Πολιτικη & Οικονομια

Μπορούμε να εξάγουμε τη δημοκρατία;

Το λάθος που κάνουμε είναι να μη λαμβάνουμε υπόψη τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες σε χώρες όπως το Αφγανιστάν

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 797
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για το πρόβλημα με την εξαγωγή δημοκρατίας και την αμερικανική εξωτερική πολιτική με αφορμή την περίπτωση του Αφγανιστάν

Πρέπει να συμπεράνουμε από την αποτυχία στο Αφγανιστάν ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να εξαχθεί; Η Ιαπωνία, η Ινδία, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν και η Τυνησία συνηγορούν υπέρ του αντιθέτου. Πράγματι, η επιτυχία και η αποτυχία εξαρτώνται από τις συνθήκες και τον τοπικό πολιτισμό ― αν υπάρχει πολιτισμός· δεν υπάρχει παντού. Στην Ινδία, ακόμα και πριν από τη βρετανική αποικιακή διοίκηση υπήρχαν τοπικές παραδόσεις εκλογών και διαβουλεύσεων· η Ιαπωνία είχε, με τον τρόπο της, μια ιδέα κράτους δικαίου και εθνικό αίσθημα· η Τυνησία βασιζόταν τόσο στην αραβομουσουλμανική παράδοση όσο και στη ρωμαϊκή. Σήμερα, το σχέδιο επιβολής ενιαίας κεντρικής πολιτείας και εθνικών εκλογών στο Αφγανιστάν που φαινόταν εξαρχής ουτοπικό αποδεικνύεται όντως ουτοπικό: οι ΗΠΑ ήλπιζαν στη συνεργασία μεταξύ των φυλών και των φυλάρχων, υποτιμώντας το βάρος της θρησκείας και της γεωγραφίας. Όμως, το θέμα δεν είναι να παραιτηθεί ο ευρω-ατλαντικός κόσμος από τη διάδοση της δημοκρατίας· το θέμα είναι να την προσαρμόσει στους αποδέκτες της επιλέγοντας καλύτερα τους αγγελιοφόρους. Η ιδέα του William Blum ότι οι ΗΠΑ είναι το κατ’ εξοχήν rogue state είναι ακραία: μπορεί να οδηγήσει σε κενά εξουσίας πολύ επικίνδυνα για ολόκληρο τον κόσμο• επικίνδυνα για την ειρήνη και για τις στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές. Αναφέρω εδώ τον William Blum επειδή τις θέσεις του για την αμερικανική πολιτική θαύμαζε ο Οσάμα μπιν Λάντεν. 

Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν μελέτησαν, όπως όφειλαν, την αφγανική πραγματικότητα και βρέθηκαν σε αμηχανία μπροστά στις ριζικές διαφορές της από την πραγματικότητα στη Δύση. Στην αφγανική κοινωνία οι συμμαχίες αλλάζουν διαρκώς: άτομα, οικογένειες και φυλές παίρνουν κάθε φορά το μέρος εκείνου που ευνοεί περισσότερο την επιβίωσή τους. Στο Αφγανιστάν δεν υπάρχουν πολιτικά κόμματα σαν εκείνα που μας είναι οικεία· δεν υπάρχουν συντηρητικοί και φιλελεύθεροι· η κομματική αφοσίωση είναι ευκαιριακή και στρέφεται γύρω από τέσσερις άξονες: το «ψωμί», την ειρήνη, την εκδίκηση των «εχθρών» και την εφαρμογή της Σαρία. Όποιος τα υπόσχεται αυτά ―και τα επιτυγχάνει― κερδίζει τις μάζες. Το πρόβλημα είναι ότι, από φιλοσοφική άποψη, τα εν λόγω αιτήματα δεν συνδυάζονται. 
 
