- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι κουρασμένοι δημοσιογράφοι
Μήπως οι δημοσιογράφοι κουράζονται πιο εύκολα από το κοινό τους;
Η πανδημία του κορωνοϊού, ο μοιραίος ρόλος των «κουρασμένων» δημοσιογράφων και η «άλλη άποψη».
Μπορείτε να φανταστείτε ένα χρόνο μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (το Φθινόπωρο του 1940 δηλαδή) στις εφημερίδες της Μεγάλης Βρετανίας η κυρίαρχη άποψη να είναι πως η χώρα πρέπει σιγά-σιγά να την κάνει από τον πόλεμο γιατί οι κάτοικοι και οι στρατιώτες της έχουν κουραστεί; Μπορείτε να φανταστείτε τους δημοσιολογούντες της εποχής σχεδόν ομοθύμως να μιλούν για την ανοχή που πρέπει το κράτος να δείξει στα φαινόμενα λιποταξίας ή συνεργασίας με τον εχθρό επειδή αυτά δικαιολογούνται από την κούραση; Μπορείτε να φανταστείτε να υπάρχει ένα κίνημα το οποίο θα προπαγανδίζει ότι ο πόλεμος είναι ένα ψέμα, ότι καμία Γερμανία δεν υπάρχει και ότι οι φαντάροι χρησιμοποιούνται σε ένα μεγάλο και επικίνδυνο πείραμα τηλεμεταφοράς; Μπορείτε να φανταστείτε να δίνεται δημοσιογραφικο βήμα σε ένα τέτοιο κίνημα, «για να ακουστεί και η άλλη άποψη», με τα μέλη του να καλούν τους φαντάρους να λιποτακτήσουν και μετά να καλούν τους κατοίκους να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερα φώτα ανοιχτά κάθε βράδυ επειδή οι βομβαρδισμοί είναι ένα ψέμα;
Φυσικά και δεν μπορείτε, αλλά είναι περίεργο. Εννοώ ότι είναι περίεργο που δεν μπορείτε. Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα εδω και πολύ καιρό εν μέσω του πολέμου εναντίον του κορωνοϊού.
Δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες καλούν διαφόρους ημιπαράφρωνες (ή απλώς πονηρούς) αρνητές της πανδημίας ή της σοβαρότητας της προκειμένου «να ακουστεί η άλλη άποψη», δικαιολογούν τους συμπολίτες που με την ανεύθυνη συμπεριφορά τους απειλούν (και αφαιρούν) ζωές και αστάματητα περιγράφουν «την κούραση του κόσμου». Μια κούραση η οποία (όπως συμπεραίνει κανείς από τα συμφραζόμενα) για τους περισσότερους Έλληνες δημοσιογράφους, δικαιολογεί την έκθεση ζωών, επιχειρήσεων και περιουσιών σε κίνδυνο.
Στην πραγματικότητα αυτό που κάνουν οι δημοσιογράφοι και οι δημοσιολογούντες προσπαθώντας να γίνουν ευχάριστοι στο κοινό για το οποίο δεν δίνουν δεκάρα, είναι όχι μόνο να μην ενημερώνουν αλλά να κάνουν όσο το δυνατόν χειρότερη μια ήδη δύσκολη κατάσταση.
Γιατί προφανώς είναι δυσάρεστο να ζεις ξαφνικά με περιορισμούς που μέχρι πριν 18 μήνες ούτε που φανταζόσουν. Προφανώς είναι κουραστικό να στερείσαι ανθρώπους και συνήθειες. Αλλά μπορείς να αντέξεις την κούραση και την ενόχληση. Όχι όμως όταν από το πρωί μέχρι το βράδυ κάποια λιγούρια του χειροκροτήματος σου λένε πόσο κουρασμένος είσαι και πόσο δυσαρεστημένος και πόσο δικαιολογημένος ό,τι κι αν κάνεις. Και όταν αυτοί που πρέπει να σε ενθαρρύνουν να συνεχίσεις σου λένε διαρκώς ότι δεν αντέχεις άλλο, θα αρχίσεις να αναρωτιέσαι μήπως όντως έχεις φτάσει στο ταβάνι της αντοχής σου. Και η στιγμή που θα αρχίσεις να αναρωτιέσαι μήπως έχεις φτάσει στο ταβάνι της αντοχής είναι η στιγμή που το ταβάνι θα κατέβει πολύ χαμηλότερα από εκεί που θα μπορούσε να βρίσκεται. Κι όλα αυτά επειδή κάποιοι (όχι και λίγοι) έχουν αντικαταστήσει τη σπονδυλική στήλη με τη ματαιοδοξία.
Φυσικά η πανδημία δεν είναι η μόνη περίπτωση στην οποία ο ρόλος πολλών δημοσιογράφων είναι μοιραίος. Αρκεί κάποιος να πάει 10-15 χρόνια πίσω και να σκεφτεί τον ρόλο που έπαιξαν οι δημοσιογράφοι στην αντιμνημονιακή παραφροσύνη και την ανάδειξη παπατζήδων που ήταν επικίνδυνοι αλλά έγραφαν καλά στον φακό και έκαναν και νούμερα. Και μετά μπορεί να πάει λίγο πιο πίσω και να σκεφτεί όλες εκείνες τις φορές που η πλειονότητα των δημοσιογράφων έπαιξε τον ρόλο του σημαιοφόρου σε κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης, όχι από λάθος εκτίμηση αλλά επειδή προτίμησαν να είναι ευχάριστοι παρά χρήσιμοι. Επειδή η δουλειά τους δεν είναι η αλήθεια αλλά η συλλογή χειροκροτημάτων.
Αν πάλι δεν θέλετε να πάμε τόσο μακριά μπορούμε να μείνουμε στο σήμερα. Στο σήμερα στο οποίο μεγαλοστέλεχος της κυβερνητικής παράταξης και πρώην υπουργός δίνει συνέντευξη και περιγράφει εισβολή νταήδων στο υπουργικό γραφείο του και σχεδόν δεν κουνιέται δημοσιογραφικό φύλλο. Στο σήμερα στο οποίο ελάχιστοι συγκινούνται από το, δικαστικώς δικαιωμένο, θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από τον πρέσβη της Βενεζουελάς που καταγγέλει ότι της ζητήθηκε από στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ να κάνει αβαβά την υπόθεση. Και ακόμα λιγότεροι ενδιαφέρονται που, παρότι η κυβέρνηση άλλαξε, το ελληνικό κράτος εξακολουθεί να αρνείται να εκτελέσει την απόφαση του δικαστηρίου. Στο σήμερα στο οποίο οι δημοσιογράφοι ακόμα κοσμούν τα ρεπορτάζ τους με δηλώσεις του προέδρου της ΠΟΕΔΗΝ ο οποίος, αν θυμάστε, είχε ψευδώς αποδώσει τον θάνατο μιας νοσηλεύτριας στο εμβόλιο προκειμένου (όπως ο ίδιος είπε) να έχει ελπίδες σε αποζημίωση η οικογένειά της.
Αλλά, θα μου πείτε, μιλάμε για τη χώρα στην οποία ο διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείο του Πρωθυπουργού ήταν ζευγάρι με υψηλόβαθμο στέλεχος της τουρκικής πρεσβείας και για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων δημοσιογράφων που το ήξεραν ο μήνας είχε 9. Ίσως επειδή είχαν καμφθεί από την κούραση του αγώνα για την αλήθεια. Ίσως επειδή οι δημοσιογράφοι κουράζονται ακόμα πιο εύκολα από το κοινό τους. Και μπράβο τους.