Πολιτικη & Οικονομια

Μα τι σκέφτονταν;

Μου είναι αδύνατον να καταλάβω ποια ήταν η σκέψη (αν υπήρχε) πίσω από τον συνδυασμό του τόσο αχρείαστου με το τόσο βλαπτικό στο πρωθυπουργικό τραπέζωμα στην Ικαρία

Μάνος Βουλαρίνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μάνος Βουλαρίνος σχολιάζει το γεύμα του Κυριάκου Μητσοτάκη στο σπίτι του Χριστόδουλου Στεφανάδη στην Ικαρία και τις εικόνες συνωστισμού

Όσο καιρό παρακολουθώ την επικαιρότητα (δηλαδή περίπου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου) οι φορές που έχω αναρωτηθεί «Είναι δυνατόν να το έκαναν/είπαν αυτό; Μα τι σκέφτονταν;» είναι αρκετές και τις περισσότερες φορές μπορώ να υποθέσω (χωρίς καμία ασφάλεια εννοείται) μια κάποια πιθανή σκέψη πίσω ακόμα και από τις μεγαλύτερες γκάφες. Το πρωθυπουργικό τραπέζωμα στην Ικαρία δεν είναι μια από αυτές τις φορές και, πραγματικά, όσο και να προσπαθώ, μου είναι αδύνατον να καταλάβω ποια μπορεί να ήταν η σκέψη (αν υπήρχε) πίσω από αυτόν τον συνδυασμό του τόσο αχρείαστου με το τόσο βλαπτικό.

Ποια ήταν η σκέψη πίσω από ένα τραπέζωμα σε κοινή θέα εν μέσω αυστηρών μέτρων καραντίνας; Ποια ανάγκη εξυπηρετούσε αυτή η επίδειξη αδιαφορίας για το παράδειγμα που ο κάθε ηγέτης πρέπει να δίνει; Ποιος είπε «α, μα τι καλύτερο από το να φάμε όλοι μαζί στο σπίτι του Στεφανάδη παραβιάζοντας κανόνες που έχουμε επιβάλει σε όλους τους υπόλοιπους Έλληνες»;

Οι δικαιολογίες που διάβασα μετά το (ομολογουμένως θεαματικό) πρωθυπουργικό αυτογκόλ με κάνουν να πιστεύω πως η απάντηση είναι πως κανείς δεν σκέφτηκε τίποτα. Ούτε την ευθύνη, ούτε το μήνυμα, ούτε το παράδειγμα, ούτε τίποτα.

«Τηρήθηκαν όλα τα μέτρα» γράφουν, όταν παραβιάστηκε ο νόμος (αν δεν παραβιάστηκε να ενημερωθούμε ότι τα τραπεζώματα με «τήρηση όλων των μέτρων» επιτρέπονται).  

«Η Ικαρία είναι πράσινη» γράφουν, όταν ο περιορισμός των τραπεζωμάτων σε σπίτια ισχύει για όλη την Ελλάδα (σύμφωνα με τις κυβερνητικές αποφάσεις έχουν ανασταλεί όλες οι συναθροίσεις και οι κοινωνικές εκδηλώσεις ανεξαρτήτως δημόσιου ή ιδιωτικού χώρου).

«Ήταν όλοι εμβολιασμένοι» γράφουν, όταν ακόμα κι αν αυτό είναι αλήθεια (που δεν είναι) θα ήταν σκάνδαλο καθώς, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν ήταν όλοι στην πρωθυπουργική παρέα υγειονομικοί ή άνω των 80 ετών.

«Μα ήταν γεύμα εργασίας» γράφουν, κι ακόμα κι ο Στεφανάδης τους διαψεύδει με την ανακοίνωσή του.

«Μα το βίντεο κρατάει μόλις 1’20» γράφουν, λες και κανείς πιστεύει ότι το τραπέζι κράτησε κάνα δίλεπτο ή λες και η κυβερνητική απόφαση λέει πως επιτρέπεται το τραπέζωμα και γενικά οι κοινωνικές εκδηλώσεις αλλά μόνο για λίγα λεπτά.

«Μα να μη φάει ο πρωθυπουργός;» γράφουν, λες και επειδή πρέπει να φάει είναι απαραίτητο να παραβιαστούν όλα τα μέτρα που ο ίδιος έχει αποφασίσει.

Διαβάζοντας όλες τις δικαιολογίες μού φαίνεται πως λιγότερο εκνευριστικό θα ήταν κάποιος να έλεγε «δικά του είναι τα μέτρα, ό,τι θέλει τα κάνει».     

