Πολιτικη & Οικονομια

Εκλογές ΗΠΑ: Ομπάμα εναντίον Τραμπ, μία υπόθεση πολύ προσωπική

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ κάνει με πάθος προεκλογική εκστρατεία υπέρ του Τζο Μπάιντεν

Άγης Παπαγεωργίου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μπάρακ Ομπάμα στηρίζει τον Τζο Μπάιντεν εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ στον αγώνα για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.

Ο χρόνος για τις Προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ λιγοστεύει και έφτασε πλέον η ώρα ώστε οι δύο καμπάνιες να χρησιμοποιήσουν όλα τα όπλα τους. Αν οι Ρεπουμπλικάνοι βασίζονται στις μεγαλοπρεπείς ομιλίες του Ντόναλντ Τραμπ, οι Δημοκρατικοί είδαν με ενθουσιασμό –ίσως και νοσταλγία– τον πρώην Πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα, να επιστρέφει σε εκείνο που ξέρει να κάνει καλύτερα από τον καθένα: την προεκλογική εκστρατεία.

Ο Ομπάμα επέστρεψε στις ζωντανές ομιλίες ώστε να βοηθήσει τον πρώην Αντιπρόεδρο του – και «αδερφό του» όπως τον αποκαλεί – Τζο Μπάιντεν να είναι εκείνος ο επόμενος κάτοικος του Λευκού Οίκου. Όμως, η ρητορική και το πάθος του, που τον κάνουν να μοιάζει σαν να είναι εκείνος ο αντίπαλος του Τραμπ, υποδεικνύουν πως οι εκλογές της επόμενης Τρίτης αποτελούν ένα προσωπικό ζήτημα· ο Ομπάμα κατεβαίνει στην κούρσα, όχι μόνο για τον Μπάιντεν, αλλά και για τον εαυτό του.

Η έμφαση στις swing states

Με ελάχιστες μέρες να απομένουν μέχρι τις εκλογές, η προσοχή όλων στρέφεται στις swing states. Έτσι, ο Ομπάμα πραγματοποίησε την επιστροφή του στη Φιλαδέλφεια, πρωτεύουσα της κρισιμότατης Πενσυλβάνια. Ο πρώην Πρόεδρος –που κέρδισε την Πενσυλβάνια και τις δύο φορές που ήταν υποψήφιος– κατηγόρησε τον Τραμπ πως σήκωσε λευκή σημαία απέναντι στην πανδημία, κάτι που οδήγησε στην απώλεια χιλιάδων ανθρώπινων ζωών αλλά και εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, καταστρέφοντας παράλληλα την «περηφάνια» των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο.

© EPA/BIDEN HARRIS CAMPAIGN

Αναμφίβολα, οι ρητορικές ικανότητες του Ομπάμα παραμένον εξαιρετικές. Σε μια μαεστρική κίνηση, ο πρώην Πρόεδρος κάλεσε τους πολίτες της Πενσυλβάνια να αναρωτηθούν πώς είναι δυνατόν να περιμένουν ότι ο Τραμπ θα τους προστατέψει από τη στιγμή που δεν κατάφερε να το κάνει για τον εαυτό του, αψηφώντας παράλληλα και συστηματικά σχεδόν όλες τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων. Φυσικά, δεν παρέλειψε να κατηγορήσει τον Αμερικάνο Πρόεδρο για τις θέσεις του σε ό,τι αφορά την κοινωνική ασφάλιση, τον ρατσισμό αλλά και την εξωτερική πολιτική, κυρίως όμως εστίασε ιδιαίτερα στην αντίθεση της ιδιοσυγκρασίας του Τραμπ με εκείνη του Μπάιντεν. Αφού κατηγόρησε τον Τραμπ πως έχει μετατρέψει την Αμερικανική Προεδρία σε reality show, υπενθύμισε πως μια Προεδρία Μπάιντεν συνεπάγεται την επιστροφή στην αξιοπρέπεια και τις «αμερικάνικες αξίες» με τις οποίες ουσιαστικά ο νυν Πρόεδρος δεν έχει καμία σχέση.

Μετά την Πενσυλβάνια, ο Ομπάμα αναμένεται να κάνει τις ίδιες επικλήσεις στο Ορλάντο της Φλόριντα – καθώς αποτελεί τη δεύτερη κρισιμότερη πολιτεία που θα κρίνει το τελικό αποτέλεσμα, και την οποία είχε κερδίσει επίσης δύο φορές ως υποψήφιος. Η καμπάνια του Μπάιντεν κρίνει πως η παρουσία του πρώην Προέδρου στις καθοριστικές swing states θα συσπειρώσει τη βάση του κόμματος, αλλά ενδεχομένως να στρέψει και έναν κρίσιμο αριθμό αναποφάσιστων προς τους Δημοκρατικούς· με δεδομένο πως ο Τραμπ κέρδισε την Πενσυλβάνια με λιγότερες από 50.000 ψήφους και τη Φλόριντα με κάτι παραπάνω από 100.000, η ευρύτερη αποδοχή του Ομπάμα στη μεσαία τάξη μπορεί θεωρητικά να αποβεί καθοριστική σε περίπτωση που οι διαφορές είναι ξανά τόσο μικρές.

