- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
ΗΠΑ, Κίνα και παγκόσμια τάξη
Υπάρχει απάντηση στο ερώτημα αν οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε παρακμή; Χάνουν άραγε οι ΗΠΑ την παγκόσμια ηγεμονία;
Η οικονομική παγκοσμιοποίηση, η εξάπλωση της αμερικανικής ισχύος και το προφίλ της παγκόσμιας δύναμης που απέκτησε η Κίνα
Τις τελευταίες δεκαετίες, η οικονομική παγκοσμιοποίηση, που μερικές φορές αναφέρεται ως νεοφιλελευθερισμός, υπήρξε η κυρίαρχη ιστορική διαδικασία που διαμορφώνει τα περιγράμματα του παγκόσμιου καπιταλισμού. Τι σημαίνει; Σημαίνει ελεύθερο εμπόριο και ανοιχτές αγορές, ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, απελευθέρωση των κεφαλαιαγορών. Αυτό το κύμα της παγκόσμιας οικονομικής ολοκλήρωσης καθοδηγούν, από πολλές απόψεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία προέκυψε από αμερικανικά ιδρύματα όπως το Πανεπιστήμιο του Σικάγου και είναι αγκυροβολημένη σε οργανισμούς που εδράζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι οποίοι προώθησαν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επέβαλαν αυτές τις πολιτικές σε ολόκληρο τον κόσμο. Η οικονομική παγκοσμιοποίηση και η εξάπλωση της αμερικανικής ισχύος, συμπεριλαμβανομένης της πολιτιστικής ηγεμονίας, φαίνονταν να κινούνται μαζί καθώς ο νεοφιλελευθερισμός έγινε η μέθοδος να διατηρήσουν οι ΗΠΑ τη θέση τους ως παγκόσμια ηγεμονική δύναμη.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει αλλάξει. Οι δυνάμεις που ήταν οι ιστορικοί νικητές της ανάπτυξης του καπιταλισμού και της νεωτερικότητας, ιδιαίτερα στη Βόρεια Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη, πάσχιζαν να επιτύχουν υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, ενώ αναδύθηκαν νέες δυνάμεις με παγκόσμια ισχύ. Ο ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Κίνας έφτασε το 10% και η Ινδία ακολουθούσε. Η Ρωσία άρχισε να μαζεύει τα κομμάτια της Σοβιετικής Ένωσης που κατέρρευσε και διεκδικούσε να αναδειχθεί σε σημαντικό πολιτικό παράγοντα, κυρίως μέσα από την παραγωγή και την εξαγωγή ενεργειακών πόρων.
Άλλες χώρες, π.χ. η Βραζιλία, αναπτύχθηκαν λόγω της έκρηξης των τιμών των βασικών προϊόντων και σε αντιπαράθεση με τη «ροζ παλίρροια» άλλων χωρών, όπως η Βολιβία και η Βενεζουέλα που επικρίνουν την αμερικανική εξωτερική πολιτική από αριστερές, λαϊκιστικές ή εθνικιστικές θέσεις. Η Νότια Αφρική έγινε μέρος των BRICS, μιας καινούργιας αναπτυξιακής τράπεζας. Η Τουρκία προσπαθεί να γίνει περιφερειακή ηγέτιδα δύναμη με όνειρο την ηγεσία ολόκληρου του ισλαμικού κόσμου, ενώ η Κίνα έχει ανοίξει δρόμους συνεργασίας και υποδομών που εκτείνονται μέχρι την Κεντρική Ασία μέσω του «One Belt, One Road Initiative». Η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να «ξανακάνει μεγάλη την Αμερική» κινδυνεύει να αφήσει κενό εξουσίας το οποίο θα καλύψει ο πρώτος τυχών.
Παρατηρούνται μετατοπίσεις ισχύος: η σημαντικότερη αναδιάταξη της διεθνούς εξουσίας στην ιστορία ήταν η άνοδος της Δύσης κατά την εποχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας και της οικοδόμησης αυτοκρατοριών, όταν δηλαδή η Ευρώπη ξεπέρασε την Κίνα για να γίνει το κυρίαρχο πολιτικοοικονομικό κέντρο εξουσίας στον κόσμο.
