίο θα διαχειριζόταν την έρευνα, την περιουσία και την αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας. Θα προσθέσω ότι το προσχέδιο του νόμου, που κατατέθηκε στη Βουλή προέβλεπε ότι ο πρύτανης και οι κοσμήτορες των σχολών εκλέγονται, μετά από εισήγηση ειδικής επιτροπής, από το Συμβούλιο, προκειμένου να μην υπάρχουν δεσμεύσεις απέναντι σε ομάδες και συντεχνίες. Το τελευταίο καταργήθηκε, προκειμένου να υπάρξει η μέγιστη δυνατή συναίνεση στην ολομέλεια της Βουλής.
  2. Ο περιορισμός της διάρκειας φοίτησης των σπουδαστών και ο έλεγχος της ακαδημαϊκής προόδου, προκειμένου να συνεχισθεί η φοίτηση. Δηλαδή η απαλλαγή των ιδρυμάτων από τους αιώνιους φοιτητές, ώστε αυτοί να συνεχίζουν σε άλλα ιδρύματα ή να διοχετεύονται σε επαγγελματικές σχολές.
  3. Η πρόληψη της υβριδικής αναπαραγωγής των καθηγητών. Ένας απόφοιτος του πανεπιστημίου Χ δεν μπορούσε να εκλεγεί σε οιανδήποτε θέση διδάσκοντος στο ίδιο ίδρυμα, πριν παρέλθουν τουλάχιστον τρία χρόνια θητείας σε άλλο ισότιμο ίδρυμα. Είναι θλιβερό να βλέπεις τμήματα πανεπιστημίων να αποτελούνται κατά πλειοψηφία από αποφοίτους τους, οι οποίοι ουδέποτε σπούδασαν, δίδαξαν ή ερεύνησαν σε άλλο ίδρυμα (η γνωστή ως υβριδική αναπαραγωγή).
  4. Η ίδρυση επιχορηγούμενων εδρών και καθηγητικών θέσεων (endowed chairs), ώστε ιδιώτες δωρητές ή μεγάλες επιχειρήσεις να χρηματοδοτούν θέσεις με συγκεκριμένη αποστολή και γνωστικό αντικείμενο.
  5. Οι διακριτές ακαδημαϊκές βαθμίδες Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Η πελατειακού χαρακτήρα ανακήρυξη όλων των ΤΕΙ σε πανεπιστήμια (νόμος Γαβρόγλου 4559/2018), παραμένει ως έχει και ουδείς τολμά να την θίξει. Έτσι, υποβαθμισμένα τμήματα, που έπρεπε να έχουν ενταχθεί στην διετή Επαγγελματική Εκπαίδευση, σήμερα αποτελούν πανεπιστημιακά τμήματα με τετραετείς σπουδές, ενώ η χώρα στερείται Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Η δε πρόθεση του υπουργείου παιδείας να διατηρήσει αυτή την κατάσταση, οργανώνοντας μέσα στα πανεπιστήμια σχολές τεχνολογικών εφαρμογών τετραετούς φοίτησης θα αποτελέσει παγκόσμια αντιακαδημαϊκή πρωτοτυπία.
  6. Το άρθρο 8, το οποίο προέβλεπε (α) ότι όλα τα τμήματα της ίδιας σχολής λειτουργούν στην ίδια πόλη, προκειμένου να αποφεύγονται επαναλήψεις κοινών μαθημάτων, εργαστηρίων και βιβλιοθηκών, και (β) ότι με ΠΔ και κατόπιν εισήγησης της τότε ΑΔΙΠ θα υπήρχε συγχώνευση και κατάργηση τμημάτων και ΑΕΙ. Το εν λόγω πρόβλημα έχει γίνει ακόμη πιο σοβαρό μετά την ένταξη δεκάδων διάσπαρτων τμημάτων ΤΕΙ στα πανεπιστήμια.
  7. Το άρθρο 58, βάσει του οποίου ιδρύετο ν.π.ι.δ. για τη διαχείριση της περιουσίας του ιδρύματος, των ερευνητικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων και την αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων με την ίδρυση νεοφυών επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας. Το ν.π.ι.δ. θα διοικείτο από Δ.Σ. που θα όριζε το Συμβούλιο Ιδρύματος.

