Πολιτικη & Οικονομια

Ποιο κράτος προκρίνει η σοσιαλδημοκρατία σήμερα;

Η επανασύνδεσή μας με την παράδοση του ελληνικού κοινοτισμού και των μεγάλων μεταρρυθμίσεων είναι κάτι που το Κίνημα Αλλαγής και ξέρει και υποχρεούται να κάνει

Παναγιώτης Καρκατσούλης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει το Κίνημα Αλλαγής απέναντι στην πολιτική του πελατειασμού και της κομματοκρατίας

Η ανοιχτότητα, η ευρύτατη κοινωνική διαβούλευση, η δικτύωση των διαφορετικών επιπέδων διοίκησης και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω της ευρείας χρήσης του διαδικτύου είναι θέματα που προτάθηκαν και ενσωματώθηκαν στο νέο δημόσιο μάνατζμεντ, τη βασική τάση που επικράτησε σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, από την σοσιαλδημοκρατία.

Η επιτυχής υλοποίηση των άνω μεταρρυθμίσεων τόσο ως οριζόντιες δράσεις όσο και ως εφαρμογές σε κάθετες δημόσιες πολιτικές (π.χ. φορολογία, απασχόληση, κοινωνική πρόνοια) ποικίλει ανάλογα με τη χώρα και τη διοικητική παράδοση κάθε μιας. Κατά την περίοδο διακυβέρνησης των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στη Δανία και τη Σουηδία, στην πρώτη δεκαετία του 2000, είχαμε πολύ καλύτερα αποτελέσματα στις ως άνω μεταρρυθμίσεις σε σχέση με τα αντίστοιχα στη Γερμανία ή τη Γαλλία.

Τούτου δοθέντος, πρέπει να αποτελεί σταθερή παράμετρο του σχεδιασμού, της εφαρμογής και της αξιολόγησης των σοσιαλδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, το γεγονός ότι ο πελατειασμός δεσπόζει στην οργάνωση και λειτουργία του κράτους μας. 

Στη χώρα μας, η μεταρρυθμιστική έκρηξη της οκταετίας Σημίτη, που κατάφερε σημαντικά πλήγματα στο πελατειακό κράτος, δεν είχε συνέχεια. Η πενταετία Καραμανλή, που ακολούθησε, αποτέλεσε μια περίοδο αντι-μεταρρύθμισης, αφού όχι μόνον δεν υλοποιήθηκε καμία καινούργια μεταρρύθμιση, αλλά επιχειρήθηκε και η κατεδάφιση των μεταρρυθμίσεων που είχαν -με πολύ κόπο- γίνει. Οι προσλήψεις των χιλιάδων εκτάκτων αποτελούν το πιο γνωστό παράδειγμα αντι-μεταρρύθμισης εκείνης της περιόδου.

Κατά τη δεκαετία των μνημονίων, οι δανειστές επικεντρώθηκαν στα θέματα του περιορισμού των προσλήψεων στο δημόσιο και των μισθολογικών-συνταξιοδοτικών περικοπών των υπαλλήλων. Οι τελευταίες γνήσιες μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση ήταν εκείνες που προωθήθηκαν επί Γ. Παπανδρέου, με κορυφαία τη «Διαύγεια». Αξίζει να υποσημειωθεί ότι οι δανειστές μπλόκαραν το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που είχε εκπονηθεί και κριθεί ως ώριμο προς υλοποίηση από Έλληνες εμπειρογνώμονες. Στη θέση του προώθησαν, επί το πλείστον, αλλαγές σημειακού χαρακτήρα σε διάφορες κάθετες δημόσιες πολιτικές, αφήνοντας ανέπαφο τον πυρήνα του πελατειακού κράτους.

Η πολιτική που ακολούθησε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εδραίωσε, έτι περαιτέρω, το ρουσφέτι και τη συναλλαγή, δίνοντας σ’ αυτά μια αριστερή νομιμοποίηση την οποία δεν είχαν. Έτσι, μπορούμε να αναφερόμαστε πέραν της παραδοσιακής δεξιάς και σε μια αριστερή πελατοκρατία.

Η κρίση που ξέσπασε με την πανδημία αποτέλεσε το άλλοθι της κυβέρνησης της ΝΔ για να παρακάμψει τις μεταρρυθμίσεις και να αναζωπυρώσει τον πελατειασμό.