Σήμερα αυτή η τάξη πραγμάτων έχει διασαλευτεί: κανένα κέντρο εξουσίας δεν παραμένει αμετακίνητο στο πέρασμα του χρόνου. Έτσι, υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον του παγκόσμιου καπιταλισμού: αν η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και η αμερικανική ηγεμονία ήταν η κόλλα που συνέδεε τις χώρες στο παγκόσμιο τοπίο με αποτέλεσμα να περιορίζει τον αντίκτυπο των μεγάλων ανταγωνισμών εξουσίας (αν και δεν περιόριζε τις παρεμβάσεις με πρωτοβουλία των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, όπως στο Αφγανιστάν, το Ιράκ ή τη Συρία), τι θα συνέβαινε αν οι ΗΠΑ αποσύρονταν από τον φιλελεύθερο διεθνισμό; Οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών χωρών παραμένουν στάσιμοι ―κάτι στο οποίο η Βρετανία απάντησε αποχωρώντας από την ΕΕ με σκοπό να επιτύχει μεγαλύτερη ανάπτυξη―, ενώ εκείνοι της Κίνας και άλλων αναδυόμενων δυνάμεων συνεχίζουν να τους ξεπερνούν πολύ, ακόμη και αν έχουν επιβραδυνθεί την τελευταία δεκαετία ― τίθεται λοιπόν το ερώτημα οι «υπόλοιποι» θα ξεπεράσουν τη Δύση; Και πώς θα αντιδράσουν άραγε οι δυτικές χώρες για να διατηρήσουν τη θέση τους στην κορυφή της παγκόσμιας ιεραρχίας;
Η συνεργασία μεταξύ των ανερχόμενων δυνάμεων θα οδηγήσει πράγματι σε έναν πολυπολικό κόσμο ο οποίος, για πολλούς, είναι ήδη μια πραγματικότητα; Θα χρησιμοποιήσει η Κίνα την οικονομική της δύναμη για να διεκδικήσει την παγκόσμια ηγεμονία μετά την αμερικανική παρακμή; Και τι σημαίνει τελικά όλη αυτή η ρητορική για την παρακμή των ΗΠΑ, για τη διάσπαση του δυτικού κόσμου και για το ζοφερό μέλλον του ευρωπαϊκού σχεδίου ολοκλήρωσης;
Κατά μία έννοια, ο χρόνος θα δείξει. Αλλά χρειάζεται διαχείριση των κινδύνων για παγκόσμιες συγκρούσεις οι οποίοι πιθανώς αυξάνονται εξαιτίας των αυταρχικών ηγεσιών. Το 2017 ο Κινέζος πρόεδρος περιέγραψε την κατάσταση στο Φόρουμ του Νταβός με τις συνηθισμένες μετεωρολογικές και γεωγραφικές παρομοιώσεις επιμένοντας στην παγκόσμια συνδεσιμότητα, στο μοίρασμα της ευημερίας, στο παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο και στις επενδύσεις ― μάλιστα, ο Χσι Τζινπίνγκ έκανε κήρυγμα εναντίον του προστατευτισμού παρομοιάζοντάς τον με ένα κλειδωμένο σκοτεινό δωμάτιο. «Κανείς δεν θα βγει νικητής από έναν εμπορικό πόλεμο,» κατέληξε ο Τζινπίνγκ.
Η μετάβαση της Κίνας στον καπιταλισμό, η οποία την κατέστησε τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έγινε μέσω των ανταλλαγών με τις ΗΠΑ και μέσω της ένταξής της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Οι ΗΠΑ, τουλάχιστον επί της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, κινήθηκαν προς τον προστατευτισμό, η Κίνα προωθεί τη συνέχιση της παγκοσμιοποίησης και της διεθνούς οικονομικής ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης της συνεργασίας των χωρών του Ειρηνικού, από την οποία ο Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ. Έτσι, ενώ ο φιλελευθερισμός ήταν πρωτοβουλία των ΗΠΑ, η Κίνα μοιάζει να παίρνει τη σκυτάλη του ελεύθερου ανταγωνισμού, ο οποίος βεβαίως τη συμφέρει.