Είκοσι εννέα μήνες μετά την αλλαγή κυβέρνησης τον Ιούλιο 2019 οι τραγικές συνέπειες αυτής της αλόγιστης πράξης του ΣΥΡΙΖΑ έχουν αρχίσει να διογκώνουν το πρόβλημα. Σε έρευνα, που πραγματοποίησε το 2021 ο ΣΕΒ με θέμα «Επένδυση στην αναβάθμιση της πρακτικής άσκησης φοιτητών στις επιχειρήσεις», αποκαλύπτονται οι οδυνηρές συνέπειες της κατάργησης των ΤΕΙ και της συγχώνευσής τους με τα πανεπιστήμια. Η έρευνα διαπιστώνει χάσμα μεταξύ των σπουδών και της αγοράς εργασίας, λόγω του ελλιπούς πλαισίου πρακτικής άσκησης των φοιτητών, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατάργηση των ΤΕΙ. Σημειωτέον, ότι βάσει της Έκθεσης του ΟΟΣΑ 2017 (Κεφάλαιο 3: Transition from school to work), η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες στη μετάβαση των νέων από την εκπαίδευση στην απασχόληση.

Όπως έχει τονισθεί κατ’ επανάληψη, κοινός τόπος όλων των επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην εύρεση αποφοίτων Ελληνικών Πανεπιστημίων με ψηφιακές ικανότητες βιομηχανικού επιπέδου. Έτσι, η αναγκαιότητα επανασχεδιασμού της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι εμφανής πλέον και αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Αυτή η αβελτηρία αυξάνει για τις επιχειρήσεις το εσωτερικό κόστος μετεκπαίδευσης των προσλαμβανομένων επιστημόνων, μηχανικών και τεχνικών, προκειμένου οι τελευταίοι να γίνουν παραγωγικοί. Το αποτέλεσμα είναι το κόστος αυτό να επιβαρύνει το παραγόμενο προϊόν και τις προσφερόμενες υπηρεσίες και να αυξάνεται η υποαπασχόληση και η ετεροαπασχόληση. Εξάλλου, η διστακτικότητα, που επιδεικνύεται στις ανωτέρω μεταρρυθμίσεις, έρχεται σε αντίθεση με την πρόθεση του πρωθυπουργού να προσελκύσει επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας και να μειώσει την ανεργία των πτυχιούχων.

Τέλος, θα ήταν άδικο να μη δεχθούμε ότι τα βήματα που έγιναν έως σήμερα είναι προς τη θετική κατεύθυνση με κύριο αυτό της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Η εφαρμογή του αφήνει εκτός πανεπιστημίων όλους εκείνους οι οποίοι στερούνται των γνώσεων για την παρακολούθηση προγραμμάτων σπουδών πανεπιστημιακού επιπέδου και οι οποίοι θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να εγγραφούν στα προγράμματα της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης των διετούς φοίτησης ΙΕΚ. Όμως, όλες οι μέχρι σήμερα νομοθετήσεις για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι αποσπασματικές. Θα έπρεπε από την αρχή της θητείας της κυβέρνησης να είχε παρουσιαστεί και νομοθετηθεί ένα ενιαίο και συγκροτημένο πλαίσιο.

Τέλος, θεμελιώδης είναι και ο ρόλος της κοινωνίας. Εάν η ίδια η κοινωνία δεν αποδεχθεί τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, η χώρα θα πορεύεται με ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που ίσως θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του 1980. Μακράν όμως από τις απαιτήσεις της εποχής της παγκοσμιοποίησης και του μεγάλου ανταγωνισμού, της ψηφιακής μεταρρύθμισης, της πράσινης ενέργειας και των απαιτήσεων του νεωτερικού κοινωνικού κράτους του 21ου αιώνα.