Πολιτικη & Οικονομια

Μαρφίν, 5.5.2010: «Θα μπορούσαν να είναι οι δικοί σου αγαπημένοι»

Γιατί ξεχάσαμε τη συγκλονιστική έκκληση των συγγενών των θυμάτων λίγες μέρες μετά;

Δήμητρα Γκρους
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«05.05.2010, Ταυτότητες και συναισθήματα της πολιτικής βίας στην Ελλάδα του 21ου αιώνα» (εκδ. Επίκεντρο). Ένα βιβλίο - φόρος τιμής στα θύματα της Μαρφίν.

«Η Αγγελική δεν ήταν ηρωίδα και δεν φιλοδοξούσε να γίνει μάρτυρας ή σύμβολο.

Η Αγγελική μεγάλωσε μέσα σε μία αγαπημένη οικογένεια, επένδυσε χρόνο και κόπο στη μόρφωση και τις σπουδές της, εργαζόταν ευσυνείδητα σε μία δουλειά που κέρδισε χάρη στα προσόντα της, παντρεύτηκε τον αγαπημένο της από τα φοιτητικά της χρόνια και περίμενε το πρώτο της παιδί.

Η Αγγελική προσδοκούσε μία ζωή ήσυχη και τα θέλω της ήταν απλά και καθημερινά. Ανήκε στη γενιά όλων αυτών των τριαντάρηδων που, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας, είχε τη δυνατότητα να ζήσει χωρίς μεγάλες στερήσεις, να σπουδάσει, να ταξιδέψει ή να ζήσει εκτός των ορίων της χώρας, να εκτεθεί σε άλλες νοοτροπίες για να επιστρέψει σε μία πατρίδα που υπάρχουν φορές που φαίνεται να αντιστέκεται πεισματικά στην πρόοδο των ίδιων της των παιδιών.

Η Αγγελική δεν ανήκε σε κάποια παράταξη. Απείχε συνειδητά, όπως και τόσοι άλλοι της γενιάς της, από ένα σύστημα που δεν την εξέφραζε και την απογοήτευε. Και όπως τόσοι άλλοι από τη γενιά της προσπαθούσε να αλλάξει τα κακώς κείμενα γύρω της ξεκινώντας από το άμεσο περιβάλλον της, από την καθημερινότητά της. Δεν ζήτησε χάρες και δεν της χαρίστηκε τίποτε. Δεν επεδίωκε περισσότερα από όσα μπορούσε να φτάσει με τη δουλειά της και εργαζόταν σκληρά για έναν τρόπο ζωής που ήταν ανάλογος του κόπου που κατέβαλε για να τον αποκτήσει.

Σήμερα, μερικές μόνο μέρες από τη στυγνή δολοφονία της Αγγελικής, του αγέννητου παιδιού της και των δύο συναδέλφων της, εμείς, η οικογένεια και οι φίλοι της, προσπαθούμε ακόμα να δώσουμε λογική διάσταση στα γεγονότα της 5ης Μαϊου μήπως το αδιανόητο μπορέσει να χωρέσει κάπου. Αναλωνόμαστε σε συζητήσεις επί συζητήσεων ψάχνοντας τις απαντήσεις στα αμέτρητα γιατί που μέρα με την μέρα πληθαίνουν.

Όλοι εμείς, αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για τα χιλιάδες μηνύματα αλληλεγγύης, συμπαράστασης και οδύνης που ως τώρα έχουμε δεχθεί από ανθρώπους που βρίσκονται σε κάθε γωνιά του κόσμου. Μας δίνει ελπίδα το ότι η δική μας τραγωδία ξύπνησε μια τέτοια μαζική και αυθεντική αντίδραση. Τα ευχαριστώ μας δεν είναι αρκετά για να ανταποδώσουν.

Όλοι εμείς διατηρούμε την ελπίδα ότι η δολοφονία της Αγγελικής, του αγέννητου παιδιού της και των δύο συνάδελφων της δεν θα ξεχαστεί.

Καταλαβαίνουμε ότι όταν η τραγωδία δεν χτυπά τη δική σου πόρτα σιγά- σιγά συμπαρασύρεται από τα προβλήματα της καθημερινότητας του καθενός και η μνήμη ξεθωριάζει. Όμως αν θέλουμε η τραγωδία αυτή να είναι η τελευταία, πρέπει να αντισταθούμε όλοι στη λήθη. Πρέπει όλοι εμείς να αναλογιστούμε και αναλάβουμε τις ευθύνες μας, ως πολίτες, ως Έλληνες και εν τέλει ως άνθρωποι.

