- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Πανελλαδικές εξετάσεις: Εύκολα θέματα
Αφού οι παραινέσεις για «εύκολα» και «βατά» θέματα είναι ατελέσφορες, ας περιοριστεί η πολιτική ηγεσία στο αυτονόητο: Θέματα, χωρίς λάθη, ώστε να αποφευχθούν τα «παρατράγουδα» του παρελθόντος
Ο Θάνος Καψάλης σχολιάζει τα θέματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, τους θεματοθέτες και το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων
Πριν την έναρξη των πανελλαδικών εξετάσεων η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας συνηθίζει να απευθύνει μια παραίνεση προς τους θεματοθέτες, που αφορά κυρίως στο επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων τα οποία θα υποβάλουν.
Η παραίνεση αυτή, που αποσκοπεί στο να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αντιδράσεων στον Τύπο, για τη δυσκολία των θεμάτων, όσο αγωνιώδης κι αν είναι −ειδικά όταν οι εξετάσεις γίνονται μετά από ένα έκτακτο γεγονός ή πριν από εκλογές− άλλο τόσο είναι απρόσφορη.
Οι λόγοι είναι απλοί: Πρώτον, στην αξιολογική διαδικασία των Πανελλαδικών −που κακώς ονομάζονται εξετάσεις, διαγωνισμοί είναι− είτε με εύκολα, είτε με δύσκολα θέματα, ο αριθμός των ικανοποιημένων υποψηφίων, δηλαδή αυτών που θα εισαχθούν, πάνω κάτω θα είναι ο ίδιος και δεν θα επηρεαστεί από την ευκολία ή τη δυσκολία των θεμάτων.
Δεύτερον, οι παραλήπτες της παραίνεσης έχουν τον δικό τους τρόπο να τη διερμηνεύουν, και μάλιστα ερήμην των πανεπιστημιακών και ενίοτε των σχολικών συμβούλων που τους εποπτεύουν, οι οποίοι στερούμενοι τρέχουσας εμπειρίας της ζώσας τάξης και της διδασκαλίας του εξεταζόμενου αντικειμένου, δεν είναι σε θέση να αποτιμήσουν, αξιόπιστα, τον βαθμό δυσκολίας των υποβαλλόμενων θεμάτων ώστε να τον ευθυγραμμίσουν με τις επιθυμίες της ηγεσίας. Έτσι αναπόφευκτα −και δεν αποκλείεται και σωστά οι θεματοθέτες− «θα κάνουν του κεφαλιού τους».
Αν αναρωτιέστε τώρα ποιος είναι αυτός που καθορίζει το πλαίσιο εντός του οποίου κινούνται οι θεματοθέτες, το πλαίσιο δηλαδή που καθορίζει την προσωπικότητα, το ύφος ή τη δυσκολία των θεμάτων, θα θέσετε ένα δύσκολο ερώτημα που έχει τις εύκολες και τις λιγότερο εύκολες απαντήσεις του.
Ας ξεκινήσουμε από τις εύκολες: Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το πλαίσιο αυτό δεν καθορίζεται από τα υφιστάμενα Προγράμματα Σπουδών, δηλαδή τα καταστατικά κείμενα που προδιαγράφουν −όπως ακριβώς τα Συντάγματα προδιαγράφουν το πώς διοικείται μια χώρα− το πώς πρέπει να διδάσκεται ένα μάθημα. Γιατί; Διότι οι εκπαιδευτικοί, κατά κανόνα, δεν έχουν κουλτούρα εφαρμογής των Προγραμμάτων Σπουδών, ένα μεγάλο μέρος τους αγνοεί την ύπαρξή τους και ένα μικρότερο −έτσι άνευρα και πολυλογάδικα που είναι− τα αποστρέφεται.
Μήπως το πλαίσιο για το οποίο μιλήσαμε καθορίζεται από τα υπάρχοντα σχολικά εγχειρίδια; Αστεία πράγματα. Η περιορισμένη έκταση της σχολικής ύλης και η πολύχρονη κυκλοφορία των εγχειριδίων αυτών, έχει σταθεί αιτία εξάντλησης των θεμάτων που μπορούν να παραχθούν με βάση τα βιβλία αυτά. Αποτέλεσμα; Oι θεματοθέτες επεκτείνουν βαθμιαία −δίκην επιχωματώσεων− την ύλη των σχολικών βιβλίων, πολύ πέραν του περιεχομένου τους και «ξύνουν τον πάτο του βαρελιού», προκειμένου να επινοήσουν όλο και πιο ευφάνταστα θέματα για να αποτρέψουν την παραγωγή μιας πληθώρας αριστούχων, πλην όμως αποτυχόντων υποψηφίων.