Αλλά ακόμα κι αν όλα έγιναν τυπικώς σωστά (που για όποιον ξέρει ανάγνωση κι έχει ακόμα την όραση του, προφανώς δεν έγιναν), κανείς από αυτούς που νομίζουν πως μετά το αλάθητο του Πάπα είναι σε ισχύ και το αλάθητο του Μητσοτάκη δεν σκέφτεται πως υπάρχει κάτι που λέγεται παράδειγμα και το οποίο πρώτοι οι ηγέτες πρέπει να δίνουν, ειδικότερα στις πιο δύσκολες στιγμές; Δεν σκέφτηκε κανείς ότι τώρα που υπάρχει γκρίνια και κούραση και αβεβαιότητα, δεν πρέπει ούτε κατά διάνοια να υπάρχει και η υπόνοια (πόσο μάλλον η βεβαιότητα) ότι ηγεσία της χώρας είναι υπεράνω των κανόνων που η ίδια επιβάλλει; Δεν σκέφτηκε κανείς ότι το μοναδικό μήνυμα που πρέπει να περνάει (ιδιαιτέρως αυτή την εποχή, αλλά ιδανικά πάντα) είναι πως η ηγεσία είναι πρώτα (και περισσότερο) αυστηρή με τον εαυτό της; Δεν σκέφτηκε κανείς πως είναι προτιμότερο να στερηθεί τη φιλοξενία του βουλευτή του ο πρωθυπουργός παρά να υπάρξει (έστω και αδίκως) αμφιβολία για την τήρηση των μέτρων; 

Όπως φαίνεται, κανείς.

Κι αυτό που έγινε στην Ικαρία είναι το κερασάκι σε μια τούρτα με κυβερνητικά στελέχη που εδώ και εβδομάδες κάνουν τους πανελίστες και ανέμελοι ανοίγουν το στόμα τους και λένε ό,τι τους κατέβει, δίνουν επιχειρήματα σε ψεκασμένους, αλληλοδιαψεύδονται ή διαψεύδουν τους εαυτούς τους και γενικώς συμπεριφέρονται σαν ζαλισμένα κοτόπουλα που το καθένα παίρνει τον δικό του δρόμο κι όπου τον βγάλει.

Φαίνεται πως η κυβέρνηση έχει πάθει κάτι που καμιά κυβέρνηση δεν πρέπει να παθαίνει: νομίζει ότι παίζει χωρίς αντίπαλο.

Αυτό μπορεί να είναι αληθές σε ό,τι έχει να κάνει με την αξιωματική και την υπόλοιπη αντιπολίτευση, αλλά τα άλλα κόμματα ποτέ δεν είναι ο μεγαλύτερος αντίπαλος μιας κυβέρνησης. Γιατί ο μεγαλύτερος αντίπαλος μιας κυβέρνησης είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Έτσι, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει κυρίως να αντιμετωπίσει την (εύκολη και βολική) σύγκριση με την κυβέρνηση του Αλέκση, αλλά τη σύγκριση με τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει για τον τρόπο με τον οποίο θα διαχειριστεί τα προβλήματα. Η κυβέρνηση είναι επικοντιστής που πρέπει να περάσει ένα ύψος και όχι ποδοσφαιρική ομάδα σε ντέρμπι. 

Αυτό το μάλλον απλό μοιάζουν εδώ και καιρό να το έχουν ξεχάσει στην κυβέρνηση και φέρονται σαν ποδοσφαιρική ομάδα σε ντέρμπι που προηγείται με 5-0 στο 80’. 

Μοιάζουν να έχουν πιστέψει ότι είναι αλάθητοι μόνο και μόνο επειδή οι δημοσκοπήσεις τούς δείχνουν πολύ πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ και εμφανίζουν τον Μητσοτάκη πολύ καταλληλότερο για την πρωθυπουργία από τον Αλέκση.

Ε, λοιπόν, τους έχω νέα: Μετά τα 4,5 χρόνια της Πρώτης Φοράς Αριστεράς οι περισσότεροι κάτοικοι αυτής της χώρας δεν θέλουν να τα ξαναζήσουν και ξέρουν καλά ότι κι ένα κομοδίνο θα ήταν καταλληλότερο από τον Αλέκση. Αλλά είμαι σίγουρος ότι ο πρωθυπουργός έχει κάπως μεγαλύτερες φιλοδοξίες από απλώς να κερδίζει μηδέν. Και μπράβο του.