Βλέποντας το Αφγανιστάν απέξω, δεν μπορούμε παρά να ευχηθούμε να αποκτήσει έναν Κεμάλ Aτατούρκ, μολονότι η ισλαμική θεμελιοκρατία είναι πάντοτε ικανή να ανατρέψει το έργο ακόμα και μεγάλων εθνικιστών-προοδευτικών ηγετών. Συνέβη σε πολλές ισλαμικές χώρες, συνήθως με τη βοήθεια των ΗΠΑ, οι οποίες στη διάρκεια του 20ού αιώνα φρόντισαν να καταστρέψουν τον αραβικό σοσιαλισμό και κάθε άλλη ελπίδα προόδου: αυτή η καταστροφή ευνόησε το Ισλάμ και διευκόλυνε την οπισθοδρόμηση του μουσουλμανικού κόσμου. Με λίγα λόγια, καθώς στο Αφγανιστάν δεν υπήρχε προοπτική φιλελευθερισμού και δημοκρατίας ―πρόκειται για χώρα φυλών, σεχταριστική, χωρίς ενιαίο φρόνημα― ίσως η λύση να ήταν μια καλοπροαίρετη, έντιμη αλλά αυταρχική κυβέρνηση που θα μπορούσε να αντικαταστήσει εμμέσως τη θρησκεία με ένα καινούργιο δόγμα όπως αποπειράθηκε να κάνει ο Ατατούρκ στην Τουρκία στις αρχές του περασμένου αιώνα. Αλλά σε τούτο τον αιώνα, ο κόσμος διακατέχεται από την έμμονη ιδέα της δημοκρατίας ―δημοκρατία ή θάνατος― με αποτέλεσμα σε πολλές χώρες του κόσμου το δίλημμα να καταλήγει στον θάνατο. 
 
Από την πλευρά του μουσουλμανικού κόσμου, η αμερικανική ιδέα της εξαγόμενης δημοκρατίας είναι «αντιδημοκρατική», «ένα ακόμα προϊόν του νεοφιλελευθερισμού». Όπως γράφει ο Faisal Devji στους “Tehran Times’’, «η δημοκρατία είναι το πρόσχημα για πολεμικές συρράξεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ: παράδειγμα το Αφγανιστάν και το Ιράκ». Αλλά αυτή η ιδέα παραείναι απλοϊκή· αντι-ιμπεριαλιστική με αναχρονιστικό τρόπο: το πρόβλημα με την εξαγωγή δημοκρατίας είναι η ίδια η αντίληψη που έχουμε για τη δημοκρατία ― η οποία δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι όμοια σε όλες τις κοινωνίες. 
 
Αν η δημοκρατία πρέπει να εκπροσωπεί την πλειοψηφία των πολιτών και παραλλήλως να τους εμποδίζει να συνιστούν μια κοινωνική ταυτότητα που να αποκλείει τις κάθε είδους μειονότητες, καμιά μουσουλμανική χώρα δεν μπορεί να την υιοθετήσει. Στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να την υιοθετήσει καμιά κοινωνία που δεν είναι, έστω ατύπως, κοσμική. Το λάθος που κάνουμε με το να μη λαμβάνουμε υπόψη τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες σε χώρες όπως το Αφγανιστάν είναι ότι η δημοκρατία απαιτεί «άτομα», όχι ομάδες: στη δημοκρατία το άτομο ψηφίζει μυστικά, σιωπά μυστικά και έχει ελευθερία επιλογής για όσα το αφορούν. Στο Αφγανιστάν δεν τίθεται ζήτημα ατόμου και ατομικών αποφάσεων: οι οικογένειες και οι κοινότητες αποφασίζουν για τη μοίρα του κάθε ανθρώπου. Σε κάποιο βαθμό κοινωνία δίχως άτομα ήταν (είναι;) και η Ελλάδα: η οικογένεια όριζε, εν πολλοίς, τις επιλογές των μελών της· οι ανυπάκουοι γίνονταν απόβλητοι. 
 