© EPA/CRISTOBAL HERRERA-ULASHKEVICH

Γιατί η επιστροφή Ομπάμα δεν ήταν δεδομένη

Με μια πρώτη ανάλυση, η στήριξη του Ομπάμα στον πρώην αντιπρόεδρό του μοιάζει αυτονόητη. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν ήταν λίγες οι φορές που πρώην αντιπρόεδροι θέλησαν να αποστασιοποιηθούν από τους προέδρους που υπηρέτησαν, ώστε να αποδείξουν πως αξίζουν να διεκδικήσουν την προεδρία με τη δική τους προσέγγιση και ατζέντα. Το μεγαλύτερο παράδειγμα αποτελεί η εκστρατεία του Αλ Γκορ το 2000, ο οποίος παρότι είχε υπηρετήσει ως αντιπρόεδρος του Μπιλ Κλίντον για οκτώ χρόνια, θεώρησε πως η παρουσία του Κλίντον πιθανώς θα επισκίαζε το μήνυμά του και θα έβλαπτε την εκστρατεία του. Αντίστοιχα, η καμπάνια του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου το 1988 δεν αξιοποίησε ιδιαίτερα την κληρονομιά και τη δημοφιλία του Ρόναλντ Ρήγκαν, παρότι η επίσης οκταετής παρουσία του Μπους στο πλευρό του συνδυάστηκε με μια πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη για τις ΗΠΑ, αλλά και καθοριστικές επιτυχίες στην εξωτερική τους πολιτική στα τέλη του Ψυχρού Πολέμου. Τα παραδείγματα των Μπους και Γκορ έχουν ενδιαφέρον, καθώς ο πρώτος κέρδισε τον Μάικ Δουκάκη με μεγάλη διαφορά, ενώ ο δεύτερος έχασε την εκλογή του στο Ανώτατο Δικαστήριο που ανακήρυξε νικητή τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο – με κανέναν να μη γνωρίζει μέχρι σήμερα ποιος από τους δύο κέρδισε πραγματικά τη Φλόριντα.

Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε πως η ενεργή παρουσία του Ομπάμα στο πλευρό της Κλίντον το 2016 δεν κατάφερε να της δώσει τη νίκη, μπορούμε εύκολα να δούμε ένα σενάριο στο οποίο ο Μπάιντεν θα κρατούσε τον Ομπάμα σε μια ασφαλή απόσταση. Όμως, η αναμέτρηση του 2020 διαφέρει με όλες τις προηγούμενες φορές που πρώην Αντιπρόεδροι διεκδίκησαν την Προεδρία, για δύο λόγους: πρώτον, ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν έχει δηλώσει πως θεωρεί τον εαυτό του έναν μεταβατικό υποψήφιο μίας μόνο θητείας, με στόχο το πέρασμα σε μια άλλη γενιά ηγετών· η επιλογή της Κάμαλα Χάρις στην αντιπροεδρία επιβεβαιώνει αυτή τη λογική. Δεύτερον, η αντισυστιμική υποψηφιότητα και θητεία του Τραμπ ξεπερνάει τα όρια της παραδοσιακής πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους, σε βαθμό που στην κάλπη δε θα κριθούν μόνο επιμέρους πολιτικές και αντίπαλες ιδεολογίες, αλλά δύο αντίθετες κοσμοθεωρίες για την κατεύθυνση των ΗΠΑ.

© EPA/Morry Gash

Το προεκλογικό μήνυμα του Μπάιντεν πως στις εκλογές αυτές κρίνεται η «ψυχή του έθνους» δεν αποτελεί υπερβολή – και σίγουρα βρίσκει τον Ομπάμα απόλυτα σύμφωνο. Τόσο ο Μπάιντεν, όσο και ο Ομπάμα έχουν δώσει έμφαση στις ακροβασίες της συμπεριφοράς του Τραμπ – δηλαδή στα ατελείωτα tweets, στα αυτάρεσκα retweets, στις επιθέσεις στην επιστήμη, στο κλείσιμο του ματιού στις εξωφρενικότερες θεωρίες συνομωσίας αλλά και στα σιωπηλά και μη ανοίγματα στην εναλλακτική δεξιά – ώστε να υπενθυμίσουν στους ψηφοφόρους πως ποτέ στο παρελθόν η αμερικανική προεδρία δεν φλέρταρε τόσο πολύ με το λούμπεν. Μπροστά στο ενδεχόμενο τεσσάρων ακόμα χρόνων προεδρίας Τραμπ, οι Δημοκρατικοί δεν έχουν κανένα περιθώριο διχασμού και εγωισμού – κάτι που άλλωστε αποδεικνύει η υπεύθυνη στάση που έχουν κρατήσει και οι άτυποι εκπρόσωποι της περισσότερο αριστερής τους φράξιας, Μπέρνι Σάντερς και Αλεξάντρια Οκάζιο Κορτές.

