Πολιτικη & Οικονομια

Πώς και γιατί η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ και η Δύση δεν έχουν συμφέρον για την κήρυξη ενός νέου Ψυχρού Πολέμου

Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η παγκοσμιοποίηση εμποδίζει κάθε οικονομική επίθεση εναντίον της Κίνας: παρά τα αισθήματα ανταγωνισμού, ο εμπορικός πόλεμος δεν συμφέρει καθόλου τις ΗΠΑ.

Οι selfies του κινεζικού ρομπότ από τον Άρη και η μεγάλη δημοσιότητα που έχει αποκτήσει το κινεζικό διαστημικό πρόγραμμα έχουν φέρει τις ΗΠΑ σε αμηχανία. Δεν είναι μόνο το ότι οι Κινέζοι προχωρούν ακάθεκτοι σε όλους τους τομείς, είναι και το ότι οι Αμερικανοί δεν τους καταλαβαίνουν· το ότι δεν ξέρουν τίποτα γι’ αυτούς. 

Ενώ ο υπόλοιπος κόσμος κοιτούσε αλλού, η Κίνα υιοθέτησε, από το 1949, ένα οικονομικό μοντέλο βασισμένο στις βασικές ανάγκες του πληθυσμού -που ήταν πολλές εφόσον οι Κινέζοι ζούσαν μέσα στη φτώχεια. Με το πέρασμα των δεκαετιών, το κομμουνιστικό ιδεώδες αντικαταστάθηκε από ένα σύστημα κρατικού καπιταλισμού που έβγαλε από την ανέχεια πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους. Aν δεν λάβουμε υπόψη τα ελαττώματα του κινεζικού πολιτικού μοντέλου και μετρήσουμε μόνο την αγοραστική δύναμη των Κινέζων, σήμερα η κινεζική οικονομία έχει όγκο μεγαλύτερο από εκείνο των ΗΠΑ κατά 25%. Μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, ο παλιός ιδεολογικός και πληθυσμιακός γίγαντας έγινε μια οικονομική υπερδύναμη τροποποιώντας την παγκόσμια ισορροπία οικονομίας και πολιτικής ισχύος. Το ερώτημα είναι αν η Κίνα θα συνεχίσει να κερδίζει στον οικονομικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, κι αν θα το κάνει ειρηνικά και με ποιες συνέπειες στο παγκόσμιο σύστημα. 

Το χαρακτηριστικό της κινεζικής οικονομίας είναι η υπεροχή των αναγκών των Κινέζων έναντι του εταιρικού κέρδους. Η Κίνα όπως και οι ΗΠΑ, είναι μια οικονομία αγοράς με κέρδη και συσσώρευση κεφαλαίου -πλην όμως, στην Κίνα ο πρωταρχικός στόχος είναι η κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού, ενώ στις ΗΠΑ είναι το ατομικό, επιχειρηματικό κέρδος. Το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία και παίρνει τις οικονομικές αποφάσεις εκπονεί σχέδια με σκοπό την άνοδο του βιοτικού επιπέδου· στις ΗΠΑ, δεν υπάρχει κεντρικό σχέδιο και οι μεγάλες εταιρείες επιδιώκουν το δικό τους κέρδος και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Εννοείται πως η οικονομική υγεία των αμερικανικών επιχειρήσεων επιδρά θετικά στο κοινό καλό υπό την έννοια των θέσεων εργασίας, της ενθάρρυνσης της καινοτομίας κτλ. Ωστόσο, η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ και η οποία σχετίζεται με τη δημόσια κινεζική περιουσία και την ιδιωτική αμερικανική, δίνει στην Κίνα ένα πλεονέκτημα. Στις ΗΠΑ οι φυσικοί πόροι, η γη, το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και άλλα ορυκτά, ανήκουν κυρίως, όχι πάντοτε, σε ιδιωτικές εταιρείες· στην Κίνα όλα ανήκουν και ρυθμίζονται από το κράτος και το Κόμμα ενώ η ιδιωτική περιουσία και η συσσώρευση ιδιωτικού κεφαλαίου αποθαρρύνονται. Η πλειονότητα των τραπεζών στην Κίνα είναι δημόσιες, ενώ στις ΗΠΑ όλες οι τράπεζες, εκτός από μία στη Βόρεια Ντακότα, είναι ιδιωτικές, πράγμα που έχει επίπτωση στα δάνεια (π.χ. για τη στέγαση), στη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και γενικά στις δημόσιες επενδύσεις.