Κατά τη διάρκεια της ιστορίας της, η δημοκρατία ως ιδέα έχει ταξιδέψει από το ένα μέρος στο άλλο• δεν ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο λαό. Αυτό που ίσως ξεχνάμε είναι ότι παντού στον κόσμο οι μορφές δημοκρατικής διακυβέρνησης θεσπίστηκαν είτε μέσω βίαιων επαναστάσεων είτε ως παράπλευρο αποτέλεσμα της αποικιοκρατίας. Παντού η δημοκρατία «επεβλήθη»· κι αν έγινε δεκτή ήταν επειδή τα άτομα κατάλαβαν ότι είχαν πολλά να κερδίσουν από το δημοκρατικό σύστημα. Εξάλλου, παντού η δημοκρατία έχει δεχθεί πιέσεις ―όπως ήταν ο φασισμός, ο ναζισμός και ο σταλινισμός― πράγμα που μας δείχνει ότι δεν υπάρχει κάτι εγγενώς δημοκρατικό στη γεωγραφία ή, πιο συγκεκριμένα, στην ιστορία της Ευρώπης η οποία θεωρείται λίκνο της δημοκρατίας. Θέλω να πω ότι αν και η δημοκρατία είναι για μας στη Δύση το by default πολιτικό σύστημα, ο πειρασμός της απολυταρχίας δεν λείπει ποτέ: σιωπηρά ή ρητά, πολλοί άνθρωποι, ομάδες και κόμματα πιστεύουν σε αυταρχικές λύσεις, υιοθετούν τυραννικές μορφές συμπεριφοράς και θαυμάζουν απολυταρχικά καθεστώτα. Κομμουνιστικές, φασιστικές, θεοκρατικές και γενικά αντιανθρωπιστικές αντιλήψεις υπονομεύουν τη δημοκρατία ακόμα κι όπου συνιστά το by default πολιτικό σύστημα. Επαναλαμβάνω: η «δημοκρατία» μάς επιβάλλεται· έχουμε επιλέξει να μας επιβληθεί. 
 
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να εξαγάγουν δημοκρατία που να εξασφαλίζει, μεταξύ άλλων, θρησκευτική ελευθερία ―κάτι που αναγνωρίζουν λιγοστές μουσουλμανικές χώρες εφόσον η νομοθεσία τους θεωρείται ότι απορρέει από τον θεό. Έτσι, τόσο οι ΗΠΑ, όσο και όλες οι αντιαμερικανικές πολιτικές δυνάμεις που πιστεύουν πως οι λαοί επιζητούν «δημοκρατία», σφάλλουν με θλιβερό τρόπο: οι προτεραιότητες των Αφγανών, για παράδειγμα, διαφέρουν δραματικά από τις δικές μας ακόμα κι αν μπορούμε να ανιχνεύσουμε ομοιότητες μεταξύ Αμερικανών φανατικών χριστιανών και ισλαμιστών ― με λίγα λόγια, η θρησκευτική ελευθερία εκείνων που δεν ανήκουν στο ίδιο, στο «ορθό», θρησκευτικό δόγμα τούς φαίνεται εγκληματική. 
 
Το όνειρο των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είναι ένας ειρηνικός κόσμος με δημοκρατικό πολίτευμα πρόσφορο στην παραγωγή και ανταλλαγή αγαθών. Δεν τίθεται ζήτημα κακοδοξίας: όλα τα συμφέροντα ―ακόμα και εκείνα των κατασκευαστών και εμπόρων όπλων― μπορούν να εξυπηρετηθούν σε περιβάλλον ειρήνης. Αν και αναμφισβήτητα οι περιφερειακοί πόλεμοι καταναλώνουν οπλισμό πλουτίζοντας τη στρατιωτική βιομηχανία, δεν μπορούμε να εξισώσουμε την ευμάρειά της με το πολεμοχαρές πνεύμα. Κανείς δεν κερδίζει από τον πόλεμο: οι δαπάνες των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν ήταν κολοσσιαίες και η αμερικανική οικονομία βγήκε χαμένη παρά την εξυπηρέτηση κάποιων ιδιωτικών συμφερόντων. 
 
