Πολιτικη & Οικονομια

Τι είναι ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης;

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την υιοθέτηση του ελληνικού Δείκτη

Παναγιώτης Καρκατσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τι είναι ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης που παρουσιάστηκε από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών και γιατί έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Χθες παρουσιάστηκε, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών, ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης. Είναι μια από εκείνες τις ειδήσεις που περνάνε στα ψιλά των ΜΜΕ, αν και η σημασία τους είναι αντιστρόφως ανάλογη προς την προβολή που έχουν.

Ο Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης (εφεξής Δείκτης) είναι η κατάληξη μιας πολύχρονης επιστημονικής, διοικητικής και πολιτικής προσπάθειας τριών δεκαετιών. Με αυτόν μπορούμε να αξιολογήσουμε την ποιότητα των νόμων μας, δηλαδή πόσο κατανοητοί, φιλικοί και αποτελεσματικοί είναι. Αλλά εκτός από τον χαρακτήρα του ως μέτρο της ποιότητας των νόμων, ο Δείκτης έχει κι έναν παιδευτικό χαρακτήρα αφού, παρακολουθώντας τις συστάσεις του μπορούμε να βελτιωνόμαστε συνεχώς ώστε, εν τέλει, το κράτος δικαίου και η Δημοκρατία μας να αποκτήσουν την ποιότητα που θέλουμε και προσδοκούμε.

Ο Δείκτης αναπτύχθηκε από δύο ειδικούς στον επιστημονικό κλάδο που καλείται «Νομοθέτηση», την Έφη Στεφοπούλου και τον γράφοντα. Η Νομοθέτηση είναι ο επιστημονικός κλάδος που τα τελευταία 50 χρόνια συγκεφαλαιώνει τη γνώση και τις πρακτικές για τη βελτίωση των νόμων στις απανταχού Δημοκρατίες.

Μάλιστα, μόλις χθες πληροφορηθήκαμε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την υιοθέτηση του ελληνικού Δείκτη, προκειμένου αυτός να αποτελέσει ένα εργαλείο αξιολόγησης και βελτίωσης της ποιότητας των κοινοτικών κανόνων. Σημειωτέον ότι η κοινοτική ρυθμιστική ύλη αποτελεί περισσότερο από τη μισή ύλη που υιοθετείται και εφαρμόζεται στα κράτη μέλη της Ε.Ε.

Η χαρά μου, λοιπόν, είναι διπλή όχι μόνο γιατί μετά από τόσα χρόνια προσπαθειών έχουμε ένα αποτέλεσμα που θα μας επιτρέψει να βελτιώσουμε την ποιότητα της νομοθέτησης στη χώρα μας, αλλά και επειδή μπορούμε να συμβάλλουμε στη βελτίωση του θεσμικού οικοδομήματος της Ε.Ε.

Η πορεία που μας οδήγησε σ’ αυτό το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά αψεγάδιαστη και ανέφελη ήταν. Από την ανυπαρξία τεχνικών μέσων (θυμάμαι να μετράμε τα άρθρα και τις παραγράφους των νόμων των πρώτων 30 χρόνων της μεταπολίτευσης με το χέρι) όσο, και κυρίως, από την εμμονή καρεκλοκένταυρων και εγωκεντρικών πολιτικών που πίστευαν ότι οι νόμοι είναι κτήμα τους και κάθε προσπάθεια βελτίωσης της παραγωγής τους θα συνιστούσε απαράδεκτη επέμβαση στο δικαίωμα του βουλευτή/υπουργού να προτείνει και να θεσμοθετεί ό,τι πιστεύει πως είναι χρήσιμο και σωστό.

Χρειάστηκε πολλή επιμονή προκειμένου να φτάσουμε στο σημείο να αποκτήσουμε ένα σύγχρονο πλαίσιο για την οργάνωση της καλής νομοθέτησης και τώρα, μάλιστα, να διακρινόμαστε γι’ αυτό. Ακόμη ένα ελληνικό παράδοξο: Ο ιστορικός χρόνος που διανύθηκε από την εποχή που η Βουλή κύρωνε -άκουσον άκουσον- ανδρομικά υπουργικές αποφάσεις δίνοντάς τους ισχύ νόμου, μέχρι τώρα που πρωτοπορούμε στην παραγωγή μέσων για την υποστήριξη και την προώθηση της πολιτικής για την καλή νομοθέτηση είναι πολύ μικρός.   

Οπότε, η αισιοδοξία δικαιολογείται.

Στην τριακονταετή αυτή διαδρομή υπάρχουν άνθρωποι που τα ονόματά τους θέλω να μνημονεύσω γιατί, εν τέλει, είναι οι άνθρωποι που κάνουν ιστορία.

Η Βάσω Παπανδρέου, η υπουργός που δεν δίστασε να δημιουργήσει την πρώτη επιτροπή εμπειρογνωμόνων που παρήγαγε το πρώτο σχέδιο νόμου για την καλή νομοθέτηση. Ο Προκόπης Παυλόπουλος, ένθερμος υποστηρικτής της καλής νομοθέτησης που δεν μπόρεσε να κάμψει τις αντιστάσεις των παλαιοκομματικών εντός του κόμματός του αλλά οδήγησε στη δημιουργία της Υ190/2006, μιας απόφασης του πρωθυπουργού που υπείχε θέση νόμου και μας επέτρεψε να κρατήσουμε άσβεστη τη φλόγα της καλής νομοθέτησης. Ο Γιώργος Παπανδρέου, που κι αυτός εις πείσμα των δικών του παλαιοκομματικών, υιοθέτησε το κείμενο του νόμου 4048/12 που ψηφίστηκε, στη συνέχεια, από την κυβέρνηση Παπαδήμου. Τέλος, ο Αλέξανδρος Σκούρας, Πρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, που πίστεψε στον Δείκτη και δεν φείσθηκε κόπων και μέσων για την δημιουργία του.

Παρά τους χαλεπούς καιρούς που ζούμε και παρά τις δοκιμασίες που το κράτος δικαίου και η Δημοκρατία υφίστανται, είμαι αισιόδοξος. Η ιστορία δεν γυρίζει πίσω. Πιστεύω ακράδαντα ότι μεταρρυθμίσεις και επιτεύγματα σαν αυτά του Δείκτη τη δυναμώνουν και την κάνουν ικανή να αντισταθεί στις επιθέσεις όσων την επιβουλεύονται. Μάλιστα, η αισιοδοξία αυτή εδραιώνεται όσο βλέπω την πολυπόθητη πολιτική και κομματική συναίνεση να οικοδομείται. Ένιωσα έτσι βλέποντας τον Γιώργο Γεωργαντά, τη Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου και τον Γιώργο Καμίνη που σχολίασαν τα αποτελέσματα του Δείκτη για το 2019 να συμφωνούν για την αναγκαιότητα βελτίωσης της νομοθέτησης και τη λήψη κάθε πρόσφορου μέσου για την υποστήριξή της.