Πολιτικη & Οικονομια

Εκλογές στη Σκωτία: Ένα ακόμη βήμα προς την ανεξαρτησία;

Το ποσοστό που θα πάρει το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα θα κρίνει πολλά, όσο κι αν ένα νέο δημοψήφισμα παραμένει πολύ δύσκολη υπόθεση

Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εκλογές στη Σκωτία: Θα δείξουν τη δυναμική του SNP, θα κρίνουν το μέλλον των Εργατικών και Φιλελευθέρων στην περιοχή και την πιθανότητα για ένα νέο δημοψήφισμα

Σήμερα, Πέμπτη 6 Μαίου, η Σκωτία διεξάγει τις έκτες εθνικές της εκλογές και το Ηνωμένο Βασίλειο αναμένεται να προσθέσει ακόμα μία στις αμέτρητες συγκινήσεις που μας έχει προσφέρει τα τελευταία χρόνια. Με το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) να αναμένεται να επικρατήσει για άλλη μία φορά –και τέταρτη συνεχόμενη– ανανεώνοντας το πάγιο αίτημα του για τη διεξαγωγή ενός νέου δημοψηφίσματος για τη Σκωτσέζικη ανεξαρτησία, η συνοχή του Ηνωμένου Βασιλείου απειλείται και οι σχέσεις της Βρετανικής με τη Σκωτσέζικη κυβέρνηση θα περάσουν σε μια ακόμα πιο συγκρουσιακή φάση. 

Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση Τζόνσον έχει αρνηθεί με κάθε τρόπο την πιθανότητα να επιτρέψει ένα νέο δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα, πατώντας πάνω στην επιτυχία του Βρετανικού εμβολιαστικού προγράμματος, οι Σκωτσέζοι συντηρητικοί προσπάθησαν να κλείσουν την ψαλίδα με το SNP, αποδυναμώνοντας την αποσχιστική δυναμική στη χώρα· απ’ όσο φαίνεται όμως, οι Σκωτσέζοι έχουν αποφασίσει από καιρό πως η διακυβέρνηση της χώρας τους περνάει πρώτα –αν όχι εξολοκλήρου– από το Εδιμβούργο και μετά από το Λονδίνο. 

Οι δημοσκοπήσεις και η ανθεκτικότητα του SNP

Σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις, το SNP θα έχει ξανά μια άνετη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο του Holyrood. Στις εκλογές του 2016, το αποσχιστικό κόμμα είχε εξασφαλίσει 63 έδρες, μόλις δύο λιγότερες από τις 65 που απαιτούνται για την αυτοδυναμία, ενώ το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου για τις σημερινές εκλογές είναι αν αυτή τη φορά η Σκωτσέζα πρωθυπουργός, Νίκολα Στάρτζεον, θα καταφέρει να οδηγήσει το κόμμα της στην αυτοδυναμία. Ενδεικτικά πάντως, στις αθροιστικές μετρήσεις του προηγούμενου μήνα το SNP συγκεντρώνει σχεδόν το 48% των ψήφων, με τους Συντηρητικούς να έρχονται δεύτεροι με περίπου 22%, τους Εργατικούς να ακολουθούν με 20% και τους Φιλελεύθερους να μαζεύουν μόλις 6.5%. Σε κάθε περίπτωση, αν τα αποτελέσματα δικαιώσουν τις δημοσκοπήσεις, τότε το Σκωτσέζικο εκλογικό σώμα θα αποδείξει για άλλη μια φορά πως συζητάει πλέον ανοιχτά το ενδεχόμενο μιας ανεξάρτητης Σκωτίας, ενώ μια ενδεχόμενη αυτοδυναμία θα προσδώσει και έναν σημειολογικό χαρακτήρα στην τέταρτη σερί νίκη του SNP.

Πάντως σχεδόν ένα χρόνο πριν, η αυτοδυναμία φαινόταν εξασφαλισμένη. Συγκεκριμένα, το SNP έδινε δημοσκοπικά πάνω από 50%, όταν το 2016 είχε κερδίσει τις εκλογές με 46.5%. Η δημοσκοπική πτώση των τελευταίων μηνών δεν οφείλεται στη διαχείριση της πανδημίας, καθώς η Σκωτία αντιμετώπισε καλύτερα το πρώτο κύμα συγκριτικά με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά σε μια σειρά κατηγοριών σεξουαλικής κακοποίησης εναντίον του πρώην Σκωτσέζου πρωθυπουργού και ηγέτη του SNP, Άλεξ Σάλμοντ, απέναντι στις οποίες η Στάρτζεον κράτησε μια κάπως αμφιλεγόμενη στάση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον ηθικό υπουργικό κώδικα του Holyrood οι ενδοκυβερνητικές συναντήσεις πρέπει να καταγράφονται, κάτι που δε συνέβη όταν ο Σάλμοντ ενημέρωσε τη Στάρτζεον πως θα αντιμετώπιζε κατηγορίες το 2018. Η ίδια η Στάρτζεον είχε αρνηθεί πως αυτή η συνάντηση συνέβη, με τον Σάλμοντ να υποστηρίζει το αντίθετο, κατηγορώντας την ανοιχτά πως ήθελε να τον καταστρέψει πολιτικά· ως αποτέλεσμα, ο πρώην ηγέτης του SNP ίδρυσε το δικό του αποσχιστικό κόμμα (Alba Party) και η Στάρτζεον είδε το μομέντουμ της μεγαλύτερη νίκης του SNP στη Σκωτσέζικη ιστορία να ξεφουσκώνει. Από την άλλη πάλι, το γεγονός πως παρά το συγκεκριμένο σκάνδαλο το SNP είναι δημοσκοπικά πάνω από το προηγούμενο του εκλογικό αποτέλεσμα αποδεικνύει την ταύτιση των Σκωτσέζων με την πολιτική του ταυτότητα και το αποσχιστικό του μανιφέστο.