Η Αγγελική θα μπορούσε να είναι η δική σου κόρη, αγαπημένη ή φίλη».

(Η έκκληση της οικογένειας και των φίλων της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου μέσω γραπτής επιστολής στον Τύπο στις 17/5/2010)


Θυμάμαι πάντα την ανακοίνωση της οικογένειας της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου λίγες μέρες μετά την τραγωδία. Είναι συγκλονιστικά τα λόγια τους. Ναι. Η Αγγελική, ο Νώντας και η Παρασκευή ήταν τρεις της δικής μου γενιάς. Που μεγάλωσαν στο μεταπολιτευτικό όνειρο, που ταξίδεψαν, σπούδασαν, έκαναν όνειρα και πλάνα ζωής. Ναι, θα μπορούσαμε να ήμασταν εμείς στη θέση τους, θα μπορούσαν να είναι τα παιδιά των γονιών μας, τα ανίψια των θείων μας και οι καλοί μας φίλοι που δολοφονήθηκαν υπό το βλέμμα του οργισμένου πλήθους. Και, ναι, δεν ακούσαμε την έκκληση της οικογένειας της Αγγελικής να μην τους ξεχάσουμε. Γιατί για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας προτεραιότητα δεν ήταν η αξία της ατομικής ιστορίας και προσωπικής διαδρομής. Τρεις νεκροί θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά, να λειτουργήσουν ως σοκ για την κοινωνία μας, όμως τα πράγματα είχαν ήδη πάρει άλλη διαδρομή.

05.05.2010. Μας χωρίζουν μόλις 10 + 1 χρόνια από τον τότε εαυτό μας. Σε πόσους από εμάς φαίνονται σήμερα παράλογες οι εικόνες από τη μεγαλειώδη πορεία της 5ης Μαΐου; Πόσοι προσέχουν τα πανό να συνεχίζουν την πορεία τους σαν παρέλαση μπροστά από το φλεγόμενο κτίριο της Μαρφίν; Προφανώς δεν γνώριζαν πως ήταν μέσα άνθρωποι. Αλλά σε πόσους μοιάζουν δυσβάσταχτα το μίσος και η μανία μέρους των διαδηλωτών, η τυφλή οργή, οι πέτρες, τα συνθήματα και οι φωτιές; Σας παρακινώ να δείτε το βίντεο των Πρωταγωνιστών ένα χρόνο μετά. Να δείτε τους ανθρώπους να προσπαθούν να σωθούν από τις φλόγες. Να ακούσετε τους αυτόπτες μάρτυρες. Και σε όλο αυτό το εξεγερσιακό σκηνικό να παρακολουθήσετε τις μαύρες σακούλες με τις σωρούς των θυμάτων που τις βάζουν στα ασθενοφόρα. Να ακούσετε τους συγγενείς των θυμάτων να μιλούν για τους ανθρώπους τους ένα χρόνο μετά. Είναι δύσκολο να επιστρέφεις στις μέρες που η συλλογική παράκρουση έγινε δολοφονική.

05.05.2010. Μια ημερομηνία που ψάχνει να βρει τη θέση της στο συλλογικό μας ασυνείδητο. Πέρσι κάναμε ένα βήμα ως κοινωνία προς μία ανάληψη ευθύνης που για 10 ολόκληρα χρόνια αρνηθήκαμε. Με τη λιτή λόγω πανδημίας εκδήλωση στην οποία η πολιτεία εγκαινίασε την αναμνηστική αφιερωματική πλάκα στο σημείο που οι τρεις συμπολίτες μας βρήκαν μαρτυρικό θάνατο, αναγνωρίζοντάς τους ως θύματα πολιτικής τρομοκρατίας. Είναι θέμα τιμής και αυτοσυνειδησίας μας η μνήμη απέναντι στους τρεις ανθρώπους. Και είναι ίσως το μόνο που μπορεί να απαλύνει έστω λίγο τον πόνο των συγγενών και αγαπημένων τους. Να τους μνημονεύουμε και να τους τιμάμε. Και μέσα από τη δική τους μνήμη να θυμόμαστε τι δεν πρέπει να επαναλάβουμε. Να αντλήσουμε, μέσα από τον χαμό τους, σημασία για τη δική μας ύπαρξη. Ποτέ πια.

«05.05.2010, Ταυτότητες και συναισθήματα της πολιτικής βίας στην Ελλάδα του 21ου αιώνα» * (εκδ. Επίκεντρο). Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε ένα βιβλίο - φόρος τιμής στα θύματα από την πλευρά του στοχασμού, ένα πολύτιμο ανάγνωσμα για τη σημασία της μνήμης. Για να θυμηθούμε τι μας συνέβη και να αναστοχαστούμε το γιατί.