Μήπως το πλαίσιο αυτό καθορίζεται από τη διορθωτική αξιολόγηση των θεμάτων τα οποία τέθηκαν κατά το παρελθόν; Ακόμη πιο αστεία πράγματα. Όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο ο θεσμός των Πανελλαδικών εξετάσεων, παρά τα 40 και πλέον χρόνια λειτουργίας του, δεν έχει μνήμη. Δεν αξιολογεί τα θέματα του παρελθόντος-ώστε να διορθώσει τον «τρόπο» τους. Επίσης δεν αξιολογεί το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για τη σύνταξη και την εποπτεία των θεμάτων, το οποίο −ειρήσθω εν παρόδω− το αντλεί, στην καλύτερη περίπτωση τυχαία, και όχι από ένα μητρώο που καταρτίστηκε επί τη βάσει κριτηρίων.
Κι ας περάσουμε στα δύσκολα ερωτήματα. Αν το πλαίσιο των θεμάτων δεν καθορίζεται από το σχολικό εγχειρίδιο, τα Προγράμματα Σπουδών, ή τον ίδιο τον θεσμό, τότε από τι καθορίζεται; Ας πούμε λοιπόν ότι κατά το παρελθόν, το πλαίσιο και ο «τόνος» των θεμάτων δινόταν από τα μεγάλα φροντιστήρια του κέντρου των Αθηνών με τους «λαμπερούς» καθηγητές τους και από τα −«καλλίγραφα» τότε− βιβλία τους.
Όμως από τη δεκαετία του '80 και εντεύθεν, που ο θεσμός των μεγάλων φροντιστηρίων του κέντρου εξέλιπε και αντικαταστάθηκε από τα φροντιστήρια των συνοικιών, οι κατευθύνσεις για τη σύνταξη των θεμάτων μάλλον πηγάζουν από τα σχολικά βοηθήματα, και προσφάτως, ίσως και, από μεγάλους φροντιστηριακούς οργανισμούς που λειτουργούν με franchising, οπωσδήποτε δε, με τη συνδρομή της ανεξάντλητης δεξαμενής του διεθνούς διαδικτύου.
Υπάρχει κάτι επιλήψιμο σε αυτό; Παρότι θα ήταν προτιμότερο τα θέματα και οι κατευθύνσεις τους να εδράζονταν σε μια θεσμική βάση, δηλαδή να απέρρεαν από τα Προγράμματα Σπουδών, τα ανανεούμενα σχολικά εγχειρίδια, και τις επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών, θα ήταν αδικία να κατηγορηθούν τα σχολικά βοηθήματα που καλύπτουν το υφιστάμενο κενό −και σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα με υποδειγματικό τρόπο− οι θεματοθέτες που προσφεύγουν… στις ιδέες τους και η πλειάδα των μαθητών και των εκπαιδευτικών που τα χρησιμοποιεί.
Κατακλείδα: Για το άμεσο χρονικό διάστημα, αφού οι παραινέσεις για «εύκολα» και «βατά» θέματα είναι ατελέσφορες, ας περιοριστεί η πολιτική ηγεσία στο αυτονόητο: Θέματα, χωρίς λάθη, ώστε να αποφευχθούν τα «παρατράγουδα» του παρελθόντος.
Για το απώτερο τα έχουμε ξαναπεί: Καιρός το υπάρχον σύστημα «εξετάσεων», που δεν έχει φτάσει απλώς στα όριά του, αλλά σέρνεται κυριολεκτικά, να αποσυρθεί. Ίσως η λύση να βρίσκεται, πρώτον σε μια ευρεία, μη αυστηρά καθορισμένη ύλη εξετάσεων, δεύτερον στην ελεύθερη επιλογή πηγών από τον μαθητή και τον εκπαιδευτικό και τρίτον, σε θέματα που προκύπτουν, ως λογικές και «νόμιμες» παραλλαγές ερωτήσεων και προβλημάτων τα οποία αντλούνται από μια διαρκώς αξιολογούμενη και «επικαιροποιούμενη» τράπεζα θεμάτων.
Σημείωση: Χρήσιμο είναι να διαβάσετε και το άρθρο του Λεωνίδα Καστανά: Τα θέματα των πανελλαδικών εξετάσεων, που κινείται στο ίδιο πάνω-κάτω μήκος κύματος.