Το πολιτικό κεφάλαιο της ανεξαρτησίας

Μπορεί το SNP να αποτελεί το μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα στη Σκωτία από το 2007, όμως τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας γιγάντωσαν το πολιτικό του αποτύπωμα. Αρχικά, αποτέλεσε τον κινητήρα του πρώτου δημοψηφίσματος για την Σκωτσέζικη ανεξαρτησία το 2014, όπου παρά την ήττα, κατάφερε να αποδείξει πως υπήρχε μια σημαντική μειοψηφία που τασσόταν υπέρ της απόσχισης της χώρας από το Ηνωμένο Βασίλειο· για την ιστορία, το 44.7% είχε ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτησίας, με το 55.3% να ψηφίζει κατά. Όμως, σε εκείνο τον πολιτικό χρόνο το Ηνωμένο Βασίλειο παρέμενε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που θα σήμαινε πως μια ανεξάρτητη Σκωτία πιθανώς θα έμπαινε σε μετέπειτα ενταξιακές περιπέτειες. Σήμερα όμως, ο πολιτικός χρόνος δε θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικός, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο έχει πλέον αποχωρήσει και τυπικά από την ΕΕ μετά το δημοψήφισμα του 2016 – στο οποίο η Σκωτία είχε ψηφίσει υπέρ της παραμονής στην ένωση με 62%, περισσότερο ακόμα και από το σχεδόν 56% της Βόρειας Ιρλανδίας.

Με άλλα λόγια, η Σκωτία σύρθηκε εκτός της ΕΕ χωρίς τη θέληση της. Η Στάρτζεον – αλλά και το ευρύτερο αποσχιστικό κίνημα – βασίζεται σε αυτή την αδιαμφησβήτητη συνθήκη, επιχειρηματολογώντας υπέρ ενός νέου δημοψηφίσματος, καθώς τα δεδομένα του 2014 ουσιαστικά πλέον δεν ισχύουν ενώ σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2016 και μετά, το SNP προβάλει μια ξεκάθαρη ευρωπαϊκή προσέγγιση, δηλώνοντας πως αν η Σκωτία κερδίσει την ανεξαρτησία της, τότε θα επιδιώξει ξανά την ένταξη της στην ΕΕ ως ανεξάρτητο κράτος – με το Ηνωμένο Βασίλειο να μην έχει πλέον τρόπο να την εμποδίσει. Παράλληλα, η όλη περιπέτεια του Brexit έχει αποξενώσει περισσότερο τους Σκωτσέζους από τη Βρετανική κυβέρνηση, με τις δημοσκοπήσεις να δίνουν για πρώτη φορά ένα πλειοψηφικό ποσοστό οριακά υπέρ της ανεξαρτησίας. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία πως ακόμα και αν ο Τζόνσον αρνείται κατηγορηματικά τη διεξαγωγή ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, θα του είναι εξαιρετικά δύσκολο να αγνοήσει για άλλη μια φορά την έκφραση μιας παγιωμένης φιλοευρωπαϊκής και αποσχιστικής αντίληψης από την πλειοψηφία των Σκωτσέζων. Από τη μεριά της, η Στάρτζεον έχει φροντίσει να χαμηλώσει κάπως τους τόνους, δηλώνοντας πως απώτερος στόχος του κόμματος της είναι να μετατρέψει τη Σκωτία σε ανεξάρτητο κράτος, ενώ δήλωσε πως δε θα διεξάγει ένα ανεπίσημο δημοψήφισμα καθώς απαιτείται η άδεια της Βρετανικής κυβέρνησης ώστε το αποτέλεσμα να έχει νομική βάση. 

