Πολιτικη & Οικονομια

Λίγη χούντα ακόμη

Όταν έχεις συνηθίσει να βλέπεις τις δικτατορίες σαν δημοκρατίες, είναι επόμενο να δεις και τη δημοκρατία σαν δικτατορία

Σπύρος Βλέτσας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όποιος έζησε τη χούντα και όποιος γνωρίζει στοιχειωδώς ιστορία μπορεί να καταλάβει ότι είναι ύβρις να χαρακτηρίζουμε τη δημοκρατία «χούντα»

Σύμφωνα με τον Μαξ Βέμπερ, «το κράτος είναι η κοινότητα που αξιώνει επιτυχώς για λογαριασμό της το μονοπώλιο της νόμιμης φυσικής βίας εντός ενός ορισμένου εδάφους» (Η πολιτική ως επάγγελμα και ως κάλεσμα). Χωρίς το μονοπώλιο αυτό η κοινωνία θα ήταν ζούγκλα και θα ίσχυε ο νόμος του ισχυρότερου.

Στις δημοκρατίες η κρατική βία περιορίζεται αυστηρά από όσα ορίζει ο νόμος. Κάθε υπέρβαση είναι απαράδεκτη. Ειδικά μετά τη σύλληψη ενός πολίτη, κάθε άσκηση βίας εναντίον του είναι παράνομη. Στην ουσία πρόκειται για βασανιστήρια. Ό,τι και αν έχει συμβεί προηγουμένως, ο αστυνομικός δεν επιτρέπεται να ασκήσει βία σε συλληφθέντα.

Ο ξυλοδαρμός πολίτη από αστυνομικό στη Νέα Σμύρνη αποδόθηκε από κόμματα της αντιπολίτευσης σε κυβερνητική επιλογή. «Όσο η αποτυχία της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της πανδημίας και σε όλα τα μέτωπα ξεσκεπάζεται, τόσο οι Μητσοτάκης και Χρυσοχοΐδης θα ξεσπούν επάνω στους πολίτες» λέει η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, η κυβέρνηση έδωσε εντολή στον συγκεκριμένο αστυνομικό να ασκήσει παράνομη βία σε πολίτη. Από τις χιλιάδες αστυνομικούς που βρίσκονται στον δρόμο βρήκε αυτόν και του ανέθεσε να δέρνει. Αν έχουν έτσι τα πράγματα, ο αστυνομικός δεν ευθύνεται, εφόσον εκτελούσε κυβερνητικές εντολές.

Η κυβέρνηση έχει ευθύνη γιατί δεν έκανε όσα έπρεπε να γίνουν για να περιοριστεί η παράνομη αστυνομική βία. Ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, επικεφαλής της επιτροπής για τη διερεύνηση περιστατικών αστυνομικής βίας, που είχε συσταθεί τον Δεκέμβριο του 2019, δήλωσε ότι η επιτροπή «έχει παύσει από έτους και πλέον να υπάρχει» επειδή δεν υπήρξε «κανένα ενδιαφέρον από πλευράς των αρμόδιων κρατικών αρχών να συνεχίσει το έργο της».

Η επιτροπή, μετά από την εξέταση είκοσι περιστατικών, αναφέρει στο πόρισμά της ότι «ελληνική ιδιαιτερότητα συνιστά η ατιμωρησία των εμπλεκόμενων», παρότι και σε άλλες χώρες της Ευρώπης παρατηρούνται φαινόμενα αστυνομικής βίας. Η εξέταση ξεκίνησε με χρονολογική σειρά από περιστατικά που αφορούσαν κυρίως την περίοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στο πόρισμα διαπιστώνεται, μεταξύ άλλων, «απροθυμία των ανακριτικών οργάνων της ΕΛ.ΑΣ. να συνεργαστούν με τον Συνήγορο του Πολίτη», «μεροληψία» και «πλημμελής αιτιολογία των αποφάσεων των πειθαρχικών οργάνων».

Ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε από το 2012 ότι θα καταργήσει τα ΜΑΤ, αλλά τα χρησιμοποίησε όταν έγινε κυβέρνηση. Ειδικά κατά την περίοδο των διαμαρτυριών για τη Συμφωνία των Πρεσπών πραγματοποιήθηκαν προληπτικές συλλήψεις πολιτών -που δεν είχαν κάνει απολύτως τίποτε- όπως έγινε πριν από ομιλία του Φώτη Κουβέλη στα Γιαννιτσά. Έγραφε τότε ο Γιώργος Σταματόπουλος στην «Εφημερίδα των Συντακτών»: «Ήταν πραγματικά αψυχολόγητη ενέργεια να συλληφθούν αθώοι πολίτες στο καφέ στα Γιαννιτσά. Ποιος φοβήθηκε και τι; Πώς σκέφτονται οι υπεύθυνοι; Σκέφτονται; Τέτοιες ενέργειες δείχνουν ότι έχουν πανικοβληθεί οι κύριοι της κυβέρνησης και αυτό συνεπάγεται ανέλεγκτες συνέπειες για την ασφάλεια, τον νομικό πολιτισμό και την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας» (6/3/2019).

Οι προληπτικές συλλήψεις στα Γιαννιτσά ήταν μία οργανωμένη και προσχεδιασμένη ενέργεια της αστυνομίας σε αντίθεση με τον ξυλοδαρμό πολίτη στη Νέα Σμύρνη, που ήταν η ενέργεια ενός αστυνομικού. Από τον ΣΥΡΙΖΑ γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί η ενέργεια αυτή σαν μέρος μιας αντιδημοκρατικής εκτροπής. Μέσα στον καθημερινό ευτελισμό των λέξεων, η λέξη «χούντα» χρησιμοποιείται από ορισμένους για να περιγράψει τη σημερινή κατάσταση. Η λέξη «χούντα» απευθύνεται στο συναίσθημα των πολιτών προκειμένου να χειραγωγήσει τη συνείδησή τους.

«Η χούντα δεν τελείωσε το '73» φώναζαν οι αγανακτισμένοι το 2011, κραυγάζοντας την άγνοιά τους για την ιστορία. Ήταν η εποχή που Πάνος Καμμένος το τερμάτισε: «Η χώρα τελεί υπό κατοχή» συνήθιζε να επαναλαμβάνει, μέχρι που έγιναν εκλογές και εκείνος ορκίστηκε υπουργός. Αν είχαμε όντως κατοχή, τότε ο ίδιος έγινε κατοχικός υπουργός, σαν να ήταν μέλος της κυβέρνησης Τσολάκογλου της πραγματικής κατοχής.

Πέρα από τις λέξεις υπάρχει η ουσία. Όποιος έζησε τη χούντα και όποιος γνωρίζει στοιχειωδώς ιστορία μπορεί να καταλάβει ότι είναι ύβρις να χαρακτηρίζουμε τη δημοκρατία «χούντα». Η δημοκρατία μας έχει πολλά και σημαντικά προβλήματα -ένα από αυτά είναι η παράνομη αστυνομική βία- αλλά δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή σύγκριση με τη χούντα. Κάθε συσχέτιση της σημερινής κατάστασης με τη χούντα αποτελεί προσβολή για εκείνους που αγωνίστηκαν εναντίον της δικτατορίας και διώχθηκαν από αυτή.

Ακόμη πιο προκλητικό είναι να μιλούν για «χούντα» εκείνοι που ήταν και παραμένουν θαυμαστές δικτατορικών καθεστώτων, όπως, για παράδειγμα, της Κούβας, όπου για περισσότερα από 60 χρόνια απαγορεύονται οι ελεύθερες εκλογές, η αντιπολίτευση και κάθε αντίθετη γνώμη. Όταν έχεις συνηθίσει να βλέπεις τις δικτατορίες σαν δημοκρατίες, είναι επόμενο να δεις και τη δημοκρατία σαν δικτατορία.