Να ποια είναι τα ερωτήματα τα οποία δεν έχουν απαραιτήτως συγκεκριμένες απαντήσεις: Η αμερικανική ισχύς βρίσκεται σε σχετική πτώση παγκοσμίως ή απλώς έχει επικεντρωθεί σε καινούργιους χώρους ή δραστηριότητες; Για να αντλήσουμε συμπεράσματα για το ποιος θα είναι ο χαρακτήρας της συνύπαρξης των μεγάλων δυνάμεων ― αν θα συμφωνήσουν στη συνεργασία ή αν θα έρθουν σε σύγκρουση― χρειαζόμαστε μια παγκόσμια ανάλυση που να συνδέει όλες τις περιοχές του κόσμου.
Οπωσδήποτε, η αμερικανική αισιοδοξία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης διήρκεσε μόνο μια δεκαετία: οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» έδειξαν τα όρια της αμερικανικής ισχύος, ενώ η χρηματοπιστωτική κρίση στα τέλη της περιόδου 2007-2008 υπογράμμισε το φαινόμενο των μαύρων κύκνων και τις θεμελιώδεις αδυναμίες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος που επικεντρώνονται στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ρωγμές του οικονομικού συστήματος στη Δύση ευνοούν, αντικειμενικά, την οικονομική επιρροή των αναδυόμενων δυνάμεων, ιδίως της Κίνας. Η ολοένα και πιο αποφασιστική οικονομική διπλωματία και οι στρατηγικές στρατιωτικές παρεμβάσεις της Κίνας στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, π.χ. η δημιουργία τεχνητών νησιών στη θαλάσσια περιοχή της Νότιας Κίνας, επιβεβαιώνει την αντίληψη ότι η αμερικανική ηγεμονία είναι σήμερα κάπως εύθραυστη. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και η εμφάνιση ακροδεξιών και φιλελεύθερων πολιτικών κινημάτων εντός και εκτός της Δύσης, και το επίσης εύθραυστο μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σηματοδοτούν ευρείες αντιλήψεις για αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον της παγκόσμιας διακυβέρνησης υπό την ηγεσία της Δύσης. Η αλλαγή της αμερικανικής διοίκησης είναι μια λεπτομέρεια μέσα σε μια παγκόσμια συγκυρία που μπορεί να επιβραδύνει ή να επιταχύνει τις εξελίξεις.
Βρίσκεται λοιπόν η παγκόσμια τάξη υπό την αμερικανική ηγεμονία σε αναπόδραστη παρακμή; Ποια είναι τα συμπτώματά της; Υπάρχει περίπτωση να διαχυθεί η παγκόσμια ισχύς σε ένα πολυπολικό παγκόσμιο σύστημα; Τι είδους προοπτικές και εμπειρικές αποδείξεις χρησιμοποιούνται καλύτερα για να κατανοήσουν τους μετασχηματισμούς στο διεθνές σύστημα; Μήπως οι μετατροπές στην αμερικανική εξουσία υπονομεύουν τον φιλελεύθερο δημοκρατικό καπιταλισμό της αγοράς που έχει έντονα υπερασπιστεί η Δύση τις τελευταίες δεκαετίες; Μήπως μαζί με την αμερικανική ηγεμονία καταρρεύσουν οι «δυτικές αξίες» και επικρατήσουν αυταρχικά λαϊκιστικά ή μη καθεστώτα;
Δεν μπορούμε σε όλα τούτα να απαντήσουμε με λίγες λέξεις και με τρόπο κατηγορηματικό. Αμερικανική παραμένει και η επιρροή σε περιφερειακές δυνάμεις όπως, για παράδειγμα, στη Βραζιλία, ενώ πράγματι σε άλλες, όπως η Τουρκία, η αμερικανική επιρροή έχει υποχωρήσει δραματικά.