Η κρατική οικονομία, που βασίζεται σε αυταρχικό πολίτευμα και νομικό σύστημα, είναι σταθερή: αντιθέτως, η «ελεύθερη» ιδιωτική οικονομία οδηγεί σε διαρθρωτικές ανισορροπίες, όπως κρίσεις υπερπαραγωγής, υπερβολική συσσώρευση κεφαλαίου, συγκέντρωση πλούτου σε λίγα χέρια, μονοπώλια, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση δημόσιων πόρων, στέγασης, υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης. Με λίγα λόγια, το αμερικανικό μοντέλο κινδυνεύει μονίμως από κερδοσκοπίες, φούσκες και κραχ. Όλα αυτά αυξάνουν την κοινωνική πόλωση και την ανισότητα όπως έχει δείξει ξανά και ξανά η ιστορία των οικονομικών κρίσεων η οποία περιλαμβάνει εκτεταμένη φτώχεια, κοινωνικές αναταραχές, οικογενειακή αποσύνθεση και υψηλή εγκληματικότητα.

Οι οικονομικές κρίσεις οδήγησαν σε πολέμους μεγάλης κλίμακας: ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ακολούθησε τις κρίσεις του 1907 και του 1910-1911 και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ακολούθησε τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Το μοντέλο της Κίνας δεν δημιουργεί τέτοιες διαρθρωτικές ανισορροπίες: ακόμα και κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης των ΗΠΑ το 2008, η κινεζική οικονομία συνέχισε να ακμάζει με πλήρη απασχόληση. Στην τρέχουσα υγειονομική κρίση, την οποία ίσως προκάλεσε, η Κίνα απεδείχθη πιο αποτελεσματική και ανέκαμψε με λιγότερες οικονομικές απώλειες από ό,τι οι ΗΠΑ, όπου σήμερα εκατομμύρια ανέργων δεν μπορούν να πληρώσουν τα ενοίκια και τα στεγαστικά τους δάνεια.

Ένα από τα προσόντα του κινεζικού μοντέλου είναι ότι τείνει προς τη μείωση της οικονομικής ανισότητας, της ανισότητας ως προς το εισόδημα, τους μισθούς, τη στέγαση, την υγειονομική περίθαλψη και τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Στην Κίνα το κράτος διασφαλίζει πρόσβαση στη στέγαση για κατοίκους χαμηλού εισοδήματος, ενώ η υγειονομική περίθαλψη είναι δωρεάν· μόνο το 5% των Κινέζων που ζουν τρόπον τινά στο περιθώριο του συστήματος, δεν καλύπτονται από το κράτος Προνοίας. Όσο για την εκπαίδευση θεωρείται δημόσιο αγαθό και η είναι υποχρεωτική και δωρεάν μέχρι το 9ο έτος του σχολείου, αλλά το λύκειο και τα ΑΕΙ, αντιθέτως απ’ ό,τι πιστεύουν οι Ευρωπαίοι πρώην μαοϊκοί, δεν είναι δωρεάν· υπάρχει πάντοτε κάποιο χρηματικό τίμημα. Τα δίδακτρα των ΑΕΙ στην Κίνα κυμαίνονται από 3.300 έως 9.900 δολάρια ετησίως: εννοείται ότι δεν συγκρίνονται με εκείνα των αμερικανικών πανεπιστημίων γοήτρου που ξεπερνούν τις 50.000 δολάρια.

Υπάρχει άλλη μια θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο οικονομιών: οι ΗΠΑ δαπανούν τεράστια ποσά σε επιθετικές στρατιωτικές κινήσεις, έχοντας εισβάλει σε 70 έθνη από το 1776. Η Κίνα εισέβαλε στην κορεατική χερσόνησο το 1950-1953, αλλά από τότε εφάρμοσε επεκτατική πολιτική με ιδεολογικά και οικονομικά μέσα, γεγονός που της επέτρεψε να αναπτύσσεται γρηγορότερα.