Οι μεγάλοι χαμένοι των Σκωτσέζικων εκλογών

Πάντως, ένας ακόμα θρίαμβος του SNP δε θα πλήξει πολιτικά τόσο τους Συντηρητικούς, όσο τους Εργατικούς και τους Φιλελεύθερους. Η τελευταία φορά που η Σκωτία προτίμησε πλειοψηφικά το συντηρητικό κόμμα ήταν επί Θάτσερ, ενώ από τα 90’s και μετά οι Σκωτσέζικες περιφέρειες έδιναν είτε Εργατικούς είτε Φιλελεύθερους στις εθνικές Βρετανικές εκλογές· ενδεικτικά, οι απανωτοί θρίαμβοι των Εργατικών του Τόνι Μπλερ από το 1997 μέχρι και το 2005 βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στις Σκωτσέζικες ψήφους, όπως και η εδραίωση των Φιλελεύθερων ως η τρίτη πολιτική δύναμη στη χώρα – ειδικά στις εκλογές του 2010. Μεθυσμένος ίσως από τη σχεδόν απόλυτη κυριαρχία του εκτός Αγγλίας, ο Μπλερ προχώρησε το 1997 στη μεταβίβαση της εξουσίας στα καινούργια τοπικά κοινοβούλια (devolution) στα οποία μάλλον έβλεπε την εδραίωση των Εργατικών και την εξασφάλιση της πολιτικής υποστήριξης του Σκωτσέζικου – αλλά και του Ουαλικού, σε μεγάλο βαθμό – εκλογικού σώματος. Όμως τότε, κανείς δε θα μπορούσε να προβλέψει πόσα θα άλλαζαν στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσα σε δύο δεκαετίες.

Σήμερα, το κόμμα της Στάρτζεον καταλαμβάνει ακριβώς τον πολιτικό χώρο που τότε ανήκε στους Εργατικούς και τους  Φιλελεύθερους. Από τη μία, το SNP είναι ένα κλασσικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, άρα συγγενεύει ιδεολογικά στους Εργατικούς, ενώ η φιλοευρωπαϊκή του προσήλωση στερεί από τους Φιλελεύθερους το μόνο που έχουν πλέον να προσφέρουν στο Σκωτσέζικο εκλογικό σώμα. Μάλιστα, ο τραγικός απολογισμός του Τζέρεμι Κόρμπιν στους Εργατικούς, αλλά και η παρατεταμένη σήψη των Φιλελεύθερων μετά τη συνεργασία τους με τους Συντηρητικούς του Ντέιβιντ Κάμερον από το 2010 μέχρι το 2015 έχει εξαϋλώσει την κάποτε καθολική απήχηση και των δύο κομμάτων στη Σκωτία, σπρώχνοντας τους πρώην ψηφοφόρους τους στην αγκαλιά της Στάρτζεον. Ουσιαστικά, το SNP θερίζει συστηματικά τις Σκωτσέζικες εκλογές γιατί εκφράζει πρώτον, την ευρύτερη κεντροαριστερή πολιτική ιδεολογία των Σκωτσέζων, δεύτερον, τον φιλοευρωπαϊσμό τους, και τρίτον, τη θέληση τους για περισσότερη αυτονόμηση από το Λονδίνο – αν όχι και την πλήρη ανεξαρτησία, ιδανικά.

Η επόμενη μέρα των εκλογών

Το μόνο σίγουρο είναι πως οι Σκωτσέζικες εκλογές θα επιβεβαιώσουν ξανά το χάσμα ανάμεσα στη Σκωτία και την Αγγλία. Αν μάλιστα η Στάρτζεον κάνει την έκπληξη και εξασφαλίσει την αυτοδυναμία, θα έχει ήδη στριμώξει τον Τζόνσον πριν την πρώτη τους μετεκλογική – και πιθανότατα εξαιρετικά άβολη – τηλεφωνική επικοινωνία. Σήμερα ο Τζόνσον εμφανίζεται έτοιμος να μπλοκάρει κάθε νέο δημοψήφισμα ακόμα και μέσω του Ανώτατου Δικαστηρίου, οπότε είναι σίγουρο πως το θέμα δεν πρόκειται να κλείσει ήσυχα. Από την άλλη, η Στάρτζεον θα κληθεί να εξασφαλίσει το δεύτερο δημοψήφισμα πάνω στο οποίο έχουν στηριχτεί όλες οι εκλογικές τις νίκες από το 2016 και μετά· αν δεν το καταφέρει, είναι πιθανό τόσο η ίδια όσο και το κόμμα της να δουν τους πολιτικούς συσχετισμούς στη Σκωτία να αλλάζουν σταδιακά.

Τέλος, ενδιαφέρον θα έχει η επιρροή του αποτελέσματος στους Εργατικούς. Στατιστικά είναι πιθανό να πάρουν τη δεύτερη θέση, κάτι που θα ενισχύσει κάπως το πολιτικό κεφάλαιο του ηγέτη τους Κιρ Στάρμερ, ο οποίος είδε τη διαφορά ανάμεσα στο κόμμα του και τους Συντηρητικούς του Τζόνσον να ανοίγει ξανά τους τελευταίους μήνες. Όμως, αν οι Εργατικοί έρθουν τρίτοι στη Σκωτία – και με δεδομένο τον διχασμό του κόμματος ανάμεσα στους μετριοπαθείς του Στάρμερ και την αριστερή πτέρυγα του Κόρμπιν – τότε η Βρετανική αξιωματική αντιπολίτευση θα βυθιστεί ακόμα πιο βαθιά στην εσωστρέφεια, αφήνοντας τον Τζόνσον και τη Στάρτζεον να εδραιώνουν την κυριαρχία τους σε Αγγλία και Σκωτία αντίστοιχα.