Οι προβλέψεις για το τέλος της ηγεμονίας των ΗΠΑ δεν είναι κάτι καινούργιο. Στη δεκαετία του 1970, για παράδειγμα, με την άνοδο της Ιαπωνίας, οι πολιτικοί αναλυτές προέβλεπαν το τέλος της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας, ενώ άλλοι ήταν πιο σκεπτικιστές: «περιμένετε λίγο και θα δούμε». Πράγματι, η Ιαπωνία αναπτύχθηκε, έγινε το επίκεντρο του Τρίτου Κόσμου και σταθεροποιήθηκε πέραν του ιαπωνικού θαύματος. Η Ιαπωνία ενσωματώθηκε τόσο βαθιά στην αμερικανική ισχύ ώστε δεν αποτελούσε πρόκληση ενώ η αμερικανική οικονομία φάνηκε να επιταχύνεται από την επανάσταση της τεχνολογίας των πληροφοριών.
Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 2000, αυτή η ρητορική άρχισε να αλλάζει. Καθώς οι ΗΠΑ ξεκίνησαν τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» εισβάλλοντας στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, και καθώς η Κίνα απέκτησε το προφίλ της παγκόσμιας δύναμης χωρίς τη χρήση όπλων, το ζήτημα της αμερικανικής παρακμής επανήλθε. Πολλοί υποστήριξαν ότι η στρατιωτική δύναμη αντιστάθμιζε την παρακμή της οικονομικής δύναμης και της ηγεμονικής παρουσίας. Τα ράφια των βιβλιοπωλείων ήταν γεμάτα τόμους με τίτλους όπως «Όταν η Κίνα κυβερνά τον κόσμο: Το τέλος του δυτικού κόσμου και η γέννηση μιας νέας παγκόσμιας τάξης,» «China Inc.: Η άνοδος της επόμενης υπερδύναμης», «Η Αμερική, ο κόσμος και η Κίνα: Μυστική στρατηγική για την αντικατάσταση της αμερικανικής υπερδύναμης».
Αλλά, μέχρι σήμερα, δεν δόθηκε απάντηση στο ερώτημα αν όντως προχωρούμε σε έναν σινοκεντρικό κόσμο. Υπάρχουν κάποιες τέτοιες ενδείξεις ― κι αν η Κίνα, που είναι σήμερα εξαρτημένη από τις εξαγωγές, συνεχίσει να αναπτύσσει μια μεσαία, καταναλωτική τάξη μπορεί να οδηγηθεί πράγματι σε πιο αυτοδύναμη αναπτυξιακή πορεία. Εν τω μεταξύ, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη δημιουργία μιας καινούργιας διεθνούς αρχιτεκτονικής που αψηφά την αμερικανική παγκόσμια ηγεσία, από την BRICS New Development Bank που εδρεύει στη Σαγκάη έως τις επενδύσεις της με τη δημιουργία ενός «New Silk Road» και την παροχή δανείων σε αφρικανικές χώρες δίχως τις απαιτήσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Συνολικά, η Κίνα φαίνεται ο θριαμβευτής της νεοφιλελεύθερης οικονομικής παγκοσμιοποίησης.
Δεν αρκεί η οικονομική ανάπτυξη και το μέγεθος για να γίνει μια χώρα ηγεμονική.
Αλλά δεν είναι τόσο απλό. Δεν αρκεί η οικονομική ανάπτυξη και το μέγεθος για να γίνει μια χώρα ηγεμονική. Το άκρως εθνικιστικό κινεζικό κράτος στερείται καθολικής ιδεολογίας ισοδύναμης με τον αμερικανικό «εξαιρετισμό» που δίνει, όσο δίνει, το δικαίωμα παρέμβασης και ελέγχου των διεθνών υποθέσεων με σκοπό το «καλό» ―δημοκρατία, ευημερία― στη μεγαλύτερη εικόνα. Γίνεται λόγος για πολυπολικότητα, αλλά προς το παρόν έχει μόνο οικονομική διάσταση, όχι πολιτιστική.