Πώς διαδραματίστηκαν λεπτό προς λεπτό τα γεγονότα; Τι έγραψαν οι εφημερίδες την επόμενη μέρα, τι έλεγαν οι ανακοινώσεις των κομμάτων και του αντιεξουσιαστικού χώρου; Πώς αποτυπώθηκε η μέρα που θα εγκαινίαζε με τον πιο τραγικό τρόπο τον κύκλο βίας, φόβου και διχασμού που θα κυριαρχούσε τα επόμενα χρόνια; Πώς έγινε και γίναμε μία κοινωνία χωρίς αίσθηση κινδύνου και σε ρήξη με την ιστορία μας, μια δημοκρατία που θα ακροβατούσε σε τεντωμένο σχοινί αμέριμνα και αυτοκτονικά; Δεν το ζήσαμε όλοι με τον ίδιο τρόπο και από την ίδια πλευρά. Για κάποιους η οργή ήταν δικαιολογημένη και δικαιολογούσε τα πάντα. Ή σχεδόν. Οι τρεις νεκροί της Μαρφίν θεωρήθηκαν παράπλευρες απώλειες γιατί το πραγματικό θύμα ήταν ο λαός και ο εχθρός τα μνημόνια, η Βουλή, οι ξένοι. Μέσα σε αυτή την ιδεολογική αφαίρεση δεν υπήρχε χώρος για ανθρωπισμό. Την Αγγελική, τον Νώντα, την Παρασκευή, τους προσπεράσαμε σαν να μη μας άγγιξαν. Αρνηθήκαμε να τους πενθήσουμε όπως τους άρμοζε, να συμμετέχουμε στον πόνο των οικογενειών τους. Χάσαμε τη συμπόνια μας. Γιατί είχαμε χωριστεί σε μνημονιακούς και αντιμνηνιακούς, και γιατί οι επιμέρους ταυτότητες δεν μας επέτρεπαν να ταυτιστούμε με τα θύματα ούτε να τα αναγνωρίσουμε ως τέτοια. «Αν θέλουμε η τραγωδία αυτή να είναι η τελευταία, πρέπει να αντισταθούμε όλοι στη λήθη. Πρέπει όλοι εμείς να αναλογιστούμε και αναλάβουμε τις ευθύνες μας, ως πολίτες, ως Έλληνες και εν τέλει ως άνθρωποι. Η Αγγελική θα μπορούσε να είναι η δική σου κόρη, αγαπημένη ή φίλη». Από την τραγική τους θέση και με τη συγκινητική τους έκκληση οι συγγενείς των θυμάτων μάς ζητούσαν να βγούμε από τη διχαστική αφαίρεση που θα βουτούσαμε όλο και πιο βαθιά τα επόμενα χρόνια. Δεν τα κατάφεραν. Δεν τα καταφέραμε.

Το βιβλίο μιλάει για όλα αυτά. Για τη σημασία της μνήμης στο συλλογικό μας ασυνείδητο, για τους όρους ειρηνικής συνύπαρξης και τους κινδύνους που καλούμαστε να αποτρέψουμε στο παρόν και το μέλλον. Με τον τρόπο του δίνει φωνή στα θύματα και απαντήσεις σε ένα παράλογο γιατί, και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους, συμμετέχοντας στο πένθος τους, συναντιόμαστε ως κοινωνία.

Σήμερα είναι μια μέρα δύσκολη για τις οικογένειες των θυμάτων της Μαρφίν. Σε κάθε επέτειο θα προσθέτουμε και έναν χρόνο. Η Αγγελική Παπαθανασοπούλου σήμερα θα ήταν 43 ετών, το παιδί της 11, ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης, 47 ετών, η Παρασκευή Ζούλια, 46 ετών. Δεν θα τους ξεχάσουμε.

* Το βιβλίο είναι συλλογικός ρόμος με κείμενα των Βασίλη Βαμβακά, Τριαντάφυλλου Καρατράντου, Μανούσου Μαραγκουδάκη, Αγγέλου Ναστούλη, Παναγή Παναγιωτόπουλου, Πέτρου Παπασαραντόπουλου, Ανδριάνας Ρετζέπη, Νικόλα Σεβαστάκη.

[[{"fid":"869269","view_mode":"default","fields":{"format":"default","alignment":""},"type":"media","field_deltas":{"1":{"format":"default","alignment":""}},"link_text":null,"attributes":{"class":"media-element file-default","data-delta":"1"}}]]