Πολιτικη & Οικονομια

Σύνδρομο «all inclusive»

Βασίλης Φωτάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια ραγδαία αλλαγή όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών των ξενοδοχειακών μονάδων της περιφέρειάς μας μέσω των μεγάλων τουριστικών γραφείων (tour operators). Έχοντας σαν στόχο την αύξηση των διανυκτερεύσεων σε μία έντονα ανταγωνιστική παγκόσμια τουριστική αγορά, ολοένα και περισσότερες ξενοδοχειακές μονάδες παρέχουν, κυρίως στους αλλοδαπούς πελάτες τους, προπληρωμένα πακέτα διακοπών (all inclusive). Στα οικονομικά αυτά πακέτα συμπεριλαμβάνεται συνήθως πλήρης διατροφή (πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό), ελεύθερα ποτά και διάφορα snacks σε απεριόριστες ποσότητες όλη την ημέρα, αλλά και πολλές υπηρεσίες, σπορ κ.λ.π. χωρίς χρέωση ανάλογα με το πακέτο.

Φέτος το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο, καθώς οι πωλήσεις αυτών των πακέτων στις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, αγγίζουν το 80% των συνολικών πωλήσεων τους. Αυτή η μέθοδος προσέλκυσης τουριστών, αν και έχει σαν άμεσο αποτέλεσμα την αύξηση των αφίξεων, μακροπρόθεσμα προκαλεί σοβαρά προβλήματα όχι μόνο στην εκάστοτε ξενοδοχειακή μονάδα αλλά και στο σύνολο της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας. Κι αυτό γιατί ενώ παρατηρείται αύξηση αφίξεων, που συνεπάγεται και αυξημένα έξοδα του κρατικού μηχανισμού (νοσοκομειακές περιθάλψεις, συντήρηση υποδομών, αστυνόμευση κλπ), τα έσοδα υστερούν σημαντικά.

Είναι απολύτως λογικό ότι το βασικό κριτήριο μέτρησης της επιτυχίας μίας τουριστικής σεζόν είναι τα έσοδα, που προκύπτουν κατά την διάρκειά της, και όχι ο αριθμός των αφίξεων (κάτι που δεν γίνεται σαφές στις εκάστοτε πανηγυρικές υπουργικές δηλώσεις).

Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις προσπαθώντας να είναι ανταγωνιστικές και υποκύπτοντας στην πίεση των τουριστικών πρακτόρων για ολοένα και χαμηλότερες τιμές, προσφέρουν πακέτα all inclusive τόσο οικονομικά, ώστε να αναγκάζονται να προβούν σε περικοπές στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών για να παραμείνουν βιώσιμες. Με το τρόπο αυτό παρασύρουν και άλλες ξενοδοχειακές μονάδες σε ένα φαύλο κύκλο ολοένα χαμηλότερων τιμών με ολοένα χειρότερη ποιότητα. Είναι απολύτως κατανοητό ότι ούτε τα τόσο οικονομικά πακέτα αλλά ούτε και η μείωση της ποιότητας των υπηρεσιών προσφέρουν το οτιδήποτε στην αύξηση του τουριστικού συναλλάγματος της χώρας.

Το all inclusive προσελκύει πρακτικά τουρίστες, που, έχοντας προπληρώσει το σύνολο των διακοπών τους (διαμονή, διατροφή, διασκέδαση), δεν έχουν λόγο αλλά ούτε και σκοπό να δαπανήσουν τίποτα παραπάνω. Ο τομέας του τουριστικού εμπορίου (εστιατόρια, καφετέριες, κοσμηματοπωλεία κ.λ.π.) ήδη έχει αρχίσει να νοιώθει τις συνέπειες της κατάστασης αυτής. Ο τουρίστας παραμένει κυρίως στο ξενοδοχείο και, όταν απομακρυνθεί από αυτό, δεν αγοράζει.

Το μεγάλο στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό, είναι οι εισπράξεις να αυξάνονται με ρυθμούς ανάλογους με τους ρυθμούς αύξησης των αφίξεων. Με τρόπους όπως το all inclusive δεν θα το κερδίσουμε. Ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να είναι ποιοτικός και όχι εξαντλητικά φθηνός και άρα αναπόφευκτα κακός. Υπάρχουν ευτυχώς υπεραρκετοί τουρίστες που θέτουν την ποιότητα σαν βασικό κριτήριο επιλογής του μέρους, που θα περάσουν τις επόμενες διακοπές τους.

Ο τουρίστας που θα φύγει με τις καλύτερες εντυπώσεις είναι αυτός που θα τα «περπατήσει», είναι αυτός που θα επισκεφθεί διάφορους τόπους, είτε για φαγητό είτε για ψυχαγωγία, είναι ο τουρίστας που θα γνωρίσει τους φιλόξενους ανθρώπους του τόπου μας, είναι αυτός που θα επισκεφθεί τους αρχαιολογικούς μας χώρους και θα απολαύσει τις παραλίες μας και τη φυσική ομορφιά της επαρχίας μας.

Το όνειρο του Τουρισμού ως βαριά βιομηχανία από τις κραυγές απόγνωσης των ανθρώπων του χώρου τείνει να εξελιχθεί σε Εφιάλτης. Οι επιχειρηματίες, βιώνουν βαθιά κρίση. Η ανεργία στους Έλληνες εργαζόμενους, είναι για πρώτη φορά τόσο μεγάλη. Ο κίνδυνος να κλείσουν οι περισσότερες επιχειρήσεις ακόμα και εν μέσω της τουριστικής περιόδου, δημιουργώντας (θέρετρα – φαντάσματα) είναι ορατός. Οι Δήμοι και οι Περιφέρειες πρέπει να αφυπνισθούν. Είναι ανάγκη να αρχίσει ουσιαστικός διάλογος, φέρνοντας το ζήτημα με ερωτήσεις στο Ελληνικό και στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.