Μια ενδεχόμενη ήττα του Τζο Μπάιντεν θα αποτελέσει προσωπικό θρίαμβο για τον Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Μπαράκ Ομπάμα

Ένα προσωπικό ζήτημα

Στο τέλος της ημέρας, η ήττα του Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί ένα προσωπικό ζήτημα για τον Μπαράκ Ομπάμα. Μπορεί τα χρόνια να έχουν περάσει, δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η πολιτική καριέρα του Ντόναλντ Τραμπ χτίστηκε πάνω στη θεωρία συνωμοσίας που ήθελε τον Μπαράκ Ομπάμα να μην έχει γεννηθεί στη Χαβάη, αλλά στην Κένυα – στερώντας του δηλαδή το δικαίωμα να είναι Πρόεδρος. Η γελοιότητα της θεωρίας ήταν ανάλογη της απήχησής της, σε βαθμό που οδήγησε τον Ομπάμα να δώσει στη δημοσιότητα το πιστοποιητικό της γέννησής του, λέγοντας εμφανώς εκνευρισμένος «ελπίζω πως τώρα μπορούμε να εστιάσουμε στα θέματα που έχουν πραγματική σημασία». Όμως, και σε επίπεδο πολιτικής, η σταδιακή ανάδειξη του Τραμπ σε παράγοντα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος έστρεψε ακόμα και τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους εναντίον του Ομπάμα, στερώντας του τη δυνατότητα να προχωρήσει σε υπερκομματικούς συμβιβασμούς που θα οδηγούσαν σε τομές όπως ο περιορισμός της οπλοκατοχής.

© Drew Angerer/Getty Images/Ideal Image

Έτσι, μια ενδεχόμενη ήττα του Τζο Μπάιντεν θα αποτελέσει προσωπικό θρίαμβο για τον Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Μπαράκ Ομπάμα. Έχοντας ήδη καταφέρει μια νίκη εναντίον του προκατόχου του –κερδίζοντας την υπουργό των Εξωτερικών του το 2016–, αν ο Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος κερδίσει τον Μπάιντεν τότε όχι μόνο θα έχει αποκαθηλώσει την κληρονομιά της οκταετίας Ομπάμα σε επίπεδο προσώπων, αλλά θα έχει μπροστά του ακόμα τέσσερα χρόνια ώστε να την ξηλώσει λίγο-λίγο και σε επίπεδο πολιτικής. Επομένως, είναι μάλλον αυτονόητο πως ο Ομπάμα θα δώσει ό,τι έχει στην προεκλογική εκστρατεία, αξιοποιώντας την τεράστια πλατφόρμα του στους νέους και τη μεσαία τάξη και κατακεραυνώνοντας όλες τις αστοχίες των τελευταίων τεσσάρων χρόνων, ώστε να πάρει την προσωπική του εκδίκηση και να προστατέψει την πολιτική του κληρονομιά απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ.

Η πρακτική σημασία της επιρροής Ομπάμα

Είναι μάλλον δύσκολο να γνωρίζουμε πόσο επιδραστική θα είναι η παρουσία του Ομπάμα στο πλευρό του Τζο Μπάιντεν. Με την πόλωση να είναι σε ιστορικά επίπεδα και τους περισσότερους ψηφοφόρους να εμφανίζονται σίγουροι για την επιλογή τους, είναι απίθανο η επιστροφή του Ομπάμα να πείσει αρκετούς που θα ψήφιζαν Τραμπ να προτιμήσουν τελικά τον Μπάιντεν. Όμως, ο Ομπάμα έχει περιθώριο επιρροής στους «πιθανούς ψηφοφόρους» οι οποίοι προτιμούν μεν τον Δημοκρατικό υποψήφιο, δεν έχουν όμως αποφασίσει αν όντως θα πάνε να ψηφίσουν. Έτσι, δεν είναι τυχαία η έμφασή του στη σημασία της ψήφου αλλά και τα συνεχή καλέσματα στους ψηφοφόρους των swing states να ψηφίσουν με όποιον τρόπο τους βολεύει περισσότερο.

Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο

Με βάση τα δημοσκοπικά δεδομένα, όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή, τόσο πιο εύκολα θα κερδίσει ο Μπάιντεν. Η σύγκριση του χαρακτήρα των δύο υποψηφίων που επιχειρεί να αναδείξει ο Μπαράκ Ομπάμα σκοπεύει ακριβώς στην υπενθύμιση πως η αμερικανική Προεδρία δεν αξίζει σε κάποιον σαν τον Ντόναλντ Τραμπ. Μένει να φανεί πόσους μπορεί να πείσει για κάτι που θα έπρεπε να ήταν προφανές στους περισσότερους.