Ποια πρέπει να είναι επιτέλους η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ; Πιθανότατα πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή της μη επέμβασης και του ελεύθερου εμπορίου με χώρες που έχουν πολύ διαφορετική διάρθρωση από τη δυτική. Αν ανατρέξουμε στους Ιδρυτές Πατέρες ―Τζορτζ Ουάσινγκτον, Τόμας Τζέφερσον, Τζον Κουίνσι Άνταμς― θα διαπιστώσουμε ότι ήσαν όλοι υπέρ των οικονομικών δεσμών με όλους αλλά εναντίον των πολιτικών δεσμών. Είχαν συνειδητοποιήσει πως αν ασχολούμαστε με πολιτικές συμμαχίες, θα μπλέκουμε διαρκώς σε διεθνείς συγκρούσεις. Και πίστευαν, ίσως υπερβολικά αισιόδοξα, ότι το ελεύθερο εμπόριο εκθέτει εμμέσως τους διάφορους λαούς στις αξίες, στις πεποιθήσεις και στις άλλες πολιτιστικές πτυχές της Δύσης: οι περιβόητες «κυρώσεις» είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να κάνει η Δύση έναντι των χωρών που κρίνει ότι πρέπει να τιμωρήσει και να απομονώσει. Η απομόνωση φέρνει το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το Ιράν ή η Βόρεια Κορέα ίσως επηρεαστούν έχοντας πρόσβαση στις δυτικές αγορές, ενώ ταυτοχρόνως, ως εμπορικοί εταίροι, θα επιδεικνύουν λιγότερη επιθετικότητα έναντί μας. Το δεύτερο που νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε είναι η υπεράσπιση των συνόρων μας σε μια λογική ελεγχόμενης εισόδου και συστηματικής αφομοίωσης των αλλοδαπών.  
 
Πράγματι, σε περιπτώσεις όπως το Αφγανιστάν δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί η προσέγγιση της μη επέμβασης και του ελεύθερου εμπορίου: είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί αποτελεσματικό εμπόριο με αποτυχημένα κράτη από τα οποία λείπει η αποτελεσματική διακυβέρνηση. Υπάρχει ωστόσο ένα μενού εργαλείων για την προώθηση της δημοκρατίας και τη δημοκρατική βοήθεια στο εξωτερικό: συμβουλές και εκπαίδευση για πολιτικούς ακτιβιστές και πολιτικούς ηγέτες, δικτύωση μεταξύ ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικών επιχειρηματιών, τεχνική κατάρτιση για κυβερνήσεις και κυβερνητικά κόμματα, οικονομική στήριξη και άλλες μορφές ενθάρρυνσης (π.χ. προπαγάνδα) ομάδων πολιτών που εργάζονται για να εμφυσήσουν φιλελεύθερες, οικουμενικές αξίες στο τοπικό τους περιβάλλον.    
 
Αυτοί οι μηχανισμοί για την προώθηση της δημοκρατίας μπορούν να λειτουργήσουν με την πάροδο του χρόνου προκειμένου να εφαρμόσουν την τέχνη της εθνικής ενοποίησης, την οποία ο Tocqueville θεωρούσε κεντρικό παράγοντα για την εγκαθίδρυση και τη διατήρηση της δημοκρατίας. Οι περισσότερες από τις κοινωνίες για τις οποίες μιλάμε δεν έχουν όχι μόνο ιστορικές εμπειρίες φιλελεύθερης δημοκρατίας αλλά και έθνους στις οποίες θα μπορούσαν να βασιστούν ―γι’ αυτό είναι ασταθείς και συγκρουσιακές. Αν και οι ξένες επεμβάσεις γίνονται για την προστασία των δυτικών οικονομικών συμφερόντων ή της ασφάλειας του δυτικού κόσμου, από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν οι ΗΠΑ άρχισαν να αναδεικνύονται σε παγκόσμια δύναμη, η προώθηση της δημοκρατίας ήταν ένα σημαντικό μέρος της λογικής των υπερπόντιων δεσμεύσεων. Και για όποιον φρονεί ότι η αναχαίτιση του κομμουνισμού ήταν μια επιθυμητή πολιτική, δεν σημείωσαν μόνο αποτυχίες ―όπως ήταν η υπόθεση του Βιετνάμ― αλλά και κάποιες επιτυχίες, όπως ήταν η υπόθεση της Κορέας. Αντιθέτως, για όποιον φρονεί ότι οι ΗΠΑ εμπόδισαν τη δημιουργία του κομμουνιστικού παραδείσου, προφανώς εκλαμβάνουν την αμερικανική πολιτική ως σταθερά κακόβουλη, κακόπιστη και κακοήθη.