Πράγματι, πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας, της Κίνας, του Ιράν, της Νότιας Αφρικής, αναπτύσσουν νέες διεθνείς συνδέσεις παρακάμπτοντας την ηγεσία των ΗΠΑ. Αλλά το δολάριο παραμένει το «παγκόσμιο χρήμα» και ο αμερικανικός στρατός παραμένει μακράν ο πιο πολυδάπανος και ισχυρός στον κόσμο. Ίσως η προεδρία Μπάιντεν έχει τη διορατικότητα να χρησιμοποιήσει smart power και να διασώσει το αμερικανικό όνειρο ― κάτι που προσπάθησε να κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ αγνοώντας ωστόσο, με αντιφατικό τρόπο, τις δημοκρατικές αξίες, όπως την ενσυναίσθηση, την αλληλεγγύη και την ενότητα.
Θέλω να πω με όλα τούτα ότι οι ΗΠΑ έχουν όλες τις προϋποθέσεις να διατηρήσουν την ηγεμονία τους, αλλά αν προσπαθήσουν να την επιβάλουν με εθνικιστική ρητορική δεν θα έχουν καλά αποτελέσματα, ιδιαίτερα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον όπου οι δημοκρατικές αρχές δεν έχουν απαραιτήτως οικουμενική αποδοχή.
Η σχετικά πρόσφατη χρηματοοικονομική γεωγραφία, το Χονγκ Κονγκ και το Λονδίνο, μπορούν να παίξουν τον ρόλο τους στη μετάβαση σε μια μετα-αμερικανική παγκόσμια χρηματοοικονομική τάξη. Θα έλεγα συμπερασματικά, ριψοκινδυνεύοντας να πέσω έξω με χονδροειδή τρόπο, ότι μπαίνουμε σε μια εποχή πολύ πιο κοντά στον αμερικανικό αιώνα από ό,τι μέχρι τώρα. Καθώς η Κίνα έχει από καιρό παραιτηθεί από την αντι-καπιταλιστική θέση και έχει αρχίσει να επαναδιαπραγματεύεται τους όρους ένταξης στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Παρά τα αναδυόμενα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Asian Infrastructure Investment Bank και BRICS Bank), η Κίνα και οι αναδυόμενες δυνάμεις πλαισιώνουν αυτά τα ιδρύματα ως συμπληρωματικά στα ήδη υπάρχοντα που έχουν δημιουργηθεί από τις απαρχές της αμερικανικής ηγεμονίας.
Η τρέχουσα παγκόσμια πολιτική οικονομία καταδεικνύει μια δυνητικά συνεχιζόμενη τάση «μαζικού καταναλωτισμού αμερικανικού τύπου» και τη διάδοση των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων σε μια παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία που ενσωματώνει όλο και περισσότερες χώρες από τον Παγκόσμιο Νότο. Ενώ η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ ενίσχυσαν τις υποθέσεις της ευρωατλαντικής παρακμής, οι καταναλωτικές τάσεις αμερικανικού τύπου εμποδίζουν την «ενότητα της εργατικής τάξης που θέλει να γκρεμίσει τον καπιταλισμό». Τον καπιταλισμό δεν θέλουν να γκρεμίσουν «οι εργάτες», αλλά οι ιδεολόγοι που δεν είναι εργάτες.
Σίγουρα κάποιες ενώσεις του 20ού αιώνα, όπως ο ΟΗΕ και το ΝΑΤΟ, έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους. Σ’ αυτό αντέδρασε ο Ντόναλντ Τραμπ, εν πάση περιπτώσει οι Ρεπουμπλικανοί, στηρίζοντας τον «απομονωτισμό, τη μονομέρεια και τον προστατευτισμό» ― αλλά χωρίς να είναι αυτή η σωστή λύση για τις ΗΠΑ. Το στοίχημα σήμερα είναι μάλλον μια πιο προοδευτική εξωτερική πολιτική που απομακρύνεται από τον επεκτατισμό αποφεύγοντας οπισθοδρομικές εθνικιστικές αναδιπλώσεις. Αν επιτευχθεί αυτό, οι ΗΠΑ θα ισορροπήσουν για λίγο, χωρίς ορατή άνοδο αλλά και χωρίς ορατή πτώση.