 Οι εκκρεμείς μεταρρυθμίσεις που αφορούν τη λειτουργία και τη δομή των δημοσίων οργανώσεων έχουν αδρανοποιηθεί υπέρ του λεγόμενου «επιτελικού κράτους» που αφορά την οργάνωση των πολυπληθών υπηρεσιών του Πρωθυπουργού, του Μαξίμου. Αυτή η «μεταρρύθμιση» είχε ως πρακτικό αποτέλεσμα τον υπερ-συγκεντρωτισμό στη λήψη των αποφάσεων και τη de facto υποβάθμιση της επιτελικής λειτουργίας της κεντρικής διοίκησης.

Κατά τα λοιπά, οι πελατειακές σχέσεις έχουν απογειωθεί: Ως Διευθυντές δημοσίων υπηρεσιών ορίζονται άνθρωποι από τον ιδιωτικό τομέα χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία στα αντικείμενα που καλούνται να διοικήσουν. Ο στρατός των μετακλητών διογκώνεται συνεχώς και η καταιγίδα των αναθέσεων -η «αναθεσικρατία», για να δανειστώ έναν εύστοχο νεολογισμό του Μαρίνου Σκανδάμη- συνθέτουν μια ζοφερή πραγματικότητα. Η συντηρητική πολιτική στη δημόσια διοίκηση σε συνδυασμό με τον έρποντα αυταρχισμό κατά την άσκηση της εξουσίας (δες, για παράδειγμα, τις συστηματικές πειθαρχικές διώξεις συνδικαλιστών), αποκαλύπτει την ευρύτερη εικόνα του περιορισμού των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο δημόσιο που κατακτήθηκαν με πολύ κόπο. 

Το συμπέρασμα είναι ότι ο πελατειασμός αποτελεί όχι μόνον μια τετριμμένη πολιτικο-διοικητική πρακτική αλλά και μια βαθιά εδραιωμένη κουλτούρα. Ως εκ τούτου καμία ατζέντα, σοσιαλδημοκρατική ή φιλελεύθερη, δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας εάν δεν καταφέρει να αντιπαραβάλει μια πειστική πρόταση διοίκησης του κράτους απέναντι σ’ εκείνη του πελατειασμού και της κομματοκρατίας.

Απαιτείται πολλή και συστηματική προσπάθεια για να μπορέσουμε να βγούμε από την διοικητική υπανάπτυξη που οδηγεί στην εδραίωση μιας αντίληψης για την ύπαρξη ενδημικής διαφθοράς στο ελληνικό πολιτικο-διοικητικό σύστημα με προφανείς δυσμενείς διεθνείς και εθνικές συνέπειες.

Η σοσιαλδημοκρατική ατζέντα βρίσκεται στον αντίποδα της συντηρητικής πολιτικής. Περιλαμβάνει παλαιότερες και νεότερες μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για να βγει η χώρα από την πολύπλευρη κρίση της. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται η μεταφορά πεδίων πολιτικής στην αυτοδιοίκηση, αρχίζοντας από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, η αυστηρή εφαρμογή της καλής νομοθέτησης με την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας του Κοινοβουλίου, η ενδυνάμωση της διαφάνειας σ’ όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης και λήψης αποφάσεων. Μαζί με τις μεταρρυθμίσεις που θα αναβαθμίσουν το ανθρώπινο κεφάλαιο και τη διαρκή απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών, η σοσιαλδημοκρατική πρόταση διοικητικής μεταρρύθμισης αποτελεί μια ολοκληρωμένη κι σύγχρονη βάση αλλαγών.

Κατακλείδα: Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνουμε θα εφαρμοστούν μέσα από μια δικτυακή δομή που εγγυάται τη συμμετοχή, τη συνυπευθυνότητα και τη συλλογική λήψη απόφασης. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ούτε τα χρονίζοντα προβλήματα οργάνωσης και λειτουργίας του ελληνικού κράτους, ούτε τα νεότερα που με ορμή η εποχή της παγκοσμιοποίησης παράγει, εάν δεν καταφέρουμε να πετύχουμε την μέγιστη συμμετοχή των πολιτών στον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των μεταρρυθμίσεων.

Δεν ξέρω εάν αυτό μπορεί να οδηγήσει στον «συμμετοχικό σοσιαλισμό» του Πικετύ. Ξέρω όμως ότι η επανασύνδεσή μας με την παράδοση του ελληνικού κοινοτισμού και των μεγάλων μεταρρυθμίσεων που επιχείρησε η προοδευτική παράταξη στα 200 χρόνια της απελευθέρωσής μας, είναι κάτι που το Κίνημα Αλλαγής και ξέρει και υποχρεούται να κάνει.