Η παγκοσμιοποίηση εμποδίζει κάθε οικονομική επίθεση εναντίον της Κίνας: παρά τα αισθήματα ανταγωνισμού, ο εμπορικός πόλεμος δεν συμφέρει καθόλου τις ΗΠΑ. Από την πρώτη κιόλας μέρα ενός εμπορικού πολέμου όλα τα αμερικανικά εργοστάσια στην Κίνα θα κλείσουν -για παράδειγμα, η Apple θα χάσει τα εργοστάσιά της, τα προϊόντα της και την κινεζική της αγορά 1,4 δισεκατομμυρίων καταναλωτών. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, τα ράφια των αμερικανικών λαϊκών πολυκαταστημάτων Walmart θα αδειάσουν: δεν θα υπάρχουν πια ούτε πλαστικοί κάδοι, ούτε σφουγγαρίστρες, ούτε αλυσοπρίονα, ούτε φαρμακευτικά προϊόντα. Στην αμερικανική αγορά δεν θα υπάρχουν μοτοσικλέτες και μανσέτες μέτρησης της αρτηριακής πίεσης. Οι ΗΠΑ αγοράζουν από την Κίνα αγαθά αξίας 472 δισεκατομμυρίων ετησίως:  αγαθά υψηλής τεχνολογίας, χαμηλής τεχνολογίας, καταναλωτικά αγαθά και κατασκευαστικά υλικά. Ένας εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας θα σήμαινε έλλειψη προϊόντων στις ΗΠΑ.

Όσο για ενδεχόμενο πόλεμο με όπλα θα ήταν σκέτη τρέλα. Δεν βρισκόμαστε πια στο 1961 όταν παρ’ ολίγο να ξεσπάσει παγκόσμια σύρραξη με αφορμή την κρίση στον Κόλπο των Χοίρων. Το 2021, η Κίνα δεν είναι καν η αποδυναμωμένη, η κατάκοπη ΕΣΣΔ του 1989. Το στοίχημα των ΗΠΑ θα έπρεπε να είναι διπλό για το δικό τους καλό: πρώτον, να διατηρούν καλές σχέσεις με την Κίνα επειδή είναι μεγάλη και σχεδόν ανίκητη· δεύτερον να εξάγουν κάποια μαθήματα, όχι δημοκρατικής πολιτικής φυσικά, αλλά τουλάχιστον μεθόδου εξάλειψης της φτώχειας. Ο μοναδικός τρόπος με τον οποίον οι ΗΠΑ μπορούν να καλύψουν το κενό και να μη μείνουν πίσω είναι να υιοθετήσουν στοιχεία του κινεζικού μοντέλου σε συνδυασμό με το δημοκρατικό τους πολίτευμα. Αλλά, για να το κάνουν αυτό πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουν ότι, ενώ το οικονομικό τους μοντέλο συνέβαλε στην υλική ευημερία της ανθρωπότητας τους τελευταίους τρεις αιώνες, δημιουργεί τώρα τεράστιες μη βιώσιμες ανισορροπίες. Το αμερικανικό μοντέλο του κερδοσκοπικού συμπλέγματοςς στρατού-βιομηχανίας-Κογκρέσου-πληροφοριών-ΜΜΕ-φυλακών-ιδιωτικής υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης προκάλεσε τεράστιο αριθμό φυλακισμένων ατόμων, κακή δημόσια υγεία, διαρκείς πολέμους και αστρονομικό κόστος για την άμυνα. Εξάλλου, παρατηρούμε ότι το πολιτικό σύστημα πάσχει από πλήθος στρεβλώσεων που προωθούν ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο με την Κίνα. Δεν είναι η ώρα για ψυχρό πόλεμο: η επιθετικότητα εναντίον της Κίνας θα θα έχει ως αποτέλεσμα την ήττα της Δύσης, στην καλύτερη περίπτωση, και την απώλεια ολόκληρης της ανθρωπότητας στη χειρότερη.